Διά το απορείν το φιλοσοφείν…
Καθ’ εκάστην, προσερχόμενος στο υπουργείο του, αποθαυμάζει στην είσοδο του Μεγάρου και στους διαδρόμους προς το γραφείο του την αρμονία των αναλογιών του ανθρωπίνου σώματος, όπως αυτό επλάσθη από τους μεγάλους δημιουργούς της σμίλης την κλασική περίοδο. Δείγματα της θεϊκής αυτής δημιουργίας, υπό μορφήν πιστών αντιγράφων, κοσμούν, ως είθισται, δημόσιους χώρους και δη το υπουργείο Πολιτισμού. Αποθαυμάζει και επιδιώκει -η σωματική του παρουσία το επιβεβαιώνει- να κινείται στις συντεταγμένες της κλασικής πλαστικής Τέχνης.
Βεβαίως, ως προς την ενδυμασία, αποφεύγει προς το παρόν να μιμηθεί τον συνονόματό του, τον «Μιχάλη τον Αρχαίο», που ξάφνιαζε πριν από μερικές δεκαετίες τους Αθηναίους με τον απαστράπτοντα λευκό χιτώνα του, διακοσμημένο διά περίτεχνου μαιάνδρου, εποχούμενος χρυσοστολίστου διτρόχου άρματος, συρομένου υπό υπερηφάνου λευκού κέλητος. Παραμένει προσηλωμένος στις εξ Εσπερίας δημιουργίες των συγχρόνων μετρ υψηλής ραπτικής.
Όμως, κατ’ ατυχίαν του, «κάποιος άλλος, πιο τρανός, πιο μεγάλος [τον] πρόλαβε στον δρόμο προς τη Δαμασκό» -ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Ρουσόπουλος- κατά τον ποιητικό σχολιασμό του αειμνήστου Παναγιώτη Κανελλόπουλου.
Πάντως ο, αρεσκόμενος στην Λουτέτειον προσφώνηση Michel, υπουργός Πολιτισμού, μετά την αποκάλυψη της περιήγησης των δασοσκεπών γερμανο-αυστριακών Άλπεων επί ακαθορίστου ενδείξεως… πτερύγων ανέμων, ωθεί, ενδεχομένως, τον κ. Καραμανλή να μονολογεί το παλαιόθεν γνωστό: «Τους φίλους μου επιλέγω, τους συγγενείς, ατυχώς, μου τους επιβάλλουν…»!
Τα πάθη των δυναστειών και οι ασθένειες της… κληρονομικότητας δεν είναι, όμως, κάτι το καινοφανές για τον υπουργό Πολιτισμού. Γνωρίζει, ως εκ της θέσεώς του, ότι το ανεπανάληπτο είδος της Αρχαίας Ελληνικής Τραγωδίας στηρίχθηκε και γεννήθηκε από τα πάθη των δύο κύκλων ή δυναστειών, εκείνου των Ατρειδών και του ετέρου των Λαβδακιδών.
Δεν διαφαίνεται κατ’ αυτάς το Μέγαρο Μαξίμου διατεθειμένο να επιλύσει την… απορία του Michel γιατί τόσος θόρυβος και ορυμαγδός να καθορισθεί το είδος των «πτερύγων ανέμων» δι’ ων υπερίπτατο, προ ετών τινών, των Άλπεων! Αλλά ο ίδιος ο υπουργός Πολιτισμού ως εκ της θέσεώς του γνωρίζει: «Διά το απορείν το φιλοσοφείν»… Και διασκελίζει τον «χύδην όχλον» και τις … ενστάσεις του…
Κάποιοι των παρεπιδημούντων στη Ρηγίλλης και στο Μαξίμου διατίθενται, ως ακούεται, να παραπέμψουν τον αρυόμενο από τη φοίτησή του στο Κολλέγιο Αθηνών την περί αρίστων αντίληψή του πως ο «χύδην όχλος» δεν δικαιούται να γνωρίζει το είδος των «πτερύγων ανέμων» το οποίο ο υπουργός Πολιτισμού χρησιμοποίησε στην υπεράλπειο πτήση του, στους «προφήτες και φιλοσόφους» του συντηρητικού χώρου.
Ταύτα οι φιλόσοφοι του συντηρητικού χώρου επιτάσσουν:
«Οι δημόσιοι άνδρες επιλέγουν την Πολιτική ως αποστολή τους. Ναι, ως αποστολή. Ό,τι κι αν λένε (όσοι το λένε), οι δημόσιοι άνδρες στην Ελλάδα, δεν επέλεξαν την πολιτική σταδιοδρομία ως απλό επάγγελμα. Δεν θέλω διόλου να μειώσω την ηθική αξία που έχει κάθε βιοποριστικό επάγγελμα, όταν ασκείται ευσυνείδητα και τίμια, όταν αποτελεί, έστω και ελάχιστα ή πολύ έμμεσα, μια συμβολή στη ζωή και την πρόοδο του κοινωνικού συνόλου. Αλλά οι δημόσιοι άνδρες -προ πάντων στην Ελλάδα, όπου ο αισθηματισμός είναι συνήθως επικρατέστερος από τη λογική, και η φιλοτιμία συχνότατα ισχυρότερη από τον υπολογισμό- διάλεξαν, κατά κανόνα, την πολιτική όχι ως «ευρύχωρον οδόν», αλλά ως «οδόν» γεμάτη πικρία και απογοητεύσεις, ως «πύλην στενήν», άρα πολύ περισσότερο σαν αποστολή που κάτι τους έλεγε μέσα τους ότι ήταν ταγμένοι να εκπληρώσουν, παρά ως επάγγελμα […].
Την πολιτική, κάτι σαν τάμα την είδε ο καθένας τους με το δικό του βέβαια τρόπο […]. Πολλοί αρίστευσαν στην πολιτική. Άλλους τους τράβηξαν έξω από τον άνετο κλοιό του ιδιωτικού βίου οι πολιτικές πεποιθήσεις τους, που έγιναν πάθος ζωής. Και άλλους τους εστράτευσε μια υπερβατική ιδεολογία, υπερβατική σε σχέση με το κρατούν -ακόμα και με το εξελικτικά μεταβαλλόμενο- πολιτικό και κοινωνικό καθεστώς.
Πολλοί άλλοι πλήρωσαν ακριβά την πολιτική τους δραστηριότητα. Την πλήρωσαν με διώξεις, φυλακίσεις, εξορίες. Και δεν είναι λίγα τα ονόματα που έχουν εγγραφεί στον κατάλογο του αίματος, στον κατάλογο των πολιτικών ανδρών που -στα χρόνια του νεώτερου πολιτικού βίου της Ελλάδος- τυφεκίσθηκαν ή δολοφονήθηκαν. Και πόσοι δεν έχουν λιθοβοληθεί! Θα μπορούσαμε να πούμε ότι σχεδόν όλοι -όποια κι αν ήταν τα κίνητρα που τους έκαμαν να κατέβουν (σωστότερα, να ανεβούν) στον πολιτικό στίβο- δοκίμασαν στη ζωή τους πολύ περισσότερες πικρίες παρά χαρές…» (Παναγιώτη Κανελλόπουλου: ΤΑ ΔΟΚΙΜΙΑ. Τόμος Γ’, σελ. 350-351).