ΟΙ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ ΕΚΑΝΑΝ «ΑΦΕΝΤΙΚΟ» ΤΟΝ ΒΓΕΝΟΠΟΥΛΟ!
Ταυτόχρονα, όμως, φαίνεται ότι είχε και δυσκολία να μπει στη συζήτηση για την καταγγελθείσα από τον Χρ. Παπουτσή λεηλασία των αποθεματικών του Ταμείου Ξενοδοχοϋπαλλήλων από τη Marfin Bank. Ίσως επειδή οι επίμαχες πωλήσεις δομημένων έγιναν το 2005, όταν ο ίδιος είχε τη θέση του υπουργού Απασχόλησης και με έναν πρόεδρο στο ΤΑΞΥ που είχε επιλεγεί από τον ίδιο…
«Καρφιά» στον ευεργέτη
Το ευφυές δικηγορικό σόου που έστησε ο κ. Βγενόπουλος, με λεπτομερείς αφηγήσεις που συνοδεύονταν από έγγραφα-πειστήρια, όπως συνήθως συμβαίνει στα αμερικανικά δικαστικά δράματα, έναν στόχο είχε: να δείξει ότι, δήθεν, ο ίδιος κινήθηκε εντελώς αυτόνομα, χωρίς συνεννόηση με την κυβέρνηση. Ότι, στην πραγματικότητα, δεν ήταν ο μεσάζων σε μια «εγκληματική συναλλαγή», για την οποία μιλάει σύσσωμη η αντιπολίτευση. «Αναγκάστηκα να πουλήσω στους Γερμανούς, επειδή η κυβέρνηση δεν με ήθελε στον ΟΤΕ», ήταν το μήνυμα του κ. Βγενόπουλου. Και για να κάνει πειστικότερη την υποτιθέμενη «κόντρα» με τον Γ. Αλογοσκούφη, δεν δίστασε να τον «αδειάσει» τουλάχιστον σε τρία βασικά σημεία:
• Η ευθύνη για όσα έγιναν στον ΟΤΕ ανήκει στον κ. Αλογοσκούφη: Αν το Δημόσιο είχε διατηρήσει το 33% των μετοχών, πιθανότατα δεν θα έκανε την επιθετική του κίνηση στον Οργανισμό, τόνισε ο κ. Βγενόπουλος. Όταν έπεσε το ποσοστό του Δημοσίου στο 28%, ο ΟΤΕ ήταν πραγματική επενδυτική ευκαιρία, τόνισε.
• Οι μικρομέτοχοι του ΟΤΕ είναι οι μεγάλοι χαμένοι από τη συμφωνία. Έπρεπε να γίνει δημόσια προσφορά και για τις δικές τους μετοχές, είπε ο κ. Βγενόπουλος και η άποψή του έχει βάρος, προερχόμενη από έναν άριστο γνώστη της χρηματιστηριακής νομοθεσίας.
• Ο μόνος βέβαιος κερδισμένος από τη συμφωνία είναι η MIG, παραδέχθηκε ο κ. Βγενόπουλος, αφήνοντας να εννοηθεί ότι δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ο ΟΤΕ και το Δημόσιο θα ωφεληθούν.
Η απόδειξη της συνεννόησης
Τραβώντας το χαλί κάτω από τα πόδια του κ. Αλογοσκούφη, ο κ. Βγενόπουλος πέτυχε τελικά σε έναν βαθμό να αλλάξει τους όρους της δημόσιας συζήτησης για το ξεπούλημα του ΟΤΕ. Με τους περίτεχνους ελιγμούς του, πέτυχε να ξεχαστεί προς στιγμήν η βασικότερη ένδειξη της άριστης συνεργασίας που είχε στην πραγματικότητα με το υπουργείο Οικονομίας, λειτουργώντας στην πράξη σαν μεσάζων στο ξεπούλημα.
