Ο «τρίτος γύρος» του πολιτικού κυνισμού

Η κρίση των σύγχρονων δημοκρατικών συστημάτων εκφράζεται με τον πιο σαφή τρόπο με την τρίτη θριαμβευτική επάνοδο του Σίλβιο Μπερλουσκόνι στην εξουσία. Ασφαλώς πολλά έχουν αλλάξει τόσο ως προς τη δομή, αλλά και τις λειτουργίες του πολιτικού συστήματος στην Ιταλία τα χρόνια που πέρασαν. Ωστόσο, παρά τις όποιες αλλαγές, ένα σαφές συμπέρασμα μπορεί να συναχθεί: Ότι οι σύγχρονες πολιτικές εξουσίες, είτε με τη συντηρητική είτε με την προοδευτική τους εκδοχή, τελούν υπό την ομηρία του νεοφιλελεύθερου συστήματος της αγοράς.
Γι’ αυτό και η ανάδειξη, για τρίτη φορά, στην κυβερνητική εξουσία του Σίλβιο Μπερλουσκόνι αποκαλύπτει το βάθος και την «κυκλική» μορφή αυτής της κρίσης.
Οι αλλαγές στο εκλογικό σύστημα, αλλά και η κρίση αντιπροσώπευσης των κοινωνικών συμφερόντων, έχουν επιφέρει σημαντικές μεταβολές στην πολιτική-κομματική «γεωγραφία» της χώρας. Ως πρώτο και κύριο φαινόμενο στη γειτονική μας χώρα εμφανίζεται η «από-ιταλοποίηση» του πολιτικού συστήματος και η ανάδειξη ενός πανίσχυρου δικομματικού συστήματος, που ενισχύει την κεντρική εξουσία, τουλάχιστον στο επίπεδο λήψης αποφάσεων.
Το πέρας της εποχής των κυβερνήσεων συνεργασίας και των πολυκομματικών συμμαχιών ενισχύθηκε «οριζοντίως», δηλαδή στον άξονα Αριστεράς – Δεξιάς. Η πρωτοβουλία του Βάλτερ Βελτρόνι, ο οποίος μέσα από μια ευρύτατη συμμετοχική διαδικασία συγκρότησε το Δημοκρατικό Κόμμα, είχε σημαντικές συνέπειες, αφού κατάργησε στην πράξη τους κεντροαριστερούς συνασπισμούς.
Το Δημοκρατικό Κόμμα, συγκροτώντας έναν σκληρό πυρήνα της τάξης του 35% αποτελεί σίγουρα μια απάντηση στην αποτυχία του συνασπισμού της Κεντροαριστεράς του Ρομάνο Πρόντι, που κατέρρευσε τόσο από την αποτυχία της διαχείρισης όσο και από τη συσσώρευση των εσωτερικών του αντιφάσεων. Όμως από εδώ και εμπρός θα δοκιμαστεί η πραγματική πολιτική και η κοινωνική δυναμική του Δημοκρατικού Κόμματος και η ικανότητά του να μετασχηματιστεί σε μια πολιτικη-θεσμική «πραγματικότητα» ικανή να προωθήσει ένα εναλλακτικό μεταρρυθμιστικό πρότυπο.
Οπωσδήποτε όμως ο Βελτρόνι ιδρύοντας το προσωποπαγές, στην ουσία, Δημοκρατικό Κόμμα, οι πολιτικο-ιδεολογικές «συντεταγμένες» του οποίου μπορούν να θεωρηθούν συντηρητικότερες από την παραδοσιακή ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, εξοβέλισε στην πράξη την Αριστερά.
Ασφαλώς οι ευθύνες των κομμάτων της Αριστεράς είναι τεράστιες. Τα αριστερά κόμματα που συμμετείχαν στις κεντροαριστερές κυβερνήσεις θεωρήθηκαν συνυπεύθυνα της κρίσης και φυσικά τα κατά καιρούς βέτο που πρόβαλαν δεν θεωρήθηκαν παρά τυπικά «άλλοθι» στις ιδιαίτερα δυσάρεστες επιπτώσεις που επήλθαν στη ζωή και στο εισόδημα του ιταλού πολίτη.
