Αλλού είναι τα προβλήματα του Πατριαρχείου,στην έδρα σας και όχι στην Ελλάδα, κύριε Βαρθολομαίε

Δηλαδή, έχουμε όλη την εκείθεν αλήθεια απόλυτα γυμνή. Αυτό είναι το όλως νέο στην όλη υπόθεση. Ο ασθενών Αρχιεπίσκοπος και η συνοδεία του, άρον άρον μεταβάντες, αιφνιδιάσθησαν. Πιάστηκαν αδιάβαστοι. Το σκηνικό θυμίζει δύο παρεμφερή ιστορικά γεγονότα: Τη Φεράρα – Φλωρεντία και την Κανόσσα. Στην πρώτη περίπτωση οι Βυζαντινοί υπέγραψαν την ένωση Ορθοδοξίας και Παπισμού, κατά τις βουλές του Πάπα και Πατριάρχη τής Δύσεως. Στη δεύτερη, ο Ερρίκος ο Δ’ γονυπετής ζήτησε συγχώρεση από τον Πάπα. Την έλαβε τελικά, ασπασθείς, κατά μία εκδοχή, το δεξί πόδι του Πάπα.

Εξειδικεύουμε εδώ τον λόγο στο «Πρακτικόν συμφωνίας κατά τας διμερείς συμφωνίας εις τα πλαίσια της ειρηνικής επισκέψεως». Εκπλήσσει η σύνθεση των δύο επιτροπών. Το Φανάρι παρέταξε ό,τι καλύτερο διέθετε από άποψη ειδικών. Η Αθήνα έπρεπε, όμως, μόνο δι’ εκείνης της αντιπροσωπείας να μεταβεί ώστε να δώσει γη και ύδωρ. Προσωπικά, πίστευα ότι ο εις διαδοχή μας ειδικός επιστημονικός σύμβουλος της Ιεράς Συνόδου, επευλογίας Ιερωνύμου, σεβαστός και ειδικός καθηγητής επί ιστορικοκανονικών ζητημάτων, ο κ. Φειδάς, θα ήτο παρών. Ούτε αυτός, όμως, χρειαζόταν. Οι σεβαστοί Πατέρες και φίλοι μας Αρχιερείς προσήλθαν για «ειρηνική επίσκεψη», αφοπλισθέντες, όμως, επέστρεψαν, χωρίς να το καταλάβουν, χειροπόδαρα δεμένοι. Και θέλουν τώρα μαζί τους να συμπράξουν η Ιεραρχία και η κυβέρνηση. Αφού όλα των σχέσεων των δύο Εκκλησιών από το 1928 μέχρι σήμερα είναι συμφωνία τριών μερών. Το Πανελλήνιο, η Ιεραρχία και ο κλήρος της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο πιστός λαός και η κυβέρνηση έμειναν άναυδοι. Το απέδειξαν τα επακολουθήσαντα gallop. Και ερχόμαστε στη συμφωνία – αιτήματα του Φαναρίου προς την Ελλάδα.

1) Αλλαγή νομοθετική του Καταστατικού Χάρτου και συμμόρφωσή του προς την ΠΣΠ του 1928. Η ΠΣΠ, ρυθμιστής και υπεράνω του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ιερό κείμενο – συμφωνία, βλέπετε. Τι είναι ο Καταστατικός Χάρτης; Ένα ευτελές νομοκανονικό κείμενο, που μπορεί ανά πάσα στιγμή να το αλλάζουμε σαν τα πουκάμισά μας. Όσον αφορά δε στο άλλο κείμενο, το καημένο κανονικό κείμενο, η «ομοία» και «επίσημη» Συνοδική Πράξη των Αθηνών του Νοεμβρίου 1928 περί αποδοχής της ΠΣΠ, όπου προσδιορίζονται τα όρια ορίων της ΠΣΠ για να μην υπάρχει διττή, δυαρχική Ιεραρχία, αλλά μόνο μία «Ηνωμένη Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος», είναι αφορισμένο κείμενο εις το πυρ το εξώτερον, με όλη την επακολουθήσασα εσωτερικής διαπραγματεύσεως αλληλογραφία. Μόνο με την ΠΣΠ θα μπορούσε ο Παναγιώτατος Πατριάρχης μας τόσο συνειδητά και προσβλητικά να κάμει τη διχαστική και δυαρχική διατύπωση «περί της εν Ελλάδι διττής Ιεραρχίας, της Αυτοκεφάλου διοίκησεως και των επαρχιών του Πατριαρχικού ημών Θρόνου». Και πότε, μάλιστα, η διατύπωση αυτή; Μετά τη Θεία Κοινωνία, όπου δηλώνεται η «ενότης της πίστεως και η κοινωνία του Αγ. Πνεύματος». Εκεί, ο λόγος περί ενωτικής «διττότητος», δηλαδή «διχαστικότητος», «διχοτομικότητος», «δυαρχικότητος» και «διαιρετικότητος». Έτσι, ανακαλούμε στη μνήμη μας το «διαίρει και βασίλευε» και «κατευωδού». Ποιος φαεινός νους υπέβαλε στον Παναγιώτατο την επάρατη και άκρως αντικανονική αυτή ρήση της διττής Ιεραρχίας;