Το ερώτημα που άφησε αναπάντητο -και μάλλον έτσι θα μείνει- είναι απλό: γιατί η Deutsche Telekom να εμφανισθεί ως πρόθυμος αγοραστής του 19,99% των μετοχών του ΟΤΕ, αν δεν είχε εκ των προτέρων συμφωνηθεί στο παρασκήνιο με την κυβέρνηση η εκχώρηση του μάνατζμεντ; Αφού τα ίδια τα στελέχη της Deutsche Telekom έχουν δηλώσει προς τους μετόχους τους ότι χωρίς το μάνατζμεντ συμφωνία δεν θα υπήρχε, πώς είναι δυνατόν να έγιναν οι διαπραγματεύσεις Marfin – Γερμανών ερήμην του υπουργείου Οικονομικών;
Αν, για παράδειγμα, ο κ. Αλογοσκούφης δήλωνε αμέσως μετά την ανακοίνωση της αρχικής συμφωνίας ότι το Δημόσιο δεν πρόκειται να συμφωνήσει στην εκχώρηση του μάνατζμεντ, αλλά μόνο σε μειοψηφική συμμετοχή των Γερμανών στη διοίκηση του ΟΤΕ, θα έδινε ποτέ η γερμανική εταιρεία περισσότερα από 2 δισ. ευρώ για το πακέτο του κ. Βγενόπουλου;
Αν ο κ. Αλογοσκούφης πρόβαλε «βέτο» και δήλωνε ότι σκοπεύει να προασπίσει μέχρι τέλους στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο τον νόμο του για τους περιορισμούς εισόδου σε στρατηγικές επιχειρήσεις, θα αγόραζαν οι Γερμανοί το 19,99% του ΟΤΕ, μόνο και μόνο για να μπουν σε μια μακροχρόνια αντιπαράθεση με το ελληνικό Δημόσιο, με αβέβαιη κατάληξη; Και θα πλήρωναν 26 ευρώ ανά μετοχή μόνο για να… χαρούν αυτήν την περιπέτεια;
Η επιχειρηματολογία και τα παραπειστικά τεχνάσματα του κ. Βγενόπουλου μπορεί προς στιγμή να συσκότισαν την αλήθεια, αλλά δεν είναι αρκετά για την κρύψουν: ο κ. Αλογοσκούφης είχε δώσει το «ΟΚ» για την εκχώρηση του μάνατζμεντ στους Γερμανούς πριν αυτοί μπουν σε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση με τον κ. Βγενόπουλο. Και χωρίς αυτήν την έγκριση η διαπραγμάτευση δεν θα άρχιζε ποτέ, ενώ ο κ. Βγενόπουλος, αντί να χαίρεται σήμερα τα κέρδη του, θα έγραφε ζημίες κάποιων εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, από την πτώση της μετοχής του ΟΤΕ, σε σύγκριση με το κόστος αγοράς τους από τη MIG, που ήταν αρκετά υψηλό.
Πίσω από το πυκνό προπέτασμα καπνού που άφησε στη Βουλή ο κ. Βγενόπουλος, δεν μπορεί να κρυφτεί η αλήθεια: ο ίδιος ήταν ο μεσολαβητής που χρειαζόταν η κυβέρνηση για το ξεπούλημα του ΟΤΕ, ενώ η κυβέρνηση του έδωσε εξαρχής σε αντάλλαγμα το «διαβατήριο» προς μια εξαιρετικά επικερδή συναλλαγή.
Υπεράσπιση με… μπαρούφες για βαρύτατες κατηγορίες
Επίθεση με ασύστολη… μπαρουφολογία, την οποία όμως δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν οι περισσότεροι βουλευτές, εξαπέλυσε ο κ. Βγενόπουλος όταν τέθηκε από τον Χρ. Παπουτσή και τον Γ. Δραγασάκη μπροστά στις ευθύνες του για τις μεγάλες ζημίες του Ταμείου Ξενοδοχοϋπαλλήλων (τουλάχιστον 7 εκατ. ευρώ) από τις πωλήσεις δομημένων από τη Marfin Bank, αλλά και για την οφθαλμοφανή χειραγώγηση της μετοχής της MIG, με αγορές από την ίδια την εταιρεία.
