Μαύρο χρήμα – Γκρίζες πολιτικές

Βασική προϋπόθεση για την κυριαρχία και την επιβολή των συμφερόντων της σύγχρονης οικονομικής εξουσίας δεν είναι η απλή συναλλαγή και οι «διακανονισμοί» τους οποίους αυτή προωθεί με την πολιτική εξουσία και τους φορείς της. Κεντρική επιδίωξη των οικονομικών συμφερόντων είναι η εμπλοκή και η ομηρεία των πολιτικών προσώπων, των ίδιων των κομμάτων, στο πυκνό και αδιαπέραστο «δίχτυ» της συναλλαγής.
Η επιδίωξη όμως αυτή δεν είναι αρκετή. Για να επιτύχει χρειάζεται μια ιστορικού χαρακτήρα μεταβολή των κομμάτων της διακυβέρνησης και του πολιτικού συστήματος γενικότερα, πάνω σε δύο άξονες:
Ο πρώτος αφορά στην εγκατάλειψη μιας στρατηγικής που στηρίζει και προωθεί τα κοινωνικά συμφέροντα και προωθεί κοινωνικούς και υγιείς παραγωγικούς στόχους. Η εγκατάλειψη αυτή «δικαιολογήθηκε» ιστορικά όσον αφορά το ΠΑΣΟΚ με την ανάδειξη του εκσυγχρονιστικού – διαχειριστικού προτύπου ως πολιτικοϊδεολογικού μονόδρομου μέσω της εφαρμογής του οποίου θα επιτυγχάνετο ο εξορθολογισμός της κοινωνικοοικονομικής δομής.
Ο δεύτερος άξονας, επακόλουθο του πρώτου, είναι η σταδιακή εγκατάλειψη παραδοσιακών κοινωνικών στρωμάτων και η αναζήτηση ερεισμάτων στον «ανώτερο» μεσαίο, κεντροδεξιάς αντίληψης, κοινωνικό «χώρο», ο οποίος θα αποτελούσε τον κοινωνικό πυρήνα του εκσυγχρονιστικού εγχειρήματος.
Ακολουθώντας αυτές τις δύο πολιτικοκοινωνικές και ιδεολογικές «ράγες», οδηγήθηκε το ΠΑΣΟΚ στον πολιτικό του εκτροχιασμό και στην ιστορική του μετάπτωση σε δευτερεύοντα πόλο του αποκαλούμενου δικομματικού συστήματος.
Την αποδυνάμωση της κοινωνικής του δυναμικής, που άρχισε ήδη να διαφαίνεται από τις εκλογές του 1996, ήρθαν να καλύψουν τα συμφέροντα των ΜΜΕ, των προμηθευτών, των κατασκευαστών.
Τη, συνεχώς, φθίνουσα κοινωνική συναίνεση, την απομειούμενη κοινωνική νομιμοποίηση ήρθε να «αντικαταστήσει» η πρωτοφανής στήριξη που παρέσχε στις κυβερνήσεις του «εκσυγχρονισμού» η συγχορδία των συμφερόντων αυτών. Μια στήριξη που παρέπεμπε, δυστυχώς, σε περιπτώσεις «μονοκομματικού σοσιαλισμού». Κι αυτή η «στήριξη» προφανώς δεν έκφραζε ιδεολογικές «συγγένειες», αλλά υπέκρυπτε και προωθούσε οικονομικούς στόχους και ιδιωτικά συμφέροντα…
Σήμερα ο Θόδωρος Τσουκάτος υποδεικνύεται ως ατομικός «ένοχος» και «ύποπτος» μιας συλλογικά και δομικά διαμορφωθείσας διαδικασίας. Εάν ο ίδιος δικαιούται σήμερα τυπικά να επικαλείται το «τεκμήριο της αθωότητας», ουδείς των ηγετικών στελεχών και των συμμετασχόντων στις κυβερνήσεις και στα κομματικά επιτελεία του «εκσυγχρονισμού» δικαιούται να αποκρούει το τεκμήριο της συνενοχής. Γιατί πολλοί, αν όχι όλοι, γνώριζαν, καταλάβαιναν τι συνέβαινε, και η ευθύνη τους κλιμακώνεται ιεραρχικά.
Ο Θ. Τσουκάτος ως πρόσωπο, ως φορέας εξουσίας, μπορεί ασφαλώς να αξιολογηθεί ως ένας ακραίος «ιδεότυπος» πολιτικού που συνδέθηκε με την «εκσυγχρονιστική περίοδο».
