Καταλύτης αλλαγών για την Κίνα οι Ολυμπιακοί Αγώνες

Οι Ολυμπιακοί Αγώνες που ξεκίνησαν και επίσημα προχτές, Παρασκευή 8 Αυγούστου, θα επιταχύνουν αναμφισβήτητα αυτήν την πορεία στο επίπεδο της οικονομίας. Το πιο δύσκολο ερώτημα ωστόσο αφορά τις εξελίξεις στη σφαίρα των πολιτικών ελευθεριών. Δηλαδή, θα δοθεί η απαραίτητη ώθηση ώστε μεσαιωνικές μορφές ανελευθερίας και καταπίεσης που δεσπόζουν ακόμη και σήμερα στο Κεντρικό Βασίλειο, όπως αποκαλείται αλλιώς η Κίνα, να περάσουν σύντομα στην ιστορία;

Εύκολες απαντήσεις εδώ, δυστυχώς, δεν υπάρχουν!

Tο σοβαρό δημοκρατικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Κίνα ήρθε στην επιφάνεια μόλις τέσσερις ημέρες πριν από την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων, με αφορμή μια δολοφονική επίθεση που έγινε στα βορειοδυτικά της χώρας και είχε αποτέλεσμα να σκοτωθούν 16 άτομα. Οι εθνικές αντιθέσεις στην Κίνα είναι μία από τις πληγές που ασταμάτητα πυορροούν, αποκαλύπτοντας τη σκοτεινή πλευρά του κινέζικου θαύματος, χωρίς να είναι και η μοναδική. Ο εργασιακός μεσαίωνας που δεσπόζει από τα εκθαμβωτικά παράλια μέχρι την ξεχασμένη ενδοχώρα, οι απηνείς διώξεις που υφίστανται όσοι επικρίνουν την πολιτική της κυβέρνησης και η αυστηρή απαγόρευση του δικαιώματος έκφρασης στη σφαίρα της πολιτικής, της ιδεολογίας και της τέχνης, συνθέτουν μια πραγματικότητα φριχτή για το 1,3 δισ. κατοίκων της χώρας και απωθητική για ολόκληρο σχεδόν τον υπόλοιπο κόσμο.

Εθνικοί διχασμοί
και συγκρούσεις

Το εθνικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Κίνα δεν γίνεται αντιληπτό από πρώτη ματιά, μια και η επίσημη διαβεβαίωση πως το 92% του πληθυσμού προέρχεται από την πλειοψηφούσα εθνότητα των κινέζων Χαν λειτουργεί εφησυχαστικά. Περνώντας όμως από τα ποσοστά στους αριθμούς, τα πράγματα γίνονται πολύ πιο σύνθετα, καθώς αποκαλύπτεται ότι υπό καθεστώς διακρίσεων, καταπίεσης, ακόμη και διώξεων, ζουν πάνω από 110 εκατ. άτομα. Δύο φορές σχεδόν ο πληθυσμός της Γαλλίας! Η εθνότητα δε που έχει υποφέρει τα χειρότερα είναι οι κάτοικοι του Θιβέτ, όπως φάνηκε και από την εξέγερση που συγκλόνισε πριν από λίγους μήνες την πρωτεύουσα της αυτόνομης επαρχίας Λάσα και την αιματηρή καταστολή που ακολούθησε.

Ωστόσο, η μουσουλμανική μειονότητα των Ουιγούρων, η οποία ευθύνεται για την τελευταία αιματηρή επίθεση, εκπροσωπεί πολύ πιο μακροπρόθεσμα κίνδυνο για τη συνοχή της Κίνας, στον βαθμό που οι αποσχιστικές της φιλοδοξίες διαπλέκονται και ενθαρρύνονται από άλλα κινήματα στην κεντρική Ασία, με τα οποία μοιράζεται πολλά κοινά στοιχεία, όπως θρησκεία, γλώσσα κ.λπ. Οι φιλοδοξίες των Ουιγούρων που κατοικούν στη βορειοδυτική επαρχία Σιντσιάνγκ, η οποία «αποτελεί πύλη στην κεντρική Ασία, αφού συνορεύει με οκτώ χώρες», όπως εύστοχα επισημαίνεται στο βιβλίο «Η Κίνα στην αυγή του 21ου αιώνα» (Στ. Μπεσιέ, εκδ. Κέδρος) κορυφώθηκαν τη δεκαετία του ’90, όταν έβλεπαν τους ομόθρησκούς τους που κατοικούσαν στην πάλαι ποτέ Σοβιετική Ένωση να αποκτούν τα δικά τους εθνικά ομοιογενή κράτη κι αυτοί, αντίθετα, να υπομένουν τη μία ταπείνωση μετά την άλλη από το Πεκίνο, που σχεδιασμένα και επί χρόνια αλλοίωνε την εθνική σύνθεση της πολύ πλούσιας σε ορυκτά και κυρίως σε πετρέλαιο επαρχίας, στέλνοντας ως εποίκους κινέζους Χαν. Οι διακρίσεις επίσης που υφίσταντο από το Πεκίνο επέτειναν το μίσος τους προς την κεντρική εξουσία, σπρώχνοντας πολλούς από αυτούς να εκπαιδευτούν στο Πακιστάν στα στρατόπεδα των φονταμενταλιστών.

