Οι οδυνηρές παραλείψεις και τα αδιέξοδα της ελληνικής οικονομικής πολιτικής

Ήδη, οι νέες εκτιμήσεις αφορούν πια σε μια συρρίκνωση των ρυθμών ανάπτυξης, ενώ τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας και άλλων οργανισμών παρουσιάζουν μιαν έκρηξη των πληθωριστικών πιέσεων που γυρίζει την ελληνική οικονομία στο 1998 ή, ακόμα, τον πληθωρισμό στο 1974 με το νέο αρνητικό ρεκόρ των 34 τελευταίων ετών ως προς τον διπλασιασμό του μέσα σε έναν χρόνο, «κόπωση» της οικοδομικής δραστηριότητας και σοβαρή πτώση της βιομηχανικής παραγωγής και του δείκτη οικονομικής δραστηριότητας, τα οποία είναι κορυφαία συμπτώματα επιβράδυνσης και ύφεσης! Πρόκειται για τις γνωστές δυσμενείς, πάντοτε, συνέπειες στην ελληνική οικονομία από κάθε σχεδόν διεθνή οικονομική κρίση και από την επιδείνωση των οικονομικών προοπτικών παγκοσμίως εξαιτίας, κι αυτή τη φορά, των υψηλών τιμών πετρελαίου, της νευρικότητας στις διεθνείς χρηματαγορές και της διατροφικής κρίσης. Για τη χώρα μας μπορούμε να προσθέσουμε και τη χαζοχαρούμενη συμπεριφορά όλων των κυβερνήσεων τα τελευταία τριάντα χρόνια απέναντι στα χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα και τις μακροοικονομικές ανισορροπίες που ταλανίζουν οικονομία, εργαζομένους, συνταξιούχους και επιχειρηματίες και μεγεθύνουν ακόμα περισσότερα τις επιπτώσεις από τις διεθνείς οικονομικές κρίσεις.
Αυτές τις δυσμενείς συνέπειες επεσήμανε, με καθυστέρηση, είναι αλήθεια (γιατί άλλα έλεγε από τις αρχές του 2008) και ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών κ. Γιώργος Αλογοσκούφης, ο οποίος στην ομιλία του για το Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων (όλο για μεταρρυθμίσεις ακούμε και μεταρρυθμίσεις δεν βλέπουμε!) στις 3 Ιουλίου 2008 ομολόγησε ότι «οι επιπτώσεις από τις διεθνείς εξελίξεις ασφαλώς έχουν αρχίσει να επηρεάζουν την Ευρώπη και φαίνεται ότι επηρεάζουν περισσότερο από ό,τι περιμέναμε πριν από λίγο καιρό και βεβαίως επηρεάζουν και την Ελλάδα». Στερνή μου γνώση να σ΄ είχα πάντα, λέει ο θυμόσοφος ελληνικός λαός. Διότι ήταν γνωστή πριν από μερικούς μήνες η εκτίμηση από τον ίδιο ότι το κόστος της νέας οικονομικής κρίσης για την Ελλάδα έως το 2010 μπορεί να ανέλθει στα 4 δισ. ευρώ. Επίσης, ήταν γνωστές και οι επισημάνσεις πριν από πολλές εβδομάδες του επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) κ. Ντομινίκ Στρος Καν σε συνέντευξη Τύπου στο Παρίσι ότι «είναι προφανές πως η κρίση στις χρηματαγορές που ξεκίνησε στις ΗΠΑ είναι τώρα πιο σοβαρή και ακόμα πιο παγκόσμια από ό,τι ήταν πριν από μερικές εβδομάδες» και ότι «οι κίνδυνοι της εξάπλωσης είναι πολύ μεγάλοι», όπως, τελευταία, και του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Ζαν – Κλοντ Τρισέ, που απηύθυνε ηχηρή προειδοποίηση για τα προβλήματα στην αγορά εργασίας και του πληθωρισμού, που είναι μόνιμα στη χώρα μας. Αλλά, δυστυχώς, «αγρόν ηγοράζομεν»! Τώρα, «άοπλοι», όπως πάντοτε τα τελευταία τριάντα πέντε χρόνια, δηλαδή χωρίς να έχει απαλλαγεί η ελληνική οικονομία από τις διαρθρωτικές αδυναμίες και τις μακροοικονομικές ανισορροπίες (γιατί, απλούστατα, δεν έγιναν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που επαγγέλλεται τα τελευταία τέσσερα και πλέον χρόνια συνεχώς ο «μεταρρυθμιστής» πρωθυπουργός κ. Κώστας Καρανανλής!), ομολογούμε τις νέες επιπτώσεις. Αλλά είναι πάλι αργά! Κακομοίρα, Ελλάδα!
