Κατά του Αυτοδιοίκητου των Δικαστηρίων ήταν ο συνταγματολόγος Αρ. Μάνεσης!

Η έκθεση φέρει ημερομηνία 23 Νοεμβρίου 1993 και η άποψη του Επιστημονικού Συμβουλίου για την «ανάδειξη του συλλογικού οργάνου διεύθυνσης των εννέα μεγαλύτερων δικαστηρίων της χώρας με μυστική ψηφοφορία από την Ολομέλεια του οικείου δικαστηρίου» αξίζει να δημοσιευθεί, γιατί τα επιχειρήματα που προβάλλονται είναι ισχυρά, και δίνουν ευκαιρία για αντιπαράθεση, μια και η απόφαση της κυβέρνησης να καταργήσει το αυτοδιοίκητο προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις όλων των Δικαστικών Ενώσεων, αλλά και των Δικηγορικών Συλλόγων και όλης της αντιπολίτευσης.
Από την έκθεση, που υπογράφουν για το Επιστημονικό Συμβούλιο οι καθηγητές Αριστ. Μάνεσης και Επαμ. Σπηλιωτόπουλος, εισηγητές δε ήταν οι επιστημονικοί συνεργάτες Ξενοφών Παπαρρηγόπουλος και Αλεξάνδρα Καρέτσου, προϊστάμενος του Τμήματος ο Στέλιος Ν. Κουσούλης, λέκτορας Νομικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, και προϊστάμενος της Διεύθυνσης ο Αντώνης Μ. Παντελής, αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, παραθέτουμε τα ενδιαφέροντα σημεία:
«Εν όψει των ανωτέρω, μπορεί να αναπτυχθεί προβληματισμός σχετικά με το κατά πόσον ο προτεινόμενος τρόπος ανάδειξης των τριμελών συμβουλίων για την εσωτερική διοίκηση της δικαιοσύνης, συνάδει προς την αρχή της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης που κατοχυρώνεται στο άρθρο 87 παρ. 1 Σ. (Για την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης βλ. ήδη εκτενώς Δ. Τσάτσος, Συνταγματικό Δίκαιο, τόμος Β΄, Αθήνα 1992, σελ. 549 επ. βλ. και την έκθεση Επιστημονικής Υπηρεσίας, ό.π., σελ. 45 επ., όπου και περαιτέρω παραπομπές). Ειδικότερα, πρέπει να ερευνηθεί κατά πόσον η ρύθμιση αυτή εξασφαλίζει την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης στην ενδοδικαστική διάστασή της, δηλαδή την ανεξαρτησία έναντι επεμβάσεων και επιρροών που είναι δυνατό να αναπτυχθούν και μέσα από την ίδια την εσωτερική διοίκησή της και να παρέμβουν στη διαμόρφωση της δικανικής πεποίθησης του δικαστή. Πρόκειται για έκφανση της προσωπικής ανεξαρτησίας του δικαστή, ο οποίος οφείλει να προστατεύεται από επεμβάσεις και της ίδιας της δικαστικής λειτουργίας που θα μπορούσαν έμμεσα να οδηγήσουν στον ετεροκαθορισμό της δικανικής του πεποίθησης».
«Η αρχή της προσωπικής ανεξαρτησίας του δικαστή που καθιερώνει το άρθρο 87 παρ. 1 Σ. εξειδικεύεται στις επί μέρους ρυθμίσεις των αμέσως επομένων περί δικαστικής εξουσίας διατάξεων του Ε΄ Τμήματος του Συντάγματος (βλ. και Δ. Τσάτσο, όπ. π., σελ. 562 επ.).
Από τη συστηματική ερμηνεία των διατάξεων αυτών, ο ερμηνευτής τείνει να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι κατά τον συντακτικό νομοθέτη η προσωπική ανεξαρτησία του δικαστή κατοχυρώνεται, όχι μόνο με την καθιέρωση της μη επέμβασης της εκτελεστικής εξουσίας στην υπηρεσιακή του εξέλιξη, τις μεταθέσεις, αποσπάσεις, μετατάξεις κ.λπ. και στην επιθεώρηση των δικαστικών λειτουργών, αλλά και περαιτέρω με την υπαλλακτική ή και συνδυασμένη εφαρμογή δύο αρχών: της αρχής της ιεραρχίας και της αρχής της τυχαίας (δηλαδή με κλήρωση) ανάδειξης των οργάνων που ασκούν τέτοιας διοικητικής φύσεως καθήκοντα.
Έτσι, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 87 Σ., η επιθεώρηση των τακτικών δικαστών οργανώνεται βάσει της αρχής της ιεραρχίας, δηλαδή ενεργείται από δικαστές ανώτερου βαθμού. Σε δύο άλλα σημεία, το Σύνταγμα προβλέπει συνδυασμό της αρχής της ιεραρχίας με την αρχή της τυχαίας ανάδειξης (κλήρωσης)».
«Πάντως σε καμία περίπτωση ο συντακτικός νομοθέτης δεν έχει προβλέψει ανάδειξη οργάνων της δικαστικής εξουσίας με ψηφοφορία.
Η συνδυασμένη ερμηνεία των συνταγματικών διατάξεων που προαναφέρθηκαν θα μπορούσε να οδηγήσει στην εκδοχή, ότι, ανεξάρτητα από τις επί μέρους αντίθετες απόψεις που εκφράσθηκαν κατά τη συζήτηση των διατάξεων αυτών του Συντάγματος και την ουσιαστική βαρύτητα κάθε μιας από τις απόψεις, η ευρύτερη δικαιοπολιτική επιλογή του συντακτικού νομοθέτη, νοούμενη ως αντικειμενική βούληση όχι ενός εμπειρικά αλλά ρυθμιστικά αφηρημένου νομοθέτη, σύμφωνα με την αντικειμενική θεωρία για την αναζήτηση του νοήματος των νομικών κανόνων (πρβλ. Αρ. Μάνεση, Συνταγματικό Δίκαιο Ι, 1980, σελ. 198 επ.), ήταν τελικώς ότι η αυτοδιοίκηση της δικαιοσύνης, όπως και η απονομή της, οφείλει και μπορεί να ερείδεται στον συγκερασμό πείρας και αμεροληψίας, που εξασφαλίζονται αφενός με την κατά τεκμήριο ευδόκιμη μακρά προϋπηρεσία (κριτήριο αρχαιότητας) και αφετέρου με την τυχαία επιλογή (δηλ. με κλήρωση).
Συνεπώς μπορεί κανείς να σημειώσει ότι το Σύνταγμα δεν ευνοεί διαδικασίες για ανάδειξη των οργάνων διοίκησης των δικαστηρίων, οι οποίες θα ήταν δυνατόν να θεωρηθεί ότι μπορούν ενδεχομένως να επιτρέψουν την παρείσφρηση υποκειμενικών κριτηρίων (προσωποληψίας, δημοτικότητας, επιβράβευσης άλλων ικανοτήτων π.χ. οργανωτικών, διοικητικών κ.τ.τ.)».