Όμως ο «ΤΣΟΥΚΑΤΙΣΜΟΣ», ως συνολική και συλλογική αντίληψη και στάση, ΑΠΟΤΕΛΕΣΕ «ΤΟ ΑΝΩΤΕΡΟ ΣΤΑΔΙΟ ΤΟΥ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΥ» την πολιτικοϊδεολογική του προμετωπίδα, την καθημερινή του πρακτική, σε πολλά και υψηλά κομματικά και κυβερνητικά-κρατικά επίπεδα. Ο «τσουκατισμός» έχει δομικά και όχι ατομικά χαρακτηριστικά.
Αυτό το ιστορικά διαμορφωμένο «δίχτυ» της πολιτικοοικονομικής διαπλοκής περικλείει σήμερα τα κόμματα της διακυβέρνησης και όχι μόνο. Ασφαλώς επικεντρώνεται κάθε φορά στα κόμματα που ασκούν τη διακυβέρνηση, αυτούς που υπογράφουν τις «συμφωνίες», όμως το «έδαφος» όπου καλλιεργείται η πρόσβαση των οικονομικών συμφερόντων εκτείνεται σε ολόκληρο το πολιτικό σύστημα.
Γι’ αυτό και ο «εξωτερικός» έλεγχος είναι σχεδόν αδύνατος, αφού όλες οι συναλλαγές καλύπτονται νομότυπα. Η ομερτά της διαπλοκής μπορεί να διαρραγεί μόνο «εκ των έσω», όταν οι συσχετισμοί αλλάζουν και ανοίγονται ιστορικά νέα πεδία διαπραγμάτευσης για τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα.
«Ζητείται ελπίς», όπως με νόημα επεσήμανε ο αείμνηστος Αντώνης Σαμαράκης…
Πού βρίσκεται σήμερα η ελπίδα, η προοπτική;
Κατακλυζόμαστε, εδώ και πολλά χρόνια, από προτάσεις διαφάνειας, ψηφίζονται νόμοι, δημιουργούνται θεσμοί, πρόσωπα έρχονται και παρέρχονται…
Κι όλα τα ίδια μένουν… Γιατί ασχολούμεθα με τα αποτελέσματα και όχι με τις αιτίες που παράγουν τα αποτελέσματα αυτά…
Το «δίχτυ» της διαπλοκής και της συναλλαγής δεν «κόβεται» με νομικές διατάξεις. Χρειάζονται ριζοσπαστικές πολιτικές στρατηγικές που θα θέσουν ως κεντρικό στόχο την επανασύνδεση με τα κοινωνικά συμφέροντα και τη ρήξη με τις επιδιώξεις των οικονομικών συμφερόντων, που δεν επενδύουν για να παράγουν αλλά για να κερδοσκοπούν ασύδοτα.
Ασφαλώς είναι επιβεβλημένη η τιμωρία εκείνων που θα αποδειχθούν ένοχοι. Ασφαλώς είναι αναγκαία η πολιτική καταδίκη εκείνων που «γνώριζαν, συναινούσαν, ενέκριναν και αποφάσιζαν» για τις άνομες συναλλαγές.
Ασφαλώς το πολιτικό σύστημα, τα κόμματα θα πρέπει να ξεκινήσουν από μια νέα αφετηρία, να εξυγιανθούν, να λειτουργήσουν σε συνθήκες αξιοκρατίας και διαφάνειας.
Όμως όλα αυτά δεν αποτελούν παρά ευχολόγια εάν δεν προκύψει μια εναλλακτική στρατηγική που θα οριοθετήσει αυστηρά τη δραστηριότητα των οικονομικών συμφερόντων και θα σταθεί απέναντί τους, όταν διακυβεύονται τα συμφέροντα της κοινωνίας, η επιβίωση των πολιτών, η παραγωγική ανάπτυξη της χώρας…
Εάν δεν πραγματοποιηθεί μια παρόμοιου εύρους πολιτική τομή, τότε για άλλη μια φορά θα επικρατήσει ο συμβιβασμός και ο συμψηφισμός μεταξύ των κομμάτων και η όποια «κάθαρση» (με την απαξίωση που κουβαλά αυτή η λέξη) θα περιορισθεί σε συγκεκριμένα πρόσωπα, που θα αποτελέσουν το «άλλοθι» ενός νέου συμβιβασμού. Και μάλλον προς τα εκεί οδεύουμε…


Σχολιάστε εδώ