Βυζάντιον

Υποτίθεται πως είναι η Κυριακή που ανοίγεις τα μάτια και καταλαβαίνεις ότι έβλεπες όνειρο. Τα προβατάκια επιστρέφουν στο μαντρί, μη σε μπερδεύουν οι κόρνες, κατά βάθος πρόκειται για κουδουνίσματα. Γυρίζεις στο σπίτι και βλέπεις τους λογαριασμούς να σε περιμένουν κάτω από την πόρτα, για να σου δείξουν πως μαζί τους όλα εδώ πληρώνονται. Δεν είσαι ο δολοφόνος που επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, είσαι το θύμα. Εγώ πάλι συνεχίζω να βρίσκομαι σε τόπο διόλου χλοερό, σε νησί του νοτίου Αιγαίου. Και θα έλεγα πως γράφω υπό ιδανικές συνθήκες: Σε μπλε μπαλκόνι με θέα τη θάλασσα, ενώ τα απλωμένα άσπρα σεντόνια δίπλα μου θα δείχνουν από μακριά σαν δάκρυα σ’ ένα γκρίζο πρόσωπο. Μη νομίζετε όμως ότι η θέα της θάλασσας και του ορίζοντα χορηγεί έμπνευση. Το εύρος του ορίζοντα σου δείχνει πόσο μικρός είσαι, σε παρασύρει σε σκέψεις που δεν μπορείς να τις κουμαντάρεις, όπως ο καπετάνιος το πλοίο. Αντιθέτως, όταν κοιτάς τον τοίχο του σπιτιού σου αισθάνεσαι ασφαλής. Γι’ αυτό μην παραπονιέσαι που γύρισες. Να παραπονιέσαι που ήθελες να φύγεις, εκεί είναι η πηγή και η απόδειξη της κακοτυχίας σου.

Όταν λοιπόν δουλεύεις στις διακοπές, είναι μια κάπως δύσκολη κατάσταση, αλλά από την άλλη σου εξασφαλίζει τον έλεγχο, κινείσαι σε γνωστά πλαίσια. Επιπλέον, αν κάνεις ειδικά αυτήν τη δουλειά, μπορείς να πεις πράγματα -πάνω από μια χωριάτικη, κάτω από το ημίφως μιας νησιώτικης ταβέρνας- που δεν έχουν καμία σχέση. Εννοείται πως η διαστροφή που σου χαράσσει αυτή η δουλειά, που σε μαρκάρει σαν γελάδι στο Τέξας, εκδηλώνεται παντού. Έτσι κι εγώ τώρα θα προσπαθήσω να γράψω σαν δημοσιογράφος στο «Πρώτο Θέμα».
••••
Το μικρό καράβι κυλούσε στα ήρεμα νερά της Δωδεκανήσου σαν δάχτυλο βουτηγμένο σε υγρή ζεστή σοκολάτα. Σχεδόν αθόρυβα άφηνε πίσω του μια λεπτή γραμμή που, μετά από μερικά δευτερόλεπτα έχανε τη μορφή της και γινόταν ένα με την αιώνια θάλασσα. Το καράβι μετέφερε πενήντα ανθρώπους από την Κω προς ένα άλλο, πολύ μικρότερο, νησί. Ο καπετάνιος έπαιζε το δρομολόγιο στα ροζιασμένα δάχτυλά του. Πριν από χρόνια μπορεί να κάπνιζε πίπα. Τώρα όμως προτιμά στριφτά τσιγάρα, Drum μπλε. «Προκόπιος είπαμε; Ωραίο όνομα, περίεργο», είπε ρίχνοντας μια λοξή ματιά στο νεαρό μέλος του πληρώματος που είχε πάρει το τιμόνι. «Εγώ, Προκόπιε, έχω πλήρη άποψη για την υπόθεση Παυλίδη, ξέρω πρόσωπα και πράγματα, τα έχω ζήσει στο πετσί μου». Αν δεν είχα να γράψω τη στήλη, θα συνέχιζα την ανάγνωση του «Εν Ψυχρώ», του Τρούμαν Καπότε, το οποίο σας το συνιστώ ανεπιφύλακτα. Αλλά ο καπετάνιος του πλοίου «Άγιος τάδε» ήταν μερικές σταγόνες δροσιάς σ’ ένα άνυδρο τοπίο. Κάθομαι λοιπόν απέναντί του και ακούω:
«Εγώ, Προκόπιε, δεν είμαι δεξιός, αλλά δεν νομίζω ότι ο Παυλίδης τα έχει πιάσει από τον Μανούση. Αντίθετα μάλιστα, ο Παυλίδης του αφαίρεσε τη γραμμή όταν διαπιστώθηκε πως το πλοίο που έκανε το δρομολόγιο δεν είχε ταχύτητα 21 μίλια, αλλά 16. Το πρόβλημά μου είναι ότι ενώ πιστεύω τον Παυλίδη, δεν θα μπορούσα να ισχυριστώ το ίδιο για τον συνεργάτη του, τον Ζαχαρίου». Στο άκουσμα αυτού του ονόματος, ένας ηλικιωμένος επιβάτης από την Κω θυμήθηκε τα νιάτα του. Γνωρίζει τον Ζαχαρίου χρόνια και ήταν πρόθυμος να διηγηθεί