2) Συναφώς προστίθεται και δεύτερος υποόρος: «Μέχρι της ολοκληρώσεως της ως άνω διαδικασίας θα τηρώνται όλοι οι όροι της Πατριαρχικής Πράξεως». Δηλαδή, κηρύσσεται επισήμως, διά πατριαρχικών χειλέων, ο πόλεμος εναντίον της αρμονίας κανονικής και εννόμου τάξεως στην Ελλάδα, εναντίον του υφισταμένου, κατόπιν πολυχρονίων μόχθων, καθεστώτος σχέσεων Εκκλησίας και Κράτους στην Ελλάδα. Το ΣτΕ; Μα, τι λέτε; Εμείς είμαστε υπεράνω των νόμων εν Ελλάδι, άσχετα αν είμαστε εκτός νόμου στην Τουρκία. Εντούτοις, αλληλογραφούμε και με το ΣτΕ, όταν το επιβάλλουν το κύρος και το γόητρο της Μητρός Εκκλησίας. Και η Ιεραρχία, η κυβέρνηση, το ΥΠΕΠΘ, τι θα κάμουν; Θα πορευτούν ad Canossam ή θα επαναλάβουν τη φράση του Ότο Μπίσμαρκ «δεν θα μεταβώμεν, πλέον, εις την Κανόσσαν»! Ο ΚΧ δεν χρήζει τροποποιήσεων, πολύ περισσότερο επειδή το ζητά το Φανάρι από της Επικρατείας στην οποία είναι η έδρα του. Είναι το μόνο κείμενο στην Ελλάδα τόσο καλά προειργασμένο και μελετημένο νομικά (γιατί πρωτίστως είναι και κανονικό κείμενο), που από το 1977 μέχρι σήμερα λειτουργεί άψογα. Υπ’ όψιν της Ιεραρχίας και της κυβερνήσεως το γεγονός ότι σχέδια 3 του εν ισχύι ΚΧ απεστάλησαν τότε στο Φανάρι (1974, 1975, 1976), το οποίο διαπίστωσε ότι όλες οι προνομίες της ΠΣΠ εισήλθαν στον ΚΧ, αλλά στα πλαίσια της εννόμου τάξεως της χώρας που εξορκίζει τώρα το Φανάρι. Υπάρχουν τρία πατριαρχικά γράμματα σχετικά στα αρχεία της Ιεράς Συνόδου γι’ αυτό, που είναι και δημοσιευμένα. Επομένως, τι νέο να γίνει; Το ίδιο αίτημα απηύθυνε ο Πατριάρχης και στον αείμνηστο Χριστόδουλο, αλλά αυτός το απέρριψε. Ήξερε, φαίνεται, κάτι περισσότερο. Και όταν η Ιεραρχία του Μαΐου 2004, μετά την πατριαρχική επάρατη ακοινωνησία Χριστοδούλου, επανήλθε στο θέμα, ο Αρχιεπίσκοπος στην εισήγησή του επανέλαβε ότι όλα της Πράξεως ισχύουν, αλλά στα πλαίσια της νομιμότητος. Υπάρχει και σχετική ιδία δήλωση επ’ αυτού από την τότε ΥΠΕΠΘ Μαριέττα Γιαννάκου, από τις Βρυξέλλες μάλιστα, όπου βρισκόταν την ημέρα εκείνη. Και δικαιώθηκε ο Χριστόδουλος με την απόφαση του Φεβρουαρίου 2008 του ΣτΕ, το οποίο ακύρωσε στην πράξη τις αποφάσεις τής υπό δυσμενείς συνθήκες συνελθούσης Ιεραρχίας εκείνης. Δι’ όσα έπραξε ο Χριστόδουλος κανονικά και νόμιμα τότε με τη διενέργεια των εκλογών της Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης ετέθη σε ακοινωνησία από τον Πατριάρχη προσωπικώς. Ήταν μια ακοινωνησία – τιμωρία, εις το βάθος, κατά της εννόμου τάξεως της Ελλάδος.

