Αδίστακτος νεοφιλελευθερισμός!
Η έκθεση ακολουθεί πιστά και τυφλά τις αποτυχημένες αντιαναπτυξιακές συνταγές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και αποπνέει έντονο «άρωμα» ενός αδίστακτου νεοφιλελευθερισμού. Πηγή έμπνευσης το νεοφιλελεύθερο οικονομικό μοντέλο που συνοψίζεται στο τετράπτυχο «ιδιωτικοποιήσεις – φιλελευθεροποίηση των αγορών – σταθεροποίηση δημοσιονομική – τα βάρη στους ώμους των εργαζομένων». Αυτή είναι η συνταγή οικονομικής πολιτικής που εδώ και πολλά χρόνια συνιστούν το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα. Την ίδια συνταγή έχει υιοθετήσει και η ΕΕ (και φυσικά και η ΟΝΕ), αδιαφορώντας για το γεγονός ότι έχει αποτύχει σε όσες χώρες υποχρεώθηκαν ή θέλησαν να την εφαρμόσουν. Με ελαφρές παραλλαγές, η συνταγή αυτή αποτελεί και το νεοφιλελεύθερο μοντέλο οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής.
Αν η εαρινή έκθεση της Κομισιόν έχει κάποιαν αξία για τον εργαζόμενο λαό, αυτή είναι οι προειδοποιήσεις-πασχαλινά δώρα του Επιτρόπου Χοακίν Αλμούνια, ο οποίος παρουσιάζοντας την έκθεση προειδοποίησε τις χώρες-μέλη που εμφανίζουν υψηλό δημόσιο χρέος και μεγάλο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ότι οφείλουν να προχωρήσουν στη λήψη διαρθρωτικών μέτρων για τη βελτίωση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας τους. Και τούτο γιατί σε περίπτωση που η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση επιδεινωθεί, οι χώρες αυτές θα υποχρεωθούν να δανείζονται με αρκετά αυξημένο επιτόκιο. Σημειώνουμε ότι χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος και μεγάλο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών είναι η Ισπανία, η Ελλάδα και η Πορτογαλία (ο κοινοτικός νότος).
Το δικό μας δημόσιο χρέος την 13/12/2007 είχε διαμορφωθεί στο 94,5% του αναθεωρημένου ΑΕΠ και κατά τη φετινή χρονιά προβλέπεται να φτάσει στο 92,4%. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Ν. Γκαργκάνα, οι ευνοϊκές συνθήκες δανεισμού έχουν παρέλθει και για να φτάσουμε στο επιθυμητό ύψος δημόσιου χρέους (δηλαδή στο 60% του ΑΕΠ) θα χρειαστούν τρεις δεκαετίες! Όσο για το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, αυτό διαμορφώθηκε το 2007 στο υψηλό ποσοστό 16,2% του ΑΕΠ και στο ίδιο ακριβώς ποσοστό προβλέπεται να διαμορφωθεί το 2008 και 2009. Για το πρόβλημα αυτό η Κομισιόν στην εαρινή της έκθεση για την ελληνική οικονομία προβλέπει «επιβράδυνση των εισαγωγών, αλλά και επιδείνωση των εξαγωγών μας, κυρίως εμπορευμάτων, λόγω της συνεχιζόμενης επιδείνωσης της θέσης της Ελλάδας έναντι των κύριων αγορών της στο μέτωπο του κόστους εργασίας». Πάντως, ο τομέας που αναμένεται να παραμείνει ισχυρός και άτρωτος ως πηγή εισροής συναλλάγματος είναι οι εξαγωγές υπηρεσιών, κυρίως λόγω της ναυτιλίας μας.
