«Εθνικός κοριός» η Siemens μετά το ξεπούλημα του ΟΤΕ
Όπως τονίζουν γνώστες του θέματος στο «Π», είναι απολύτως αναγκαίο να αποσαφηνιστεί πλήρως το περιεχόμενο του «ελληνικού βέτο» σε θέματα εθνικής ασφάλειας, θέμα που έχει επιμελώς κρατηθεί στο περιθώριο της δημόσιας συζήτησης για τον ΟΤΕ. Πολύ περισσότερο όταν η χώρα μας είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που έχει ταλαιπωρηθεί τρεις φορές την τελευταία 20ετία από σκάνδαλα υποκλοπών, με αποκορύφωμα βέβαια το, ακόμη ανεξιχνίαστο, «σκάνδαλο Vodafone».
Ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τον ΟΤΕ, τα θέματα προστασίας του απορρήτου των επικοινωνιών έχουν αυξημένη βαρύτητα, καθώς ο οργανισμός είναι ο βασικός τηλεπικοινωνιακός πάροχος της χώρας, που είναι επιφορτισμένος, βάσει της συνθήκης του Σένγκεν, να διαχειρίζεται το τεχνικό σκέλος των νόμιμων παρακολουθήσεων τηλεφωνικών συνδιαλέξεων από τις κρατικές αρχές, οι οποίες γίνονται με λογισμικό όπως αυτό της Ericsson που είχε εγκατασταθεί στη Vodafone.
Αυτή η ιδιαίτερα ευαίσθητη αποστολή ανατίθεται, τουλάχιστον σε επίπεδο καθημερινής διαχείρισης, σε μια ξένη εταιρεία υπό κρατικό έλεγχο, χωρίς να είναι σαφές αν το Δημόσιο θα έχει δικαίωμα βέτο στην επιλογή των προμηθευτών «ευαίσθητων» συστημάτων, όπως αυτό που χρησιμοποιείται στις νόμιμες παρακολουθήσεις.
Η Deutsche Telekom έχει εγκατεστημένο στη Γερμανία για τις λειτουργίες αυτές το σύστημα της Siemens, που αποτελεί άλλωστε και τον «εθνικό προμηθευτή» του γερμανικού ομίλου. Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ʼ90 έγινε προσπάθεια να πουληθεί το ίδιο σύστημα και στον ΟΤΕ, αλλά οι σχετικές συζητήσεις έμειναν… συζητήσεις, ενώ το ξέσπασμα του σκανδάλου των υποκλοπών απέδειξε ότι στη χώρα μας λειτούργησε ανεπίσημο δίκτυο παρακολουθήσεων στη Vodafone, για το οποίο ποτέ δεν θα γίνει γνωστό ποιος «μερίμνησε», αφού η δικαστική έρευνα κατέληξε στο αρχείο.
Το 2003, μετά τις άκαρπες συζητήσεις για την προμήθεια του συστήματος υποκλοπών της Siemens από τον ΟΤΕ, η Siemens έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στην κοινοπραξία της αμερικανικής SAIC για το σύστημα C41 της Ολυμπιακής Ασφάλειας, το οποίο περιλάμβανε και ένα υποσύστημα για τις υποκλοπές επικοινωνιών. Πέραν της γνωστής μακρόχρονης σχέσης συνεργασίας Siemens – Deutsche Telekom, οι δύο όμιλοι από τις 23 Οκτωβρίου 2007 έχει ανακοινωθεί ότι προχώρησαν σε στρατηγική συνεργασία για τον εκσυγχρονισμό και την τεχνική υποστήριξη του δικτύου της D.T. από τη θυγατρική εταιρεία τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και εξοπλισμού της Siemens, Nokia Siemens Networks (NSN).
Βάσει της συμφωνίας, η NSN απέκτησε τον έλεγχο της Vivento Technical Services (VTS) από την D.T. Με τη σειρά της, η VTS, που απασχολεί 2.000 υπαλλήλους στη Γερμανία, αποτέλεσε τη βάση για τον σχηματισμό νέας θυγατρικής της
NSN. Για την επόμενη πενταετία, συμφωνήθηκε να παρέχει η NSN υπηρεσίες διαχείρισης και συντήρησης δικτύου στην D.T., ενώ απέκτησε την ιδιότητα του προτιμώμενου εταίρου της D.T., στην αγορά της Γερμανίας, αλλά και διεθνώς. Επίσης, συμφωνήθηκε να προσφέρει η NSN εξοπλισμό δικτύων νέας γενιάς προϋπολογισμού 150 εκατ. ευρώ μέσα στην επόμενη πενταετία.
