Παλιά και «νέα» μεταπολίτευση
Ασφαλώς η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Όμως σημαντικά ιστορικά συμβάντα όπως είναι τα «Ιουλιανά» του 1965, που προετοίμασαν τη δικτατορία, όπως και ο τρόπος που συντελέσθηκε η μεταπολίτευση του 1974 αναδεικνύονται σε κομβικά σημεία της ιστορικής εξέλιξης του πολιτικού μας συστήματος. Όχι μόνο γιατί τα «ίχνη» τους φθάνουν μέχρι το σήμερα, αλλά, κυρίως, γιατί μας αποκαλύπτουν τις βαθύτερες κοινωνικο-πολιτικές διεργασίες που συντελέσθηκαν και μας επιτρέπουν όχι μόνο να εξηγήσουμε -μέσα από την παρουσίαση της σχέσης αιτίου/αποτελέσματος- την έκβαση ενός γεγονότος, αλλά κυρίως να κατανοήσουμε τα ιστορικά κοινωνικά «θεμέλια» μέσα από τα οποία αναδύονται -στην ιδιαιτερότητά τους- τα κρίσιμα αυτά ιστορικά συμβάντα.
Η μετεμφυλιακή περίοδος μπορεί να χαρακτηρισθεί ως καθεστώς μιας «στρεβλής» δημοκρατίας, με την έννοια ότι τα ξένα πολιτικο-στρατιωτικά και οικονομικά συμφέροντα, καθώς και τα εγχώρια μεταπρατικά, είχαν σαν κέντρο μεσολάβησης το Παλάτι, ενώ τελούσε υπό τον έλεγχό τους η συντηρητική παράταξη. Είχαμε στην πράξη μια μετατόπιση εξουσιών, ενώ οι πολιτικο-στρατιωτικοί μηχανισμοί παρέμεναν ως εφεδρικοί εγγυητές της διατήρησης των καθεστωτικών αυτών ισορροπιών.
Η ιστορική αντίθεση -που εξελίχθηκε στη συνέχεια σε πολιτικο-κοινωνική σύγκρουση-η οποία ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1960, με την άνοδο νέων δυναμικών κοινωνικών στρωμάτων που όχι μόνο ζήτησαν έναν σύγχρονο τύπο κοινωνικο/οικονομικής ανάπτυξης αλλά πρόβαλαν κυρίως το αίτημα θεμελίωσης μιας γνήσιας κοινοβουλευτικής δημοκρατίας- δεν μπόρεσε να λυθεί μέσα από το πλέγμα των εξαρτημένων κέντρων αποφάσεων της νόθας μετεμφυλιακής δημοκρατίας.
Η δικτατορία επιστρατεύθηκε σαν έσχατο όπλο, σαν η τελευταία γραμμή άμυνας για τη διάσπαση ή τον ομαλό «μετασχηματισμό» των δομών εξουσίας. Καταρρέοντας όμως συμπαρέσυρε ολόκληρο το σύστημα, φροντίζοντας βέβαια να δοθεί η «σκυτάλη» στη συντηρητική παράταξη. Οι παλιές δομές εξουσίας διαλύθηκαν, όμως τα κοινωνικο-οικονομικά συμφέροντα και τα εξωγενή κέντρα εξουσίας δεν βρέθηκαν στο κενό αλλά διαμεσολαβήθηκαν από τη Νέα Δημοκρατία και τον Κ. Καραμανλή, ο οποίος κωδικοποίησε τον τύπο αυτό της διαμεσολάβησης με το σύνθημα: «ανήκομεν εις την Δύσιν»…
Η μεταπολίτευση του 1974 δεν προέκυψε, συνεπώς, από «παρθενογένεση», ούτε οι πολιτικοί-κομματικοί φορείς που δημιουργήθηκαν τότε ήταν απαλλαγμένοι από κληροδοτημένα χαρακτηριστικά του παρελθόντος.
