Συνδικάτα και κόμματα κατά των υπουργείων Απασχόλησης της ΕΕ
Οι ίδιοι οι υπουργοί Απασχόλησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με πολιτική συμφωνία την περασμένη Τρίτη, κινούνται προς την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και δυναμιτίζουν το κοινωνικό ευρωπαϊκό μοντέλο –ή ό,τι απέμεινε και στις δύο περιπτώσεις- όταν αποφάσισαν για δυνατότητα 65 ή και 72 ωρών εργασίας εβδομαδιαίως (από τις 48 ώρες που τυπικά ισχύουν σήμερα).
Η ΓΣΕΕ, η ΑΔΕΔΥ (αλλά και τα ευρωπαϊκά συνδικάτα) αντέδρασαν με τον πιο έντονο τρόπο, καταγγέλλοντας την απόφαση των υπουργών Απασχόλησης και ζητώντας από τα πολιτικά κόμματα και τους έλληνες ευρωβουλευτές να την καταψηφίσουν όταν θα συζητηθεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Στο στόχαστρο των πολιτικών επικρίσεων βρίσκεται και η στάση της χώρας μας για αποχή από τις διαδικασίες λήψης απόφασης, παρά τις δηλώσεις της αρμόδιας υπουργού κ. Φάνης Πάλλη-Πετραλιά, σύμφωνα με τις οποίες «είμαστε (σ.σ.: η κυβέρνηση) υπέρ της πλήρους και ποιοτικής εργασίας και υπέρ της ασφάλειας των εργαζομένων» και τη διευκρίνιση της υπουργού ότι «η Ελλάδα διαφώνησε με τη θέση της προεδρίας και μαζί με άλλες τέσσερις χώρες, την Ισπανία, την Ουγγαρία, το Βέλγιο και την Κύπρο δημιουργήθηκε μια ομάδα η οποία εγγράφως εξέφρασε με κοινή δήλωση την πλήρη διαφωνία της και αυτή η ομάδα βρίσκεται σε θέση μάχης ώστε καμιά ευρωπαϊκή χώρα να μην έχει δικαίωμα να υπερβεί τις 48 ώρες εργασίας εβδομαδιαίως».
Για αποχή – αποδοχή καταγγέλλουν την κυβέρνηση η ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ, όπως και η συνδικαλιστική παράταξη Αυτόνομη Παρέμβαση. Ενδεικτικά:
Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ Γιάννης Παναγόπουλος κατήγγειλε πως στην ακραία αυτή απόφαση δεν αντιτάχθηκε ως ώφειλε η ελληνική κυβέρνηση, αλλά αντιθέτως διά της αποχής διευκόλυνε τους ισχυρούς των νεοφιλελεύθερων κυβερνητικών επιλογών και πολιτικών να επιβάλουν τις αντεργατικές τους θέσεις.
Στην ικανοποίηση των επιθυμιών και αναγκών των εργοδοτών υπέκυψαν οι υπουργοί Απασχόλησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπογραμμίζει η Αυτόνομη Παρέμβαση και συνεχίζει: Οι αποφάσεις αυτές συμπληρώνουν και αποκαλύπτουν το οικοδόμημα της νέας ευρωσυνθήκης της Λισσαβώνας, που αποδομεί το όποιο ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος έχει απομείνει, ισοπεδώνει τα δικαιώματα των εργαζομένων και υποτάσσεται πλήρως στις ορέξεις του κεφαλαίου.
Υπενθυμίζεται πως το ίδιο θέμα είχε τεθεί προ διετίας στο Συμβούλιο Υπουργών Απασχόλησης και ο τότε αρμόδιος υπουργός Σάββας Τσιτουρίδης με τους ομολόγους του της Κύπρου, της Γαλλίας, της Ιταλίας και της Ισπανίας ματαίωσαν με παρεμβάσεις τους κάθε σχετική συζήτηση. Και δημιουργεί ερωτηματικά τώρα η στάση αποχής που επέλεξε να τηρήσει η κυβέρνηση της ΝΔ, ενισχύοντας πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, επί της ουσίας, συμπλέει με την πλειοψηφία των υπουργών Απασχόλησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οπότε και εκφράστηκε μια ενδιάμεση θέση.
Η επίμαχη συμφωνία των υπουργών Απασχόλησης περιέχει τα εξής σημεία:
• Ο χρόνος της εφημερίας «σπάει» σε ενεργή και ανενεργή περίοδο.
• Στον μέγιστο μέσο εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας (48 ώρες) δίνεται η δυνατότητα εφαρμογής της ρήτρας «opt out» (εξαίρεση), το ανώτερο όριο της μέσης εβδομαδιαίας μπορεί να φτάσει τις 65 ώρες.
Ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ κ. Παναγόπουλος στη δήλωσή του, μεταξύ άλλων, τονίζει πως:
«Σε μια Ευρώπη που η ανεργία, οι ανισότητες και τα κοινωνικά αδιέξοδα αυξάνονται δραματικά, προτείνεται και αποφασίζεται προκλητικά η αύξηση -αντί της μείωσης- του χρόνου εργασίας, δηλαδή η διεύρυνση των μεγάλων εργοδοτικών συμφερόντων! Δυστυχώς η μέχρι χθες άρνηση της χώρας μας αυτήν τη φορά έγινε αδικαιολόγητη αποχή – αποδοχή!
Καλούμε την κυβέρνηση να επανακαθορίσει τη στάση της και να αρνηθεί ξεκάθαρα αυτήν την εξέλιξη και τον εργασιακό μεσαίωνα των εργαζομένων.»
Στην ανακοίνωσή της η Αυτόνομη Παρέμβαση τονίζει, μεταξύ άλλων:
«Η απόφαση του Συμβουλίου Υπουργών Απασχόλησης για την κατάργηση του 48ωρου, αλλά και η απόφαση για μη προσμέτρηση του ανενεργού χρόνου της εφημερίας για τους εργαζομένους στα νοσοκομεία, αποτελούν νέα επίθεση στα δικαιώματα των εργαζομένων και μας γυρίζει στις εργασιακές σχέσεις του μεσαίωνα. Οι εργαζόμενοι της χώρας μας αλλά και σε όλη την Ευρώπη πρέπει να παρέμβουν αγωνιστικά και να βάλουν φραγμό στις νέες αντεργατικές επιλογές που στο όνομα του ανταγωνισμού και της Flexicurity προωθούνται στην ΕΕ και στη χώρα μας. Να αγωνιστούν ενάντια στη νέα ευρωσυνθήκη που οικοδομεί μια Ευρώπη που εξυπηρετεί την κερδοφορία των επιχειρήσεων και όχι τις ανάγκες των εργαζομένων.»