Στη ΝΔ δεν τους τρομάζει η Ζήμενς!
Σε Ρηγίλλης και Μαξίμου έχουν στα χέρια τους έρευνες οι οποίες δείχνουν ότι η Ν. Δημοκρατία παραμένει κυρίαρχη δύναμη και θα είναι σίγουρα πρώτο κόμμα στις εκλογές, όποτε κι αν αυτές διεξαχθούν. Σε αντίθεση με το ΠΑΣΟΚ, που όχι μόνο δεν ανακάμπτει, φθίνει και «αιμορραγεί» σταθερά με τους ψηφοφόρους να κατευθύνονται προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Εν κατακλείδι, το συμπέρασμα από τα δείγματα που υπάρχουν είναι ότι οι αποκαλύψεις για το σκάνδαλο της «Ζήμενς» πλήττουν τα δύο μεγάλα κόμματα, ωστόσο δεν λειτουργεί καταλυτικά, ώστε να προκαλέσει μερική έστω ανατροπή του πολιτικού συστήματος.
Πολιτικοί αναλυτές που μελετούν τα ευρήματα των ερευνών και τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης αποδίδουν το γεγονός αυτό (ότι δεν καταγράφονται σημεία κατάρρευσης του δικομματισμού) σε τρεις παράγοντες: ΠΡΩΤΟΝ, στο ότι οι πολίτες μετά τα όσα έχουν αποκαλυφθεί (καταγγελθεί) τις τελευταίες 10ετίες από την εποχή Κοσκωτά κιόλας, θεωρούν αυτονόητη τη «διασύνδεση» κομμάτων και οικονομικών συμφερόντων. Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με δημοσκόπηση ένα 25% των ελλήνων δεν έχει… αντίρρηση στη χρηματοδότηση των κομμάτων από επιχειρηματίες. Παράλληλα, οι πολίτες δεν τρέφουν ψευδαισθήσεις, γνωρίζουν πολύ καλά ότι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι (ελληνικοί η ξένοι) προκειμένου να πάρουν δημόσια έργα χρηματοδοτούν («λαδώνουν» το κόμμα που βρίσκεται στην εξουσία). Το φαινόμενο δεν είναι τωρινό, αλλά διαχρονικό. Για τον λόγο αυτό και οι αποκαλύψεις ότι η «Ζήμενς» είχε δώσει μεγάλα ποσά σε Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ δεν ήταν «κεραυνός εν αιθρία». Ναι μεν προκάλεσε αλγεινές εντυπώσεις, αλλά προφανώς οι πολίτες δεν τα άκουγαν για πρώτη φορά.
– ΔΕΥΤΕΡΟΝ, στο ότι μπορεί οι ψηφοφόροι να δυσφορούν με την κατάσταση που επικρατεί στα δύο μεγάλα κόμματα (διαφθορά, χρηματισμός κ.λπ.), ωστόσο για τη συντριπτική πλειοψηφία τα άλλα κόμματα (της Αριστεράς) δεν αποτελούν εναλλακτική λύση. Παραδοσιακά το 80% των Ελλήνων συσπειρωνόταν γύρω από τα κόμματα εξουσίας, με την προσδοκία ότι κάποια στιγμή θα καταφέρουν να προωθήσουν τα προσωπικά τους συμφέροντα (π.χ. να διορίσουν έναν δικό τους άνθρωπο). Επιπλέον επιθυμούν να είναι με ένα κόμμα που κερδίζει εκλογές για… ψυχολογικούς κυρίως λόγους. Την ίδια στιγμή οι πολίτες δεν έχουν σοβαρούς λόγους να στραφούν αλλού: Στο ΚΚΕ παραμένουν προσκολλημένοι στο παρελθόν, έχουν περιχαρακώσει την ιδεολογία τους και «αρνούνται» να προσαρμοστούν στη πραγματικότητα, παρά τις κοσμογονικές αλλαγές των τελευταίων 20 χρόνων. Στον ΣΥΡΙΖΑ, πάλι, υπάρχει πληθώρα τάσεων και πανσπερμία απόψεων, αλλά το κυριότερο, ο λόγος των στελεχών παραμένει καταγγελτικός, απουσιάζει το πρόγραμμα και οι συγκεκριμένες προτάσεις για την αντιμετώπιση των καθημερινών προβλημάτων. Επιπλέον, μια μεγάλη μερίδα ψηφοφόρων αισθάνεται αμήχανα (ακόμη και δυσφορούν) με τη στάση που τηρεί το κόμμα στο ζήτημα των «ταραξιών» στα Πανεπιστήμια, αλλά κυρίως για το γεγονός ότι ο κ. Αλαβάνος και οι άλλοι αποφεύγουν να καταδικάσουν τα έκτροπα από τους γνωστούς-άγνωστους «κουκουλοφόρους».