3) Και κάτι τρίτο στο ανακοινωθέν: «Διά παν νομοθέτημα αφορών εις τα εν Ελλάδι εκκλησιαστικά πράγματα, όταν τούτο άπτεται των σχέσεων των δύο Εκκλησιών, κατά την κρίσιν αυτών» θα πρέπει το Φανάρι να το γνωρίζει και να το προεγκρίνει. Τούτο σημαίνει μετοχή του Φαναρίου στη συν-εκτελεστική και συν-νομοθετική εξουσία. Και φυσικά, άνευ όρων, «κατά την κρίσιν αυτών». Κράτος εν κράτει, Εκκλησία εντός άλλης Εκκλησίας.

Περαιτέρω, ο β’ όρος ομιλεί για τις αποσπάσεις, από την Εκκλησία της Ελλάδος, κληρικών στις Μητροπόλεις του Πατριαρχείου στο εξωτερικό. Δίκαιο το αίτημα, αλλά παραβιάζει ανοικτές θύρες. Η Εκκλησία της Ελλάδος συντρέχει στις «χρείες» της Μητρός Εκκλησίας, αλλ’ όχι δι’ αποσπάσεων επ’ άπειρον, επί δεκαετίες, ιδίων προσώπων εν αγνοία της Εκκλησίας της Ελλάδος. Επί Χριστοδούλου επήλθε συμφωνία και τάξη. Επί έξι χρόνια, το πολύ, οι αποσπάσεις για να χρησιμοποιούνται και άλλοι. Αυτά είναι χρήματα όλων ημών των φορολογουμένων ελλήνων πολιτών. Χρήση ναι. Όχι, όμως, κατάχρηση του μέτρου των αποσπάσεων.

Ο γ’ όρος περί του Γραφείου της Ελλάδος στις Βρυξέλλες. Πράγματι, υπάρχει «αδήριτος ανάγκη ενιαίας εκφράσεως της φωνής της Ορθοδοξίας παρά τη Ευρωπαϊκή Ενώσει». Σε ποια, όμως, θέματα; Ασφαλώς, γενικών γραμμών και κατευθύνσεων κοινής φωνής συμπάσης της Ορθοδοξίας, όπου το Οικουμενικό Πατριαρχείο πρέπει να ενεργεί συντονιστικά. Όμως, οι επιμέρους ανάγκες των τοπικών Εκκλησιών ανήκουν στην ευθύνη των ιδίων. Υπό τις προϋποθέσεις αυτές συστήθηκε το Γραφείο της Εκκλησίας της Ελλάδος στις Βρυξέλλες με συνεννόηση των δύο Εκκλησιών. Και εις αντάλλαγμα, ιδρύθηκε το Πατριαρχικό Γραφείο των Αθηνών. Εμείς, προηγούμενα, αρθρογραφήσαμε στην εφημερίδα «Καθημερινή» για την ανάγκη υπάρξεως Πατριαρχικού Γραφείου στην Αθήνα. Τότε ο αείμνηστος Σεραφείμ το ηρνείτο. Επαναλαμβάνουμε την άποψή μας ότι δικαιούται το Πατριαρχείο Γραφείο στην Αθήνα, φυσικά με κανονικούς όρους και όχι για την υπονόμευση της κυριάρχου Εκκλησίας στην Αθήνα. Υπ’ αυτές τις προϋποθέσεις, προεκτείνουμε τη σκέψη μας και λέμε ότι και άλλες τοπικές Εκκλησίες, που θα επιθυμούσαν Γραφείο στην Αθήνα, να το έχουν. Η Αθήνα, ως έδρα του κράτους και της Εκκλησίας της Ελλάδος, είναι προβεβλημένο όχι μόνο πολιτικό αλλά και εκκλησιαστικό κέντρο διεθνώς και διορθοδόξως. Και κάτι περισσότερο. Θα μπορούσε να γίνει και επ’ αμοιβαιότητι. Π.χ. στην Κωνσταντινούπολη θα μπορούσε να υπάρχει Γραφείο της Εκκλησίας της Ελλάδος, όπως στη Χάλκη η Εξαρχία του Παναγίου Τάφου, για άμεση συνεργασία επί τόπου, ή στη Μόσχα, ή στο Βουκουρέστι, ή στη Σόφια κ.ο.κ.