Οι αριστεροί ψηφοφόροι αντιμετώπισαν τη συγκρότηση του συνασπισμού «Αριστερά – Ουράνιο τόξο» ως τελευταία απόπειρα των ηγετών της Αριστεράς να διασφαλίσουν την εκλογική / κοινοβουλευτική τους επιβίωση. Γι’ αυτό και τους «γύρισαν την πλάτη». Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ τα 4 κόμματα του συνασπισμού (Κομμουνιστική Επανίδρυση, Δημοκρατική Αριστερά, Κόμμα Ιταλών Κομμουνιστών, Πράσινοι) είχαν συγκεντρώσει αθροιστικά στις εκλογές του 2006 άνω του 11%, βρέθηκαν τώρα στο επίπεδο του 4%… Είναι ενδεικτικό της κρίσης ταυτότητας και αξιοπιστίας του συνασπισμού της Αριστεράς ότι στον βορρά ψήφοι της Αριστεράς «μετατοπίσθηκαν» στον ακροδεξιό σχηματισμό…
Οι σημαντικές αυτές αλλαγές έχουν οδηγήσει στην προς «τα δεξιά» μετατόπιση ολόκληρου του πολιτικού συστήματος της χώρας, οδηγώντας στην πράξη στην εξαφάνιση της Αριστεράς, που μπορεί πλέον να δρα μόνο σε κοινωνικο-εξωκοινοβουλευτικό επίπεδο.
Πρόκειται για μια στρατηγικής σημασίας αλλαγή σε μια χώρα όπου εδώ και 60 τουλάχιστον χρόνια το κομμουνιστικό κόμμα και η Κεντροαριστερά διαδραμάτιζαν σημαντικό ρόλο στο πολιτικό σύστημα, αλλά και στη διακυβέρνηση της χώρας… Θα «τρίζουν τα κόκαλα» του αείμνηστου ηγέτη του κομμουνιστικού κόμματος Ε. Μπερλίγκουερ, που ως ηγετική μορφή του ιδεολογικο-πολιτικού «ρεύματος» του ευρωκομμουνισμού σημάδεψε την πολιτική ιστορία της Ιταλίας σε ολόκληρη τη νεώτερη περίοδο…
Πάντως τα προβλήματα για τον, πολλαπλώς «προβληματικό», Σίλβιο Μπερλουσκόνι τώρα μόλις αρχίζουν. Όχι μόνο γιατί έχει να αντιμετωπίσει μια παρατεταμένη οικονομική κρίση, που έχει οδηγήσει σε πτώση τη διεθνή θέση της Ιταλίας, αλλά και γιατί έχει καταστεί στην ουσία όμηρος της Λίγκας του Βορρά, ενός ακροδεξιού / ρατσιστικού αστυνομικού «μορφώματος». Κι όπως επισημαίνουν οι ιταλοί αναλυτές, ο θρίαμβος του «μορφώματος» αυτού αποτελεί νίκη της «αντιπολιτευτικής».
Η «επάνοδος» του Μπερλουσκόνι αποκαλύπτει τον θρίαμβο του πολιτικού κυνισμού, την απελπισία του εκλογικού σώματος, την αποτυχία του πολιτικού συστήματος να προασπίσει την κοινωνία από την επέλαση του νεοφιλελευθερισμού, την κρίση των ηθικο-πολιτικών αξιών, την υποταγή τελικά των δυτικοευρωπαίων ηγετών στα κελεύσματα της «νέας τάξης».
Πικρά συμπεράσματα, που δεν πρέπει όμως να οδηγήσουν στην παραίτηση, αλλά στην οργανωμένη αντίσταση, στην ανασυγκρότηση των προοδευτικών πολιτικών σχηματισμών, ώστε να προκύψει μια πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά συγκροτημένη εναλλακτική πρόταση. Αυτή θα είναι η μόνη απάντηση στον πολιτικό κυνισμό και στη βαρβαρότητα.


Σχολιάστε εδώ