ΟΛΟ ΤΟ ΠΟΡΙΣΜΑ ΠΕΠΟΝΗ ΠΟΥ «ΚΑΙΕΙ» ΤΟΝ ΒΓΕΝΟΠΟΥΛΟ!
Το «καυτό» πόρισμα του κ. Πεπόνη, που όπως έχει αποκαλύψει το «Π» έχει ζητήσει από τον Ιούνιο του 2007 τη δίωξη του κ. Βγενόπουλου με κατηγορίες σε βαθμό κακουργήματος, σε συνδυασμό μάλιστα με τις επιβαρυντικές διατάξεις του αναγκαστικού νόμου για τους καταχραστές του Δημοσίου, έχει περάσει πλέον στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης.
Τόσο το ΠΑΣΟΚ, όσο και ο κ. Αλέκος Αλαβάνος, ζητούν πλέον εξηγήσεις για την ιδιότυπη «σύμπραξη» του Δημοσίου με τον Όμιλο της Marfin Investment Group στο ξεπούλημα του ΟΤΕ. «Μέχρι ποιο σημείο κατρακύλας θα φθάσει η χώρα μας;» δήλωσε χαρακτηριστικά την περασμένη εβδομάδα ο κ. Αλαβάνος. «Όταν πρόσωπα, των οποίων ζητείται η δίωξη για κακουργήματα, γιατί “σερβίρανε” δομημένα ομόλογα στα Ταμεία, είναι τα ίδια τα οποία “σερβίρουν” τον ΟΤΕ στους Γερμανούς;»
Την Τρίτη ο κ. Α. Βγενόπουλος έχει κληθεί στη Βουλή, όπου αναμένεται να δεχθεί σφοδρή επίθεση από την αντιπολίτευση για τον ρόλο του στο ξεπούλημα του ΟΤΕ. Εκτός από την υπόθεση των ομολόγων, το ΠΑΣΟΚ εστιάζει τις τελευταίες ημέρες την κριτική του στην κυβέρνηση και στην περίεργη ανοχή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς σε οφθαλμοφανείς πράξεις χειραγώγησης της μετοχής της Marfin Investment Group, που έλαβαν χώρα μάλιστα ακριβώς την ίδια περίοδο που η MIG έκανε την επιθετική της κίνηση στον ΟΤΕ.
Από το πλήρες κείμενο του εισαγγελικού πορίσματος για το ΤΑΞΥ και τις πωλήσεις ομολόγων από την MIG, το οποίο δημοσιεύει σήμερα κατʼ αποκλειστικότητα το «Π», προκύπτουν σημαντικά συμπεράσματα και γεννώνται σοβαρά ερωτήματα:
• Ο κ. Βγενόπουλος ήταν ίσως ο πρώτος διδάξας στις πωλήσεις δομημένων ομολόγων με «καπέλο» σε «ανίδεες διοικήσεις» ασφαλιστικών Ταμείων, αφού ήδη από το 2005 η Marfin Bank είχε αρχίσει να πουλάει δομημένα στο ΤΑΞΥ. Ο Γιώργος Παπαμαρκάκης, που θεωρήθηκε «μετρ» των δομημένων, έστησε τη μεγάλη δουλειά με το κρυφό ομόλογο των τεσσάρων Ταμείων μόλις το 2007!
• Ο κ. Βγενόπουλος εξασφάλιζε προμήθειες που θα έκαναν όλους τους πωλητές δομημένων σε Ταμεία, ακόμη και τον κ. Σοφοκλή Πρινιωτάκη της Ακρόπολις ΑΧΕ, να… κοκκινίζουν από ζήλια. Όλες οι συναλλαγές που έχουν διερευνηθεί έγιναν σε τιμές ίσες με την ονομαστική αξία των ομολόγων, ενώ η Marfin Bank έκανε όλες τις πωλήσεις δομημένων στο ΤΑΞΥ σε τιμές πολύ υψηλότερες και από την ονομαστική αξία. Τραπεζικά στελέχη λένε ότι είναι ίσως η μοναδική περίπτωση παγκοσμίως, όπου πουλήθηκαν δομημένα σε τιμή υψηλότερη της ονομαστικής, αφού ως γνωστόν μετά την έκδοσή τους τα δομημένα τίθενται σε διαπραγμάτευση πάντα σε χαμηλότερες τιμές, αφού ενσωματώνουν σημαντικές προμήθειες.
