Είχε αποδεχθεί η Έλλη Στάη να λογοκρίνεται!

Πρόκειται για συγκλονιστική αποκάλυψη, που βάζει στον τοίχο το δημοσιογραφικό λειτούργημα, αλλά και την ενημέρωση του κοινού, που αποδεικνύεται πλέον ότι είναι (ομολογημένο και δικαστικά) ελεγχόμενη με την… άδεια και τη συναίνεση της δημοσιογράφου!

Είναι, ίσως η πρώτη φορά που με δικαστική απόφαση προσφέρονται αποδείξεις για κατευθυνόμενα δελτία ειδήσεων και πολιτικές εκπομπές.

Το σκεπτικό της απόφασης 1712/2008 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που αφορά τη ρήξη της Στάη με τον ΑΝΤΕΝΝΑ, επειδή της έβαλε «καπέλο» τον Νίκο Ευαγγελάτο, είναι συγκλονιστικό για το τι συμβαίνει στα ΜΜΕ. Αναφέρει συγκεκριμένα:

«Στις 25/9/2002 καταρτίστηκαν μεταξύ των διαδίκων δύο συμβάσεις. Η πρώτη είχε ως αντικείμενο την παρουσίαση από τη δημοσιογράφο του καθημερινού κεντρικού δελτίου ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθμού. Τις υπηρεσίες αυτές θα παρείχε, σύμφωνα με τις οδηγίες και υποδείξεις του προϊσταμένου της, διευθυντή ειδήσεων Ιωάννη Μιχελάκη, αλλά και της Γενικής Διευθύνσεως της εταιρείας, επί πενθήμερο ανά εβδομάδα, δηλαδή από Δευτέρα έως Παρασκευή, έναντι αρχικής μηνιαίας αμοιβής 6.300 ευρώ, πλέον επιδομάτων εορτών και αδείας. Το καθημερινό ωράριο απασχόλησής της, το οποίο περιλάμβανε την απαιτούμενη προετοιμασία και την τελική παρουσίαση, καθόρισε η εργοδότρια μεταξύ των ωρών 3 μ.μ. μέχρι 10 μ.μ., επιφυλάσσοντας το δικαίωμα μεταβολής του, ανάλογα με τις ανάγκες του δελτίου. Παράλληλα, η δημοσιογράφος υποχρεούτο να εκφωνεί τα ολιγόλεπτα διαφημιστικά προώθησης του δελτίου (trailers), τα έκτακτα δελτία ειδήσεων, θα συμμετείχε συμβουλευτικά στη διαμόρφωση των ειδήσεων και στη δομή τους, ενώ αποκλείσθηκε η κάθε δραστηριότητά της σε άλλες ραδιοτηλεοπτικές επιχειρήσεις. Η δεύτερη σύμβαση είχε ως αντικείμενο την επεξεργασία, επιμέλεια και αυτοπρόσωπη παρουσίαση από την ίδια δημοσιογράφο εβδομαδιαίας, “ζωντανής”, ενημερωτικήςεκπομπής, με τίτλο: “Με τα μάτια της Έλλης”, έναντι μηνιαίας αμοιβής 5.100 ευρώ. Η τηλεοπτική μετάδοση αυτής συμφωνήθηκε να καθορισθεί μεταξύ των ημερών Δευτέρας έως και Πέμπτης, κατά τη βραδινή ζώνη τηλεθέασης, με ώρα έναρξης πριν τη 12η βραδινή. Η δημοσιογράφος υποχρεούτο να παρευρίσκεται στον τόπο και τον χρόνο που υποδείκνυε η εργοδότρια για να εκτελεί τα καθήκοντά της (την προετοιμασία κειμένων, τη ζωντανή εμφάνιση και τα γυρίσματα στο στούντιο, τη διαφημιστική προώθηση), ενώ η εργοδότρια επιφύλαξε το δικαίωμα να μεταβάλει τις ώρες προβολής, εντός της ίδιας τηλεοπτικής ζώνης. Η θεματολογία και οι καλεσμένοι της εκπομπής που σκόπευε να επιλέξει η πρώτη έπρεπε να γνωστοποιηθούν και να εγκριθούν από την εταιρεία, η οποία διατήρησε το δικαίωμα να μην τη μεταδίδει, εάν έκρινε ότι θα μπορούσε να προκαλέσει την αστική ή ποινική της ευθύνη, ή άλλοι έκτακτοι λόγοι το επέβαλαν. Αποκλείστηκε ακόμη η παροχή ανάλογων υπηρεσιών της δημοσιογράφου σε κάθε άλλη τηλεοπτική επιχείρηση. Ο τίτλος της εκπομπής μαζί με το λογότυπο θα αποτελούσε πνευματική ιδιοκτησία της εταιρείας.»

