Ταξίδι στη Βακτριανή
Πριν όμως σας περιγράψω πώς ακριβώς πήγαμε και τι συναντήσαμε, οφείλω μια ξεκάθαρη πολιτική τοποθέτηση. Στο ταξίδι δεν συμμετείχε εκπρόσωπος ούτε του ΚΚΕ ούτε του ΣΥΡΙΖΑ, με το σκεπτικό ότι τα κόμματα αυτά διαφωνούν με την εκεί ελληνική παρουσία. Ο ΛΑΟΣ, ως κόμμα, επίσης διαφωνεί, όμως έχουμε τελείως διαφορετική προσέγγιση και γι’αυτό συμμετείχαμε στο ταξίδι. Πιστεύουμε δηλαδή ότι από τη στιγμή που εκεί υπηρετούν έλληνες στρατιώτες είμαστε υποχρεωμένοι να τους επισκεφθούμε, να πληροφορηθούμε τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ζουν και να φροντίσουμε στο μέτρο που μπορούμε να περνούν καλύτερα. Η ιδέα τού «δεν πάω, άρα ας κόψουν τον λαιμό τους οι στρατιώτες που είναι εκεί», δεν μας βρίσκει καθόλου σύμφωνους. Αυτή ήταν η στάση, κατά τη γνώμη μας, των δύο κομμάτων της Αριστεράς, όπου μάλιστα το ένα, διά του κ. Αλαβάνου, έκανε ό,τι μπορούσε για να ακυρωθεί αυτό το ταξίδι. Κακώς, πολύ κακώς, άλλωστε είναι και η κατ’ εξοχήν χώρα παραγωγής χασίς και τώρα που ο κ. Τσίπρας πρότεινε την αποποινικοποίησή του θα μπορούσε να γνωρίσει και από κοντά τους παραγωγούς…
Όσο για το ΚΚΕ, θα πρότεινα στον πρόεδρο της Επιτροπής την επομένη φορά να κανονίσει να επισκεφθούμε και κάποιο από τα εναπομείναντα στρατόπεδα της εποχής της σοβιετικής εισβολής εκεί, ώστε να μπορέσουν να έρθουν και οι συνάδελφοι του ΚΚΕ.
Φύγαμε από την Αθήνα με νοικιασμένο πολιτικό αεροσκάφος της HELLAS JET με προορισμό τη Θεσσαλονίκη, ώστε να παραλάβουμε τους στρατιώτες που θα πηγαίνανε στο Αφγανιστάν. Και μετά από εκεί κατευθείαν στην Καμπούλ. Όπως αντιλαμβάνεστε, ήταν πράγματι περίεργο το ότι μια αποστολή με στρατιώτες, αξιωματικούς και βουλευτές πήγε σε ένα πολεμικό μέτωπο με πολιτικό και όχι με μεταγωγικό στρατιωτικό αεροσκάφος. Η εξήγηση δυστυχώς είναι χειρότερη απ’ ό,τι φαίνεται με την πρώτη ματιά. Η επιλογή να νοικιάσει το ελληνικό Δημόσιο ένα πολιτικό αεροσκάφος δεν οφείλεται στη διάθεσή του να απολαύσουν κάποια πολυτέλεια οι βουλευτές, αλλά στην αδυναμία των μεταγωγικών αεροσκαφών C-130 των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων να πετάξουν σε πολεμικές ζώνες. Αυτό συμβαίνει διότι τα μεταγωγικά πολεμικά μας αεροσκάφη δεν διαθέτουν σύστημα αυτοπροστασίας και άρα είναι εύκολος στόχος σε όποιον θα ήθελε να τα καταρρίψει. Όταν το αντελήφθην ρώτησα έναν από τους επιτελείς που ήταν μαζί μας: «Δηλαδή τα πολεμικά μας αεροσκάφη πετούν μόνον σε συνθήκες Ειρήνης;» και εκείνος έσκυψε το κεφάλι και προτίμησε να μην απαντήσει. Εάν δηλαδή, ο μη γένοιτο, γίνει κάποτε πόλεμος θα τρέχουμε να νοικιάζουμε πολιτικά αεροσκάφη…
Φθάνοντας στην Καμπούλ από ψηλά σε πιάνει δέος. Αν δεν το δεις, δεν μπορείς να καταλάβεις πώς είναι. Η Καμπούλ είναι χτισμένη σ’ ένα οροπέδιο στα 1.780 μέτρα. Γύρω γύρω κυκλικά περιβάλλεται από βουνά ύψους 3.000-4.000 μέτρων. Αντιλαμβάνεστε ότι και το να φτάσεις εκεί είναι δύσκολο. Σημειώστε ότι τουλάχιστον για 40 λεπτά το αεροσκάφος πετούσε πάνω από τεράστιες οροσειρές για να φθάσουμε. Το περιβάλλον είναι τρομακτικό διότι είναι τελείως ξερό, ούτε ένας θάμνος, έρημος, κάτι σαν το τοπίο στον Άρη, φανταστείτε. Μέσος όρος θερμοκρασίας τον χειμώνα -17 έως 3 βαθμοί Κελσίου. Μέσος όρος θερμοκρασίας το καλοκαίρι 40 έως 60 βαθμοί Κελσίου.