ιστορίες που δεν είναι κομψό να μεταφερθούν εδώ. Επρόκειτο, άλλωστε, για λόγια της πλώρης. Στο μεταξύ, το πλοίο έπιασε λιμάνι, εγώ κατέβηκα με την τελευταία πινελιά μιας ωραίας καλοκαιρινής εικόνας. Μετά φαντάστηκα τον Αριστοτέλη Παυλίδη να επισκέπτεται το νησί τον χειμώνα, το κύμα να σκεπάζει τον παραλιακό δρόμο, ενώ ο βουλευτής δεν θα μπορεί να θυμηθεί σε ποιο σημείο του πελάγους πνίγηκε και αυτό το σκάνδαλο. Κι εγώ έμεινα μ’ έναν φραπέ και μια απορία στο χέρι: Όταν ακόμα και στα μικρά καράβια που φεύγουν από την Κω έχουν άποψη για τον Ζαχαρίου, ο βουλευτής δεν είχε ακούσει τίποτα για τον, επί σειρά ετών, στενό συνεργάτη του;
••••
Μετά, μια φωνή από την Αθήνα έδιωξε την αρμύρα από τα μάτια μου. «Ρε Προκόπιε, έλεος με τις αναστολές σου. Απλώς ο Καραμανλής δεν τρώει τον Παυλίδη επειδή, αν το κάνει, θα πρέπει να κάνει το ίδιο και με τον Καραμάριο». Τόσο απλό, αλλά δεν μπορούσα να το φανταστώ.
Στοιχειώδες…
••••
Και να, τώρα που γράφω για όλα αυτά, έρχεται στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο πρόσκληση για ξενάγηση σ’ ένα τεράστιο κρουαζιερόπλοιο που θα επισκεφθεί στις αρχές Σεπτεμβρίου τον Πειραιά. Λέω να μην πάω. Πρώτον, επειδή όταν επισκέπτεσαι αυτά τα μέρη είναι σαν να παρακολουθείς τα μοντέλα σε επίδειξη μόδας. Ξέρεις δηλαδή ότι μπορείς να βλέπεις, αλλά δεν θα πας πουθενά μαζί τους. Δεύτερον, επειδή δεν θέλω να με περάσουν για κανέναν θλιβερό και μίζερο που θα πάει για να τρίψει τη μουσούδα του σε τίποτα παπούτσια μήπως και τον καλέσουν σε δωρεάν ταξίδι. Μένω στη θέση μου και ακούω αυτούς που επέστρεψαν από ταξίδια και τσαλαβουτούν στον αγαπημένο μας βούρκο.
Κοινώς, μιλώ μαζί τους στο τηλέφωνο.
••••
Συντονίζομαι με Ρηγίλλης: «Προκόπιε, έχουμε την αίσθηση ότι ο Πολύδωρας προσπαθεί να στήσει κάτι σαν μηχανισμό ανά την επικράτεια. Αναπτύσσει επαφές με στελέχη του κόμματος, χωρίς πάντως να έχει εξωτερικεύσει κάποιες συγκεκριμένες προθέσεις». Ήθελα να του απαντήσω πως η πολιτική τούς έχει εκμαυλίσει τόσο πολύ, ώστε αγνοούν τον χαβαλέ ως ένα από τα σημαντικά κίνητρα ενός ανδρός. Ο Βύρων μπορεί απλώς να το διασκεδάζει. Άλλωστε, σύντομα, ουκ ολίγοι πολιτικοί θα καλούνται να επιδείξουν θεαματικές επιδόσεις στον στίβο του θεάματος προκειμένου να πάρουν κανένα καλό συμβόλαιο από κάποιο μέσο ενημέρωσης. Πιστεύω δε πως ακόμα κι εγώ κινδυνεύω από πολιτικούς που θα προσφερθούν να γράφουν τη στήλη με αρκετά λιγότερα χρήματα ή ακόμα και πληρώνοντας, αποσπώντας ένα καλό κομμάτι προβολής. Μπα, δεν πιστεύω ότι θα το κάνουν δωρεάν. Αλλά θα το κάνουν με ελάχιστα χρήματα. Μιλάμε για μεγάλη φτήνια…
••••
Απευθυνόμενος στους παπαγάλους της Ντόρας, διαπιστώνω ότι είναι σαν το θερινό σινεμά της γειτονιάς μου που ειδικεύεται στις επαναλήψεις. Δεν κάνουν τίποτ’ άλλο από το να επιδεικνύουν το θεαματικό αδυνάτισμά της ως απόδειξη της σκληρής δουλειάς στην οποία υποβάλλει τον εαυτό της. Δεν ξέρω τι ακριβώς έχει κάνει η υπουργός με το στομάχι της, αλλά το δικό μου ανακατεύεται…
••••
Μιλώντας με το ΠΑΣΟΚ, βρίσκω την ίδια μιζέρια στο τηλέφωνο. Μου λένε πως το γραφείο του προέδρου «βλέπει» στην Ευρωκλινική, ενώ θα διαθέτει κι ένα αξιοπρεπές γυμναστήριο. Πολύ ωραίο και χρήσιμο, συμβολίζει την πολιτική διαδρομή του προέδρου Γιώργου, που είναι σαν να κάνει διάδρομο στο γυμναστήριο. Τρέχει, ιδρώνει,
αγκομαχά, αλλά βρίσκεται συνεχώς στο ίδιο σημείο.
