ΦΙΛΟΙ, ΟΙ ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΠΛΕΚΤΑΝΗ ΟΠΟΙΟΣ ΠΕΘΑΝΕΙ ΤΗΝ ΑΡΑΔΑ ΤΟΥ ΒΓΑΝΕΙ

Δέν είμαι ο πεσιμιστής
πού όλα τά βλέπει μαύρα,
είμαι ο μέσος Έλληνας
μά τήν Αγία Λαύρα.

Λάβρος ο καύσων περπατά
στήν χώρα τών εντόμων
μέ σφήκες κι αραχνοειδή
στό δέρμα τών ατόμων.

Οι αλλεργίες φθάνουσι
καί πώς νά τήν γλιτώσεις
όταν τά έντομα ορμούν
λές κι είν’ διαδηλώσεις.

Οι αλοιφές απλώνονται,
τό οίδημα αυξάνει,
τα χάπια καταπίνονται
καί τό μυαλό τά χάνει.

Μιά κλινική τής συμφοράς
η πλάση ομοιάζει
κι ο Ύψιστος απ’ τά ψηλά
τα έργα του θαυμάζει.

Ο πανικός υψώνεται
μέχρι τών ουρανίων
κι ο πυρετός σφυρηλατεί
κοιλίαν καί κρανίον.

Ασθενοφόρα εφορμούν,
κρώζουσι οι σειρήνες,
τά έμπλαστρα ευδοκιμούν
καί χαίνουσι οι ρίνες.

Οι βλασφημίες έρχονται
η μιά μετά τής άλλης
κι οι νοσοκόμοι ελαύνουσι
μέ κλίνας υπό μάλης.

Ω! θέρετρά μου θλιβερά
μοναδικά στό κάλλος,
γιά σάς θέ νά τραγούδαγα
φτάνει νά ήμουν άλλος.

Όμως δέν φτάνουν τά κεντριά
τής μέλισσας, τής σφήκας,
ακολουθούν τά «φαγητά»
πού δεν φοβούνται δίκας.
Είναι η Ώρα Εορτής
-τής Βιομηχανίας-
ήτις πλουτίζει συνεχώς
εις βάρος τής πενίας.

Σάπια, μέ μούχλας ένδυμα
-τής βρώμας εγγονάκια-
σερβίρονται στά πιάτα μας
κι άλλοτε εις χωνάκια.

Ασύστολοι σκατέμποροι
τρέχουν, εφοδιάζουν
κι ανάλγητοι εστιάτορες
μπάζουν καί ξαναμπάζουν.

Η πίσω θύρα αγανακτεί
μά ηθική καμία,
τά δέ ψυγεία εργάζονται
ως εις νεκροτομεία.

Τό σύμπαν ανατρέπεται
οι νόμοι καταργούνται
οι στεναγμοί περιπολούν
καί οι Αρχές κοιμούνται.

Δυσεντερίες πολλαπλές,
εμετικές συνάξεις,
εμφράγματα, εγκεφαλικά
… καί μέτραγε συντάξεις.

Όσα δέν πώλησε ο Χειμών
τά ξεπουλά το Θέρος
(ε! ρέ πώς σάς χρειάζεται
ΕΝΑΣ, μά Ροβεσπιέρος).

Νά στήσει τό ικρίωμα
να σάς απαγχονίσει
κι η γκιλοτίνα πιό εκεί
στά δυό νά σάς χωρίσει.

Γέροι, ενήλικες, παιδιά
τί φταίνε, δέν μάς λέτε,
δουλέμποροι τού κερατά
τών Lobbies υπηρέται.
Μιλώ γιά όσους πράττουσι
αυτήν τήν ανομία
κι όχι γιά τούς νομοταγείς
στήν αγορανομία.

Μιλώ γιατί τά έπαθα
προσωπικώς καί τρέχω
νά αποβάλω στά βέ-βέ
όσα εντός μου έχω…

Εδώ τελειώνω τό φρικτό
τών διακοπών ταξίδι
πού αντί νά έλθει ως γλυκύ
μάς έφτασε σάν ξίδι.

……………………………………………………..
……………………………………………………..
Καί ερωτώ: Στη Χώρα όπου γέννησε
έναν Αριστοφάνη, τίποτε Άριστο δέν εφάνη;
Άς μήν είμαστε απόλυτοι. Πολλοί εφάνησαν
πλήν όμως… τούς εξαφάνισαν.


Σχολιάστε εδώ