Το αεροδρόμιο περιβάλλεται από ένα στρατόπεδο και γύρω γύρω είναι προσγειωμένα διάφορα στρατιωτικά αεροσκάφη (αυτά έχουν συστήματα αυτοπροστασίας, αλλά είναι άλλων χωρών). Έχουν έρθει να μας παραλάβουν οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί μας και μας βάζουν γρήγορα στις συνθήκες ζωής στο Αφγανιστάν. Τι θα κάνουμε εάν σκάσει βόμβα; Πώς να βάλουμε το αλεξίσφαιρο; Πώς να προφυλαχθούμε από ελεύθερους σκοπευτές; Η ζωή εκεί όπως αντιλαμβάνεστε δεν είναι καθόλου εύκολη.
Στη διαδρομή από το αεροδρόμιο προς το στρατόπεδο βιώνεις την απόλυτη δυστυχία. Φτώχεια απίστευτη. Σπίτια και καταστήματα κτισμένα από λάσπη. Γυναίκες με μπούργκες (μας έλεγαν ότι τώρα με τους Αμερικανούς τουλάχιστον καταργήθηκαν οι μπούργκες, ψεύδος). Παιδιά να παίζουν στις λάσπες και όλα αυτά σε μια πόλη όπου όλοι ζουν υπό τον φόβο της επομένης επιθέσεως. Κόλαση.
Το ελληνικό στρατόπεδο πραγματικά είναι μία όαση. Φρεσκοβαμμένο ξεχωρίζει από μακριά και η αλήθεια είναι ότι όσες πολιτικές ενστάσεις και αν έχει κάποιος, όταν αντικρίζεις την ελληνική σημαία εκεί στο βάθος της Ασίας αισθάνεσαι συγκινημένος. Μπροστά στο στρατόπεδό μας, που βρίσκεται μέσα σε μία ταξιαρχία υπό ιταλική διοίκηση, το αστέρι της Βεργίνας σε καλωσορίζει και σου υπενθυμίζει ότι πριν από 2.300 χρόνια εκεί βασίλευε ο Αλέξανδρος. Οι έλληνες στρατιώτες με εξαιρετικό ηθικό μας υποδέχονται εγκάρδια και ξεκινά η ενημέρωση από τον διοικητή τους για την αποστολή τους και τα μέσα που διαθέτουν. Για να βγούμε στην ταράτσα του κτιρίου και να μας δείξουν την τοπογραφία φοράμε εκ νέου τα αλεξίσφαιρα, διότι οι ελεύθεροι σκοπευτές παραμονεύουν.
Για να καταλάβετε τη ζωή την στρατιωτών μας εκεί θα σας πω μόνον ένα στοιχείο. Το στρατόπεδο απέχει από το κέντρο της Καμπούλ 8 χλμ. Στην ερώτησή μου προς κάποιον στρατιώτη, πώς είναι το κέντρο της πόλεως, η απάντηση είναι αποστομωτική. «Δεν έχω πάει ποτέ. Κανείς μας δεν έχει πάει». Από το στρατόπεδο βγαίνεις μόνο όταν έχεις αποστολή και μόνον με συνοδεία τεθωρακισμένων. Σημειώστε ότι αυτά συμβαίνουν στην Καμπούλ, δηλαδή την περιοχή που ελέγχουν οι Αμερικανοί. Για το υπόλοιπο Αφγανιστάν ούτε λόγος.
