«ΣΥΝΕΡΓΟΣ ΣΤΟΝ ΕΚΒΙΑΣΜΟ Ο ΘΕΜΟΣ»

Επέλεξε να την αποκρύψει, να τη διαστρεβλώσει και να στραφεί μόνον κατά του πλέον αδύνατου κρίκου στην αλυσίδα των υπευθύνων για το απονενοημένο διάβημα που έκανε και παραλίγο να του στοιχίσει τη ζωή. Κάλυψε απολύτως την κυβέρνηση, φτάνοντας στο σημείο να ισχυριστεί ότι έγραψε τις γνωστές επιστολές πριν από τη συνάντησή του με τον κ. Αγγέλου. Προσπάθησε να δώσει διέξοδο στον βιντεοκομιστή, αλλά δεν τα κατάφερε λόγω της επιμονής του κ. Ανακριτή με τις συγκεκριμένες ερωτήσεις που του έθεσε. Έδειξε όμως τις αρχικές προθέσεις του, λησμονώντας ότι αν δεν είχε παραδοθεί το βίντεο στον κ. Ανδριανό, τίποτε δεν θα είχε συμβεί απ’ όσα επακολούθησαν και οπωσδήποτε δεν θα είχε υποχρεωθεί σε παραίτηση. Επικαλέστηκε και αυτός κάποιο «απόρρητο» για να αποφύγει να δώσει συγκεκριμένες απαντήσεις που θα διευκρίνιζαν κάποια σημεία της κατάθεσής του. Δεν γνωρίζουμε να έχει υπάρξει προηγούμενο που ο μηνυτής σε μια υπόθεση να επικαλείται απόρρητο. Επέρριψε σχεδόν όλη την ευθύνη στην επί σχεδόν τέσσερις μήνες προφυλακισμένη συμβασιούχο, με την οποία διατηρούσε από το 2004, όπως είπε, ερωτική σχέση, δείχνοντας ότι δεν έχει αντιληφθεί και το μέγεθος της δικής του προσωπικής ευθύνης για την εξέλιξη των γεγονότων της υπόθεσης αυτής. Όσο και να προκαλεί τη συμπάθεια μετά την απόπειρα αυτοκτονίας, δεν πρέπει να ξεχνά ότι και η δική του συμπεριφορά ως γενικού γραμματέα του ΥΠΠΟ ήταν παράδειγμα προς αποφυγήν. Το πλήρες κείμενο της κατάθεσης Ζαχόπουλου έχει ως εξής:

Στην Αθήνα και στο νοσοκομείο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ σήμερα 4.4.2008, ημέρα Παρασκευή και ώρα 11.00 π.μ., ενώπιον του 2ου Ειδικού Ανακριτή Δημητρίου Οικονόμου και της Γραμματέως Αναστασίας Τασιούλα, παρισταμένου και του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών Χρήστου Μπαρδάκη
σύμφωνα με το άρθρο 31 ΚΠΔ, εμφανίστηκε ο μάρτυρας ο οποίος απάντησε ότι ονομάζεται Χρήστος Ζαχόπουλος του Αθανασίου, γεννημένος στη Θεσσαλονίκη το 1953, κάτοικος Αθηνών Αττικής, οδός Καρνεάδου αρ. 16, είναι Καθηγητής και Χριστιανός Ορθόδοξος στο θρήσκευμα και δεν συγγενεύει με την κατηγορούμενη. Κατέθεσε τα ακόλουθα χωρίς όρκο ως πολιτικώς ενάγων.

Επιθυμώ να επαναλάβω δήλωση πολιτικής αγωγής κατά όλων των κατηγορουμένων και διορίζω δικηγόρους τους Αλέξανδρο Λυκουρέζο και Πέτρο Μαχά.
Ερώτηση: Αναφέρατε όλα όσα γνωρίζετε σε σχέση με τον σε βάρος σας εκβιασμό:
Απάντηση: Στις 27.10.2007, μετά από τηλεφώνημά τους, συναντήθηκα με τους Μπαλέρμπα και Κουτελίδα. Συναντήθηκα σε γραφείο της οδού Ζωοδόχου Πηγής. Είναι γραφείο μιας πνευματικής οργάνωσης που εκδίδει περιοδικό κ.λπ. Παρόντες στη συνάντηση ήταν εγώ και οι Μπαλέρμπας, Κουτελίδας και ουδείς άλλος. Τους κυρίους αυτούς τους είχα ως δικηγόρους σε υποθέσεις μου. Μου τους είχε συστήσει η κ. Τσέκου. Αργότερα αποδείχθηκε ότι ο Κουτελίδας δεν ήταν δικηγόρος. Στην Αθήνα δεν είχα γνωρίσει δικηγόρους και μέσα στη φούρια της δουλειάς δέχθηκα την εισήγηση της κ. Τσέκου. Οι υποθέσεις που είχα αναθέσει στους κυρίους αυτούς ήταν εναντίον εντύπων, δηλαδή κατά «ΕΘΝΟΥΣ», «ΚΟΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΗ» και ΑΛΤΕΡ. Στο τηλεφώνημα που δέχθηκα από τον Κουτελίδα μου επεσήμανε ότι πρέπει να κρατήσω μυστικό το τηλεφώνημα αυτό από τα υπόλοιπα μέλη του γραφείου μου. Το τηλεφώνημα έγινε 24 ή 25 Οκτωβρίου, γιατί θυμάμαι ότι μετά ήταν η γιορτή του Αγίου Δημητρίου που γιόρταζε ο Μπαλέρμπας. Στη συνάντηση αυτή ο Κουτελίδας μου είπε κατ’ αρχήν ότι με εκτιμούν και ότι θέλουν να με προστατεύσουν από τη συγγενή του Ευδοκία Τσέκου με την οποία αυτός δε συμφωνεί. Μου είπε ο Κουτελίδας ότι την Τσέκου δεν τη συμπαθεί και μάλιστα μία φορά η γυναίκα του είχε δει την Τσέκου να συμπεριφέρεται άσχημα σε πρόσωπα του γραφείου μου. Στη συνέχεια μου είπε ότι η Τσέκου πήγε και τους βρήκε και τους είπε ότι έχει οπτικοακουστικό υλικό από μια συνάντησή της με μένα και ότι για να το επιστρέψει σε μένα και να μην το κοινοποιήσει στον Τύπο απαιτεί 200.000 ευρώ και το διορισμό της στο Δημόσιο. Μετά έγινε συζήτηση, αυτοί μου είπαν ότι θέλουν να με βοηθήσουν πρώτα για να δούμε τι υλικό έχει και μετά για να της το αφαιρέσουν. Οι ίδιοι ισχυρίζονταν ότι δεν ήξεραν τι υλικό κατείχε η Τσέκου.
