ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΟΧΙ ΛΟΓΙΑ για το παλαιστινιακό κράτος

Οι δηλώσεις των περισσότερων ισραηλινών αξιωματούχων κινούνταν στο ίδιο ελπιδοφόρο μήκος κύματος που μπορεί να θεωρηθεί αποτέλεσμα των αμερικανικών πιέσεων για απτά και συγκεκριμένα μέτρα που πρέπει να ληφθούν μέχρι τις αρχές Ιανουαρίου του 2009, όταν ο Μπους θα εγκαταλείψει τον Λευκό Οίκο. Το ερώτημα, ωστόσο, είναι τι γίνεται μέχρι τότε… Εδώ η πραγματικότητα δυστυχώς έρχεται να διαψεύσει την πρόοδο που οι επίσημες δηλώσεις δείχνουν να έχει συντελεστεί, σε βαθμό τέτοιον, ώστε να εξανίστανται ακόμη και οι θερμότεροι υποστηρικτές του Ισραήλ, όπως συνέβη για παράδειγμα με τον ίδιο τον γάλλο Πρόεδρο.

Ηεπίσκεψη του εβραϊκής καταγωγής Νικολά Σαρκοζί (πρώτη επίσκεψη γάλλου Προέδρου στο εβραϊκό κράτος από το 1996) συνιστά τομή για τη γαλλική διπλωματία, καθώς εγκαταλείπει την παραδοσιακά φιλοαραβική πολιτική των προκατόχων του, Φρ. Μιτεράν και Ζ. Σιράκ, επιλέγοντας στο πλαίσιο της φιλοατλαντικής του πολιτικής να στηρίξει ενεργά το Ισραήλ. Παρ’ όλα αυτά δεν παρέλειψε να αποδοκιμάσει την πολιτική εποικισμού που ακολουθεί το εβραϊκό κράτος και να δηλώσει ότι η Ιερουσαλήμ θα ανήκει και στα δύο κράτη.
Τη δυσφορία της για την επεκτατική πολιτική του Ισραήλ, που ναρκοθετεί εκ προοιμίου κάθε προσπάθεια δημιουργίας ανεξάρτητου και βιώσιμου παλαιστινιακού κράτους, κατέθεσε δημόσια και η αμερικανίδα υπουργός Εξωτερικών Κοντολίζα Ράις, που έχει επισκεφθεί τέσσερις φορές μόνο φέτος το Ισραήλ, αναλαμβάνοντας να κάνει πράξη την αμερικανική δέσμευση για δημιουργία παλαιστινιακού κράτους μέχρι τον Ιανουάριο του νέου έτους.
Τις δηλώσεις της πυροδότησε η απόφαση του ισραηλινού υπουργείου Οικισμού να κατασκευάσει 1.300 επιπλέον κατοικίες στον οικισμό Ραμάτ Σλόμο που βρίσκεται στα παλαιστινιακά εδάφη της ανατολικής Ιερουσαλήμ, τα οποία πέρασαν υπό ισραηλινή κατοχή με τον πόλεμο του 1967, και μια εξίσου εμπρηστική απόφαση του δημοτικού συμβουλίου της Ιερουσαλήμ να οικοδομήσει 40.000 (!) νέα διαμερίσματα τα επόμενα δέκα χρόνια, αλλοιώνοντας έτσι ριζικά την πληθυσμιακή και εθνική σύνθεση της πόλης στην κατεύθυνση της εβραιοποίησής της.
Ωστόσο, οι πράγματι αιχμηρές δηλώσεις της Κοντολίζα Ράις («πιστεύω ότι οι πράξεις και οι ανακοινώσεις που συντελούνται έχουν αρνητικό αποτέλεσμα στην ατμόσφαιρα των διαπραγματεύσεων») αποτελούν κενό γράμμα από τη στιγμή που η Ουάσινγκτον αρνείται να λάβει δραστικά μέτρα για να συνετίσει το Ισραήλ, όπως θα ήταν για παράδειγμα μια απειλή για αναστολή της αθρόας εξοπλιστικής βοήθειας.
