Να ωθήσουμε τους πολίτες σε ενεργό συμμετοχή

Ο «γνωστός» μας πλέον Ράινχαρτ Σίκατσεκ, ο αρχιτρίκλινος των μαύρων ταμείων της Ζήμενς, δήλωσε μετά τη «χαϊδευτική» καταδίκη του στο Μόναχο με νόημα: «Δεν είμαι σίγουρος ότι στην Ελλάδα θέλουν να διαλευκανθεί η υπόθεση και τούτο διότι είναι πάρα πολλοί μπλεγμένοι στην υπόθεση αυτή». Το πρώτο σχόλιο του Γερμανού είναι εκτίμηση και τη συμμεριζόμαστε γιατί τη ζούμε, τη βλέπουμε. Το δεύτερο είναι μαρτυρία. Αυτός ξέρει. Τα ξέρει όλα και ναι μεν δεν τα αποκαλύπτει, αλλά τα δαχτυλοδεικτεί.
Η ελληνική δικαιοσύνη και η πολιτική τάξη πρέπει να αποδείξουν ότι και επιθυμούν και μπορούν να ξεσκεπάσουν το έγκλημα στο οποίο προδήλως αναγκαίοι συνεργοί είναι επιφανή μέλη του πολιτικού μας συστήματος. Η «αιμομικτική σχέση εξουσίας και χρήματος», κατά τον ορισμό της διαφθοράς που δίνει ένας πολιτικός που πήρε των ομματιών του απ’ τον χώρο της πολιτικής για να γίνει ακτιβιστής του πανταχόθεν απειλουμένου περιβάλλοντος, ο Αλ Γκορ. Αυτή η σχέση «κατατρώει και καταστρέφει την εμπιστοσύνη που είναι απολύτως απαραίτητη για τη λεπτή χημεία στην οποία βασίζεται η αντιπροσωπευτική δημοκρατία». Η συγκέντρωση πολιτικής εξουσίας και πλούτου στα ίδια χέρια δεν συντελείται με κατάληψη της εξουσίας από τους φορείς του χρήματος. Η πολιτική τάξη, αφότου το μέσο ύπαρξής της είναι η τηλεόραση, υποτάσσεται στο χρήμα για να έχει τηλεόραση.
Δεν υπάρχει άλλο δημόσιο φόρουμ και δεν αρθρώνεται άλλος δημόσιος λόγος από τον κατακερματισμένο της τηλεόρασης. Και αυτός είναι (τηλε)κατευθυνόμενος από τα συμφέροντα εκείνων που χρηματοδοτούν τις δαπάνες του πολιτικού προσωπικού.
Έτσι, η σχέση πολιτικού και χρήματος είναι σχέση συναλλαγής. Το εργαλείο της τηλεόρασης κατασκευάζει κοινή γνώμη, εκλογικό σώμα και πολιτικά είδωλα. Όλα εφήμερα και ανακλητά. Εξαρτώμενα από τη βούληση του χρηματοδότη. Σ’ αυτήν τη σημαδεμένη τράπουλα διαδραματίζεται η κατά Αλ Γκορ «προσομοίωση της συμμετοχικής δημοκρατίας με σκοπό να εξασφαλίζεται η ψευδεπίγραφη συναίνεση των πολιτών» (τα παραθέματα από το βιβλίο του «Προσβολή της λογικής»).
Όλοι φλυαρούν για νέους θεσμούς. Όμως πάντοτε το πρόβλημα δεν είναι οι νέοι θεσμοί, αφού οι παλαιοί δεν αχρηστεύθηκαν λόγω χρήσης, αλλά λόγω αχρησίας. Έχει δίκαιο ο Αλ Γκορ και ισχύει απολύτως και για τα καθ’ ημάς ότι «το ουσιαστικό πρόβλημα βρίσκεται στην έλλειψη συμμετοχής των πολιτών στη διαδικασία ελέγχου και ανάλυσης των αποφάσεων που τους αφορούν». Εφ’ όσον η συμμετοχή είναι ψευδεπίγραφη και η συναίνεση χειραγωγούμενη, η παραβίαση και του πνεύματος και του γράμματος των όποιων νέων θεσμών είναι πανεύκολη.