Ερώτηση: Εσείς νομίζετε – θεωρείτε ότι αυτοί πραγματικά δεν ήξεραν τι είδους υλικό κατείχε η Τσέκου, εφόσον η ίδια όπως λέτε τους είχε στείλει σε σας για να μεταφέρουν την παράνομη απαίτησή της;
Απάντηση: Πιθανόν να ήξεραν, να είχαν δει δείγματα, γιατί ο κ. Κουτελίδας μου περιέγραψε από πού ήταν μία φωτογραφία, δηλαδή σε ποιο χώρο είχε τραβηχτεί η φωτογραφία και τι αντικείμενα έδειχνε.
Ερώτηση: Θεωρείτε ότι οι Μπαλέρμπας – Κουτελίδας συμμετείχαν στον εκβιασμό;
Απάντηση: Εκείνη τη στιγμή δεν το θεωρούσα, μετά όμως το πίστεψα. Στη συνέχεια στη συνάντηση αυτή ειπώθηκαν και άλλα πράγματα κι εκεί φάνηκε το ποιόν του Μπαλέρμπα, ο οποίος είπε ότι την Τσέκου μπορούν να την αναλάβουν κάποια άτομα και να μην την ξαναδεί κανείς. Δηλαδή εννοούσε να τη σκοτώσουν. Μίλησαν επίσης και οι δύο για πλαστά χαρτονομίσματα τα οποία θα μπορούσαν να δοθούν στην ίδια για να παγιδευτεί και να τους δώσει το υλικό και είπαν ότι μπορούν να βρουν πλαστά χαρτονομίσματα για το ποσό των 200.000 ευρώ. Αυτά ειπώθηκαν στην αναζήτηση λύσης από τους Μπαλέρμπα – Κουτελίδα. Ο Μπαλέρμπας είπε επίσης ότι έχει ένα γνωστό στο Κολωνάκι που έχει προηγμένης τεχνολογίας μηχανήματα και πρότεινε να πείσουν την Τσέκου να πάει εκεί για να δουν το υλικό με την αιτιολογία να μην εκτεθούν σε πιθανούς αγοραστές και εκεί κατά την προβολή του να το αντιγράψουν. Εγώ τους είπα ότι δεν συμφωνούσα ούτε με την εξαφάνιση της Τσέκου ούτε με τα πλαστά χαρτονομίσματα, αλλά να προσπαθήσουν να πάρουν αντίγραφο του υλικού που κατείχε η Τσέκου. Εκεί τελείωσε η συνάντηση αυτή. Η συνάντηση αυτή κράτησε τουλάχιστον μια ώρα.
Ερώτηση: Σας είχε πει η κ. Τσέκου οτιδήποτε περί εκβιασμού σε προγενέστερο από τον παραπάνω χρόνο;
Απάντηση: Όχι για εκβιασμό, αλλά μου είχε αφήσει έναν υπαινιγμό. Δηλαδή μέσα στο μήνα Οκτώβριο, δεν θυμάμαι ακριβώς πότε, μου είχε πει εν τη ρήμει του λόγου ότι δύο άνθρωποι που σχετίζονται μπορεί κάποια στιγμή να δουν δημοσιευμένα στιγμιότυπα από τη σχέση τους κι εγώ τότε δεν έδωσα σημασία. Ο Κουτελίδας τηλεφώνησε αν θυμάμαι καλά την προηγούμενη μέρα και κλείσαμε ραντεβού για τις 31 Οκτωβρίου 2007 για συνάντηση στο ίδιο μέρος. Εκεί μου είπαν και οι δύο ότι δεν απέδωσε η προσπάθεια που έκαναν να της πάρουν το υλικό, η ίδια δεν δέχθηκε να το προβάλει, και είπαν ότι είναι πολύ βιαστική και απαιτητική για τα χρήματα. Επίσης ο Μπαλέρμπας μου είπε ότι η Τσέκου περιμένει για να μου επιδείξει στο υπουργείο σε φορητό υπολογιστή, την ίδια μέρα, μέρος του υλικού κι ότι θα έπρεπε να παρίσταται εκεί και ο ίδιος, όπως είχε συμφωνήσει μαζί της. Εκ των υστέρων κατάλαβα ότι αυτοί τεχνηέντως μετέφεραν την πίεση και πίεζαν με τη σειρά τους εμένα για να δώσω τα χρήματα. Η συνάντηση αυτή με τους δύο παραπάνω έγινε το πρωί στις 11 η ώρα περίπου ή και λίγο νωρίτερα. Εγώ πήρα τηλέφωνο στο γραφείο μου και μου είπαν ότι ήταν αποκλεισμένος ο χώρος έξω από το υπουργείο από διαμαρτυρόμενους συμβασιούχους. Εγώ δεν πήγα στο γραφείο μου μέχρι να λυθεί ο αποκλεισμός του υπουργείου, οπότε δεν έγινε συνάντηση τότε με την κ. Τσέκου. Στη συνάντηση αυτή μου είπαν και οι δύο ότι η Τσέκου έχει ανάγκη από χρήματα επειδή αγόρασε το φορητό υπολογιστή για την καταγραφή του υλικού του εκβιασμού, επειδή έχει διάφορα χρέη και έξοδα κι ότι είναι πολύ πιεστική για τα χρήματα κι ότι αν θα ήταν σκόπιμο να της δώσει ο Κουτελίδας λίγα χρήματα για να την κατευνάσει, δεδομένου ότι στο παρελθόν, όπως ισχυρίστηκε, της είχε δώσει το ποσό των 500 ευρώ. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης η κ. Τσέκου τηλεφώνησε και στον κ. Κουτελίδα και στον κ. Μπαλέρμπα κι έστειλε γραπτό μήνυμα στον κ. Κουτελίδα ότι διαθέτω και άλλο γραφείο στην οδό Λυκίου. Αυτή η ενημέρωση είχε ως σκοπό ότι αφού δε μπορούσα να μεταβώ στο υπουργείο λόγω του αποκλεισμού μπορούσε η συνάντηση να γίνει στο γραφείο στην οδό Λυκίου που είναι το γραφείο του πολιτικού σχεδιασμού της Νέας Δημοκρατίας και το οποίο περιστασιακά χρησιμοποιούσα. Στα δύο τηλεφωνήματα η Τσέκου τους ρωτούσε για να μάθει τι συμβαίνει. Ο Μπαλέρμπας προφασίστηκε στην κ. Τσέκου επαγγελματική υποχρέωση στην Ήπειρο κι ότι έπρεπε να φύγει, άρα δε θα μπορούσε αυτός να είναι παρών στη συνάντησή της με μένα, όπως είχε συμφωνήσει με αυτήν. Στις πιεστικές απαιτήσεις τους για χρήματα θυμάμαι ότι εγώ τους είπα ότι δεν γνωρίζουν πού μπορεί να φτάσει κανείς κι ότι μπορεί να πηδήσω από τον 4ο όροφο του κτιρίου. Αυτοί τότε έδειξαν θορυβημένοι. Εκεί τελειώνει η δεύτερη συνάντησή μου με τους δύο παραπάνω. Μετά από δύο μέρες αν θυμάμαι καλά μου τηλεφώνησε ο Κουτελίδας και μου είπε ότι την Τσέκου την ηρέμησαν και να μην ανησυχώ. Στις 5 Νοεμβρίου, αν θυμάμαι καλά, το πρωί ο Κουτελίδας μου τηλεφώνησε και μου είπε ότι έχει υλικό ηχογράφησης με την Τσέκου η οποία αναφέρει ότι ζητάει 200.000 ευρώ από εμένα. Του ζήτησα να μου φέρει το υλικό κι αυτός με διάφορες προφάσεις μού το αρνήθηκε, λέγοντας για παράδειγμα ότι δεν είχε έρθει ακόμα στο γραφείο ο Μπαλέρμπας. Με το παραπάνω τηλεφώνημα ο Κουτελίδας μου είπε ότι είχαν καταγράψει συνομιλία τους με την Τσέκου στην οποία αυτή ακουγόταν ότι ζητάει το ποσό των 200.000 ευρώ από μένα για να παραδώσει το υλικό που κατείχε. Εγώ τηλεφώνησα στον Κουτελίδα το απόγευμα της ίδιας μέρας και του είπα να μου φέρει στο γραφείο μου το υλικό κι αυτός αρνήθηκε προβάλλοντας πάλι προφάσεις. Τις επόμενες ημέρες μετά το τηλεφώνημα πληροφορήθηκα ότι ο κ. Κουτελίδας δεν ήταν δικηγόρος, η εμπιστοσύνη μου προς αυτούς είχε κλονιστεί και αποφάσισα να τους αλλάξω από τη δίκη που είχα στις 22 Νοεμβρίου, η οποία κατέληξε σε συμβιβασμό. Πιστεύω ότι οι παραπάνω δύο, Μπαλέρμπας και Κουτελίδας, συμμετείχαν με την Τσέκου στον εκβιασμό σε βάρος μου διότι δρούσαν σαν απεσταλμένοι-μεσολαβητές της, μετέφεραν δηλαδή τις παράνομες απαιτήσεις της, ενώ ταυτόχρονα όλες οι συζητήσεις μου με αυτούς για λύση κατέληγαν στο μηδέν. Αυτοί το «έπαιξαν» φίλοι ότι δήθεν δε συμφωνούν με αυτά που θέλει η Τσέκου, αλλά στην ουσία δρούσαν σαν όργανά της. Επίσης στη δεύτερη συνάντηση μου ανέφεραν αναλύοντας τις οικονομικές ανάγκες της κ. Τσέκου ότι υπάρχει ένα άτομο ειδικό στα ηλεκτρονικά που συνεργάζεται μαζί της τον οποίο γνωρίζει από χρόνια και τον οποίο πρέπει να πληρώσει. Δεν μου είπαν το όνομά του, αλλά θεωρώ ότι υπάρχει αυτός ο άνθρωπος ο οποίος βοήθησε την Τσέκου με τις τεχνικές του γνώσεις για την παράνομη καταγραφή, δεδομένου ότι η Τσέκου είχε μόνο τις συνήθεις γνώσεις χρήσης ηλεκτρονικού υπολογιστή, ενώ μια τέτοια καταγραφή απαιτούσε εξειδικευμένες γνώσεις. Στις συναντήσεις ο Κουτελίδας ήταν αυτός που μιλούσε, ενώ ο Μπαλέρμπας ήταν αυτός που φαινόταν ότι ήλεγχε την κατάσταση.
Στο σημείο αυτό διεκόπη η κατάθεση του μάρτυρα η οποία θα συνεχιστεί τη Δευτέρα 7.4.2008 και ώρα 11.00 π.μ.

Δευτέρα 7.4.2008
και ώρα 11.00 π.μ.
Το… ρουσφέτι στη Σκιάθο
Στο σημείο αυτό συνεχίζεται η διακοπείσα την 4.4.2008 ανωμοτί κατάθεση.