• Η εμπλοκή της Marfin Bank στο σκάνδαλο των δομημένων ήταν γνωστή από πολύ νωρίς στην κυβέρνηση, τουλάχιστον από το δίμηνο Απριλίου – Μαΐου 2007, όταν είχαν γίνει σχετικά δημοσιεύματα στο «Π», την «Ελευθεροτυπία» και το «Έθνος», ενώ είχε κατατεθεί και σχετική ερώτηση στη Βουλή από το ΠΑΣΟΚ, με πλήρη στοιχεία για τις συναλλαγές. Ο ίδιος ο κ. Βγενόπουλος έμμεσα αναγνώρισε το λάθος του και επέστρεψε στο ΤΑΞΥ εντόκως τα χρήματα από την πώληση των ομολόγων, αμέσως μόλις έγινε σαφές ότι θα εκδηλωνόταν εισαγγελική παρέμβαση. Λίγους μήνες αργότερα, όμως, αμέσως μετά τις εκλογές, και ενώ ο κ. Πεπόνης είχε ζητήσει τη δίωξή του για κακούργημα, ο κ. Βγενόπουλος συναντούσε τον κ. Αλογοσκούφη και συζητούσαν για το μέλλον του ΟΤΕ, σαν να επρόκειτο για ένα αξιόπιστο συνομιλητή και όχι για ένα επιχειρηματία εμπλεκόμενο σε μια από τις σκοτεινότερες υποθέσεις του δημοσίου βίου!
• Σήμερα, έχουν ήδη απολογηθεί τα τρία μέλη της επενδυτικής επιτροπής του ΤΑΞΥ που εμπλέκονται στην υπόθεση, ενώ ο κ. Βγενόπουλος όχι. Είναι σύμπτωση, άραγε, ότι, όσο διαρκεί η υπόθεση του ΟΤΕ, η Δικαιοσύνη ακολουθεί βραδύτερους ρυθμούς για το «αφεντικό» της MIG;
Το πόρισμα-φωτιά
Το πλήρες κείμενο του εισαγγελικού πορίσματος του κ. Πεπόνη, σε ό,τι αφορά την υπόθεση του ΤΑΞΥ, έχει ως εξής:
«Ειδική κατηγορία της υπό στοιχ. Β΄ θεματικής ενότητος της προκαταρκτικής εξετάσεως, συνιστούν τα λεγόμενα “δομημένα” ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου.
Από το είδος αυτό των ομολόγων το Ταμείο Ασφαλίσεως Ξενοδοϋπαλλήλων (ΤΑΞΥ) αγόρασε τρία εκδόσεως την 6/7/2005, 7/7/2005 και 13/7/2005 και ειδικότερα τα φέροντα ISIN 1) ΧS0224227313, 2) ΧS0223870907 και 3) XS0223064139, ονομαστικής αξίας 64.000.000, 43.000.000 και 42.348.000 ευρώ αντιστοίχως.
Η αξία αγοράς ενός εκάστου των ως άνω ομολόγων ήτο: Για το υπό στοιχ. 1 εξ αυτών 67.110.000 ευρώ, για το υπό στοιχ. 2 44.558.000 ευρώ και για το υπό στοιχ. 3 44.677.140 ευρώ.
Διευκρινίζεται στο σημείο αυτό ότι οι υπερτιμημένες τιμές αγοράς που προεξετέθησαν ουδεμία σχέση έχουν με συνυπολογισμό δεδουλευμένων τόκων, αφού ναι μεν εις έκαστον των συγκεκριμένων ομολόγων αντιστοιχούσαν πράγματι δεδουλευμένοι τόκοι, πλην όμως αυτοί συνυπολογίσθηκαν κεχωρισμένως για κάθε ένα αγορασθέν ομόλογο και το τελικό ποσό πληρωμής, για ένα έκαστον των παραπάνω ομολόγων, διεμορφώθη εκ του αθροίσματος της υπερτιμημένης αξίας αγοράς και των αντιστοιχούντων σʼ αυτό δεδουλευμένων τόκων.
Έτσι, όπως προκύπτει από σχετική αναλυτική κατάσταση, τιτλοφορούμενη ως «κατάσταση δομημένων ομολόγων», την οποίαν επορίσθημεν από το οικονομικό τμήμα του ΤΑΞΥ, το υπό στοιχ. 1 των προεκτεθέντων ομολόγων είχε δεδουλευμένους τόκους 1.379.583,33 ευρώ, το υπό στοιχ. 2 1.481.277.77 ευρώ και το υπό στοιχ. 3 350.846,22 ευρώ, δηλαδή το σύνολον (και τα για τρία ομόλογα) των δεδουλευμένων τόκων ήτο 3.211.707,32 ευρώ και το σύνολον της ονομαστικής τους αξίας ήτο 149.348.000 ευρώ.