Ο κ. Βγενόπουλος εξαπέλυσε θρασύτατη επίθεση κατά της Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία τιμώρησε τη Marfin Bank με πρόστιμο 140.000 ευρώ για αυτές τις συναλλαγές και απέρριψε ως προφανώς αστήρικτους τους ισχυρισμούς Βγενόπουλου – διοίκησης του Ταμείου ότι δήθεν οι υψηλές προμήθειες δικαιολογούνται επειδή χρεώνονταν σε ετήσια βάση. Δεν δίστασε, μάλιστα, να μιλήσει απαξιωτικά για τον αντιεισαγγελέα Εφετών Γρηγόρη Πεπόνη («υπάρχει κάποιος εισαγγελέας με το όνομα Πεπονής»…), που με ένα εξαιρετικά εμπεριστατωμένο πόρισμα ζήτησε τη δίωξή του για συνέργεια σε απιστία σε βαθμό κακουργήματος. Και έφθασε στο σημείο να πει ότι η σημερινή διοίκηση του ΤΑΞΥ θα πρέπει να παραπεμφθεί για απιστία, επειδή έδωσε πίσω στη Marfin Bank τα τρία υπέροχα δομημένα του Δημοσίου. Παρουσίασε μάλιστα ως δήθεν μεγάλη απόδοση τα 8 εκατ. ευρώ τόκων που έχει λάβει ήδη η Marfin Bank μετά την επαναγορά των τίτλων, επειδή για τα πρώτα χρόνια οι αποδόσεις είναι υψηλές, μέχρι να… αρχίσουν να «φλερτάρουν» με το απόλυτο μηδέν, κατά τη διάρκεια υπολογισμού του κουπονιού τους με σύνθετο τύπο.
Ξέχασε να πει όμως, ότι τα τρία δομημένα σήμερα έχουν απαξιωθεί, χάνοντας το 30-35% της ονομαστικής αξίας τους, όπως φαίνεται από τα ακόλουθα στοιχεία του Bloomberg:
1. Για το ομόλογο με κωδικό XS0224227313 που πούλησε η Marfin στο ΤΑΞΥ, η τιμή στην οποία προσφέρονται να το αγοράσουν (bid price) είναι 67,30 και η τιμή που δίνεται για την πώλησή του είναι 67,80 (με βάση το 100).
2. Αντίστοιχα για το ομόλογο με κωδικό XS0223870907 οι τιμές είναι 65,30 και 65,80, ενώ για το ομόλογο με κωδικό XS0223064139 είναι 72,05 και 72,55. Δηλαδή, σε σχέση με την αξία τους κατά την έκδοση, οι τίτλοι που πουλήθηκαν στο ΤΑΞΥ σήμερα χάνουν περί τα 45 εκατ. ευρώ!
Γεγονός είναι ότι η Marfin Bank πρόσφερε τα τρία δομημένα στο ΤΑΞΥ σε τιμές πολύ υψηλότερες από την ονομαστική αξία, εξασφαλίζοντας προμήθειες αδιανόητα υψηλές για κάθε πολιτισμένη χώρα, γι’ αυτό και ήδη έχουν απολογηθεί ενώπιον της Δικαιοσύνης τα τρία κορυφαία στελέχη του Ταμείου εκείνη την εποχή, ενώ ο κ. Βγενόπουλος προς το παρόν δεν έχει κληθεί.
Στην επισήμανση Παπουτσή για οφθαλμοφανή χειραγώγηση της μετοχής της MIG, με αγορές ιδίων μετοχών ακόμη και υπερδεκαπλάσιες του επιιτρεπόμενου ανώτατου ορίου, ο κ. Βγενόπουλος έδωσε πραγματικό ρεσιτάλ παραπληροφόρησης μπροστά στους αδαείς περί τα χρηματιστηριακά βουλευτές.
Είπε ότι αυτό έγινε στο πλαίσιο «green shoe option», που συνόδευε την αύξηση κεφαλαίου του περασμένου καλοκαιριού, στέλνοντας τους βουλευτές για μάθημα χρηματιστηριακών αγγλικών. Όσοι το έψαξαν κατόπιν… εορτής, θα έμαθαν ίσως ότι το «green shoe option» δεν έχει την παραμικρή σχέση με αγορές ιδίων μετοχών: είναι απλώς το δικαίωμα που δίνεται στον ανάδοχο μιας προσφοράς μετοχών να διαθέσει αργότερα και για μικρή χρονική περίοδο περισσότερες μετοχές στην αγορά, ώστε να σταθεροποιεί την τιμή της μετοχής, που μπορεί να αυξηθεί απότομα λόγω δυσαρμονίας της προσφοράς και της ζήτησης. Η πρακτική αυτή πήρε την ονομασία «green shoe option», επειδή εφαρμόσθηκε πρώτη φορά από την Green Shoe Company.