Ουσιαστικά δηλαδή η δημοσιογράφος συναίνεσε στο να λογοκρίνεται! Ακόμα και να κόβεται η εκπομπή της!

Η σύγκρουση

Και η συνέχεια είναι αποκαλυπτική για το πώς ήρθε η σύγκρουση:

«Η λειτουργία των παραπάνω συμβάσεων εξελίχθηκε στην αρχή ομαλά για τους αντισυμβαλλομένους. Η ισχύς τους παρατάθηκε, δυνάμει των από 10/3/2005 πρόσθετων πράξεων, μέχρι την 31/8/2008, με αύξηση της μηνιαίας αμοιβής της μισθωτής σε 18.930 ευρώ για την πρώτη παροχή (Σημ. «Π»: από 6.300 ευρώ που ήταν αρχικά, δηλαδή τριπλασιάσθηκε) και 13.125 ευρώ για τη δεύτερη (Σημ. «Π»: από 5.100 ευρώ που ήταν αρχικά δηλαδή διπλασιάσθηκε). Από τα μέσα όμως του έτους 2004, σύμφωνα με όσα αναφέρουν αμφότεροι οι διάδικοι, το ποσοστό τηλεθέασης του κεντρικού δελτίου ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθμού άρχισε σταδιακά να μειώνεται και είχε υποχωρήσει αρκετά στις αρχές του έτους 2006. Για να αντιμετωπιστεί η διαμορφωθείσα κατάσταση, η διεύθυνση του καναλιού αποφάσισε να καταφύγει σε μοντέλο συμπαρουσίασης των ειδήσεων. Στις 25/5/2006 η εργοδότρια εταιρεία ανακοίνωσε στη μισθωτή την απόφασή της για πρόσληψη συμπαρουσιαστή του δελτίου ειδήσεων, στην οποία η τελευταία αρχικά αντέδρασε με την από 5/6/2007 εξώδικο δήλωσή της, με την οποία κοινοποίησε την καταγγελία των συμβάσεών τους προς την εργοδότρια και τον αντιπρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου αυτής.»

Ακολούθως, αφού αναλύεται νομικά η φύση των δύο συμβάσεων, οι όροι που περιλαμβάνονται σε αυτές, η τήρηση, οι ρήτρες κ.λπ., ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο τρόπος με τον οποία καταγράφεται το δικαίωμα της εργοδότριας εταιρείας (Antenna) να… εποπτεύει και να ελέγχει το δημοσιογραφικό έργο.

«Η εταιρεία επιφύλαξε το δικαίωμα εποπτείας όχι μόνο προς πρόληψη και εντοπισμό επιλήψιμων δημοσιευμάτων που θα επέσυραν την ποινική ή αστική ευθύνη της, σύμφωνα με τον νόμο περί Τύπου και έλεγχο της ποιότητας, αλλά και υποδείξεων στην επιλογή των καλεσμένων στην εκπομπή και διορθώσεων, εγκρίσεων ή απορρίψεων των θεμάτων παρουσίασης και όπως αυτολεξεί αναφέρεται στο περιεχόμενο της σύμβασης: “Το ακριβές περιεχόμενο της εκπομπής και η εκάστοτε θεματολογία της θα συμφωνούνται με τον Antenna”».

Όλα, ακόμα και οι… λεπτομέρειες, έχουν τη σημασία τους, όταν ειδικά το διακύβευμα είναι ο τρόπος… αυτορύθμισης στο πλαίσιο της δημοσιογραφικής δεοντολογίας… στα ενδότερα των ΜΜΕ που διαμορφώνουν την κοινή γνώμη.

Ο καθένας βγάζει τα συμπεράσματά του. Και εδώ αποδεικνύεται ότι μπορεί μεν οι καναλάρχες να θέλουν να λογοκρίνουν το τι θα ειπωθεί, αλλά το θέμα είναι γιατί το δέχονται οι δημοσιογράφοι, όπως αποδεικνύεται από την απόφαση, που πλέον είναι μέγα θέμα για την ΕΣΗΕΑ.


Σχολιάστε εδώ