••••
Δεν ξέρω αν έχει γίνει γνωστό, αλλά ο Γιώργος έχει καλέσει τον Ομπάμα σε εκδήλωση της Σοσιαλιστικής Διεθνούς. Δεν περιμένει, βέβαια, θετική απάντηση, αλλά μόνο την επιστολή που θα ξεκινάει με το «Αγαπητέ Γιώργο» και θα τελειώνει με το «Φιλικά, Μπάρακ». Αυτό φτάνει για να ταΐζει δέκα μέρες παραπολιτικές στήλες.
••••
Α, ναι, μην το ξεχάσω. Στο πρώτο δεκαήμερο του Οκτωβρίου θα ανακοινωθεί, κατά πάσα πιθανότητα, η κατάργηση της βίζας
ΗΠΑ για τους Έλληνες. Σας το λέω για να προγραμματίσετε χωρίς άλλες σκουτούρες τα ψώνια των Χριστουγέννων…
••••
Τώρα μιλάω με Πεκίνο και ο άνθρωπός μου εκεί (που ακόμα δεν έχει καταφέρει να βάλει Κινέζα στο φρουρούμενο ξενοδοχείο) δηλώνει σοκαρισμένος από τη στάση του Μ. Κυριακού απέναντι στη Φανή Χαλκιά, δηλαδή στην ελληνική προσπάθεια να ξεπεράσει τους Ρώσους στον αριθμό των αθλητών που συλλαμβάνονται ντοπέ. «Προκόπιε, θυμάσαι πώς αποθέωναν τη Χαλκιά ο Κυριακού και ο σταθμός του το 2004; Μόνο που δεν της είχαν δώσει εκπομπή στη θέση της Τατιάνας. Τώρα την πετούν σαν γόπα καπνισμένου τσιγάρου. Αλλά αυτό δεν είναι μια έντιμη συναλλαγή; Ο αθλητής ξέρει πολύ καλά τι θα συμβεί αν το καρφί στραβώσει την ώρα που τρυπάει τον
τοίχο…»

Ναι, το ξέρει. Εγώ δεν ξέρω τι στο διάολο συμβαίνει και μας κρεμούν στα μανταλάκια διεθνώς. Να πιστέψω τις θεωρίες συνωμοσίας που λένε ότι μας εκδικούνται επειδή μας χαρίστηκαν το 2004; Δεν ισχύει, επειδή διόλου δεν μας χαρίστηκαν με τον Κεντέρη και τη Θάνου. Υπάρχει, άραγε, κάποιο ανθελληνικό σχέδιο; Δεν το γνωρίζω. Το μόνο που έχω είναι η άποψη του ανθρώπου μου από το Πεκίνο, την οποία βέβαια δεν υιοθετώ, αλλά την καταγράφω ως οφείλω: «Προκόπιε, υπάρχει συνωμοσία, αλλά αυτή είναι της ηλιθιότητάς μας. Όλοι οι ενδιαφερόμενοι ψώνισαν από τον ίδιο ντίλερ, από το ίδιο κινέζικο εργαστήριο που τους έλεγε ότι οι κωδικοί των νέων ουσιών δεν ανιχνεύονται από τα εργαστήρια. Και επειδή ακριβώς πρόκειται για καινούργιες ουσίες, δεν ήξεραν ούτε πώς να τις χειριστούν. Μάλιστα, για κάποιους, όταν έσκασε η υπόθεση της άρσης βαρών, ήταν ήδη αργά. Έπρεπε να επιλέξουν λοιπόν την κομψή λύση της αποχώρησης διά τραυματισμού ή το μεγάλο ρίσκο της συμμετοχής. Χαιρέτα μου τη Φανή δηλαδή…»
••••
Και τώρα, με φθόνο είναι η αλήθεια, έφτασε η ώρα της προσωπικής εξομολόγησης. Η σύνταξη της στήλης τελείωσε. Γράφτηκε σε δύο διαφορετικές ημέρες, απόγευμα και βράδυ, καθώς έπρεπε να μεσολαβήσουν και τα απαραίτητα τηλεφωνήματα. Φεύγω και πάω για ποτό δίπλα στη θάλασσα, όπου η αύρα θα μου χαϊδεύει το κεφάλι, αλλά, φευ, εδώ και χρόνια δεν υπάρχουν μαλλιά να χορέψουν μαζί της.


Σχολιάστε εδώ