Με ένα δημόσιο χρέος πάνω από το 100% του ΑΕΠ, με μιαν ανεργία να παραμένει σε υψηλά επίπεδα, με έναν πληθωρισμό να εκτοξεύεται στα επίπεδα του 1998 (γύρω στο 5%), με έναν κρατικό προϋπολογισμό να προσπαθεί να κρατήσει με νύχια και δόντια το δημόσιο έλλειμμα κάτω από το 3% του ΑΕΠ, με ένα βιοτικό επίπεδο να μην μπορεί να συγκλίνει προς το αντίστοιχο ευρωπαϊκό και με διαρθρωτικές αγκυλώσεις να έχουν παραλύσει επί δεκαετίες την ελληνική οικονομία, εξαιτίας της ασθενούς πολιτικής βούλησης και των κομματικών και κοινωνικών αντιδράσεων για μεταρρυθμίσεις, ασφαλώς δεν μπορεί να αισθάνονται ευτυχείς οι διαχειριστές της ελληνικής οικονομικής και ιδιαίτερα της μακροοικονομικής πολιτικής.
Είναι αλήθεια ότι καμία πραγματική μεταρρύθμιση δεν μπορεί να προωθηθεί, όταν δεν έχουν εξασφαλιστεί οι αναγκαίες προϋποθέσεις, όπως είναι η ολοκλήρωση της δημοσιονομικής εξυγίανσης, η διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών και βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Ιδιαίτερα με ένα δημόσιο χρέος που ξεπερνά το 100% του ΑΕΠ είναι αδύνατο να ολοκληρωθούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που απαιτεί η ελληνική οικονομία και κοινωνία.
Κι εδώ εντοπίζεται ένα μείζον δίλημμα για την ελληνική μακροοικονομική πολιτική. Από τη μια μεριά υπάρχει η ισχυρή πολιτική βούληση για δημοσιονομική εξυγίανση, για βελτίωση του βιοτικού επιπέδου και για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και από την άλλη υπάρχουν τα τεράστια εμπόδια για την προώθηση πολιτικών και μέτρων που απαιτούνται για την εξασφάλιση των αναγκαίων προϋποθέσεων για βιώσιμη ανάπτυξη, για εξυγίανση των δημοσιονομικών, για βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και του βιοτικού επιπέδου. Και τα εμπόδια αυτά είναι ενδογενή και εξωγενή. Είναι οι σοβαρές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας, είναι ο πολιτικός καιροσκοπισμός για την εξασφάλιση πολιτικού οφέλους από τις κοινωνικές αντιδράσεις και, φυσικά, είναι και οι υψηλές (ρεκόρ) διεθνείς τιμές του πετρελαίου, αλλά και οι αυξανόμενες πληθωριστικές πιέσεις και στην ευρωζώνη.
Η αδυναμία της οικονομικής πολιτικής, παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί σε πολλούς τομείς, εξαιτίας των παραγόντων αυτών, στην προώθηση των αναγκαίων μέτρων είναι εμφανής. Κι αυτό είναι το μόνιμο πολιτικό δράμα της χώρας μας, το οποίο τώρα εκδηλώνεται με την επίκληση βοήθειας από τους κοινωνικούς εταίρους. Αλλά, ως γνωστόν, οι κοινωνικοί εταίροι σχεδόν κάθε φορά προτείνουν το κοντό και το μακρύ και, κυρίως, διασφάλιση υψηλής ανάπτυξης, χαμηλής ανεργίας, υψηλού βιοτικού επιπέδου, σταθερότητας των τιμών. Όλα όμως αυτά προϋποθέτουν έναν μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας ο οποίος, κατʼ αρχάς, απαιτεί διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών, των οποίων προφανή συμπτώματα είναι οι έντονες πληθωριστικές πιέσεις και τα υψηλά επίπεδα του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών. Ύστερα, ο μετασχηματισμός αυτός της ελληνικής οικονομίας απαιτεί διόρθωση των διαρθρωτικών αδυναμιών, των οποίων κορυφαία συμπτώματα είναι η υψηλή ανεργία, η υστέρηση του επιπέδου ανάπτυξης και του επιπέδου της παραγωγικότητας της Ελλάδος έναντι των πιο προηγμένων χωρών της ΕΕ. Μπροστά στο πιεστικό αυτό αίτημα για μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας το σημερινό και τα προηγούμενα οικονομικά επιτελεία των κυβερνήσεων όλων των εποχών στέκονται αμήχανα, κάνοντας απλώς… μπακαλίστικη διαχείριση.


Σχολιάστε εδώ