Βασικά στοιχεία της διαφάνειας
Η διαφάνεια αποτελεί κοινή επιδίωξη και προοπτική της συντριπτικής πλειονότητας των πολιτών, τείνει δε να καταστεί «το μέγιστον αγαθόν».
Ως βασικά στοιχεία αυτής θέλω να επισημάνω δύο, τα οποία συμπορεύονται με την πραγματικότητα και αποτελούν συμπλήρωμα στην πλούσια, θεωρητική κυρίως, ενασχόληση της ημερίδας της «Διεθνούς Διαφάνειας Ελλάς».
Πρώτο στοιχείο είναι η δημοσιονομική νομιμότητα, η οποία ορίζεται στο άρθρο 80 παρ. 1 του Συντάγματός μας και μεταφέρεται αλληλοδιάδοχα σε όλα τα Ελληνικά Συντάγματα, από το Σύνταγμα του έτους 1844 και εφεξής.
Η διάταξη αυτή του Συντάγματος εισάγει τη διπλή δημοσιονομική νομιμότητα. Απαιτεί για κάθε δημόσια δαπάνη την ύπαρξη διατάξεως νόμου η οποία να την προβλέπει, και την ύπαρξη διατάξεως νόμου η οποία να την προβλέπει στον νόμο για τον προϋπολογισμό του κράτους.
Δημόσια δαπάνη είναι κάθε εκταμίευση χρημάτων από τον προϋπολογισμό του κράτους, αδιαφόρως του φερομένου ως δικαιούχου της. Περαιτέρω, κατά την πληρωμή αυτή, η διαδικασία της πραγματοποιήσεως, με χρηματικό ένταλμα, το οποίο υπόκειται στον δικαστικό προληπτικό έλεγχο των δαπανών από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Είναι αδιάφορο σε ποίον γίνεται η πληρωμή του δημοσίου χρήματος. Είναι αδιάφορο εάν ο φερόμενος ως δικαιούχος της δαπάνης είναι φυσικό ή Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου όπως συμβαίνει με τις διάφορες επιχορηγήσεις ή επιδοτήσεις. Με τις επιχορηγήσεις, ο έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου αφορά, κατά πρώτον, τον έλεγχο κατά την έκδοση του χρηματικού εντάλματος της εκταμιεύσεως του ποσού από τον κρατικό προϋπολογισμό και, κατά δεύτερον, τον έλεγχο του χρηματικού εντάλματος της πληρωμής στον φερόμενο ως δικαιούχο.
Έτσι τηρείται η όλη σειρά της πραγματοποιήσεως της δημόσιας δαπάνης. Θα εξετασθεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά το άρθρο 98 του Συντάγματος, εάν υπάρχει πρόβλεψη, περί αυτής, στον προϋπολογισμό του κράτους (άρθρο 79 παρ. 1 του Συντάγματος) και, ακολούθως, πρόβλεψη περί αυτής στον νόμο (άρθρο 80 παρ. 1 του Συντάγματος). Σε καταφατική περίπτωση, εφόσον πληρούται η διπλή δημοσιονομική νομιμότητα, θα χωρήσει η εκταμίευση του οικείου ποσού από τον προϋπολογισμό του κράτους και ακολούθως η πληρωμή του.
Έτσι τίθενται εκποδών οι παράνομοι, εκτός προϋπολογισμού, λογαριασμοί του δημοσίου χρήματος.
Απαραβίαστος κανόνας είναι ο ορισμός του δημοσίου χρήματος, ως αντλούμενο, με οποιονδήποτε νόμιμο λόγο, από την κοινωνία και από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το δημόσιο χρήμα καθίσταται αντικείμενο δημοσίου εγκλήματος, το ιδιωτικό προστατεύεται από την ιδιωτική πρωτοβουλία.
Κατά την ημερίδα της «Διεθνούς Διαφάνειας Ελλάδος» δεν ακούστηκε η δημοσιονομική νομιμότητα.
Δεύτερο στοιχείο είναι η αξιοκρατία, η οποία επισημάνθηκε, η οποία πρέπει να επικρατεί στον δημόσιο βίο, αλλά και στον ιδιωτικό, καθόσον αφορά τη διαχείριση και την προστασία του δημοσίου χρήματος. Αναφέρθηκε, ως παράδειγμα, ο υπαλληλικός κώδικας της Δανίας, ο οποίος προβλέπει την καταγγελία και της εικαζόμενης παρανομίας σε βάρος του δημοσίου χρήματος της Δανίας.
Η αξιοκρατία αποτελεί το κλειδί της ευνομίας. Και είναι μεγίστη η προσφορά προς εργασία. Και ο δημόσιος τομέας αποτελεί τη βάση της ευνομίας. Και οι πραγματικότητες αυτές πρέπει ν’ αποτελέσουν τη λύση του κοινωνικού, του εθνικού, του διεθνούς και του πανανθρώπινου προβλήματος της αδιαφάνειας και της διαφθοράς.
Επί βεβαίας παρανομίας, η οποία συνεπάγεται επιβάρυνση του δημοσίου τομέα, η παραπομπή, μέσα σε δεκαπέντε ημέρες, προς την αρμόδια πειθαρχική δικαιοδοσία με το ερώτημα της απολύσεως πρέπει να είναι υποχρεωτική. Η έκδοση της οικείας αποφάσεως του αρμοδίου πειθαρχικού οργάνου πρέπει να γίνεται μέσα σε δεκαπέντε ημέρας. Και η βεβαιότητα των περιστατικών πρέπει ν’ αποτελούν και την τελεσιδικία οποιασδήποτε αποφάσεως.