Σκηνικό προαναγγελθέντος πολέμου

Το ερώτημα που τίθεται σήμερα δεν είναι το «ποιος ήρξατο χειρών αδίκων» όσο πολύ περισσότερο εάν η σημερινή εμπόλεμη αναμέτρηση στην οποία η Ρωσία επέβαλε τους στρατιωτικούς και επομένως τους πολιτικούς της όρους θα οδηγηθεί σε κλιμάκωση και διεύρυνση με έμμεση ή άμεση ανάμειξη του υπερατλαντικού συμμάχου του κ. Σαακασβίλι ή όχι.

Είναι γνωστό πως ο κ. Σαακασβίλι, Πρόεδρος της Γεωργίας που διεδέχθη το 2003 κάτω από δραματικές συνθήκες τον γνωστό διεθνώς από την Περεστρόικα, πολιτικό Έντβαρντ Σεβαρντνάτζε, αποτελεί ένα από τα νέα πολιτικά «φιντάνια» της διεθνούς πολιτικής που εξέθρεψε η Ουάσινγκτον στη δεκαετία του ’90, ώστε να συμβάλουν, με τις «ροζ-πορτοκαλί» επαναστάσεις που οργάνωσαν από το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του ’90 και εντεύθεν οι Αμερικανοί σε ορισμένες από τις πρώην σοβιετικές χώρες, στο λεγόμενο «εγγύς εξωτερικό» της Ρωσίας, αποσκοπώντας στην πραγμάτωση της «προφητείας» Μπρζεζίνσκι να τεθεί η Μόσχα σ’ έναν αμερικανικό κλοιό στο μαλακό της υπογάστριο.

Ο Σαακασβίλι λοιπόν, λειτουργώντας με την αλαζονεία «εξ αντανακλάσεως» της υπερδύναμης που στεκόταν στο διεθνοπολιτικό του υπόβαθρο, θέλησε να «ξεκαθαρίσει» την υπόθεση της κυριαρχίας στη Γεωργία, να καταλάβει με μια στρατιωτική κίνηση-αστραπή τη νότιο Οσετία, και να εκδιώξει τους Ρώσους που πληθυσμιακά υπερέχουν σε αυτές τις περιοχές, δημιουργώντας έτσι ένα fait accompli κυριαρχίας σε ολόκληρη τη Γεωργία. Υπολόγισε όμως λάθος, τόσο σε σχέση με την πολιτική βούληση του Κρεμλίνου να αντιδράσει άμεσα, αποφασιστικά και αποτελεσματικά, όσο και με την αδυναμία της Ουάσινγκτον να στηρίξει στρατιωτικά το εγχείρημα του «πολιτικά υιοθετημένου» της Προέδρου της Γεωργίας.

Έτσι αυτήν τη στιγμή καταγράφεται μια πολιτικοστρατιωτική νίκη των Ρώσων και ιδιαίτερα των Πούτιν – Μεντβέντεφ, εις βάρος, όχι τόσο του γεωργιανού Προέδρου όσο της προστάτιδας δύναμής του.

Οι Ρώσοι είναι σε θέση τώρα να επιβάλουν τους όρους τους, ενώ μεσοπρόθεσμα και σε μακρά διαδρομή δείχνουν προς τον υπόλοιπο κόσμο πως επιστρέφουν αποφασιστικά και σταθερά στη διεθνή πολιτική ως αξιόπιστος γεωστρατηγικός δρων και στέλνουν μήνυμα στο «εγγύς εξωτερικό» τους, αλλά και στην Ευρώπη και στις Ηνωμένες Πολιτείες, πως η Μόσχα αποφασίζει για την ευρύτερη περιοχή του πρώην σοβιετικού imperium και δεν θα δεχθεί ένταξη στο ΝΑΤΟ ούτε της Ουκρανίας ούτε της Γεωργίας.

Η άλλη συνέπεια αυτής της τραγωδίας θα είναι η συνέχεια πλέον, κατά τρόπο αποφασιστικότερο, ενός παράλληλου εκβιαστικού εγχειρήματος που παραπέμπει στο Κόσοβο και θα αφορά στη θέληση της Μόσχας να προχωρήσει σε ανεξαρτητοποίηση των περιοχών αυτών, πιέζοντας ταυτόχρονα για υποβάθμιση της πραγματοποιηθείσης ήδη ανακήρυξης της ανεξαρτητοποίησης του Κοσόβου.

Εκείνο που πρέπει να σημειώσει κανείς ως κατακλείδα είναι δύο πράγματα: Πρώτον, η εξέλιξη αυτή ενδυνάμωσε γεωπολιτικά και γεωστρατηγικά τη Μόσχα, όχι μόνο στην περιοχή της αλλά και διεθνώς, και δεύτερον, οι Ηνωμένες Πολιτείες δέχθηκαν ένα «χαστούκι» αξιοπιστίας στον βαθμό που δεν μπόρεσαν, ούτε μπορούν, όπως όλα δείχνουν, να στηρίξουν πιστούς τους συμμάχους. Από τούδε και στο εξής ουδείς θα τους θεωρεί ως τους μονοκράτορες και απόλυτους κυρίαρχους του διεθνούς παιχνιδιού, αλλά θα στρέφουν το ένα μάτι και προς τη Μόσχα αρχίζοντας να κοιτάζουν το ενδεχόμενο στήριξης και συμμαχίας, ενώ σταδιακά θ’ αρχίσει να δημιουργείται ένα θολό μεν, αλλά ορατό, κλίμα ενός νέου είδους Ψυχρού Πολέμου.

Τέλος, πρέπει να υπογραμμίσουμε την παρουσία της Ευρώπης στην κρίση, η οποία στηρίχθηκε στο μοναδικό πολιτικό φαινόμενο που ονομάζεται Σαρκοζί, και είναι σε θέση να κάνει ευφυείς τακτικές κινήσεις και παρεμβάσεις που σε τελευταία ανάλυση σώζουν, έστω και via Παρισίων, τη χαμένη τιμή των Βρυξελλών.


Σχολιάστε εδώ