Η συνάντηση νεοσταλινισμού και νεοφιλελευθερισμού

Η νέα «αναταραχή» που προέκυψε με την «ευκαιρία» των εκλογών για τις νέες πρυτανικές αρχές σε ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, και ιδίως ο τρόπος με τον οποίο επιχειρείται να προσεγγισθούν θεμελιώδη διλήμματα (πραγματικά ή κατασκευασμένα) τόσο από πλευράς του υπουργείου Παιδείας όσο και ορισμένων φοιτητικών / κομματικών παρατάξεων, αποκαλύπτουν τον πραγματικό κοινωνικοπολιτικό χαρακτήρα της παρατεταμένης κρίσης στην εκπαίδευση.

Τα διλήμματα αυτά είναι γνωστά: «όλα ή τίποτα», «καθολική άρνηση ή αποδοχή», «ισοτιμία ή ανταγωνιστικού τύπου σπουδές», «μαζικό ή ελιτίστικο πανεπιστήμιο», τεχνοκρατισμός ή κοινωνικοεπιστημονική γνώση», «αυτονομία του πανεπιστημίου ή σχέσεις εξάρτησης»… Σʼ αυτήν τη μεγάλη σειρά διλημμάτων προστέθηκε τώρα και το –«δημοκρατικά ανορθολογικό»– διάζευγμα: «καθολική ψηφοφορία ή αντιπροσώπευση πολιτικο-φοιτητικών ελίτ»…

Η κρίση στην εκπαίδευση παράγεται και αναπαράγεται τόσο από ενδογενείς όσο και από εξωγενείς παράγοντες. Στο εσωτερικό της εκπαίδευσης εκτεταμένες «πελατειακές» σχέσεις, συναλλαγές και συμβιβασμοί, σε συνδυασμό με την έλλειψη ελέγχου της ποιότητας του επιστημονικού έργου, έχουν «αναθέσει» στον «πατριωτισμό» μιας μειοψηφίας μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας την τήρηση των κανόνων και των αξιακών περιεχομένων της εκπαιδευτικής διαδικασίας.

Σʼ αυτό το αποδυναμωμένο εσωτερικό πεδίο εισβάλλουν τα εξωγενή συμφέροντα και οι πιέσεις (από την αγορά, τον ανταγωνισμό, τις πολιτικές εξουσίες) και διαμορφώνουν το σημερινό συνολικό αδιέξοδο.

Κι όμως, παρά το αδιέξοδο αυτό, μπορούμε να συνδέσουμε τις προοδευτικές πολιτικές λύσεις με τις προοδευτικές επιστημονικές λύσεις.

Όπως εύστοχα επισημαίνει ο Pierre Bourdieu: «… δεν αρκεί να θέτουμε ως στόχο μας τον πραγματικό εκδημοκρατισμό της εκπαίδευσης. Όταν απουσιάζει μια ορθολογική παιδαγωγική, που θα ενεργοποιούσε τα πάντα για να εξουδετερώσει μεθοδικά και συνεχώς, από το νηπιαγωγείο ως το πανεπιστήμιο, τη δράση των κοινωνικών παραγόντων της πολιτισμικής ανισότητας, η πολιτική βούληση να δοθούν σε όλους ίσες ευκαιρίες ως προς την εκπαίδευση, δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα με τις πραγματικές ανισότητες, ακόμα κι όταν οπλίζεται με όλα τα θεσμικά και οικονομικά μέσα». (P. Bourdieu – J.-Cl. Passeron: «Οι κληρονόμοι», εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1996, σελ. 150).

Πέρα λοιπόν από τον ανεύθυνο βολονταρισμό, που εκφράζεται μέσα από τον «νεοσταλινικό ακτιβισμό» των «επαναστατικών ομάδων» ή τον ισοπεδωτικό μηδενισμό που οδηγεί σε μια «βολική» παραίτηση από κάθε δράση, θα πρέπει να αναπτυχθεί μια ορθολογική / δημιουργική δυναμική με σαφείς στόχους και στρατηγική.