Και ο Άρειος Πάγος κατά

Να σημειωθεί ότι και η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την υπ’ αριθμ. 61/1993 απόφασή της, με ψήφους 35 – 17, τάχθηκε κατά του αυτοδιοίκητου. Συγκεκριμένα, στο σχετικό τμήμα της απόφασης η θέση της πλειοψηφίας έχει ως εξής:
«Δεν επιτρέπεται στο νομοθέτη να ανατρέπει, αμέσως ή εμμέσως, την ιεραρχική θέση των δικαστών, ορίζοντας ότι οι κατώτεροι κατά βαθμό ή οι νεότεροι κατά αρχαιότητα θα ασκούν εξουσία επί των ανωτέρων ή αρχαιοτέρων τους. Συνεπώς η διάταξη του άρθρου 2 παρ. 4 του νομοσχεδίου, η οποία παρέχει τη δυνατότητα εκλογής, για τη διοίκηση των εννέα μεγάλων δικαστηρίων της χώρας, νεοτέρων μελών αυτών, είναι αντισυνταγματική, δεδομένου ότι στην έννοια και το περιεχόμενο της διοικήσεως του δικαστηρίου, όπως τούτο προσδιορίζεται με την παραγρ. 7 του ίδιου άρθρου του σχεδίου, περιλαμβάνεται η άσκηση εξουσιών επί όλων των υπηρετούντων στο δικαστήριο δικαστών, ήτοι και επί των ανωτέρων ή αρχαιοτέρων των εκλεγέντων ως μελών του τριμελούς συμβουλίου. Δέκα επτά (17) μέλη όμως έχουν τη γνώμη ότι η προτεινόμενη ρύθμιση δεν αντίκειται στο Σύνταγμα».
Να σημειωθεί ότι ήταν υπέρ της αντισυνταγματικότητας της διάταξης περί αυτοδιοίκητου η πρόταση του τότε Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Π. Σιούλα. Πρόεδρος ήταν ο κ. Βασ. Κόκκινος, πρόεδρος του Αρείου Πάγου.
Σε εκείνη την συνεδρίαση η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου απετελείτο από τους δικαστές: Απόστολο Μουστακόπουλο, Σωκράτη Σωκρατείδη, Ευάγγελο Ρίκο, Νικόλαο Καβαλλιέρο, Ιωάννη Λασκαρίδη, Αντιπροέδρους του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Δαφέρμο, Αθανάσιο Μανέτα, Γρηγόριο Παπαγεωργίου, Πρόδρομο Ασημιάδη, Κωνσταντίνο Κωστόπουλο, Βασίλειο Κούσουλα, Νικόλαο Βάρδα, Νικόλαο Ζήκα, Στέφανο Ματθία, Αγησίλαο Μπακόπουλο – Εισηγητή, Νικόλαο Στυλιανάκη, Σταύρο Γαρδικιώτη, Θεόδωρο Τόλια, Διονύσιο Κατσιρέα, Μιχαήλ Φράγκο, Χαράλαμπο Παμπούκη, Διονύσιο Κονδύλη – Εισηγητή, Νικόλαο Παραθύρα, Δημήτριο Γουργουράκη, Γεώργιο Βελλή, Πολύβιο Μαντζιάρα, Εμμανουήλ Εμμανουηλίδη, Εμμανουήλ Χαριτάκη, Γεώργιο Σταθέα, Παναγιώτη Κωστάκο, Νικόλαο Θεοδωρόπουλο, Κωνσταντίνο Ανδρουτσόπουλο, Γεώργιο Αρβανίτη, Γεώργιο Σκαρλάτο, Δημοσθένη Πρίντζη, Ανδρέα Κατσίφα, Παναγιώτη Δημόπουλο, Κωνσταντίνο Λυμπερόπουλο, Νικόλαο Ανδρουτσόπουλο, Ιωάννη Μυγιάκη, Ευάγγελο Περλίγκα, Προκόπιο Μάκο, Κωνσταντίνο Τρίγκα, Θεόδωρο Πρασουλίδη, Ιωάννη Τέτοκα, Μιχαήλ Καρατζά, Γεώργιο Μπούτσικο, Ανδρέα Κατράκη, Κωνσταντίνο Παπαλάκη, Αναστάσιο Καραγεώργη και Αντώνιο Παπαθεοδώρου.


Σχολιάστε εδώ