Χώρια που θα μπορούσε να κατηγορηθεί ότι πραγματικός αποδέκτης αυτών των δηλώσεων είναι η Παλαιστινιακή Αρχή του Μαχμούντ Αμπάς, που κάνει τη μια παραχώρηση μετά την άλλη, μήπως μπορέσει να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία και αφήσουν κάτι χειροπιαστό οι δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν στη σύνοδο της Ανάπολις, όταν το Ισραήλ συνεχίζει να εφαρμόζει την ίδια επιθετική πολιτική αδιαφορώντας για τα ψηφίσματα του ΟΗΕ και τις πιο τυπικές του υποχρεώσεις.
Διμερείς επαφές του Ισραήλ
Η πραγματικότητα ωστόσο είναι ότι τους τελευταίους δύο μήνες παρατηρείται μια ασυνήθιστη κινητικότητα στην περιοχή. Καταγράφονται πιο συγκεκριμένα μια σειρά από διμερείς συνεννοήσεις, οι οποίες στο ένα άκρο τους έχουν πάντα το Ισραήλ, και υπόσχονται μια εκτόνωση των εντάσεων στην περιοχή. Αφορούν ειδικότερα τις σχέσεις του εβραϊκού κράτους με τη Συρία, τον Λίβανο και τους Παλαιστίνιους.
Σε ό,τι αφορά τη Συρία, η είδηση των διαπραγματεύσεων που διεξάγονταν με το Ισραήλ και διαμεσολαβητή την Τουρκία έσκασε πριν από λίγες εβδομάδες σαν βόμβα. Η είδηση ήταν αναπάντεχη, καθώς ο βομβαρδισμός από τους Ισραηλινούς τον Σεπτέμβριο του περασμένου χρόνου συριακών εγκαταστάσεων (πράξη υπόδειγμα κρατικής τρομοκρατίας), στις οποίες υποστήριξαν οι Ισραηλινοί ότι κατασκευαζόταν πυρηνικό εργοστάσιο, θα ανέμενε κανείς ότι θα επαύξανε τις εστίες έντασης μεταξύ των δύο κρατών. Φαίνεται ωστόσο ότι για το ανέκαθεν ασταθές και ταλαντευόμενο καθεστώς της Δαμασκού λειτούργησε παραδειγματικά, όπως η τιμωρία για τα μικρά παιδιά, εντείνοντας τις τάσεις συνδιαλλαγής του καθεστώτος Άσαντ με τον Σιωνισμό. Αντικείμενο των συζητήσεων είναι επίσημα τα υψώματα του Γκολάν, που τα κατέχει το Ισραήλ, αψηφώντας τις αποφάσεις του ΟΗΕ. Ωστόσο, θεωρείται βέβαιο ότι στο «μενού» συμπεριλαμβάνεται και η Χεζμπολάχ. Δεν αποκλείεται συγκεκριμένα το Ισραήλ να δεχτεί να παραδώσει τα Γκολάν, απαιτώντας η Συρία να πάψει να υποστηρίζει τη λιβανέζικη αντιστασιακή οργάνωση κι επίσης να διακόψει τους δεσμούς που διατηρεί με το Ιράν. Το τίμημα που θα ζητήσει η Δαμασκός πολύ πιθανά να περιλαμβάνει και την έξοδό της από τη διεθνή απομόνωση στην οποία τέθηκε με την περίφημη ομιλία του Μπους για τον «Άξονα του Κακού».