Κοινή στρατιωτική εκτίμηση όλων ότι δεν υπάρχει καμία μα καμία πιθανότητα να κερδίσει η Δύση αυτόν τον πόλεμο. Φύλαρχοι και πολέμαρχοι, Ταλιμπάν και μη, διεσπαρμένοι στην αχανή αυτή χώρα που είναι περίπου 6 φορές η Ελλάδα, με βουνά που το ψηλότερο φθάνει τα 7.000 μέτρα, με στοές και σπηλιές στους βράχους και με το όπιο που χρηματοδοτεί όλους αυτούς τους ιδιωτικούς στρατούς. Οι Βρετανοί είχαν ένα στρατιωτικό δόγμα τον προπερασμένο αιώνα: «Στην Καμπούλ εύκολα πας, δύσκολα φεύγεις». Οι Αμερικανοί θα έπρεπε να το έχουν εκτιμήσει περισσότερο. Έμπλεξαν άσχημα και έμπλεξαν και όλους εμάς. Μόνον τρελοί θα πήγαιναν να κάνουν πόλεμο εκεί. Βλέπετε, εκτός όλων των άλλων οι Αφγανοί δεν έχουν να χάσουν και τίποτε, άρα είναι απλώς αδύνατον να τους νικήσεις. Λυπάμαι όσους συνεργάζονται σήμερα με τους Δυτικούς για το τι θα γίνουν όταν κάποτε οι Αμερικανοί φύγουν. Δεν θα μείνει ρουθούνι.
Στην παρουσίαση των μέσων που έχουν στη διάθεσή τους οι στρατιώτες μας μας έδειξαν και τα θωρακισμένα οχήματα που χρησιμοποιούν: είναι τα γαλλικά VBL. Κρίσιμη λεπτομέρεια: μόνον εμείς χρησιμοποιούμε εκεί τα συγκεκριμένα οχήματα. Οι Γάλλοι έχουν τον ίδιο τύπο, αλλά με διπλή θωράκιση. Τα ελληνικά είναι όμορφα στο μάτι μεν, αλλά καλό είναι να μη χρειαστείς ποτέ τη θωράκισή τους… Ωραία εμπειρία για μένα ήταν ότι μου επέτρεψαν να οδηγήσω ένα από αυτά (σε μένα και στον Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη) και ήταν πραγματικά απολαυστικά στην οδήγηση.
Αυτό που για άλλη μια φορά όμως κάνει εντύπωση είναι το χάσμα που διαχωρίζει τους έλληνες από τους ξένους συναδέλφους τους. Ο έλληνας στρατιώτης λαμβάνει 98 ευρώ ημερησίως. Οι ιταλοί συνάδελφοί τους, στο ίδιο στρατόπεδο, τα διπλάσια ακριβώς.
Πριν φύγουμε έγινε η καθιερωμένη ανταλλαγή δώρων και εκτός των άλλων δόθηκαν και δύο μπούργκες στις δυο γυναίκες που ήταν μαζί μας (η Όλγα Κεφαλογιάννη δεν άντεξε στον πειρασμό και φόρεσε σχεδόν αμέσως τη μία). Οι στρατιώτες ήταν όλοι ενθουσιασμένοι για την εκεί επίσκεψή μας, αφού αισθάνθηκαν ότι δεν είναι εγκαταλελειμμένοι. Ο σκοπός του ταξιδιού επετεύχθη πλήρως και η επιλογή τού να γίνει απεδείχθη ορθή, παρά τις αντιρρήσεις του κ. Αλαβάνου.
Η επιστροφή μας στο αεροδρόμιο έγινε από τον ίδιο δρόμο, με τα ίδια προφυλακτικά μέσα και μετά πτήση στο Μπακού, στο Αζερμπαϊτζάν, για ανεφοδιασμό. Από εκεί Θεσσαλονίκη και μετά Αθήνα. 24 ώρες στον δρόμο χωρίς ξεκούραση, αλλά πραγματικά άξιζε τον κόπο γι’ αυτά που είδαμε. Περιττό να πω ότι, μετά το Αφγανιστάν, η Ελλάς είναι η απόλυτη αντίθεση. Από την κόλαση στον παράδεισο. Και αν ποτέ μας πικραίνει κάτι στη χώρα μας, καλό θα μας έκανε ένα ταξίδι εκεί.
Χριστός Ανέστη.