Κατά τις παραπάνω δύο συναντήσεις με τους Μπαλέρμπα και Κουτελίδα δεν μου είχαν καθορίσει τον τρόπο με τον οποίο θα έδινα τα χρήματα στην Τσέκου, αλλά πάνω στη συζήτηση μου είχαν πει ότι καλύτερα θα ήταν να τα έπαιρνε η ίδια στα χέρια της. Σε μία συνάντηση που είχα με τους Μπαλέρμπα – Κουτελίδα στις αρχές Οκτωβρίου 2007, δε θυμάμαι ακριβή ημερομηνία, ο Μπαλέρμπας μου ζήτησε να τον βοηθήσω σ’ ένα αρχαιολογικής φύσεως θέμα που είχε. Επρόκειτο για την επέκταση σε αρχαιολογικό χώρο του ξενοδοχείου ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ ΜΠΕΗ στη Σκιάθο. Ανέθεσα το θέμα αυτό σε ένα συνεργάτη μου να το διερευνήσει. Προς τα μέσα Νοεμβρίου το θέμα ήρθε για να μπει στην ημερήσια διάταξη του ΚΑΣ. Επειδή το συνέδεσα και με την άλλη υπόθεση, οπότε εμφανίζονταν και οι δύο να ζητούν και άλλα πράγματα από το υπουργείο, αποφάσισα την αναβολή του θέματος. Δεν ήθελα να καλλιεργηθεί η εντύπωση σε αυτούς τους δύο ότι είμαι ευάλωτος και ότι μπορούν να πιέζουν για διάφορα θέματα. Το θέμα αυτό δεν είχε τεθεί εκβιαστικά, αλλά θεώρησα ότι εντάσσεται στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα πιέσεών μου. Περί τα μέσα Νοεμβρίου, όταν ανέβαλα την υπόθεση, σε λίγη ώρα μου τηλεφώνησε ο Κουτελίδας για να με ρωτήσει για την υπόθεση και σαν να με ήλεγχε ρώτησε γιατί ανέβαλα το θέμα του Καλαϊτζίδη, ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ ΜΠΕΗ. Εγώ του απάντησα ότι το θέμα δεν είναι ώριμο προς εξέταση και ότι έβαλα να το ψάξουν καλύτερα. Το θέμα αυτό το έφερα σε συνεδρίαση του ΚΑΣ μερικές συνεδριάσεις αργότερα. Η γνωμοδότηση του ΚΑΣ ήταν προσεκτική και πιο αυστηρή σε σχέση με τις προτάσεις επί του θέματος της αρμόδιας τοπικής εφορείας προϊστορικών και κλασσικών αρχαιοτήτων (Μαγνησίας). Η δική μου μεσολάβηση στο θέμα αυτό ήταν ότι το επέλεξα ως θέμα προς συζήτηση ενώπιον του ΚΑΣ. Διαφορετικά εάν δεν το επέλεγα θα μπορούσε να είχε καθυστερήσει η συζήτησή του. Στη συνέχεια, μετά τις συναντήσεις και τα τηλέφωνα με τους παραπάνω δύο, ήρθε στις 16.11.2007, ημέρα Παρασκευή, η κ. Τσέκου στο γραφείο μου να με συναντήσει. Παρόντες στο γραφείο μου ήμουν μόνο εγώ και η κ. Τσέκου. Ήταν πρωί γύρω στις 9.00 όταν ήρθε. Η συνεργασία μου με την κ. Τσέκου είχε αρχίσει από την άνοιξη του 2005. Την απέσπασα στο υπουργείο από τον Οργανισμό Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού στον οποίο εργαζόταν και ο οποίος είναι Οργανισμός εποπτευόμενος από το ΥΠΠΟ. Ήδη από την άνοιξη του 2004 υπήρχε προσωπική σχέση με την κ. Τσέκου. Στο γραφείο μου είχε αναλάβει τις δημόσιες σχέσεις και τα θέματα του Τύπου. Το 2006 είχε προκηρυχθεί από τη Γενική Γραμματεία Ολυμπιακής Αξιοποίησης διαγωνισμός πρόσληψης μονίμων υπαλλήλων, ο οποίος προέβλεπε μοριοδότηση 70% της βαθμολογίας και συνέντευξη το υπόλοιπο 30% της βαθμολογίας. Εγώ είχα πει σε όλα τα άτομα του γραφείου μου που ήταν συμβασιούχοι να υποβάλουν αιτήσεις για το διαγωνισμό. Με την πρώτη εκδήλωση του ενδιαφέροντός της για συμμετοχή στο διαγωνισμό το έτος 2006, δε θυμάμαι ακριβώς πότε, μου ζήτησε τη βοήθειά μου. Θυμάμαι ότι τότε μου είχε φέρει και ένα έγγραφο κείμενο στο οποίο ανέφερε προσόντα, τα οποία ήδη είχε εκείνη, για να περιληφθεί στη διακήρυξη του διαγωνισμού προς όφελός της. Εγώ όμως δεν το προώθησα κι όταν με ρώτησε της είπα ότι δεν έγινε τίποτα. Η βοήθεια σε τέτοιες περιστάσεις δεν είναι ούτε θεμιτή ούτε εφικτή γιατί υπάρχει μοριοδότηση και συνέντευξη από διευθυντές. Όταν η κ. Τσέκου επανέφερε το θέμα του διαγωνισμού προς συζήτηση εγώ δεν της απαντούσα τίποτα. Η κ. Τσέκου έφερνε το θέμα αυτό συχνά προς συζήτηση το τέλος του Καλοκαιριού του 2007, όταν είχε ολοκληρωθεί η βαθμολογία και αναμενόταν η έκδοση των πινάκων επιτυχόντων. Τότε η κ. Τσέκου με παρεκάλεσε να της κλείσω ένα ραντεβού με τον κ. Κλαδά, Γενικό Γραμματέα Ολυμπιακής Αξιοποίησης. Εκεί η κ. Τσέκου έθεσε στον κ. Κλαδά εμμέσως το αίτημα για δύο παρανομίες, πρώτον να αλλάξει το αποτέλεσμα της επιτροπής συνέντευξης και δεύτερον να αλλάξει το αποτέλεσμα της βαθμολογίας της μοριοδότησης προκειμένου να περιληφθεί η ίδια στους πίνακες επιτυχόντων. Αυτά όλα τα ξέρω επειδή μετά το ραντεβού τηλεφώνησα στον Κλαδά για να μάθω τι έγινε στη συνάντηση που είχε με την κ. Τσέκου. Ο Κλαδάς μου είπε ότι της απέκλεισε το ενδεχόμενο να αλλάξει τη βαθμολογία. Η ίδια η κ. Τσέκου είχε πληροφορηθεί ότι ευρίσκετο εκτός πίνακα επιτυχόντων. Γνωρίζω ότι οι συνεντεύξεις είχαν ολοκληρωθεί και η μοριοδότηση είχε καταγραφεί οπότε τα πράγματα ήταν τυπικώς έτοιμα για έκδοση αποτελεσμάτων. Η κ. Τσέκου ήταν εκείνη την εποχή ενοχλημένη διότι από φήμες είχε μάθει ότι ήταν εκτός επιτυχόντων διαγωνισμού.