Σημείο ασυνέχειας επίσης αποτέλεσε και η πρόσκληση που απηύθυνε το Ισραήλ στον Λίβανο για επίσημες συνομιλίες, λίγες μόλις μέρες μετά τον επίσημο τερματισμό της κυβερνητικής κρίσης στον Λίβανο όταν έγινε δεκτό το δικαίωμα βέτο που αξίωνε η Χεζμπολάχ στις κυβερνητικές προτάσεις. Το ισραηλινό αίτημα απορρίφθηκε πάραυτα από τον φιλοαμερικανό πρωθυπουργό Φουάντ Σινιόρα που στη θέση των διμερών αντιπρότεινε τις πολυμερείς συνομιλίες στις οποίες θα περιλαμβάνεται κι η επίλυση του Παλαιστινιακού. Οι ενδείξεις ότι κάτι αλλάζει στον Λίβανο υποστηρίζονται επίσης και από δημοσιεύματα που φέρουν το Ισραήλ να συζητάει, μέσω γερμανών διαμεσολαβητών, με τη Χεζμπολάχ τους όρους για την ανταλλαγή των δύο ισραηλινών αιχμαλώτων που είχε συλλάβει η σιιτική οργάνωση προ διετίας, οι οποίοι αποτέλεσαν την αφορμή για τον πόλεμο των 33 ημερών πρόπερσι το καλοκαίρι.
Στο Παλαιστινιακό επίσης σημειώνονται κάποια βήματα. Το παράδοξο είναι πως η σημαντικότερη πρόοδος δεν καταγράφεται μεταξύ Ισραήλ και ενδοτικών της Παλαιστινιακής Αρχής, αλλά μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς. Σημείο αφετηρίας οποιασδήποτε διερεύνησης εδώ αποτελεί η κοινή παραδοχή ότι δυόμισι χρόνια μετά τον αποκλεισμό που επέβαλε η διεθνής κοινότητα στον λαό της Γάζας επειδή ψήφισε τη Χαμάς, δύο χρόνια μετά την ασφυκτική στρατιωτική πολιορκία της Γάζας με αφορμή την αιχμαλωσία ενός ισραηλινού στρατιώτη και έναν χρόνο μετά την ανάληψη του πλήρους ελέγχου της Γάζας από τη Χαμάς, όταν αποτράπηκε το πραξικόπημα της Φατάχ στη Γάζα, έκθαμβοι δημοσκόποι και πολιτικοί αναλυτές βλέπουν την πολιτική επιρροή της Χαμάς να αυξάνεται στη Γάζα και η αναμενόμενη, πέρα για πέρα, φυσιολογική φθορά, που θα έκανε τον παλαιστινιακό πληθυσμό να γυρίζει την πλάτη του στη Χαμάς κατηγορώντας την για την ανέχεια που αντιμετωπίζει, να μην έρχεται… ποτέ!
Κερδισμένη η Χαμάς
Υπό αυτή την έννοια η ανακωχή μεταξύ Χαμάς και Ισραήλ, που συνάφθηκε στις 19 Ιουνίου με την διαμεσολάβηση των Αιγυπτίων, ακόμη κι αν δεν μακροημερεύσει, θα αποτελεί ήττα της ισραηλινής αδιαλλαξίας και νίκη του παλαιστινιακού λαού. Η νίκη αυτή γιγαντώνεται αν πάρουμε υπόψη μας τις διαπραγματεύσεις που είναι σε εξέλιξη για την τύχη του ισραηλινού δεκανέα, όπως έδειξε και η επιστολή που έστειλε στους γονείς του. Συνεπώς το Ισραήλ αναγκάστηκε και συνομίλησε με τη Χαμάς, αφήνοντας πολλά ακόμα ενδεχόμενα ανοιχτά για το μέλλον. Σε αλλαγή στάσης απέναντι στην ισλαμική οργάνωση υποχρεώθηκε και η Παλαιστινιακή Αρχή. Οι δηλώσεις του Μαχμούντ Αμπάς για ανάγκη ενότητας του παλαιστινιακού λαού -αποτέλεσμα σε μεγάλο βαθμό της διογκούμενης αλληλεγγύης των Παλαιστινίων της Δυτικής Όχθης προς τους Ελεύθερους Πολιορκημένους Παλαιστίνιους της Γάζας- όσο φυσιολογικές κι αν ακούγονται, θα ήταν αδιανόητες πριν από έναν χρόνο, όταν ηττημένος και ταπεινωμένος ο Αμπάς γύριζε την πλάτη του στο 1,5 εκατομμύριο Παλαιστινίων της Λωρίδας της Γάζας. Η ήττα της γραμμής συνδιαλλαγής που ακολουθεί ο Αμπάς φαίνεται απ’ το γεγονός ότι δεν έχει να λάβει το παραμικρό από το Ισραήλ. Όταν λαμβάνει η Δαμασκός, η Χεζμπολάχ ακόμη και η Χαμάς, η Παλαιστινιακή Αρχή μένει με το χέρι άδειο στον βαθμό που το Ισραήλ δεν παραχωρεί από καλοσύνη, ακόμη κι όταν πιέζεται από την Ουάσινγκτον, αλλά από ανάγκη!
