Διεργασίες για ανατροπή του πολιτικού σκηνικού

Το μεγάλο σκάνδαλο με τις προμήθειες της Ζήμενς ανέδειξε τον υψηλό βαθμό διαπλοκής των κομμάτων εξουσίας με τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, εγχώρια και ξένα, υπογράμμισε με «εκκωφαντικό τρόπο» τις… μειωμένες αντιστάσεις σε ζητήματα ηθικής υπουργών, βουλευτών και κρατικών αξιωματούχων, ενώ δικαίωσε την καχυποψία των πολιτών ότι η «διαφθορά» είναι πάγια και εκτεταμένη. Από τις ως τώρα αποκαλύψεις πλήττονται καίρια τα δύο μεγάλα κόμματα (Ν. Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ), ωστόσο δεν φαίνεται να ωφελούνται τα μικρότερα, καθόσον δεν αποτελούν εναλλακτική λύση, με… συνέπεια να παίρνουν διαστάσεις οι συζητήσεις για νέους πολιτικούς σχηματισμούς. Το ενδεχόμενο αυτό αποτελεί αντικείμενο συζήτησης, μάλιστα οι φήμες μιλούν για την ίδρυση κόμματος από τις… «υγιείς δυνάμεις» που υπάρχουν σε Ν. Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ, πλην όμως τι πιθανότητες μπορεί να έχει ένα «εγχείρημα» από πρώην υπουργούς ή βουλευτές που βρίσκονται πολλά χρόνια στην πολιτική και εν πολλοίς αποτελούν «φθαρμένα υλικά». Με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό του Π. Τατούλη, που τα σενάρια τον θέλουν να πρωτοστατεί σε τέτοιου είδους κινήσεις. Όσο ήταν στην κυβέρνηση απέφευγε να εκφράζει τις διαφωνίες του, έκανε τις… μικρο-εξυπηρετήσεις σε ψηφοφόρους του στην Αρκαδία, όσα δηλαδή κάνουν οι βουλευτές που σήμερα ο ίδιος καταγγέλλει, ενώ τώρα δεν χάνει ευκαιρία να διαφωνεί με την κυβερνητική πολιτική.

Το θέμα είναι κατά πόσο ο ελληνικός λαός θα σπεύσει να στηρίξει οποιαδήποτε κίνηση η οποία θα στηρίζεται από επιχειρηματίες -φανερά ή υπόγεια- δεδομένου ότι τους θεωρεί συνυπεύθυνους για το κλίμα «σήψης και διαφοράς» που επικρατεί στη χώρα τις τελευταίες δύο 10ετίες.

Τις τελευταίες εβδομάδες άλλωστε είναι διάχυτη η εντύπωση σε πολιτικά και δημοσιογραφικά γραφεία ότι στο παρασκήνιο βρίσκονται σε εξέλιξη «διεργασίες» που κατατείνουν προς αυτό ακριβώς το σημείο της ανατροπής του πολιτικού συστήματος με την ταυτόχρονη ανάδειξη νέων πολιτικών δυνάμεων, που αναγκαστικά ωστόσο θα προέρχονται από τα υφιστάμενα κόμματα. Ελάχιστοι μπορούν να πιστέψουν ότι η υπόθεση με τη Ζήμενς είναι απλώς ένα σκάνδαλο που προέκυψε ξαφνικά, είναι κοινή πεποίθηση ότι η δημοσιοποίηση των στοιχείων γίνεται οργανωμένα, βάσει σχεδίου και ότι το «έργο» αυτό το έχουν αναλάβει συγκεκριμένα κέντρα. Οικονομικά συμφέροντα, εκδοτικοί οργανισμοί που επιδιώκουν την αποδυνάμωση των δύο μεγάλων κομμάτων, έτσι ώστε οι ηγεσίες τους να είναι πιο «δεκτικές» στις… απαιτήσεις τους και αυτό μπορεί να συμβεί με την παρουσία νέων κομμάτων. Τα σενάρια που διακινούνται τον τελευταίο καιρό στο όλο σκηνικό εμπλέκουν επίσης τον «αμερικανικό παράγοντα», καθώς τα πέραν του Ατλαντικού κέντρα δυσφορούν με τη «ρωσική στροφή» του Κ. Καραμανλή, αλλά και τον… ξαφνικό «αντιαμερικανισμό» του Γ. Παπανδρέου. Και μέσα σ’ όλα τα ίδια αυτά σενάρια μπλέκουν και δικαστικούς παράγοντες, λόγω του ότι αρκετά από τα ντοκουμέντα που έφθασαν κατά καιρούς στα Μέσα Ενημέρωσης περιλαμβάνονταν σε δικαστικούς φακέλους.

Προφανώς δεν περνάει απαρατήρητο το γεγονός ότι στο σίριαλ (συνεχή επεισόδια) των αποκαλύψεων για τη Ζήμενς και της αποδυνάμωσης των μεγάλων κομμάτων «πρωταγωνιστούν» δύο εκδοτικά συγκροτήματα: του Αλαφούζου («Καθημερινή», ΣΚΑΪ) και της Γ. Αγγελοπούλου («Ελεύθερος Τύπος»). Και τα δύο συγκροτήματα κινούνται υποτίθεται, στον συντηρητικό χώρο, κατά συνέπεια οι όποιες «επιθέσεις» τους πλήττουν κυρίως την κυβέρνηση και τη Ν. Δημοκρατία, δεδομένου ότι το ΠΑΣΟΚ λόγω και των εσωτερικών προβλημάτων του δείχνει αδύναμο και πιο ευάλωτο στις «υπόγειες πιέσεις». Η «Καθημερινή» βάλλει κατά ριπάς εναντίον υπουργών (Σουφλιά, Αλογοσκούφη, Βουλγαράκη, Λιάπη κ.ά.), αφήνοντας εκτός του πεδίου βολής τον πρωθυπουργό, αλλά κανείς δεν μπορεί να προδικάσει μέχρι πότε ο κ. Καραμανλής θα απολαύει της… εύνοιας αυτής. Καιρό τώρα από το περιβάλλον του Γ. Σουφλιά λένε ότι η διαρκής και επίμονη «επίθεση» που δέχεται ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ από τον συγκεκριμένο εκδοτικό φορέα δεν έχει να κάνει τόσο με τις ενδεχόμενες αστοχίες ή παρατυπίες που έχουν οι αποφάσεις του όσο με τις… διαφωνίες της ιδιοκτησίας για την πολιτική που ακολουθεί (ο κ. Σουφλιάς) στο θέμα των μεγάλων έργων.

Την ίδια στιγμή την προβολή του Π. Τατούλη, που με τον… «ανένδοτό» του απειλεί τη συνοχή της κυβερνητικής παράταξης, την έχει αναλάβει εργολαβικά ο «Ελεύθερος Τύπος» της Γ. Αγγελοπούλου. Εκμεταλλευόμενη (η εφημερίδα) την ιδιορρυθμία, αλλά κυρίως την πικρία του βουλευτή (που αγγίζει τα όρια της εμπάθειας) για τον Κ. Καραμανλή λόγω του ότι τον απομάκρυνε από το υπουργικό συμβούλιο. Σημειώνεται ότι τα σενάρια για τη δημιουργία νέων πολιτικών σχηματισμών «εμπλέκουν» τόσο τον κ. Τατούλη (ο οποίος δεν μοιάζει να… θίγεται) όσο και τη Γ. Αγγελοπούλου, η οποία δεν έκρυψε ποτέ τις υψηλές πολιτικές φιλοδοξίες της, απλώς οι συνθήκες δεν της επέτρεψαν μέχρι σήμερα να τις υλοποιήσει. Διευθυντικό στέλεχος της εφημερίδας (και στενός συνεργάτης της από την εποχή του «2004») μάλιστα σε πρόσφατη τηλεοπτική εμφάνισή του υπερθεμάτισε την… ανάγκη ανάδειξης νέων πολιτικών δυνάμεων.

Είναι κοινό μυστικό μέσα στην κυβερνητική παράταξη ότι οι σχέσεις Κ. Καραμανλή και Γ. Αγγελοπούλου παραμένουν «τυπικές» και «παγωμένες» για πολλούς και διάφορους λόγους. Τον πρωθυπουργό τον «απωθούσε» πάντα το ύφος της κ. Αγγελοπούλου, που, όπως χαρακτηριστικά λέγεται από στενούς συνεργάτες του, «αφότου ανέλαβε την Ολυμπιάδα και μετά συμπεριφέρεται σαν να της χρωστάει όλος ο κόσμος». Παράλληλα, στο Μαξίμου είχαν εξ αρχής επιφυλάξεις για τον τρόπο που έγινε η διαχείριση των κρατικών χρημάτων την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων. Κυβερνητικοί αξιωματούχοι εκείνη την περίοδο (2004) έλεγαν, με μια δόση υπερβολής, υποθέτω, ότι «αν η κυβέρνηση προχωρούσε σε εξονυχιστικό έλεγχο των οικονομικών πεπραγμένων της Ολυμπιάδας, ορισμένοι θα έμεναν μόνιμα στην Ελβετία»! Δεν είναι καθόλου τυχαίο άλλωστε ότι ο Κ. Καραμανλής, μετά το πέρας των Αγώνων, δεν θεώρησε… αναγκαίο να καλέσει στο Μαξίμου την κ. Αγγελοπούλου να τη συγχαρεί για την επιτυχημένη οργάνωση της Ολυμπιάδας. Επιπλέον το 2005 δεν συναίνεσε στην πρόθεση του Γ. Παπανδρέου να προταθεί για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας, γεγονός που η κ. Αγγελοπούλου είναι λογικό να… «φέρει βαρέως» και ενδεχομένως να επιδιώκει τώρα να πάρει «ρεβάνς» από τον Κ. Καραμανλή.


Σχολιάστε εδώ