Το δεύτερο παραπλανητικό επιχείρημα του κ. Βγενόπουλου ήταν ότι δεν έδινε εντολές αγοράς η MIG σε υψηλότερα επίπεδα τιμών, ώστε να θεωρηθεί ότι χειραγωγούσε ανοδικά τη μετοχή της. Όμως, η δημιουργία τεχνητής ζήτησης, ανεξάρτητα από την τιμή αγοράς, λειτουργεί προστατευτικά για την τιμή μιας μετοχής και αποτρέπει μεγαλύτερη υποχώρησή της, δημιουργώντας περιουσιακά οφέλη για τους μετόχους – και αυτό εμπίπτει στον ορισμό της χειραγώγησης, αλλά ξέχασε να το πει ο κ. Βγενόπουλος…
Το τελευταίο και πιο εντυπωσιακό επιχείρημα που επιστράτευσε ήταν ότι άλλες μεγάλες εισηγμένες εταιρείες κάνουν ακόμη χειρότερη χειραγώγηση με αγορές ιδίων μετοχών, δίνοντας εντολές αγοράς ακόμη και σε υψηλότερες τιμές, ακόμη και μετά τη λήξη της συνεδρίασης, στη διάρκεια των πλειστηριασμών που διαμορφώνουν την τελική τιμή. Με το επιχείρημα αυτό, ο κ. Βγενόπουλος εξευτέλισε τον κ. Αλ. Πιλάβιο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, που φαίνεται ότι δεν έχει αντιληφθεί αυτές τις καταχρηστικές πρακτικές. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι ο κ. Πιλάβιος δεν θα έπρεπε να έχει ελέγξει και αυτές τις πρακτικές που περιέγραψε ο κ. Βγενόπουλος, αλλά και τις πρακτικές που ακολούθησε η εταιρεία του, αγοράζοντας μέσα σε έξι μήνες μετοχές αξίας 500 εκατ. ευρώ, ώστε να υποστηρίξει την τιμή τους.
Τέλος, για το θέμα του «χρυσού» ομολογιακού δανείου που είχε συνάψει η Vivartia λίγο πριν εξαγορασθεί από τη MIG, με αποτέλεσμα να αποκομίσουν τρελά κέρδη όσοι είχαν πάρει ομολογίες και τις μετέτρεψαν πολύ γρήγορα σε μετοχές, για να τις πουλήσουν στη συνέχεια στη MIG σε υψηλότερη τιμή, ο κ. Βγενόπουλος φάνηκε αμήχανος, αλλά δεν διέψευσε τις υποψίες κατάχρησης προνομιακής πληροφόρησης από βασικούς μετόχους που γνώριζαν ότι θα επακολουθήσει η εξαγορά. Για το θέμα που είχε αποκαλύψει το «Π» και ερωτήθηκε σχετικά από τον Γ. Δραγασάκη, ο κ. Βγενόπουλος αρκέσθηκε να πει ότι όντως κάποιες τράπεζες και ιδιώτες, που είχαν πάρει ομολογίες, ωφελήθηκαν από την εξαγορά. Κάλεσε μάλιστα την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς να ψάξει ποιοι ωφελήθηκαν, χωρίς να αποκλείσει το ενδεχόμενο να είχαν πάρει ομολογίες οι δύο βασικοί μέτοχοι της Vivartia (Δασκαλόπουλος, Θεοδωρόπουλος), που είχαν γνώση της προνομιακής πληροφορίας.
Ύστερα από όλα αυτά, φαίνεται ότι ο κ. Βγενόπουλος έδωσε αρκετή ελεγκτική δουλειά στον κ. Πιλάβιο. Μόνο που είναι αμφίβολο αν θα θελήσει να τη φέρει σε πέρας ο πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, ο οποίος δεν φημίζεται για την αυστηρότητά του στην εξέταση παραβάσεων από «μεγάλα ψάρια» της αγοράς….
Ωραίος, πλούσιος και… αφορολόγητος!