Το ερώτημα είναι ποια ανάγκη έσπρωξε το Ισραήλ σε αυτές τις παραχωρήσεις, που ακόμη φυσικά δεν έχουν πάρει οριστική μορφή, ώστε να μιλάμε για αλλαγή πολιτικής. Μια πρώτη απάντηση προκύπτει από τους εσωτερικούς κλυδωνισμούς που δοκιμάζουν την αντοχή της συμμαχικής κυβέρνησης της οποίας ηγείται ο Εχούντ Ολμέρτ, ηγέτης του κόμματος Καντίμα που ίδρυσε ο Αριέλ Σαρόν και ευρύτερα τη σταθερότητα του ισραηλινού πολιτικού συστήματος. Φαίνεται ωστόσο ανίσχυρη στον βαθμό που η κυβερνητική αστάθεια δεν αποτελεί κάτι νέο για το Ισραήλ, αλλά αντίθετα απαραίτητο συνοδευτικό της εξτρεμιστικής του πολιτικής απέναντι στους Παλαιστινίους και τίμημα. Μια δεύτερη απάντηση θα μπορούσε να είχε ως επίκεντρο την αδυναμία του εβραϊκού κράτους να νικήσει οριστικά και τελεσίδικα τους τρεις παραπάνω εχθρούς του.
Ακόμη κι έτσι όμως οι παραπάνω συμφωνίες θα αποτελούσαν το επιστέγασμα μιας συνολικής αλλαγής πολιτικής σε μια φιλειρηνική κατεύθυνση (που θα περιελάμβανε όλα τα ανοιχτά του μέτωπα, δεν θα άφηνε δηλαδή έξω το σημαντικότερο, που είναι το Ιράν!) ώστε να πάψει το Ισραήλ να συνιστά την ειδεχθέστερη απειλή για την ειρήνη στην περιοχή. Αυτό που κατά τη γνώμη μας επέβαλε το προσωρινό κλείσιμο των παραπάνω μετώπων δεν είναι κάποια στρατηγική ή εσωτερική ανάγκη, αλλά η απόφαση του Ισραήλ να συγκεντρώσει όλα τα πυρά του κατά το επόμενο διάστημα στο Ιράν και μόνο! Εκμεταλλευόμενοι οι Ισραηλινοί την ανοχή που είναι μετά βεβαιότητας διατεθειμένος να επιδείξει ο Λευκός Οίκος, όσο κατοικεί εκεί ο Μπους, ακόμη και στον μεγαλύτερο τυχοδιωκτισμό τους, η απόφασή τους είναι μέχρι τον Ιανουάριο να ξεμπερδεύουν με την Τεχεράνη. Σε αυτήν την κατεύθυνση προσφέρουν στους φυσικούς τους συμμάχους το δόλωμα μιας διαρκούς ειρήνης που θα τους κάνει την κρίσιμη στιγμή να μείνουν αμέτοχοι για να διαφυλάξουν τα δικά τους πρόσφατα οφέλη.


Σχολιάστε εδώ