Έτσι, τα βίαια επεισόδια δεν αποτέλεσαν κεραυνό εν αιθρία. Για να αντιμετωπίσει το Πεκίνο τους Ουιγούρους, «έναν πολιτισμένο λαό που ίδρυσε το πρώτο τουρκόφωνο κράτος τον 10ο αιώνα και εξέδωσε τα πρώτα έργα τουρκικής λογοτεχνίας», σύμφωνα με τους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» της Πέμπτης 6 Αυγούστου, ανέπτυξε μια… ανίερη συμμαχία με την Ουάσινγκτον, όταν η τελευταία πείστηκε να συμπεριλάβει στη λίστα με τις τρομοκρατικές οργανώσεις και το Ισλαμικό Κίνημα του Ανατολικού Τουρκιστάν (ΕΤΙΜ), που με μαχητικό τρόπο ανέλαβε να προωθήσει την ανεξαρτησία τους. Οπότε η καταστολή που εφάρμοσε εναντίον τους το Πεκίνο είχε και τη διεθνή έγκριση, στον βαθμό που την ενέταξε στην «πάλη κατά της ισλαμικής τρομοκρατίας», εκ του πονηρού φυσικά, όπως άλλωστε είχε κάνει και η Ουάσινγκτον πρωτύτερα, βαφτίζοντας τις δικές της ιδιοτελείς επιδιώξεις ως πάλη εναντίον της «διεθνούς τρομοκρατίας».

Κοινωνικές και
οικονομικές αντιθέσεις

Σ’ αυτό το σημείο τερματίζεται και η διεθνής κάλυψη στο καθεστώς ανελευθερίας που έχει επιβάλει το Πεκίνο από τη μια άκρη ως την άλλη και ξεκινούν οι επικρίσεις, καταιγιστικές συχνά και ακόμη συχνότερα προσχηματικές, στον βαθμό που ζητούμενό τους δεν ήταν πάντα οι δημοκρατικές ελευθερίες, αλλά οι διπλωματικές φιλοδοξίες της ανερχόμενης Κίνας και η απροθυμία της να γίνει δορυφόρος της Ουάσινγκτον. Τίποτε παρ’ όλα αυτά δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον βαθύ Μεσαίωνα που κυριαρχεί από τη μια άκρη της Κίνας ως την άλλη, όπως βεβαιώνουν κατ’ αρχάς οι ακραίες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες. Σήμερα υπολογίζεται ότι 700 εκατ. άνθρωποι, περισσότεροι δηλαδή από τους μισούς, ζουν με λιγότερα από 2 ευρώ την ημέρα, 300 εκατομμύρια ζουν με λιγότερο από 1 ευρώ την ημέρα, ενώ, όπως σημειώνεται στο βιβλίο που προαναφέραμε, μόνο το 15% χαίρει κοινωνικής ασφάλισης! Την ίδια ώρα η Κίνα βρέθηκε στην έκτη θέση παγκοσμίως με βάση τον αριθμό των εκατομμυριούχων της, ενώ ο αριθμός των δισεκατομμυριούχων μόνο σε έναν χρόνο έχει επταπλασιαστεί! Η ακραία φτώχεια και ο ακραίος πλούτος συμβαδίζουν λόγω της ταχύτατης φιλελευθεροποίησης που επιβλήθηκε, όπως δείχνει το γεγονός ότι το μερίδιο του κρατικού τομέα στην οικονομία, από 80% το 1997, περιορίστηκε πρόπερσι στο 35%! Εκεί είναι λοιπόν η κόλαση, εκεί και ο παράδεισος.