Ερώτηση: Γνωρίζετε αν είχε εκδοθεί – δημοσιευθεί πίνακας επιτυχόντων ή έστω αν υπήρχε σχέδιο πίνακος επιτυχόντων του διαγωνισμού;
Απάντηση: Πίνακας επιτυχόντων επίσημος δεν είχε εκδοθεί, ανεπίσημος κατάλογος επιτυχόντων σύμφωνα με πληροφορίες μου υπήρχε. Το όλο θέμα το χειριζόταν το γραφείο του υπουργού. Τότε ήταν προεκλογική περίοδος και, επειδή υπήρχε πιθανότητα για πολιτική ή και δική μου αλλαγή στο υπουργείο, η κ. Τσέκου ζήτησε να διακοπεί η εξάμηνη προσωποπαγής σχέση εργασίας που είχε στο γραφείο μου και να συναφθεί μία απλή σύμβαση με μία υπηρεσία του ΥΠΠΟ. Εγώ διέκοψα τη μέχρι τότε σύμβαση και η ίδια η κ. Τσέκου φρόντισε για την εύρεση και τη σύναψη της νέας σύμβασης. Αν θυμάμαι καλά στις 12.9.2007 είχα μεταβεί αεροπορικώς στη Θεσσαλονίκη για την προεκλογική ομιλία του πρωθυπουργού και ζήτησα από την κ. Τσέκου να μην καλυφθούν τα έξοδα μετάβασής μου εκεί από κονδύλια του υπουργείου. Η κ. Τσέκου ταξίδεψε κι αυτή στη Θεσσαλονίκη, δεν θυμάμαι να υπέγραψα φύλλο εσωτερικής αλληλογραφίας (ΦΕΑ) για την κάλυψη των εξόδων μετάβασής της.
Ερώτηση: Σας ζήτησε ποτέ κ. Τσέκου τότε ή και αργότερα να της καταβάλετε τα έξοδα μετάβασης της στη Θεσσαλονίκη;
Απάντηση: Όχι, ούτε τότε ούτε αργότερα.
Η κ. Τσέκου παρότι είχε νέα σύμβαση με άλλη υπηρεσία του υπουργείου, εξακολουθούσε να έρχεται και να παρέχει τις υπηρεσίες της στο γραφείο μου μέχρι 16 Νοεμβρίου 2007. Αλλά από το τέλος Οκτωβρίου και μετά έκανε συχνές απουσίες επικαλούμενη λόγους σπουδών. Μετά τις βουλευτικές εκλογές του Σεπτεμβρίου 2007 η συμπεριφορά της κ. Τσέκου άλλαξε, ήταν εκνευρισμένη, απόμακρη και όχι με ιδιαίτερα θετική διάθεση συνεργασίας. Η κ. Τσέκου ήταν πάντα ένα δύσκολο και εριστικό άτομο, είχε ικανότητες αλλά και προβλήματα συνεργασίας με τα άλλα άτομα του γραφείου. Η προσωπική μας σχέση διεκόπη τον Οκτώβριο εκ των πραγμάτων εξαιτίας της συμπεριφοράς της κ. Τσέκου. Ουδέποτε αντιλήφθηκα να έχει γίνει καταγραφή των προσωπικών στιγμών με την κ. Τσέκου.
Το πρωί της 16.11.2007 ήρθε η κ. Τσέκου στο γραφείο μου. Αν θυμάμαι καλά έξω από το γραφείο μου ήταν η γραμματέας μου Ιωάννα Βλάχου και μετά πρέπει να ήρθε και η Εύα Γρηγορίου. Στη συνάντησή μας η Τσέκου ήταν επιθετική, αναφέρθηκε στο δικαίωμα διορισμού της, μίλησε για υλικό που συλλέγεται εναντίον μου στο υπουργείο, για τη νομιμότητα των πράξεών μου και μου ζήτησε 200.000 ευρώ. Επειδή φοβόταν η κ. Τσέκου ότι υπήρχε περίπτωση καταγραφής όσων λέει, μιλούσε με παραδείγματα, έλεγε δηλαδή ότι ένας σύλλογος της έστειλε υλικό εναντίον μου ανώνυμα, ότι τις 200.000 ευρώ τις οφείλω σε εστιατόριο της Θεσσαλονίκης όπου επί δύο χρόνια έτρωγα με τους φίλους μου. Επίσης άνοιξε ένα χαρτί μεγέθους A3 στο οποίο είχε γράψει τον αριθμό 200.000 ευρώ κι από κάτω διάφορα άλλα δικά της ειρωνικά σχόλια σε βάρος μου. Επίσης μου έδωσε ένα χαρτάκι με αριθμό λογαριασμού και μου είπε να καταθέσω εκεί το ποσό των 200.000 ευρώ που έγραφε στο A3 χαρτί μέχρι τη Δευτέρα το μεσημέρι. Μου έδειξε και μία φωτογραφία από το εσωτερικό του σπιτιού μου στην οποία εγώ φαινόμουν να κάθομαι ημίγυμνος στον καναπέ και δεξιά από μένα φαινόταν να στέκεται όρθια μία μορφή επεξεργασμένη όμως τεχνικά ώστε να φαίνεται θολή. Εγώ άπλωσα το χέρι για να πάρω τη φωτογραφία για να τη δω από κοντά κι εκείνη αποτραβήχτηκε και την έσκισε και την έβαλε στην τσάντα της. Μου είπε ότι σχεδιάζει να πάει να ζήσει στο εξωτερικό κι ότι αν δεν δώσω τα λεφτά όλο το υλικό που έχει θα φτάσει στον Τύπο. Η ίδια μου είπε ότι είχε υλικό από την τελευταία συνάντησή μας. Δεν διευκρίνισε τι είδους υλικό είχε, εγώ υπέθεσα ότι είναι εικόνες από κινηματογραφική μηχανή. Σε προηγούμενες καθημερινές συναντήσεις που είχα με την κ. Τσέκου στο γραφείο μου, μου είχε αναφέρει ότι είχε ένα γνωστό που ησχολείτο με ηλεκτρονικά. Ακολούθως μετά τη συνάντηση με την κ. Τσέκου εγώ άρχισα να ρωτώ σε κύκλους του υπουργείου με ποιους συναναστρέφεται αυτή και έμαθα ότι είχε πολύ συχνές συνομιλίες στο υπουργείο με τον Ελευθέριο Ιωαννίδη. Αυτός ήταν για ένα χρόνο οδηγός μου, στη συνέχεια τον έδιωξα επειδή δεν ήμουν ευχαριστημένος με τη συμπεριφορά του. Επίσης εκείνη τη μέρα αφού έφυγε μου έστειλε από ένα καρτοκινητό που χρησιμοποιούσε, όπως και άλλα για να στέλνει μηνύματα σε ανθρώπους που βρισκόταν σε κόντρα, ένα προβακατόρικο μήνυμα που το υπέγραφε ως Άννα, αν θυμάμαι καλά και αναφέροντας γενικόλογα μου έλεγε για μία υποχρέωσή μου που έπρεπε να ταχτοποιηθεί μέχρι τη Δευτέρα το μεσημέρι.
Στο σημείο αυτό διεκόπη η κατάθεση του μάρτυρα η οποία θα συνεχιστεί την Τρίτη 8.4.2008 και ώρα 11.00 π.μ.

Τρίτη 8.4.2008 και ώρα 11.00μ.
Δεν είδα αν με βιντεοσκοπούσαν
Στο σημείο αυτό συνεχίζεται η διακοπείσα την 7.4.2008 ανωμοτί κατάθεση.
Στην παραπάνω συνάντηση της 16.11.2007 στο γραφείο μου με την κ. Τσέκου εκτός από την παράνομη απαίτησή της για 200.000 ευρώ απαίτησε από μένα να τη μονιμοποιήσω στο Δημόσιο. Επίσης εξέφρασε παράπονα ότι δεν τη στήριξα στο διαγωνισμό της Γενικής Γραμματείας Ολυμπιακής Αξιοποίησης, ότι στο διαγωνισμό αυτό άλλοι μπήκαν ενώ αυτή έμεινε έξω. Ήταν πολύ σαφής ότι αν δεν ικανοποιούσα μία από τις δύο παραπάνω παράνομες απαιτήσεις της, τότε θα έδινε το υλικό που είχε στην κατοχή της στον Τύπο. Επίσης η Τσέκου μου επανέλαβε σχεδόν αυτολεξεί μία φράση που είχα πει σε μία από τις συναντήσεις μου με τους Μπαλέρμπα – Κουτελίδα, για το ενδεχόμενο δηλαδή να πηδήσω από τον 4ο όροφο στο κενό επειδή πιέζομαι. Απ’ αυτό συμπεραίνω με βεβαιότητα ότι η Τσέκου ήταν σε πλήρη συνεννόηση με τους παραπάνω δύο κι ότι αυτοί της μετέφεραν αυτολεξεί ό,τι είχε διαμειφθεί στις μεταξύ μας συζητήσεις. Αυτό ήταν ένα γεγονός που ενίσχυσε την πεποίθηση μου ότι οι Μπαλέρμπας και Κουτελίδας συμμετείχαν μαζί με την Τσέκου στην εγκληματική πράξη της εκβίασης σε βάρος μου. Στη συνάντηση αυτή με την Τσέκου όταν άρχισε να μου μιλάει για τον εκβιασμό εγώ σηκώθηκα, άνοιξα την πόρτα του γραφείου και της είπα να περάσει έξω. Αυτό το είδε η γραμματέας μου που ήταν ακριβώς έξω, η κ. Βλάχου. Τότε η Τσέκου με παρεκάλεσε να της διαθέσω λίγο παραπάνω χρόνο κι εγώ το δέχτηκα και έκλεισα την πόρτα.
Ερώτηση: Σας ζήτησε η Τσέκου να καταθέσετε στο λογαριασμό που σας έδωσε τα χρήματα για το αεροπορικό εισιτήριό της προς Θεσσαλονίκη κατά την προεκλογική περίοδο στις 12.9.2007;
Απάντηση: Όχι, ουδόλως θίχτηκε αυτό το θέμα. Ούτε και επρόκειτο να πάρει τέτοια χρήματα γιατί δεν ήταν υπηρεσιακό το ταξίδι.