Ως πρύτανης της… φοροαποφυγής ανάμεσα σε όλους τους Έλληνες μάνατζερ αναδεικνύεται ο Ανδρέας Βγενόπουλος, πίνοντας σαμπάνια στο όνομα του κ. Γιώργου Αλογοσκούφη, που επιμένει να αφήνει σε φορολογικό απυρόβλητο αυτήν την κατηγορία υπέρογκων αμοιβών.
Ένας μισθωτός των 15.000 ευρώ ετησίως, ο κηπουρός ενδεχομένως του κ. Βγενόπουλου, πληρώνει στην εφορία πολύ περισσότερα από όσα πληρώνει ο Mr MIG ως φόρο εισοδήματος από τις αμοιβές του για τη διοίκηση του «μεγαλύτερου ελληνικού επιχειρηματικού ομίλου», όπως αυτοδιαφημίζεται η Marfin Investment Group. Το «Π» είχε επισημάνει την προηγούμενη εβδομάδα ότι ο κ. Βγενόπουλος λαμβάνει περισσότερες αμοιβές από τη δικηγορική του δραστηριότητα, μέσω του γραφείου Βγενόπουλος και Συνεργάτες που διευθύνει, παρά από την πλήρη απασχόλησή του ως μάνατζερ ενός ομίλου με 52.000 εργαζομένους! Όπως ορθά παρατήρησε ο βουλευτής του ΣΥΝ Γιάννης Δραγασάκης στη συζήτηση με τον κ. Βγενόπουλο στη Βουλή την περασμένη Τρίτη, ο αντιπρόεδρος της MIG λαμβάνει ως ετήσια αποζημίωση για την εργασία του το συμβολικό ποσό των 6.000 ευρώ, που είναι 50% χαμηλότερο από το αφορολόγητο όριο. Βέβαια, αυτή είναι μόνο η «φτωχική» όψη του νομίσματος, την οποία βλέπει μόνο η… τυφλή ελληνική εφορία. Γιατί ο κ. Βγενόπουλος έχει δημιουργήσει ένα «εικονικό νομισματοκοπείο» μέσω του ομίλου του: η MIG, αλλά και οι περισσότερες από τις εισηγμένες εταιρείες που βρίσκονται στην ομπρέλα της (ενδεικτικά: Marfin Popular Bank, Marfin Εγνατία Bank, Vivartia) διανέμουν κάθε χρόνο στην ελίτ των στελεχών τους μετοχές τεράστιας αξίας. Τα κεφαλαιακά κέρδη από την πώληση αυτών των μετοχών είναι αφορολόγητα, αν εξαιρεθεί ο αστείος φόρος χρηματιστηριακών συναλλαγών του 0,15%.
Πάντως, μετά την αύξηση κεφαλαίου των 5,2 δισ. ευρώ, ο κ. Βγενόπουλος φαίνεται ότι αποφάσισε να δείξει στους μετόχους του ότι δεν θέλει προκλητικές αμοιβές μέσω δικαιωμάτων αγοράς μετοχών, που διατίθενται σε τιμές χαμηλότερες από τις τρέχουσες. Έτσι, το νέο πρόγραμμα προβλέπει ότι θα μοιρασθούν 80 εκατ. μετοχές της MIG στα στελέχη, μόνο όταν η τιμή ανεβεί από τα περίπου 6 ευρώ σήμερα σε επίπεδα άνω των 10 ευρώ. Δηλαδή, αν για παράδειγμα η τιμή της μετοχής ανεβεί στα 11 ευρώ, ο κ. Βγενόπουλος και οι άνθρωποί του θα έχουν δικαίωμα να πληρώσουν 800 εκατ. ευρώ, για μετοχές αξίας 880 εκατ. ευρώ, εξασφαλίζοντας υπεραξία 80 εκατ. ευρώ. Αν καταφέρουν να τριπλασιάσουν την τιμή της μετοχής, στα 18 ευρώ, θα πληρώσουν 800 εκατ. ευρώ, για μετοχές αξίας 1,44 δισ. ευρώ, δηλαδή η υπεραξία θα φθάσει τα 640 εκατ. ευρώ, που θα είναι αφορολόγητα, αν στο μεταξύ ο κ. Αλογοσκούφης εξακολουθήσει να κυνηγάει φορολογικά μόνο «μικρά ψάρια» αφήνοντας τους «καρχαρίες» ανενόχλητους. Στην πραγματικότητα δηλαδή, όταν ο κ. Βγενόπουλος λέει την αγαπημένη του φράση «εργάζομαι για τους μετόχους μου», εννοεί ότι εργάζεται (και) για τον εαυτό του, αφού ο ίδιος έχει να κερδίσει πολλά από μια άνοδο της μετοχής της MIG. Το ίδιο κάνουν, βέβαια, και οι περισσότεροι τραπεζίτες και μάνατζερ, αξιοποιώντας το φορολογικό «παράθυρο» των προγραμμάτων διανομής μετοχών: το 2007 αυτές οι αμοιβές ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο ρεκόρ, καθώς η αξία των stock options συνολικά εκτιμάται ότι ξεπέρασε το 1 δισ. ευρώ.