Η πιο κρίσιμη, όμως, παράμετρος της απαξίωσης και αποδυνάμωσης της εκπαίδευσης οφείλεται στο γεγονός ότι όλοι βολεύονται και ότι κανένας από τους ενδογενείς ή εξωγενείς παράγοντες δεν χάνει… Ο μόνος χαμένος είναι η ίδια η κοινωνία, η επιστημονική γνώση, οι νέες γενιές που αποφοιτούν «όπως όπως», με μόνο στόχο την εύρεση εργασίας…

Το υπουργείο Παιδείας πιέζει και εκβιάζει ένα αποδυναμωμένο (λειτουργικά, αξιακά, ηθικά) πανεπιστήμιο… Κανένας δεν ενδιαφέρεται για το επίπεδο σπουδών και τις (κατʼ ελάχιστον απαραίτητες) εβδομάδες διδασκαλίας, αφού οι καταλήψεις συνιστούν ένα επαναλαμβανόμενο επετειακό φαινόμενο που ενσωματώνεται, συν τω χρόνω, στην «κανονική» διάρκεια των σπουδών.

Οι «επαναστατικές» φοιτητικές ομάδες, έχοντας αναγορεύσει τη βία ως νόμιμο μηχανισμό προώθησης των ιδεών και των στόχων τους, έχουν επιβάλει στην πράξη την κυριαρχία τους. Πρυτάνεις και πρόεδροι σχολών και τμημάτων «τρέμουν» μπροστά τους και υποτάσσονται για να γλιτώσουν τα χειρότερα… τα οποία αναλαμβάνει, ως γνωστόν, ο «εφεδρικός στρατός των Εξαρχείων». Τα όσα συνέβησαν στο Αριστοτέλειο είναι απλώς ενδεικτικά…

Ουδείς αναλαμβάνει το κόστος. Το δημόσιο πανεπιστήμιο βάλλεται, αποδυναμώνεται εκ των έσω και πλήττεται από τους πολιτικούς και οικονομικούς μηχανισμούς εξωγενώς…

Ο πολιτικοϊδεολογικός αριστερισμός της ηγεσίας της (ραγδαίως αποδυναμούμενης) ΠΟΣΔΕΠ συναντιέται και βαδίζει «χέρι χέρι» με τη νεοφιλελεύθερη ιδιωτικοποίηση των πανεπιστημίων που προωθεί ο (απειλών μάλιστα με σοκ και δέος) υπουργός Παιδείας… Και «στη μέση», ο θεσμός της εκπαίδευσης, που έχει εγκαταλειφθεί από τα δύο κύρια δυναμικά του «ερείσματα», τους φορείς των εκπαιδευτικών και το ίδιο το φοιτητικό κίνημα, να αλέθεται από τις μυλόπετρες της ανευθυνότητας και των μηχανισμών της αγοράς…

Τα πενήντα τελευταία χρόνια το δημόσιο πανεπιστήμιο υπήρξε ίσως ο κυριότερος θεσμός κοινωνικής αναπαραγωγής που οδήγησε μια χώρα και μια διαιρεμένη κοινωνία, οι οποίες βγήκαν καθημαγμένες από έναν παγκόσμιο και έναν εμφύλιο πόλεμο, σε ριζικούς μετασχηματισμούς για μια αξιοπρεπή παρουσία στις ευρωπαϊκές εξελίξεις. Ο θεσμός της ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης υπήρξε ο κύριος μηχανισμός κοινωνικής και επιστημονικής αναβάθμισης όλα αυτά τα χρόνια.

Το πανεπιστήμιο των «ελίτ» εξελίχθηκε στο μαζικό πανεπιστήμιο που άμβλυνε τις ταξικές αντιθέσεις μέχρις ότου, από τη δεκαετία του 1990, η νεοφιλελεύθερη επιλογή όξυνε τον ανταγωνισμό, ιδιωτικοποίησε –άμεσα και έμμεσα– την εκπαίδευση, και τελικά οδηγεί σήμερα στην εργαλειοποίηση της γνώσης, στην απουσία κριτικής επιστημονικής σκέψης, αναγνωρίζοντας την εκπαίδευση ως ατομική – ιδιωτική επιλογή και όχι ως κοινωνικό αγαθό.

Υπάρχει, ίσως ακόμα, χρόνος για να αντιστραφεί αυτή η δεσπόζουσα τάση. Βασική προϋπόθεση είναι όμως η συνειδητοποίηση της πραγματικότητας, η εγκατάλειψη της μοιρολατρίας και της παθητικής στάσης, η απογύμνωση μιας κενής «αριστερίστικης» ρητορείας, που στην καλύτερη των περιπτώσεων λειτουργεί ως «παρηγορία ψυχής», θρησκευτικού περιεχομένου. Απαιτείται αίσθηση των ιστορικοκοινωνικών όρων του σήμερα και συνείδηση των αξιών που τίθενται σε άμεσο κίνδυνο.


Σχολιάστε εδώ