Ερώτηση: Σας έδειξε η κ. Τσέκου κατά την παραπάνω συνάντησή σας στις 16.11.2007 φωτογραφία από το εσωτερικό του σπιτιού σας ή προσωπικές φωτογραφίες από ταξίδι σας στο Λονδίνο τον Αύγουστο του 2006;
Απάντηση: Φωτογραφία από το εσωτερικό του σπιτιού μου όπως την περιέγραψα και τίποτα από το Λονδίνο. Υποθέτω ότι η κ. Τσέκου είχε υλικό από την τελευταία μας συνάντηση. Αυτή πρέπει να έγινε, δεν θυμάμαι καλά, μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του Οκτωβρίου. Κατά τη διάρκεια της συνάντησης αυτής εγώ δεν αντιλήφθηκα τη μαγνητοσκόπηση. Δεν πρόσεξα πού είχε τοποθετήσει κατά τη συνάντηση αυτή την τσάντα της και τα υπόλοιπα πράγματά της. Η τσάντα της δεν μου κίνησε την προσοχή. Η τσάντα ήταν μάλλον ανοιχτή, δεν πρόσεξα κάτι ιδιαίτερο και ούτε προεξείχε ή φαινόταν κάτι που θα μπορούσε να μου κινήσει την προσοχή ή την περιέργεια. Απέναντι από τον καναπέ υπάρχει μία καρέκλα. Ένα τραπεζάκι υπάρχει ακριβώς μπροστά στον καναπέ και είναι χαμηλό. Η παραπάνω συνάντηση κράτησε περίπου μία ώρα. Κατά τη διάρκειά της δεν είπαμε τίποτα ιδιαίτερο. Δηλαδή είχαμε ερωτικές περιπτύξεις, έγιναν και μερικές κουβέντες με όχι ιδιαίτερο αντικείμενο αλλά τετριμμένες. Δεν υπήρχε καμμία αναφορά σε πολιτικά πρόσωπα, αυτό άλλωστε δεν το έκανα σε καμία από τις συναντήσεις μας. Επίσης δεν έγινε ουδεμία νύξη ή αναφορά σε θέματα οικονομικής διαχείρισης του υπουργείου. Μετά από αυτή τη συνάντηση δεν είχα καμία άλλη προσωπική συνάντηση με την κ. Τσέκου. Την επόμενη μέρα από τη δεύτερη συνάντηση που είχα με τους Μπαλέρμπα – Κουτελίδα κατέστησα γνωστό στο φίλο μου κ. Μυλωνά ότι εκβιάζομαι. Δηλαδή του ανέφερα αυτά που είχαν συμβεί με τους Μπαλέρμπα και Κουτελίδα. Την επόμενη ακριβώς ημέρα ενημέρωσα και τον Ανδρέα Σιδέρη. Ο Μυλωνάς μου είπε ότι έχει έναν γνωστό στην αστυνομία κι ότι μπορεί να τον ρωτήσει τι να κάνουμε. Μία βδομάδα αργότερα, αν θυμάμαι καλά, ο αστυνομικός που γνώριζε ο Μυλωνάς τον παρέπεμψε στον κ. Μπαλάκο με τον οποίο συναντήθηκε ο Μυλωνάς. Ο Μυλωνάς περιέγραψε την κατάσταση στον Μπαλάκο και τον ρώτησε προσπαθώντας να αντλήσει χρήσιμες πληροφορίες από την πείρα του. Ο Μπαλάκος του απάντησε αν θυμάμαι καλά ότι τέτοιες περιπτώσεις έχουν συνέχεια σε χρόνο, δηλαδή διαρκούν πολύ κι ότι σε αυτές διαπλέκονται όχι μόνο ένας αλλά περισσότεροι. Στη συνέχεια εγώ ζήτησα να συναντήσω τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών κ. Πούλιο, αλλά αυτός έφευγε για ταξίδι και με παρέπεμψε στην Εισαγγελέα κ. Ράικου. Εγώ συνάντησα ο ίδιος την κ. Ράικου, της εξέθεσα σε γενικές γραμμές το θέμα του εκβιασμού και τη ρώτησα αν είναι δυνατόν να κληθούν οι πρωτεργάτες και να τους γίνουν συστάσεις από δικαστικό. Αυτή μου απάντησε ότι αυτό δεν είναι αποδοτικό, ότι δηλαδή μια τέτοια κίνηση δεν θα έχει αποτελέσματα και πρότεινε να προσφύγω στην Ασφάλεια στο Τμήμα Εκβιαστών και να κάνω καταγγελία, σημειώνοντας ωστόσο ότι αυτό κοινοποιείται στον Τύπο. Εγώ ήθελα να αποφύγω τη δημοσιότητα κι έτσι δεν προέβην σε οποιαδήποτε τέτοια ενέργεια. Ακολούθως, επειδή κανείς δεν ξέρει πώς μπορεί να αντιδράει ένα θυμωμένο άτομο, επιδίωξα συνάντηση του Μυλωνά με την Τσέκου αφού πρώτα της τηλεφώνησε ο Μυλωνάς, εγώ δεν αναμείχθηκα. Ο Μυλωνάς τη συνάντησε, εκεί αυτή καταφέρθηκε εναντίον μου και επανέλαβε τις απαιτήσεις της, αλλά όταν ο Μυλωνάς σηκώθηκε να φύγει τον ακολούθησε και του έθεσε το θέμα της εξεύρεσης εργασίας. Ακολούθως ο Μυλωνάς φρόντισε και της βρήκε εργασία σ’ ένα Πανεπιστημιακό πρόγραμμα, μέσω ενός κρατικού οργανισμού. Η εργασία της Τσέκου θα άρχιζε τον Ιανουάριο 2008, η σύμβασή της θα ήταν τριετής με την προοπτική να γίνει αορίστου χρόνου. Αυτό πρέπει να έγινε αν θυμάμαι καλά μέσα στο Νοέμβριο και προς το τέλος του. Σε άλλη συνάντηση με τον Μυλωνά η Τσέκου του είχε ζητήσει μόνιμη θέση στο Δημόσιο, αλλά τελικά συμβιβάστηκε με τη θέση που της είχε βρει ο Μυλωνάς. Για όλα αυτά με ενημέρωσε ο κ. Μυλωνάς χωρίς να έχω ο ίδιος ιδιαίτερη ανάμειξη και να γνωρίζω λεπτομέρειες. Το σίγουρο πάντως είναι ότι η κ. Τσέκου τελικά είχε συμφωνήσει για τη θέση αυτή με την τριετή σύμβαση και με την παραπέρα προοπτική μονιμοποίησης. Ομοίως και η θέση αυτή είχε βρεθεί και είχαν συμφωνήσει οι αρμόδιοι του Οργανισμού. Τέλος Νοεμβρίου με αρχές Δεκεμβρίου άρχισαν να έρχονται σε μένα πληροφορίες από δημοσιογραφικούς κύκλους ότι το θέμα και το υλικό της Τσέκου διακινούνται προς πώληση. Δημοσιογράφος μου είπε ότι είχε γίνει κρούση στο «ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ» για πώληση του υλικού ήδη από τα μέσα Οκτωβρίου. Σύμφωνα με την πληροφόρησή μου την παραπάνω εφημερίδα είχε επισκεφθεί όχι η κ. Τσέκου, αλλά ένας δικηγόρος για να κάνει διερεύνηση αν τους ενδιαφέρει η ιστορία και να κοινοποιήσει σ’ αυτούς το όλο θέμα. Η πρώτη αντίδραση της εφημερίδας ήταν επιφυλακτική, δεν υπήρξε απάντηση κι εκεί τελείωνε η πληροφόρησή μου. Μετά υπήρξε ένα διάστημα αναμονής, δεδομένου ότι εγώ είχα κάνει την κίνησή μου και είχε βρεθεί μέσω του Μυλωνά θέση εργασίας για την Τσέκου και βέβαια δεν υπήρχε θέμα να δώσω χρήματα. Ωστόσο οι πληροφορίες επέμεναν για τη διακίνηση του θέματος. Μου έλεγαν ότι για το θέμα προσεγγίζονται και εφημερίδες και τηλεοπτικά κανάλια. Στο σημείο αυτό διεκόπη η κατάθεση του μάρτυρα η οποία θα συνεχιστεί την Παρασκευή 11.4.2008 και ώρα 11.00 π.μ.