Σε ό,τι αφορά ωστόσο τα πολιτικά δικαιώματα, παράδεισος δεν υφίσταται, παρά μόνο κόλαση. Στη χώρα που ευαγγελίστηκε την Πολιτιστική Επανάσταση, για να τη διασύρει κι αυτήν, εκτελούνται κάθε χρόνο 7.000 άνθρωποι (η κλίση των οποίων προφανώς στο έγκλημα κατ’ αντιστοιχία με ρατσιστικές – φασιστικές θεωρίες κρίνεται γενετήσια και όχι κοινωνικά προσδιορισμένη), αριθμός που αντιστοιχεί στο 80% των εκτελέσεων παγκοσμίως. Την τιμητική τους έχουν στην Κίνα κι άλλες αποτρόπαιες μορφές σωφρονισμού, όπως για παράδειγμα η καταναγκαστική εργασία. Αυτή η ποινή επιβλήθηκε πολύ πρόσφατα σ’ έναν άτυχο γονιό που έχασε το (μονάκριβο, λόγω της γνωστής απαγόρευσης) παιδί του στον καταστρεπτικό σεισμό της 12ης Μαΐου και δημοσίευσε φωτογραφίες στο ίντερνετ από το σχολείο που μετατράπηκε σε κρεματόριο, για να δείξει έτσι τις εγκληματικές ευθύνες της κυβέρνησης σε ό,τι αφορά την ποιότητα κατασκευής του σχολικού κτιρίου. Η πράξη του όμως θεωρήθηκε ότι αποσκοπούσε στη διασάλευση της τάξης και έτσι καταδικάστηκε να δουλέψει ένα χρόνο σε καταναγκαστικά έργα. Τα παραδείγματα που βεβαιώνουν μικρές καθημερινές Τιενανμέν, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, δεν έχουν τέλος.

Άγνωστη η ταχύτητα
των αλλαγών

Κανείς ωστόσο δεν μπορεί να πει ότι τίποτε δεν αλλάζει. Πριν από μερικούς μήνες, τον Ιανουάριο του 2008, ως αποτέλεσμα των κοινωνικών αγώνων αλλά και των διεθνών πιέσεων ενσωματώθηκε στο κινεζικό δίκαιο για πρώτη φορά νόμος για τα εργατικά δικαιώματα. Έτσι, στην έμπλεη υποκρισίας «κομμουνιστική» Κίνα, που εξακολουθεί ανερυθρίαστη να κυματίζει την κόκκινη σημαία κάτω από το πορτρέτο του «μεγάλου τιμονιέρη», θεσμοθετήθηκε για πρώτη φορά περιορισμός στις απολύσεις, απαγορεύτηκαν οι προσλήψεις μέσω ενδιάμεσων – δουλεμπόρων, ενώ αναγνωρίστηκε και το δικαίωμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων, που μέχρι πρότινος διωκόταν, με το σκεπτικό ότι στρεφόταν εναντίον του κράτους! Δείγμα των αλλαγών που συντελούνται αποτελεί και η σιωπηρή εγκατάλειψη περιοριστικών μέτρων που εφαρμόζονταν με μεγάλη αυστηρότητα, όπως για παράδειγμα η απαγόρευση της εσωτερικής μετανάστευσης, ώστε να είναι ελεγχόμενη και ανά πάσα στιγμή αντιστρέψιμη, μέσω συλλήψεων και απελάσεων στην ενδοχώρα, η συγκέντρωση του πληθυσμού στα αστικά κέντρα, τα οποία αλλιώς κινδυνεύουν να βουλιάξουν!

Το ίδιο συμπέρασμα, ότι δηλαδή οι πολιτικές ελευθερίες διευρύνονται με το πέρασμα του χρόνου στην Κίνα, υπογραμμίζουν και οι δεσμεύσεις που είχε αναλάβει το Πεκίνο έναντι της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής τον Ιούλιο του 2001, όταν επιλεγόταν για τη φιλοξενία των 29ων Ολυμπιακών Αγώνων. Παρότι ορισμένες από αυτές τις δεσμεύσεις τις άφησε στα χαρτιά, όπως για παράδειγμα την απεριόριστη πρόσβαση στο ίντερνετ των διαπιστευμένων δημοσιογράφων που καλύπτουν τους Αγώνες, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί η βούληση της κινεζικής ηγεσίας να αρθούν σιγά σιγά τα εμπόδια που δυσχεραίνουν την οργανική ένταξή της στη διεθνή κοινότητα. Αυτήν την ενσωμάτωση άλλωστε επιζητούσε όταν κατέθετε τον φάκελο για την υποψηφιότητα του Πεκίνου, η οποία εγκρίθηκε την ίδια χρονιά που εντάχθηκε και στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, ξέροντας εκ των προτέρων ότι η επόμενη μέρα των Ολυμπιακών θα βρει την Κίνα υποχρεωμένη να λογοδοτεί για τα του οίκου της πιο συχνά και ενώπιον περισσότερων ανθρώπων.

Το ερώτημα ωστόσο που μένει να απαντηθεί από τον ίδιο τον χρόνο αφορά την ταχύτητα αυτών των αλλαγών. Κατά πόσο δηλαδή η κινεζική ελίτ θα επιτρέψει μια ταχεία μεταρρύθμιση του πολιτικού συστήματος της χώρας ή, ιεραρχώντας τον κίνδυνο να δει την αχανή της έκταση να έχει την τύχη της Γιουγκοσλαβίας και της Σοβιετικής Ένωσης, θα ακολουθήσει μια πορεία αργών και σταδιακών μεταρρυθμίσεων…


Σχολιάστε εδώ