ΜΥΣΤΙΚΑ, ΨΕΜΑΤΑ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΙΚΕΣ ΣΥΣΚΕΥΕΣ
Τα κόμματα τρέφονται από εισφορές ιδιωτών, όχι πάντα επώνυμες, και από «ευγνωμοσύνες» εταιρειών – ανταπόδοση για παροχές «ήπιων διευκολύνσεων» στην ανάληψη εκείνης ή της άλλης δουλειάς. Αυτό είναι κοινό μυστικό, μάλιστα όχι και τόσο «μυστικό» ώστε να εκπλήσσονται όλοι ή αρκετοί. Όταν μάλιστα εκπλήσσονται (και ως επόμενα βήμα επιλέγουν τον ρόλο του αρχάγγελου της κάθαρσης…) διαμορφωτές της κοινής γνώμης που μετέχουν σε όλες τις πλευρές της δημόσιας ζωής, όπως μεγαλοδημοσιογράφοι (αλλά και μεσαίοι), το πράγμα αγγίζει τα όρια του γελοίου. Δεν υπάρχει κανείς που να πιστεύει ότι οι δημοσιογράφοι είναι αθώοι ως προς τη γνώση ή άγνοια του τι συμβαίνει, δεν υπάρχει κανείς που να μην υποψιάζεται ότι οι περισσότεροι δημοσιογράφοι «είναι μέσα στα κόλπα».
Στην υπόθεση της Ζήμενς πάσχουμε από πληροφόρηση ποιότητας επειδή είναι προφανές ότι υπάρχει συνενοχή και διαπλοκή. Η συνενοχή δεν έχει να κάνει απαραιτήτως με τη χρηματική εμπλοκή ανθρώπων του Τύπου, αλλά με την αίσθηση προστασίας ενός πολιτικού συστήματος που συντηρεί τις σχέσεις διαπλοκής και αλληλεξάρτησης πολιτικών και μέσων ενημέρωσης. Τα μεγάλα κανάλια και ραδιόφωνα, τα συγκροτήματα Τύπου ανήκουν σε μεγαλοεργολάβους και «παραγωγούς χρήματος», ιδιοκτήτες μέσων παραγωγής που ελέγχουν σε μεγάλο βαθμό τη δημόσια ζωή και επιβάλλουν πρότυπα αισθητικής και καθημερινότητας. Ανήκουν λίγο-πολύ σε αυτούς που εννοούσε ο Κ. Καραμανλής με τον όρο «νταβατζήδες», όρος που αποσύρθηκε εδώ και 3-4 χρόνια, όταν πιθανώς είδε και ο ίδιος ότι δημόσια ζωή χωρίς αυτούς δεν υπάρχει ή αν υπάρξει θα πάρει πολλά χρόνια για να δημιουργηθεί. Τόσο πολλά, που η σημερινή αλλά και η επόμενη γενιά θα είναι παρελθόν. Το πρόβλημα για το σύστημα διαπλοκής πολιτικής και ΜΜΕ είναι ότι υπήρξαν διαρροές στα λούκια υδροδότησης, κάτι χάλασε στη στεγανοποίηση, με την ομολογία κορυφαίου πολιτικού στελέχους (του κ. Θ. Τσουκάτου) ότι πήρε λεφτά από ιδιωτική εταιρεία για λογαριασμό του κόμματός του.
Αν το άλλο μεγάλο κόμμα, η ΝΔ, κάνει ότι δεν την αφορά το θέμα οχυρωμένη πίσω από το επιχείρημα «εμείς δεν πήραμε», υπονοώντας πως αν δεν πήρε από τη Ζήμενς σημαίνει ότι δεν παίρνει από κανέναν (άρα το ΠΑΣΟΚ είναι το -μόνο- βρώμικο κόμμα και η ΝΔ καθαρή), κινδυνεύει να εκτεθεί από έναν δικό της Τσουκάτο που για δικούς του λόγους θα πει κάποια στιγμή «πήρα λεφτά για το κόμμα μου» από την τάδε εταιρεία. Κινδυνεύει επίσης (ακόμα κι αν δεν συμβεί αυτό) να μην την πιστέψει κανείς πως δεν χρηματοδοτείται από ιδιωτικά συμφέροντα και να γελοιοποιηθεί με την αποκάλυψη μικροπαροχών (από εισιτήρια και φιλοξενίες μέχρι ηλεκτρικές συσκευές και υπολογιστές) σε στελέχη της.
Αν το ΠΑΣΟΚ εμμείνει ότι δεν μπήκαν τα λεφτά που λέει ο κ. Τσουκάτος στο ταμείο του, θα εκτεθεί ακόμα περισσότερο, διότι ο κ. Τσουκάτος ήταν τότε το δεξί χέρι του πρωθυπουργού Κων. Σημίτη και κανείς δεν ήξερε καλύτερα από το δεξί χέρι τι συμβαίνει στο κόμμα και πώς κινούνται τα μυστικά κανάλια και κονδύλια.
Έμπλεξε το πράγμα. Έμπλεξαν τα κόμματα. Και ό,τι προσπάθεια κι αν καταβάλλεται από αρμόδιους κύκλους να κλείσει (σταδιακά) το θέμα και η υπόθεση, στη συνείδηση των πολιτών θα μείνει ανοιχτό και οι πρωταγωνιστές του θα ταυτιστούν με το υπόγειο, το καταχθόνιο, το αδιαφανές και το άρρωστο. Έτσι, θα νοσεί επίσημα και βαριά το ίδιο το πολιτικό σύστημα. Είναι λοιπόν γιʼ αυτό που το ίδιο το σύστημα πρέπει να μπει σε διαδικασία αυτοκάθαρσης, θέτοντας εκτός οργανισμού του τα ένοχα στελέχη, προκειμένου έτσι να προφυλάξει τη συνολική του λειτουργία.
Επίσης, κανείς δεν μπορεί να κάνει ότι δεν κατάλαβε και να καλυφθεί πίσω από το απρόσωπο των ευθυνών: Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι ευθύνες όπως και οι πράξεις οι επιλογές και οι παραλείψεις έχουν ονοματεπώνυμο.
Έπειτα, η πολιτική απαρτίζεται από πρόσωπα, δεν είναι ένας ανώνυμος μηχανισμός, και τα πρόσωπα έχουν ευθύνες. Αν το σύστημα φοβάται ότι θα παρασυρθεί και το ίδιο κατά την πτώση συγκεκριμένων προσώπων, ας αντιμετωπίσει τον φόβο του και τη συγκεκριμένη πιθανότητα.
Κρυπτόμενο και προστατεύοντας ενόχους ενοχοποιείται ευθέως το ίδιο. Στο σύνολό του.