Κατακλείοντες, επαναλαμβάνουμε το για πολλοστή φορά λεχθέν ότι τα προβλήματα του Πατριαρχείου δεν είναι στην Ελλάδα, αλλά είναι στην έδρα του. Εκεί χρειάζεται η επικέντρωση των ενδιαφερόντων, και των εντεύθεν και των εκείθεν, των ΗΠΑ και της ΕΕ. Εάν η ρίζα του Ορθοδόξου Γένους δεν αρδευθεί στη φυσική του έδρα, in citu, και σιγά σιγά ξηραθεί, τι να τα κάνουμε τα ξηραμένα κλαδιά; Και αυτά είναι: νομική προσωπικότητα, περιουσία, οικουμενικότητα, Σχολή Χάλκης, εκλογή Πατριάρχου άνευ αναμίξεως της Πολιτείας για την έγκριση του καταλόγου υποψηφίων, αφού πολλές φορές έχουν διαγραφεί αξιολογότατοι υποψήφιοι, και επάνδρωση του Πατριαρχείου, των Ναών και Ιδρυμάτων του από τις επαρχίες του Θρόνου στην Ευρώπη, στην Αμερική, στην Αυστραλία και από την Ελλάδα, με κληρικούς που αυτόματα θα παίρνουν την τουρκική υπηκοότητα, όπως γίνεται στα ευνομούμενα ευρωπαϊκά και άλλα κράτη.

Τις ευρωπαϊκές νεο-οθωμανικού τύπου αντιλήψεις σεβαστών συναδέλφων και Ιεραρχών του Φαναρίου για ανάγκη αποδυναμώσεως της κρατικής εθνικής νοοτροπίας, με το πρόσχημα, τάχα, του εθνοφυλετισμού, υπέρ μιας οικουμενικής, ευρωπαϊκού τύπου, νοοτροπίας, όπου σε πνευματικό επίπεδο θα ενδυναμωθεί το ευρωπαϊκό κύρος του Πατριαρχείου για να διαδραματίζει ρόλο ανάλογο, εμείς, τόγενυν, ρίχνουμε στον κάλαθο των πνευματικών αχρήστων, «των οικειών ημών – της Πατρίδος – εμπρησθησομένων». Μακεδονία, Ήπειρος, Θράκη, Δωδεκάνησα, Νησιά του Αιγαίου (όπου εντοπίζονται και τα μήλα της εκκλησιαστικής έριδος), όλες αυτές οι ακρώρειες της ελληνικής επικράτειας δέχονται παντοιότροπες διεμβολές και «ημείς άδωμεν» και ερίζουμε περί δίκαια, περί όρους και περί γόητρα. Απαιτείται βούληση για κανονικότερες προσεγγίσεις της πνευματικής ενότητας της Επικράτειας με τη συνεργασία των τριών αμέσων παραγόντων: Πολιτείας, Εκκλησίας της Ελλάδος, Οικουμενικού Πατριαρχείου. Στο επόμενο (Β’ άρθρο): «Διατυπώσεις των επισήμων Πατριαρχικών κειμένων ενώπιον του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερωνύμου προς κρίση και εκτίμηση».


Σχολιάστε εδώ