Παρασκευή 11.4.2008
και ώρα 11.00 π.μ.
Ο Θέμος ήταν ο κομιστής
Στο σημείο αυτό συνεχίζεται η διακοπείσα την 8.4.2008 ανωμοτί κατάθεση.
Όπως έχω παραπάνω καταθέσει είχα πληροφορίες ότι ένας δικηγόρος είχε επισκεφθεί την εφημερίδα «ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ» το μήνα Οκτώβριο και γνωστοποιούσε την ύπαρξη του υλικού, ερευνώντας τις προθέσεις των πιθανών αγοραστών. Δεν γνωρίζω το όνομα του δικηγόρου και στη συνέχεια που ρώτησα δεν το έμαθα. Θεωρώ ότι δεν είναι τυχαίο που πήγε αυτός στην εφημερίδα κι ότι και αυτός εντάσσεται στην εγκληματική πράξη του εκβιασμού. Δεν είναι δυνατόν να μην τον είχε ενημερώσει η κ. Τσέκου για το θέμα του εκβιασμού και να μετέβη αυτός στην εφημερίδα. Τον Νικολουτσόπουλο δεν τον γνωρίζω. Γνωρίζω μόνο από τον Τύπο μεταγενέστερα ότι αυτός με την κ. Τσέκου μετέβησαν στο MEGA και στο «ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ» προς εύρεση αγοραστών του υλικού. Απ’ όσα έχω πληροφορηθεί είμαι βέβαιος ότι ο Νικολουτσόπουλος ήταν και αυτός ενταγμένος στη σχεδίαση και στην εγκληματική πράξη του εκβιασμού σε βάρος μου. Η Τσέκου χρησιμοποιεί και έχει συμμέτοχους κάθε φορά τους κατάλληλους ανθρώπους. Έτσι και στην επίσκεψη στο MEGA και στο «ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ» χρησιμοποιεί τον κατάλληλο άνθρωπο που έχει προσβάσεις στο παραπάνω κανάλι και εφημερίδα, ο οποίος βέβαια είναι σε γνώση του εγκληματικού σχεδιασμού και της πράξης του εκβιασμού, διαφορετικά δεν θα πήγαινε. Πιστεύω ότι τον Νικολουτσόπουλο η Τσέκου τον πλησίασε και τον κατέστησε κοινωνό τού σχεδίου της ώστε να αποκτήσει πρόσβαση σε MMΕ.
Στις 17.12.2007 είχε γίνει επίσκεψη του πρωθυπουργού στο Μουσείο Ακροπόλεως, όπου ήμουν και εγώ παρών. Η επίσκεψη κράτησε μέχρι τις 10 η ώρα το πρωί περίπου γιατί ο πρωθυπουργός βιαζόταν επειδή θα αναχωρούσε για ταξίδι στη Μόσχα. Μετά την επίσκεψη στο Μουσείο αν θυμάμαι καλά επέστρεψα στο σπίτι. Περίπου στις 12 η ώρα τηλεφώνησα στον κ. Αγγέλου, σχολιάσαμε ό,τι συνέβη το πρωί στην επίσκεψη στο Μουσείο, και στη συνέχεια με κάλεσε να πάω στο γραφείο του. Εκεί έφτασα γύρω στις 1.30 το μεσημέρι. Εκεί με ρώτησε αν γνωρίζω ότι υπάρχει ένα DVD που κυκλοφόρησε και περιέχει υλικό σε βάρος μου χωρίς να μου διευκρινίσει τι είδους υλικό ήταν αυτό. Εγώ του απάντησα θετικά και αναφέρθηκα στο θέμα, επισημαίνοντας τις πιέσεις τις οποίες δεχόμουν. Μέλημά μου μεταξύ των άλλων ήταν η προστασία της αξιοπρέπειας της οικογενείας μου και εμού. Του είπα ότι δέχομαι πιέσεις για χρήματα, δε θυμάμαι αν του είπα για ποσό κι ότι δεν είχα ενδώσει στις πιέσεις αυτές. Η συζήτηση κατέληξε στο ότι θα ήταν καλύτερα να υποβάλω την παραίτησή μου, την οποία είχα ήδη έτοιμη, και ανέλαβα να μιλήσω με τον υπουργό κ. Λιάπη για το θέμα. Πράγματι τηλεφώνησα στον κ. Λιάπη νωρίς το απόγευμα της Δευτέρας, του ανέφερα την απόφασή μου χωρίς αναφορά στους λόγους της παραίτησης, ο ίδιος επέμενε να συναντηθούμε και έγινε συνάντηση γύρω στις 6 με 7 το απόγευμα στο ξενοδοχείο ΠΛΑΖΑ στο Σύνταγμα. Ο υπουργός επέμενε πολύ να παραμείνω, αλλά ε


Σχολιάστε εδώ