ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΜΙΑΣ ΙΔΙΟΤΥΠΗΣ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑΣ
Αν κάτι βαρύνει την κυβέρνηση αναφορικά με το ακατάλληλο ηλιέλαιο, τα παράγωγά του και τις τροφές που είναι εμβαπτισμένες σε αυτό, είναι αφενός ή αργοπορία στην ενημέρωση του κόσμου και αφετέρου στη δράση αντιμετώπισης του προβλήματος. Σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες όπου εμφανίστηκε το πρόβλημα όλα αντιμετωπίστηκαν μέσα σε μια βδομάδα (το πολύ), στην Ελλάδα η υπόθεση τραβάει σε μάκρος, κάτι που δημιουργεί ανασφάλεια στον πολίτη, ενώ αφήνει και έδαφος για την ανάπτυξη «κουτσομπολιού» γύρω από τις ικανότητες της κυβέρνησης στον χειρισμό των κρίσεων. Όταν οι κρίσεις αυτές αφορούν στη δημόσια υγεία και την καθημερινότητα των πολιτών, όταν έχουν ταυτότητα που αγκαλιάζει το σύνολο του πληθυσμού, τότε αυτομάτως κάθε κυβέρνηση βρίσκεται απέναντι από την κοινωνία και το μέγα ζητούμενο είναι πώς θα πάει (και θα παραμείνει) δίπλα της. Να μη φαίνεται δηλαδή, να μην καταγράφεται η κυβέρνηση ως κάτι ξεχωριστό, ως ξένο σώμα από την ευρύτερη κοινωνία, αλλά να φαίνεται και να είναι κομμάτι της και θύμα του ίδιου προβλήματος, της ίδιας κρίσης. Ότι δεν είναι αυτή προστατευμένη και η κοινωνία εκτεθειμένη στους κινδύνους του μολυσμένου ηλιέλαιου (στην προκειμένη περίπτωση) και επίσης ότι έχει την ικανότητα και την επάρκεια να χειριστεί κρίσεις σαν κι αυτή, προκειμένου να προφυλάξει τη δημόσια υγεία του απροστάτευτου, είναι αλήθεια, πολίτη-καταναλωτή.
Δεν είναι η ευφυέστερη των κινήσεων η επίδειξη άνεσης του υπουργού Ανάπτυξης Χρήστου Φώλια (επιτυχημένου κατά τα άλλα και ικανού ανθρώπου) να δηλώνει (θέλοντας προφανώς να υποβαθμίσει το πρόβλημα) ότι δεν έχει πρόβλημα να φάει πολύ ηλιέλαιο: Μετά από όσα αποκαλύφθηκαν ο μέσος πολίτης έχει πρόβλημα, ακόμα κι αν οι επόμενες παρτίδες του ηλιέλαιου είναι καθαρές και δεν περιέχουν ορυκτέλαιο και ένα σωρό άλλες ουσίες. Την ώρα που ο πολίτης μαθαίνει πως είναι επικίνδυνα για τη δημόσια (άρα και για τη δική του) υγεία πολλά από όσα καταναλώνει, την ώρα που βλέπει πως «τα μεζεδάκια» των παιδιών του είναι μαγειρεμένα σε ηλιέλαιο και παράγωγα, αυτό που περιμένει είναι προστασία από το κράτος και σοβαρή -με την έννοια και της αποτελεσματικότητας- αντιμετώπιση. Περιμένει να μάθει πόσες χιλιάδες τόνοι ακατάλληλου ηλιέλαιου εισήχθησαν στην αγορά, πόσοι κυκλοφορούν ακόμα, αλλά και πόσοι μεταφέρονται (με τι μέσα, που και σε ποιους προορισμούς) και φυσικά τι κάνει το κράτος για την καταστροφή και απομάκρυνσή τους.
Στη Γαλλία και την Ισπανία δεν χρειάστηκαν πάνω από μια βδομάδα για να εντοπίσουν το ακατάλληλο λάδι, να το απομακρύνουν και να ενημερώσουν τους πολίτες για το τι συμβαίνει και πώς πρέπει να χειριστούν οι ίδιοι το ζήτημα. Εδώ γιατί να σέρνεται η υπόθεση; Αποδεικνύεται η ανεπάρκεια των ελεγκτικών μηχανισμών και η έλλειψη μηχανισμών για την αντιμετώπιση τέτοιου είδους κρίσεων. Κι αυτό είναι κάτι που πρέπει ιδιαίτερα να προσέξει η ελληνική πολιτεία. Μπαίνουμε, είμαστε ήδη, σε μια εποχή όπου τα περιβαλλοντικά ζητήματα, άρα και αυτό της διατροφής, θα εμφανίζονται όλο και συχνότερα και με μεγάλη ένταση. Είναι η νέα μορφή ποιοτικής κρίσης στη ζωή μας, η νέα πολιορκία για την οποία δεν ξέρουμε ως κοινωνία πολλά πράγματα. Γιʼ αυτό και πρέπει να είμαστε ευαισθητοποιημένοι και προετοιμασμένοι. Μέχρι να αποκτήσουν την απαραίτητη ευαισθησία και γνώση οι πολίτες, το κράτος έχει αυτή την ευθύνη, άρα η στάση του δεν πρέπει να γεννά γελοιογραφίες και ανέκδοτα (όσο εφευρετικοί κι αν είμαστε ως λαός, και δεν είναι κακό αυτό!) αλλά ασφάλεια και ηρεμία στην κοινωνία.
Επί της ουσίας (όχι ότι όλα τα προηγούμενα δεν είναι ουσία), όλοι μας, και κυρίως τα παιδιά μας έφαγαν με τα κιλά γαριδάκια, δρακουλίνια, μπισκότα κι ένα σωρό σκευάσματα με βάση το ηλιέλαιο και τα παράγωγά του, μολυσμένα ή μη, ακατάλληλα ή μη. Μαργαρίνες, ταραμοσαλάτες και κυρίως πατατάκια τσιπς γέμισαν τη ζωή μας όπως συνέβαινε άλλωστε και πριν γίνει γνωστή η σχετική κακή είδηση.
Ίσως είναι μια ευκαιρία να αλλάξουμε διατροφή και συνήθειες, κι αυτό θα είναι κέρδος. Είτε έχει ορυκτέλαιο και άλλα μέσα του το ηλιέλαιο (ή ό, τι άλλο λάδι) είτε όχι. Έτσι κι αλλιώς, όλοι ξέραμε πως το ελαιόλαδο είναι το λάδι που πρέπει να χρησιμοποιούμε όσο κι αν είναι ακριβότερο. Όχι πάντως πιο ακριβό από την υγεία μας.