Με τις διαπιστώσεις αυτές η Κομισιόν επισημαίνει τη φθίνουσα ανταγωνιστικότητα των εξαγώγιμων ελληνικών προϊόντων, την οποία αποδίδει στο τάχα υψηλό κόστος εργασίας, δηλαδή στους υψηλούς μισθούς και ημερομίσθια των ελλήνων εργαζομένων! Η Κομισιόν παραβλέπει ότι στην Ελλάδα η αμοιβή εργασίας είναι σχεδόν η χαμηλότερη στην ΕΕ των 15 και ξεχνάει ότι στη μείωση της ανταγωνιστικότητας όλων των προϊόντων της Ευρωζώνης βασικό ρόλο παίζει το υπερτιμημένο ευρώ. Έχει φτάσει η ισοτιμία του σε ύψος που δεν ανταποκρίνεται στην αγοραστική του δύναμη στην εσωτερική αγορά της Ευρωζώνης. Αυτή η μειωμένη αγοραστική δύναμη του ευρώ είναι που ωθεί σε εργατικές διεκδικήσεις και πιέζει προς τα πάνω το σύνολο του παραγωγικού κόστους. Δεν είναι λοιπόν οι μισθοί και τα ημερομίσθια που βλάπτουν σοβαρά την ανταγωνιστικότητα. Είναι ολόκληρο το κύκλωμα του κόστους παραγωγής, που διαμορφώνεται σε υψηλά επίπεδα λόγω αναντιστοιχίας μεταξύ εξωτερικής αξίας (ισοτιμίας) και αγοραστικής δύναμης του ευρώ. Αλλά έμαθαν οι νεοφιλελεύθεροι φωστήρες, ξένοι και ιθαγενείς, να ρίχνουν όλα τα βάρη στους εργαζομένους. Από τον Αλμούνια μέχρι τον ημέτερο διοικητή της ΤτΕ κ. Γκαργκάνα.
Με βάση τις προβλέψεις αυτές, η Κομισιόν υπενθυμίζει ότι και η Ελλάδα οφείλει ως χώρα με υψηλό δημόσιο χρέος και μεγάλο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών να λάβει διαρθρωτικά μέτρα για τη βελτίωση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας της. Δεν υποδεικνύει συγκεκριμένα διαρθρωτικά μέτρα, αλλά από το γεγονός ότι την επιδείνωση της εξαγωγικής δραστηριότητας την αποδίδει εξ ολοκλήρου στην αύξηση του κόστους εργασίας συνάγεται εύκολα το συμπέρασμα ότι τα διαρθρωτικά μέτρα πρέπει να στοχεύουν στη μείωση του κόστους εργασίας.
Η κατάληξη είναι εκεί. Όλα τα βάρη στις πλάτες των εργαζομένων. Πάγωμα των αμοιβών εργασίας ή, στην καλύτερη περίπτωση, αυξήσεις κάτω και από τον «μαγειρεμένο» πληθωρισμό!
Στο σημείο αυτό θα παραθέσουμε και τη σχετική διαπίστωση της έκθεσης της Κομισιόν, πολύ κομψά διατυπωμένη. Αναφέρει λοιπόν η έκθεση: «Οι πιο δύσκολες συνθήκες δανεισμού και οι αρνητικές επιπτώσεις από τις τιμές του πετρελαίου και των τροφίμων στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών αναμένεται να αντισταθμίσουν τις θετικές εξελίξεις στην απασχόληση, στην πραγματική αύξηση των μισθών, στις φορολογικές ελαφρύνσεις και στην αύξηση των κοινωνικών επιδομάτων».
Με άλλα λόγια, η Κομισιόν προειδοποιεί τους έλληνες εργαζομένους: Μην περιμένετε αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος από τις όποιες αυξήσεις μισθών και ημερομισθίων, από τις φορολογικές ελαφρύνσεις και από την αύξηση των κοινωνικών επιδομάτων. Όλα θα τα φάνε η αύξηση των επιτοκίων και η ακρίβεια!
Ωμό σάλπισμα λιτότητας και ρεαλιστική διαπίστωση της κατάστασης που βιώνει ο εργαζόμενος λαός. Όμως η έκθεση δεν μας λέει ότι για τη σημερινή κατάσταση ευθύνεται η ακολουθούμενη οικονομική πολιτική του νεοφιλελευθερισμού. Αυτή είναι υπεύθυνη για τη μετακύλιση όλου του βάρους στους ώμους των εργαζομένων. Η παραπάνω ομολογία-προειδοποίηση είναι προάγγελος λιτότητας και εξαθλίωσης. Πραγματικό ντοκουμέντο παταγώδους αποτυχίας των νεοφιλελεύθερων μοντέλων που σήμερα κυριαρχούν στις οικονομίες των δυτικών χωρών.