Με αυτά τα δεδομένα, εκτιμούν ειδικοί των τηλεπικοινωνιών, πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι η Siemens θα πάρει τη μεγάλη «ρεβάνς» από την Ericsson, που είναι και ο βασικός της ανταγωνιστής στον τομέα αυτό, καθώς η Deutsche Telekom θα την επιλέξει όχι μόνο σε ρόλο βασικού προμηθευτή, αλλά και για την «ευαίσθητη» προμήθεια του συστήματος των νόμιμων παρακολουθήσεων, το οποίο θα ενσωματωθεί στα τηλεπικοινωνιακά κέντρα του ΟΤΕ.
Στο… κρεβάτι με την BND
Η Siemens δεν έχει το πιο… αθώο παρελθόν σε θέματα που άπτονται του τηλεπικοινωνιακού απορρήτου. Το περιοδικό «Spiegel» αποκάλυψε πρόσφατα, χωρίς να διαψευσθεί, ότι η Siemens ήταν επί χρόνια… στο κρεβάτι με την BND, τη γερμανική υπηρεσία πληροφοριών, όπως προέκυψε από τις ανακρίσεις στη Γερμανία για το σκάνδαλο των «μαύρων ταμείων».
Στην αγγλική ιστοσελίδα του γερμανικού περιοδικού σημειώνεται χαρακτηριστικά ότι «η Siemens κατασκεύαζε για λογαριασμό της BND κάθε είδους προϊόν υψηλής τεχνολογίας, γιʼ αυτό και λειτουργούσε ουσιαστικά σαν εσωτερικός προμηθευτής εξοπλισμού της υπηρεσίας. Παρείχε κινητά τηλέφωνα για ασφαλείς επικοινωνίες, αλλά και εξοπλισμό παρακολουθήσεων».
Το χειρότερο, όμως, είναι ότι η Siemens φέρεται ότι παρείχε στην
BND απομακρυσμένη πρόσβαση στα συστήματα υποκλοπών που εγκαθιστούσε σε τρίτες χώρες, ώστε ουσιαστικά η γερμανική υπηρεσία, που φημίζεται για τις στενές σχέσεις της και με τις αντίστοιχες αμερικανικές, να έχει πρόσβαση σε παρακολουθήσεις που γίνονταν σε τρίτες χώρες.
Μάλιστα, το «Spiegel» έγραψε ότι σύνδεσμος της BND στο διοικητικό συμβούλιο του ομίλου της Siemens ήταν ο Φόλκερ Γιουνγκ, υπεύθυνος για τον κλάδο των τηλεπικοινωνιών, ο οποίος αργότερα έμεινε αρκετά χρόνια και στην Ελλάδα, ως πρόεδρος της ελληνικής θυγατρικής της Siemens την περίοδο 1998-2003.
Αυτή, όμως, δεν είναι η μόνη εμπλοκή της Siemens σε υποθέσεις κατασκοπίας. Τη δεκαετία του ʼ90 απασχόλησε τον διεθνή Τύπο ένα σοβαρό σκάνδαλο κατασκοπίας, με επίκεντρο την ελβετική εταιρεία Crypto, η οποία ως «ουδέτερη» προμήθευε επί δεκαετίες με ειδικές συσκευές κρυπτογράφησης επικοινωνιών πολλές κυβερνήσεις, μεταξύ των οποίων του Ιράκ, του Ιράν, της Λιβύης, ακόμη και του Βατικανού.
Σύμφωνα με άρθρο που δημοσιεύθηκε το 1996 στο «Spiegel», από τη σύλληψη ενός στελέχους της Crypto από τις υπηρεσίες του Ιράν το 1992 άρχισε να εκτυλίσσεται ένα θρίλερ κατασκοπίας, στην πορεία του οποίου αποκαλύφθηκε ότι η BND και η αμερικανική NSA χρησιμοποιούσαν την Crypto σαν δούρειο ίππο για την υποκλοπή απόρρητων επικοινωνιών, τις οποίες μάλιστα αξιοποίησε και ο Πρόεδρος Ρίγκαν ακόμη και ως «οδηγό» για στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Μέση Ανατολή.
Πολλά κορυφαία στελέχη της «ουδέτερης» κατά τα άλλα Crypto προέρχονταν από τη Siemens, σύμφωνα με το δημοσίευμα του «Spiegel», ενώ ορισμένες πληροφορίες έφεραν τη γερμανική εταιρεία να είναι ο πραγματικός, πλην αφανής, ιδιοκτήτης της ελβετικής. Άλλωστε, το σύστημα κρυπτογράφησης που διέθετε στη διεθνή αγορά η Crypto δεν ήταν τίποτε άλλο από μια επιτυχημένη μετεξέλιξη του διαβόητου συστήματος «Αίνιγμα», που χρησιμοποίησαν τα ναζιστικά στρατεύματα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο…