Ακόμα πιο δύσκολες μέρες περιμένουν τους εργαζόμενους

Ο γνωστός εργατολόγος και επιστημονικός σύμβουλος του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ Γιάννης Κουζής, μιλώντας με θέμα την ευελιξία και την ασφάλεια στην αγορά εργασίας, μπροστά σε συνδικαλιστές, καθηγητές εργατικού δικαίου και εργαζόμενους, δεν δίστασε να πει ότι ο συνδυασμός «ευελιξίας και ασφάλειας» χρησιμοποιείται από τις επιχειρήσεις κυρίως για τη μείωση του κόστους εργασίας. Ο κ. Κουζής υπογράμμισε ιδιαίτερα το γεγονός πως σε χώρες όπως η Ελλάδα, με ελλειμματικό κοινωνικό κράτος και ελεγχόμενη αγορά εργασίας, καθεστώς ευελιξίας και ασφάλειας όπως προωθείται από την Ευρώπη θα οδηγήσει σε πολιτικές διευκόλυνσης των επιχειρήσεων.
Το κοινωνικό έλλειμμα απεικονίζεται στα στοιχεία που παραθέτει ο κ. Κουζής, όπως για παράδειγμα:
• Η Ελλάδα αποτελεί χώρα δεύτερης ταχύτητας στην Ένωση, ως προς το επίπεδο του κοινωνικού κράτους.
• Παράδειγμα του χαμηλού επιπέδου κοινωνικού κράτους συνιστούν οι πολιτικές επιδότησης της ανεργίας και επανένταξης των ανέργων.
• Η διάρκεια επιδότησης των ανέργων δεν υπερβαίνει το έτος, αποκλείοντας τους μακροχρόνια ανέργους και θέτοντας περιοριστικούς όρους και σε αυτό το σύστημα επιδότησης (π.χ. διάρκεια προηγούμενης απασχόλησης, απόλυση).
• Η αναπλήρωση του μισθού κινείται σε πολύ χαμηλά επίπεδα (50-55%) αναφορικά με το ύψος της επιδότησης των ανέργων.
• Οι επιφορτισμένοι φορείς με την προώθηση της απασχόλησης (π.χ. ΟΑΕΔ) διατηρούν περιορισμένο ρόλο στην πράξη, εφόσον δεν συμβάλλουν στην αποκατάσταση παρά μόνο μονοψήφιου ποσοστού ανέργων που συνήθως κινούνται προς άτυπα δίκτυα (πελατειακά, φιλικά δίκτυα, αγγελίες κ.λπ.).
• Η ελληνική αγορά εργασίας χαρακτηρίζεται από την έντονη παρουσία της παράνομης ευελιξίας, με 20% ανασφάλιστη εργασία και υψηλό επίπεδο παραβίασης ειδικότερων πτυχών της εργατικής νομοθεσίας, στο πλαίσιο μιας έκδηλα παραβατικής στάσης μεγάλου μέρους των επιχειρήσεων, σε συνάρτηση με τους ανεπαρκείς μηχανισμούς ελέγχου εφαρμογής της νομοθεσίας και τη βραδεία απονομή δικαιοσύνης.
• Τέλος, το επίπεδο των μισθών στην Ελλάδα, δείκτης απαραίτητος για τον υπολογισμό των καταβαλλόμενων αποζημιώσεων απόλυσης, αναλογεί με πραγματικούς όρους στο 72% του αντίστοιχου μέσου επιπέδου της Ένωσης των 15 (81% με όρους αγοραστικής δύναμης).
• Το χαμηλό επίπεδο κοινωνικής προστασίας και έντονης ανασφάλειας που χαρακτηρίζει την ελληνική περίπτωση επιχειρείται να αναπληρωθεί σε μικρό βαθμό, σε περίπτωση απόλυσης, με την καθιέρωση σχετικά υψηλών αποζημιώσεων (σε μήνες αποζημίωσης) που αναλογούν σε 29 εβδομάδες κατά μέσον όρο, τόσο για τις ατομικές όσο και για τις ομαδικές απολύσεις.
• Η Ελλάδα παρουσιάζει χαμηλούς δείκτες μισθωτής εργασίας (63%) και συνδικαλιστικής πυκνότητας (28% και μόλις 15% στον ιδιωτικό τομέα, στον οποίο η παρουσία θεσμού εκπροσώπησης των εργαζομένων συναντάται μόνο στο 2% των αντίστοιχων επιχειρήσεων).
• Η Ελλάδα κατατάσσεται στις χώρες με συγκρουσιακό κλίμα κοινωνικών σχέσεων, σε αντίθεση με το αντίστοιχο συναινετικό των σκανδιναβικών χωρών, ενώ επίσης παρουσιάζει ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο κοινωνικού διαλόγου.
• Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις στην Ελλάδα και ειδικότερα οι κλαδικές και επιχειρησιακές συμβάσεις σπανίως περιλαμβάνουν στην ατζέντα τους θέματα απασχόλησης και επαγγελματικής κατάρτισης.


Σχολιάστε εδώ