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφέρουμε και τις διαπιστώσεις μιας πρόσφατης μελέτης του Kennedy School του Χάρβαρντ (μελετητής ο Ντάνι Ρόντρικ) που έδωσε στη δημοσιότητα το Ερευνητικό Συμβούλιο Κοινωνικών Επιστημών της Νέας Υόρκης, και η οποία αφορά την ανάπτυξη των χωρών της Λατινικής Αμερικής (τα συμπεράσματα της μελέτης αυτής δημοσιεύτηκαν στην «International Herald Tribune», σε άρθρο του William Pfaff). Από τη μελέτη προκύπτει ότι η πολιτική την οποία προωθούν το ΔΝΤ, η Παγκόσμια Τράπεζα και η Ουάσινγκτον, μέσω της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, δεν αφήνει τις χώρες να αναπτυχθούν. Έτσι, όσες χώρες της Νότιας Αμερικής ακολούθησαν τις συνταγές του ΔΝΤ και τα νεοφιλελεύθερα οικονομικά μοντέλα παρέμειναν φτωχές και με καθυστερημένη ανάπτυξη. Αντίθετα, οι χώρες που έχουν απορρίψει τα μοντέλα αυτά (όπως η Αργεντινή, η Χιλή, η Βραζιλία, η Βολιβία, η Βενεζουέλα κ.ά.) και ακολουθούν οικονομική πολιτική προσαρμοσμένη στην εθνική τους πραγματικότητα, δηλαδή στις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας τους, έχουν αναπτυχθεί ταχύτατα. Η προσαρμογή της οικονομικής πολιτικής στις ανάγκες και στην κοινωνική και οικονομική κουλτούρα τής κάθε χώρας οδηγεί γρηγορότερα και ασφαλέστερα στην ανάπτυξη. Οι κονσερβοποιημένες συνταγές οικονομικής σταθερότητας και ανάπτυξης έχουν αποτύχει. Να γιατί φούντωσε η αριστερή ιδεολογία στις χώρες της Νότιας Αμερικής!
Αυτές τις συνταγές εφαρμόζουν η ΕΕ και η ΕΚΤ και φυσικά είναι υποχρεωμένα και τα κράτη που έχουν ενταχθεί στις Ενώσεις αυτές να ακολουθούν τις αποτυχημένες νεοφιλελεύθερες και κονσερβοποιημένες συνταγές, που στηρίζονται στο τετράπτυχο «ιδιωτικοποιήσεις – φιλελευθεροποίηση των αγορών – σταθερότητα δημοσιονομική – τα βάρη στους ώμους στων εργαζομένων». Εν ονόματι της απʼ όλους επιθυμητής δημοσιονομικής και νομισματικής σταθερότητας, την οποία τορπιλίζουν οι ασύδοτες δυνάμεις της αγοράς, εκποιείται η δημόσια περιουσία όσο όσο και αν αυτό δεν επαρκεί για να ικανοποιηθούν οι εξαιρετικά σκληρές απαιτήσεις του μεγάλου κεφαλαίου, τότε τα όποια βάρη απομένουν τα φορτώνονται οι εργαζόμενοι. Έτσι, με συνοπτικές διαδικασίες οι ιδιαιτερότητες και οι ανάγκες της οικονομίας κάθε κράτους-μέλους αγνοούνται και θυσιάζονται στα άνομα συμφέροντα των αγορών, της αισχροκέρδειας και της κερδοσκοπίας. Αυτή όμως η απλοποιημένη οικονομική πολιτική δεν είναι αναπτυξιακή. Είναι εξαθλιωτική για τη συντριπτική κοινωνική πλειοψηφία, που τελικά πληρώνει τον «λογαριασμό». Απόδειξη ότι η ασυδοσία των αγορών και ο περιορισμός της ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών, εξαιτίας της ανεπάρκειας των εισοδημάτων, είναι που έφεραν στο κατώφλι της ύφεσης τις δύο ισχυρότερες οικονομίες της Δύσης (των ΗΠΑ και της Ευρωζώνης). Και ακολουθεί το 2009, που προβλέπεται να είναι ακόμη δυσκολότερο.
Η οικονομική πολιτική του νεοφιλελευθερισμού θυσιάζει την ανάπτυξη και εστιάζει όλη την προσοχή της όχι στην ακρίβεια και στον έλεγχο του γενικού επιπέδου τιμών, αλλά στον πληθωρισμό. Έχουμε όμως και τον στασιμοπληθωρισμό, στα όρια του οποίου βρίσκονται η Ευρωζώνη και οι ΗΠΑ. Για φέτος οι προβλέψεις τοποθετούν τον πληθωρισμό της Ευρωζώνης στο 3,2% (έναντι 2,1% το 2007) και την ανάπτυξη στο 1,7% από 2,6% το 2007. Και στις ΗΠΑ τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα. Δεν φταίει ούτε το ευρώ ούτε το δολάριο. Φταίει το αντιαναπτυξιακό νεοφιλελεύθερο οικονομική μοντέλο που ευνοεί την ασύδοτη δράση των αγορών και τη συγκέντρωση του πλούτου στα πορτοφόλια μερικών αδίστακτων αεριτζήδων.