Οπωσδήποτε τη νέα δυναμική του πολιτικού συστήματος έκφρασε το ΠΑΣΟΚ και ο Ανδρέας Παπανδρέου, επιδιώκοντας να αναδείξουν και να συνθέσουν σε μια νέα «ιστορική πρόταση» τα νέα κοινωνικά στρώματα, και να θεμελιώσουν ένα σύστημα πολιτικής εξουσίας αυτόνομο από εξωγενή κέντρα αποφάσεων και οικονομικά συμφέροντα, με ριζοσπαστικό ιδεολογικό περιεχόμενο.
Ήδη στα τέλη της δεκαετίας του 1970 ο «μεσολαβητικός» ρόλος της συντηρητικής παράταξης είχε περατωθεί και η χώρα με την είσοδο στη νέα δεκαετία καλείτο να αντιμετωπίσει κρίσιμα οικονομικο-κοινωνικά και θεσμικά αιτήματα που δεν έρχονταν μόνο από το παρελθόν, αλλά αφορούσαν την ίδια προοπτική του τόπου. Αυτή ήταν η βαθύτερη σημασία των εκλογών του 1981.
Έφθασε άραγε στο πέρας της αυτή η διαδικασία που ξεκίνησε το 1974; Πολλοί ζητούν μια «νέα μεταπολίτευση», υποδεικνύουν ως αιτία της σημερινής κρίσης τον δικομματισμό, απαιτούν νέα πολιτικά σχήματα, πολυκομματικές κυβερνήσεις…
Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά. Δεν αφορούν τόσο τα «σχήματα» όσο το περιεχόμενο, τις δομές και τις σχέσεις που επηρεάζουν το πολιτικό μας σύστημα και τους φορείς του.
Ασφαλώς τα κόμματα «εκσυγχρονίσθηκαν», απέκτησαν μια πληθώρα κομματικών θεσμών, δημοκρατικές διαδικασίες, συνέδρια όπου εκλέγονται οι ηγεσίες… Όμως η αυτονομία της πολιτικής, των πολιτικών φορέων και προσώπων δοκιμάζεται όσο ποτέ στη σύγχρονη πολιτική ιστορία. Δεν υπάρχουν οι «ορατοί» εξωγενείς παράγοντες παρέμβασης (το Παλάτι, ο Αμερικανός πρεσβευτής, κάποιος Κίσσιγκερ, η ΣΙΑ…), όμως η αυτονομία της πολιτικής πλήττεται και υπονομεύεται από τη διείσδυση και επιβολή των οικονομικών συμφερόντων, των μηχανισμών της Αγοράς στο πεδίο των πολιτικών αποφάσεων. Σήμερα οι ίδιοι οι θύλακες της πολιτικής εξουσίας αποβαίνουν φορείς διαμεσολάβησης για την προώθηση των οικονομικών συμφερόντων.
Τα φαινόμενα της διαπλοκής και της διαφθοράς -όσα λίγα αποκαλύπτονται- αποτελούν την κορυφή του «παγόβουνου» που επεκτείνεται ασφυκτικά ακόμα και στους ίδιους τους κοινωνικούς και πολιτιστικούς θεσμούς.
Αν «έχει νόημα» η αναδρομή στα γεγονότα του παρελθόντος, αυτό το «νόημα» αφορά όχι μόνο την κατανόηση των βασικών διεργασιών που συντελέσθηκαν στο βάθος του χρόνου αλλά κυρίως την ανάδειξη των κυρίαρχων αντιθέσεων που αφορούν το «σήμερα» και προ-οικοδομούν το «αύριο». Μ’ αυτήν την έννοια η «Ιστορία έχει νόημα» (χωρίς το ερωτηματικό που θέτει ο Ι. Καντ), όταν θεμελιώνει τη γνώση και κυρίως όταν «διδάσκει» και υποδεικνύει τι είναι «ουσιώδες» και τι είναι «επιφανειακό»…