Χαμένοι ως τώρα οι μέτοχοι…
Προς το παρόν, πάντως, οι μέτοχοί του δεν έχουν δει «άσπρη μέρα» από την εποχή που ιδρύθηκε η Marfin μέχρι σήμερα. Οι παλαιότεροι θυμούνται την εποχή της κατάρρευσης του χρηματιστηρίου, όταν ο κ. Βγενόπουλος δήλωνε με στόμφο ότι πιστεύει στις προοπτικές του ΧΑ και αγοράζει, με αποτέλεσμα να εξανεμισθούν αρκετά κεφάλαια των μετόχων του και να χρειασθούν αλλεπάλληλες εξαγορές, συγχωνεύσεις και άλλες εταιρικές ανακατατάξεις μέχρι να φθάσει στο σημερινό μόρφωμα της MIG.
Ούτε, όμως, αυτήν τη φορά έχει καταφέρει να δικαιώσει τους μετόχους του. Οι νέες μετοχές της MIG αγοράσθηκαν το περασμένο καλοκαίρι έναντι 6,7 ευρώ και έφθασαν να πέσουν έως και στα 3,70 ευρώ, πριν ανακάμψουν για να πλησιάσει πάλι η τιμή τα 6 ευρώ. Ο κ. Βγενόπουλος μπορεί να έχει εξασφαλίσει μεγάλη δημοσιότητα με τις κινήσεις του, αλλά επιχειρηματικά δεν είναι βέβαιο ότι αποδίδουν τα αναμενόμενα: ακόμη και από τις μετοχές του ΟΤΕ, που τελικά αποδείχθηκαν «χρυσές» για τη MIG, έφθασε να χάνει 500 εκατ. ευρώ, πριν βρει τους γερμανούς αγοραστές για να τις πουλήσει πανάκριβα, χάρη στην απόφαση Αλογοσκούφη να παραχωρήσει το μάνατζμεντ.
Κατά τα άλλα, στον όμιλό του έχει καταφέρει να αθροίσει μεγάλες μεν ελληνικές εταιρείες, όπως η Vivartia και η Blue Star Ferries, οι οποίες όμως δραστηριοποιούνται σε κλάδους όπου χρειάζεται ιδρώτας και για το τελευταίο ευρώ κέρδους. Έτσι, ακόμη και μετά την πολυδιαφημισμένη συμφωνία για τον ΟΤΕ, ο κ. Βγενόπουλος πρέπει ήδη να έχει αρχίσει να αναζητεί το επόμενο «χτύπημά» του, με μια ακόμη μεγάλη εξαγορά, αφού η σημερινή διάρθρωση του ομίλου του είναι σχεδόν αδύνατο να φέρει στους μετόχους του τις αποδόσεις που έχει υποσχεθεί – τουλάχιστον 20% ετησίως. Οι περισσότεροι περιμένουν το επόμενο «χτύπημά» του στον τραπεζικό κλάδο, το μόνο ίσως που μπορεί να εξασφαλίσει με σχετική ασφάλεια υψηλές αποδόσεις. Ο ίδιος διαψεύδει ότι θα προχωρήσει σε εξαγορά ελληνικής ή κυπριακής τράπεζας, αλλά οι περισσότεροι στην αγορά περιμένουν ότι θα κάνει τη μεγάλη κίνηση προς την κατεύθυνση της Alpha Bank…