Ενώ όμως το σύνολον (και για τα τρία ομόλογα) της συνολικής ονομαστικής τους αξίας και των συνολικών δεδουλευμένων τόκων ήτο 152.559.707,32 ευρώ (149.348. 000 + 3 211.707,32), το συνολικό ποσόν πληρωμής που κατεβλήθη για την αγορά τους ήτο 159.556.847,32 ευρώ, δηλαδή υπερτιμημένο κατά 6.997.140 ευρώ (ορ. σχετ. την προμνησθείσα «Κατάσταση δομημένων ομολόγων» του ΤΑΞΥ, στην οποία εμπεριέχονται ειδικότερες στήλες με το ISIN εκάστου ομολόγου, την ονομαστική του αξία, την αξία αγοράς του, τους δεδουλευμένους τόκους και το συνολικόν ποσόν πληρωμής του).
Τεράστια πτώση αξίας!
Επιτονίζεται ότι, όπως προκύπτει από τις μηνιαίες οικονομικές καταστάσεις του ΤΑΧΥ, από 30/9/2005 και εντεύθεν, η τρέχουσα αξία ή αξία αποτιμήσεως των συγκεκριμένων ομολόγων υπολείπεται ουσιωδώς και διαρκώς της ονομαστικής τους αξίας, στην κατάσταση δε της 30/3/2007, που διεβίβασεν στο ΤΑΞΥ η Τράπεζα της Ελλάδος, στην ονομαστική αξία των 64.000.000 ευρώ του υπό στοιχ. 1 των ως άνω ομολόγων αντιστοιχεί πραγματική (τρέχουσα ή αποτιμήσεως) αξία ύψους 47.146.240 ευρώ, στην ονομαστική αξία των 43.000.000 ευρώ του υπό στοιχ. 2 των συγκεκριμένων ομολόγων αντιστοιχεί πραγματική (τρέχουσα ή αποτιμήσεως) αξία ύψους 31.676.380 ευρώ και στην ονομαστική αξία των 42.348.000 ευρώ του υπό στοιχ. 3 ομολόγου αντιστοιχεί πραγματική (τρέχουσα ή αποτιμήσεως) αξία ύψους 32.325. 498,84 ευρώ.
Δηλαδή, την 30/3/2007 και επί τη βάσει της ως άνω καταστάσεως της ΤτΕ, σε συνολική ονομαστική αξία και των τριών ομολόγων για τα οποία γίνεται λόγος, ύψους 149.348.000 ευρώ, αντιστοιχεί πραγματική (τρέχουσα ή αποτιμήσεως) αξία ύψους 111.148.118,84 ευρώ, άλλως η συνολική πραγματική αξία υπολείπεται της συνολικής ονομαστικής κατά 38.199.882 ευρώ. [Ορ. τις μηνιαίες οικονομικές καταστάσεις του Ταμείου του ΤΑΞΥ, που ελήφθησαν δειγματοληπτικώς από 31/8/2005 έως και 31/3/2006, αλλά και την κατάσταση της Τράπεζας της Ελλάδος που προαναφέρθηκε, με τη διευκρίνιση ότι οι αγορές που έχουν σχέση με τα συγκεκριμένα ομόλογα εγένοντο σταδιακώς και άρχισαν να εμφανίζονται στις ως άνω μηνιαίες οικονομικές καταστάσεις από του μηνός Σεπτεμβρίου 2005 και εντεύθεν, με υπολειπομένη αρχήθεν και δη ουσιωδώς την τρέχουσα αξία έναντι της ονομαστικής αξίας των τίτλων.
Το χρονικό
Πλέον συγκεκριμένα, οι αγορές άρχισαν να πραγματοποιούνται, σταδιακώς εξελισσόμενες, από τον Σεπτέμβριο του 2005 (γιʼ αυτό εμφανίζονται το πρώτον στις μηνιαίες οικονομικές καταστάσεις του Σεπτεμβρίου 2005) έως τον Μάρτιο του 2006.]
Πωλήτρια των «δομημένων» ομολόγων, για τα οποία γίνεται λόγος, ήτο η Marfin Bank ΑΤΕ, στην αγορά τους δε προέβη, διά συγκεκριμένων αποφάσεών της, τριμελής επενδυτική επιτροπή του ΤΑΞΥ, αποτελουμένη από τον πρόεδρο του ΔΣ αυτού Νικόλαο Τσουράκη, ως πρόεδρόν της, και τους Νικόλαον Μελισσάρη, αντιπρόεδρον του ΔΣ, και Μιχαήλ Λαζαρίδη, μέλος του ΔΣ, ως μέλη.
Η ως άνω τριμελής επιτροπή αρύετο τις εξουσίες και τις αρμοδιότητές της από τις υπʼ αριθμ. 458/38/6.7.2005, 480/40/13.7.2005, 526/42/27.7.2005, 554/46/24.8.2005 και 42/2/11.1.2006 αποφάσεις του ΔΣ του Ταμείου.
Σημειούται ότι ο πρόεδρός της και πρόεδρος του ΔΣ του Ταμείου Νικόλαος Τσουράκης είναι οικονομολόγος και κέκτηται ειδικές περί τα ομόλογα γνώσεις, πέραν των άλλων και διότι είχεν ασχοληθεί και κατά το παρελθόν με αυτά, όπως ο ίδιος δηλώνει στην από 8/6/2007 ανωμοτί ενώπιόν μας κατάθεσή του, δηλώνοντας ωσαύτως ότι και τα έτερα δύο μέλη της συγκεκριμένη επιτροπής «γνώριζαν τα θέματα των ομολόγων…».
«Καρφώματα»
και κίνηση συγκάλυψης
Ο Νικόλαος Μελισσάρης, μέλος της επιτροπής και αντιπρόεδρος του ΔΣ του Ταμείου, στην από 6/6/2007 ανωμοτί ενώπιόν μας κατάθεσή του, καταθέτει ότι ο Νικόλαος Τσουράκης είχε τον πρωτεύοντα και κυρίαρχο ρόλο στη διαδικασία αγοράς των συγκεκριμένων ομολόγων, ενώ το τρίτο μέλος της επιτροπής Μιχαήλ Λαζαρίδης, στην από 6/6/2007 ανωμοτί ενώπιόν μας εξέτασή του, εμφανίζει τον πρόεδρο της επιτροπής και πρόεδρον του Ταμείου Νικόλαο Τσουράκη ως ευεπίφορον σε παρεμβάσεις τρίτων επί επενδυτικών θεμάτων και ως έχοντα τον πρωτεύοντα ρόλο στις σχετικές διαδικασίες για την αγορά των συγκεκριμένων ομολόγων.
Άξιον περαιτέρω επισημάνσεως είναι και το γεγονός ότι η τμηματάρχης του Οικονομικού Τμήματος του Ταμείου Αγγελική Κουτρούμπα και η προϊσταμένη του Λογιστηρίου Ελένη Μελάνη εμφανίζουν τον πρόεδρον του Ταμείου και πρόεδρον της επενδυτικής επιτροπής Νικόλαον Τσουράκη ως δυσφορούντα και αντιδρώντα, σκαιώς και επιθετικώς πλειστάκις, εναντίον τους και εξαιτίας της εμμονής τους περί τηρήσεως της νομιμότητος επί επενδυτικών θεμάτων, ενώ η προϊσταμένη του Λογιστηρίου Ελένη Μελάνη, στην από 15/6/2007 ένορκη μαρτυρική κατάθεσή της, καταθέτει ότι «τον Μάρτιο του 2007, όταν ξέσπασε ο θόρυβος με τα ομόλογα, δέχτηκα τηλεφώνημα στο γραφείο μου από τον κ. Τσουράκη, τον πρώην πρόεδρο του ΤΑΞΥ. Στη συνομιλία που είχα μαζί του, μου συνέστησε να μη δώσω στοιχεία για τα ομόλογα, γιατί όπως μου είπε, εάν το έκανα, θα με έστελνε στον Εισαγγελέα. Εγώ τότε έκπληκτη τον ρώτησα “Τι είναι αυτά που λέτε, με εκβιάζετε;” και αυτός τότε ξέσπασε πάλι σε ύβρεις απέναντί μου και χυδαίες εκφράσεις και έκλεισε το τηλέφωνο…».
Η προϊσταμένη του Οικονομικού Τμήματος του Ταμείου Αγγελική Κουτρούμπα, στην από 13/6/2007 ενώπιόν μας κατάθεσή της, καταθέτει για τον αντιπρόεδρο του ΔΣ και μέλος της Τριμελούς Επενδυτικής Επιτροπής Νικόλαο Μελισσάρη ότι της συνέστησε να μην αναφέρει στις μηνιαίες οικονομικές καταστάσεις του Ταμείου την αξία αποτιμήσεως των ομολόγων που είχαν αγορασθεί, αυτό δε το επιβεβαιώνει και η προϊσταμένη του Λογιστηρίου του Ταμείου Ελένη Μελάνη, στην από 15/6/2007 κατάθεσή της, προσθέτουσα ότι, μετά από συζήτηση που είχαν με την κα Κουτρούμπα «αποφασίσαμε να συνεχίσουμε την αναγραφή και της τρέχουσας αξίας των ομολόγων, όπως ακριβώς κάναμε έως τότε», αφού «πάντως, χωρίς την αναγραφή της τρέχουσας αξίας στην οικονομική κατάσταση, δεν θα φαινόταν η πραγματική οικονομική κατάσταση του Ταμείου τη συγκεκριμένη στιγμή…» (ορ. Από 13/6/2007 και 15/6/2007 ένορκες μαρτυρικές καταθέσεις Αγγελικής Κουτρούμπα και Ελένης Μελάνη, αντιστοίχως).
Πρόστιμο και από τον Γκαργκάνα
Η πωλήτρια των ομολόγων Marfin Bank ετιμωρήθη για τις συγκεκριμένες συναλλαγές της από την ΤτΕ στη συνεδρίαση ΕΤΠΘ 244/30.5.2007, με εξαμηνιαία άτοκη κατάθεση στην ΤτΕ συνολικού ποσού 8.000.000 ευρώ.
Από την ανάγνωση του σκεπτικού της σχετικής αποφάσεως προκύπτει ότι ενεφανίσθη η υπερτιμημένη αγορά και ειδικότερα το χρηματικό ποσόν της υπερτιμήσεως ως προμήθεια υπολογιζομένη σε συγκεκριμένο ποσοστό ετησίως, παρά το γεγονός ότι η πωλήτρια των τίτλων τράπεζα δεν παρείχε διαρκείς υπηρεσίες, αλλά μόνον εφʼ άπαξ μεσολάβηση παρέσχε.
Το ανωτέρω σαφώς συνιστά τέχνασμα το οποίο τα μέλη της Τριμελούς Επενδυτικής Επιτροπής που προαναφέρθηκε, σε συνεργασία με τους υπευθύνους της Marfin Bank, μετήλθαν, προκειμένου να παράσχουν νομιμοφάνεια στην παράνομη ενέργειά τους.
Πρόταση δίωξης
Θα πρέπει, συνεπώς, επί τη βάσει των προεκτεθέντων, να ασκηθεί ποινική δίωξη κατά των προαναφερθέντων μελών της Τριμελούς Επενδυτικής Επιτροπής του Ταμείου, για την κακουργηματική αξιόποινη πράξη της απιστίας περί την υπηρεσίαν, κατά συναυτουργίαν και κατʼ εξακολούθησιν, με ιδιαίτερα τεχνάσματα, με αντικείμενο ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας, που υπερβαίνει τα 73.000, αλλά και τα 150.000 ευρώ και φθάνει τα 6.997.140 ευρώ, υπό ιδιαζόντως επιβαρυντικές περιστάσεις και επί μακρόν χρόνον, εις βάρος νομικού προσώπου Δημοσίου Δικαίου (άρ. 26 παρ. 1α, 27, 13 περ. α, 263α, 45, 98, 256 περ. γ, υποπερ. αα, ββ Π.Κ. και αρ. 1 παρ. 1 εδ. β΄ και γ΄ του Ν. 1608/1950), ενώ εις βάρος των υπευθύνων της Marfin Bank ΑΤΕ, που προήλθαν στις συγκεκριμένες συναλλαγές με το ΤΑΞΥ, θα πρέπει να ασκηθεί ποινική δίωξη για ηθική αυτουργία κατʼ εξακολούθησιν, στο είδος της απιστίας που προαναφέρθηκε (άρ. 26, 27, 46 παρ. 1α, 98, 256 περ. γ, υποπερ. αα, ββ Π.Κ. και άρ. 1 παρ. 1 εδ. β΄, γ΄ του Ν. 1608/1950).
Αντικείμενο βεβαίως της Κυρίας Ανακρίσεως θα πρέπει να αποτελέσουν, πέραν των τριών «δομημένων» ομολόγων για τα οποία εγένετο ήδη λόγος (Marfin Bank – ΤΑΞΥ) και τα υπόλοιπα εξ αυτών, που εμπεριέχονται στη σχετική κατάσταση που μας υπέβαλε η γενική γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων με το υπʼ αρ. Πρωτ. Β/7/13643/2875/ 17.5.2007 έγγραφόν της, κατόπιν της υπʼ αρ. 216/14.5.2007 παραγγελίας μας. Πρόκειται για 18, επιπλέον των τριών του ΤΑΞΥ, ομόλογα, με αγοραστές διάφορα ασφαλιστικά ταμεία, εμφαινόμενα στη σχετική κατάσταση».