– ΤΡΙΤΟΝ, οι πολίτες αντιμετωπίζουν σοβαρά (εν μέρει και ανυπέρβλητα) προβλήματα στη καθημερινότητά τους (ακρίβεια, ανεργία, χαμηλοί μισθοί και ισχνές συντάξεις) και ως εκ τούτου τα ζητήματα διαφάνειας και ηθικής στην πολιτική ζωή περνούν σε δεύτερη μοίρα. «Όταν οι περισσότεροι άνθρωποι δίνουν σκληρή μάχη για να επιβιώσουν, ελάχιστα τους απασχολεί αν το ΠΑΣΟΚ, η Ν. Δημοκρατία ή κάποιο από τα υπόλοιπα κόμματα “τα παίρνουν” από ξένες ή ντόπιες εταιρείες και επιχειρηματίες», σημειώνουν οι πολιτικοί αναλυτές. Άλλωστε εδώ και πολλά χρόνια η εντύπωση των ελλήνων για τους πολιτικούς δεν είναι η καλύτερη.
ΤΗΝ ίδια στιγμή πάντως το κλίμα στη Κοινοβουλευτική Ομάδα της Ν. Δημοκρατίας είναι εξαιρετικά κακό, αφού μετά τη «Ζήμενς» ήρθαν να προστεθεί η υπόθεση «Γερμανός» με την άσκηση ποινικών διώξεων, εξέλιξη που δίχασε τους βουλευτές ως προς την αποπομπή η μη του Π. Βουρλούμη. Την κατάσταση την επιβάρυναν οι αιχμές και τα υπονοούμενα που διατύπωσαν κορυφαίοι υπουργοί για τη λειτουργία του «ισχυρού άνδρα» του ΟΤΕ, αλλά και τις διαδικασίες που ακολουθήθηκαν στη λήψη των σημαντικών αποφάσεων του Οργανισμού.
Την απογοήτευση των βουλευτών την ενισχύει και το γεγονός ότι από πλευράς κυβέρνησης και Μαξίμου δεν διαφαίνεται πρόθεση να αναληφθούν πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν να αναστρέψουν το δυσμενές κλίμα. Στενοί συνεργάτες του Πρωθυπουργού παραπέμπουν στο… φθινόπωρο, διότι, όπως σημειώνουν, εν μέσω κρίσης οποιαδήποτε κίνηση δεν θα έχει κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Στις κατ’ ιδίαν συνομιλίες τους οι βουλευτές θεωρούν ότι στις ευρωεκλογές οι πολίτες θα στείλουν ψήφο διαμαρτυρίας και για τον λόγο αυτό η κυβέρνηση θα πρέπει να λάβει εκείνα τα μέτρα που χρειάζονται για να περιορίσουν τις απώλειες για τη Ν. Δημοκρατία. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ρηγίλλης, το ποσοστό του κόμματος στις ευρωεκλογές θα απέχει (προς τα χαμηλά) απ’ αυτό των τελευταίων εθνικών εκλογών, ωστόσο θα κινηθεί σε επίπεδα που θα αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας για τις εθνικές εκλογές που θα ακολουθήσουν.