Ο μέχρι πρότινος κραταιός νεοφιλελευθερισμός έχει εισέλθει σε τριπλή κρίση. Χρηματοπιστωτική, ενεργειακή και διατροφική. Κυβερνήσεις και διεθνείς θεσμοί μιλούσαν ως χθες για πρόσκαιρο φαινόμενο. Μπόρα είναι και θα περάσει! Ο συνήθως συγκρατημένος Ignacio Ramonet μιλάει («Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» 27/7/08) για μη αποκλειόμενο πλέον «οικονομικό σεισμό πρωτοφανών διαστάσεων».
Αυτοί που αποθέωσαν την αγορά και ακύρωσαν κάθε κανόνα λειτουργίας της, εξασφαλίζοντάς της διεθνή ασυδοσία, διαπιστώνουν τώρα πανικόβλητοι το τσουνάμι που με τα ίδια τους τα χέρια δημιούργησαν. Χρηματιστηριοποίησαν μετά το χρηματοπιστωτικό την ενέργεια. Γι’ αυτό πήραν το 1998 10 δολάρια το βαρέλι και σε 10 χρόνια το έφτασαν 140 δολάρια. Και τραβάει την ανηφόρα. Εσχάτως χρηματιστηριοποίησαν τη γεωργία. Αγοράζουν μελλοντικές τεράστιες σοδειές και, φυσικά, χειραγωγούν τις τιμές τους. Σε πολλές χώρες αρχίζει να είναι οξύτατη η κρίση της κατασκευαστικής βιομηχανίας. Η αδυναμία των νοικοκυριών να ανταποκριθούν στα τοκοχρεολύσια προκαλεί σοκ στις τράπεζες. Οι πληγείσες μιλούν για ζημία 250 δισ. ευρώ, ενώ το ΔΝΤ εκτιμά ότι η ορθοπόδησή τους θα χρειασθεί 670 δισ. ευρώ (τα στοιχεία από τον Ramonet).
Αλλά στο τέλος αυτοί που πληρώνουν τον λογαριασμό δεν είναι τραπεζίτες και κερδοσκόποι, αλλά ο φτωχός κοσμάκης, ο οποίος συντρίβεται ανάμεσα στη Σκύλα και τη Χάρυβδη του πληθωρισμού και της ύφεσης. Φωτισμένα μυαλά, όπως ο αμερικανός νομπελίστας Τζόζεφ Στίγκλιτς, τονίζουν ότι το πιο σημαντικό σε μια χώρα είναι οι άνθρωποί της. Και «το σημαντικότερο είναι να τους δώσεις την ευκαιρία να αξιοποιήσουν τις δυνατότητές τους κυρίως μέσω της παιδείας και της πολιτικής των ίσων ευκαιριών (συνέντευξή του στην «Ημερησία» 26-27/7/08).
Σε αντίθεση με τους νεοφιλελεύθερους της ελαστικοποίησης και της απορρύθμισης, ο Στίγκλιτς υπεραμύνεται του κράτους πρόνοιας. «Όσο πιο ισχυρό είναι το κοινωνικό κράτος τόσο καλύτερα στηρίζει μια ισχυρή οικονομία». Η αμερικανική κυβέρνηση απέτυχε να ρυθμίσει την αγορά, λέει ο νομπελίστας. Μάλλον άφησε στην αγορά να κατευθύνει τα πάντα. Η Δεξιά, επισημαίνει, δεν στηρίζει την αγορά και τον ανταγωνισμό, αλλά ορισμένες επιχειρήσεις. Περισσότερο αποκαλυπτικός ο Αλ Γκορ λέει ότι ο Μπους στηρίζει μόνο τους φίλους του επιχειρηματίες και αποφασίζει κατά τις επιθυμίες τους. Σε μικρότερα μεγέθη βρίσκουμε εύκολα ταυτόσημες συμπεριφορές στα καθ’ ημάς χθες και σήμερα.
Ο ελληνικός νεοφιλελευθερισμός δεν διαφέρει πολύ από τον αμερικανικό. Οι ημέτεροι επιμένουν και με τις νέες ρυθμίσεις τους σ’ ένα άδικο φορολογικό σύστημα όπου κυριαρχούν οι έμμεσοι φόροι που φορτώνονται τα συνήθη υποζύγιά, οι μισθωτοί και συνταξιούχοι.
Κουβέντα για φοροδιαφυγή και παραοικονομία. Στο μεταξύ οι φτωχοί έφτασαν τα 2,5 εκατομμύρια στην Ελλάδα.
Να σπρώξουμε τους πολίτες σε ενεργό συμμετοχή στις αποφάσεις που τους αφορούν.


Σχολιάστε εδώ