Κραυγή αγωνίας από το Γύθειο
Μια κατάσταση, οφειλόμενη ή στην αδιαφορία ή στη συνενοχή «παραγόντων», που τείνει να μετατρέψει μια απ’ τις πιο όμορφες γωνιές της πατρίδας μας σε τόπο απωθητικό, τόσο για τους ντόπιους όσο και για τους τουρίστες.
Περιγράφουν «φαινόμενα οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής αθλιότητας και παρανομίας» και χαρακτηριστικά αναφέρουν:
Όταν ο «πάνω δρόμος» του Γυθείου, ένα κόσμημα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και λαϊκής μαστοριάς, είναι πια παρατημένος, σκοτεινός, ρυπαρός, ουρημένος, με πολεοδομικά εγκλήματα, αδιάβατος και αποκλεισμένος. – Όταν δημοτική σκάλα (= δημόσιος δρόμος στην μορφολογία του Γυθείου) ανακατασκευάζεται και επιστρώνεται α λα κιτς (γενόμενη ασορτί), με πλάκες όμοιες (…κατά διαβολική σύμπτωση) με αυτές του διπλανού παράνομου εξώστη νεοφερμένου «επιχειρηματία» και όταν μάλιστα ο ίδιος τύπος βγάζει τη σωλήνωση της αποχέτευσης στην ίδια σκάλα και από πάνω κλείνει με αυθαίρετη κατασκευή τον πάνω δρόμο και δεν έχει ασχοληθεί -για τα μάτια του (καταγγέλλοντος) κόσμου, έστω- καμιά αρμόδια υπηρεσία.
Όταν συνιστά πανελλήνια πρωτοτυπία ντροπής, η αδυναμία διεκπεραίωσης της πιο στοιχειώδους αυτοδιοικητικής αρμοδιότητας, αυτή της αποκομιδής απορριμμάτων (ψωμοτύρι και για χωριά ακόμη λίγων κατοίκων), και έχει μετατραπεί το Γύθειο σε μια απίστευτη χαβούζα.
Όταν στο δημοτικό πάρκινγκ ολίγων θέσεων δίπλα στο παρατημένο Στάδιο (τελευταίο… μεγάλο έργο του οποίου είναι η ανάρτηση πλάκας με τα ονόματα των μελών του πρώην ΔΣ – πραγματικά για πλάκα!), έχουν καταληφθεί τα τρία τέταρτα των θέσεων από έναν ιδιόρρυθμο με τροχόσπιτο και παλιατζίδικα συμπράγκαλα (καθώς και παρατημένα – παροπλισμένα μηχανήματα του δήμου Γυθείου) και δεν τολμά καμιά «αρχή» να τον απομακρύνει.
Όταν δεν υπάρχει ούτε εκατοστό ελεύθερου χώρου βαδίσματος στην παραλία (ιδίως από Κρανάη μέχρι λιμάνι, αλλά και προς Τουριστικό), αφού όλα έχουν καταληφθεί, στην έκφραση της πιο ακραίας και χυδαίας παρανομίας, από τα παραλιακά μαγαζιά, τα οποία έχουν αναπτύξει πολλαπλάσια τραπέζια από ό,τι δικαιούνται να έχουν κατά την «άδεια» τους, και ενώ επιπλέον φοροδιαφεύγουν ασύστολα… Όταν δε ακόμη όλα αυτά τα καταστήματα παροχετεύουν παράνομα στη θάλασσα, κοντολογίς χύνοντας όλο το κοπρολόγημα και τη ψαροσαπουνάδα μπροστά στα μάτια των πελατών τους, κερνώντας τους έτσι τζάμπα βρώμα, αλλά κυρίως διαλύοντας το περιβαλλοντικό μέλλον της θάλασσας και της πόλης μας.
Όταν τέλος, οι θάνατοι από ναρκωτικά στην περιοχή είναι αναλογικά περισσότεροι από αυτές υποβαθμισμένων αθηναϊκών συνοικιών και κάποιοι -εντελώς ύποπτα- σφυρίζουν ακόμη αδιάφορα, ενώ καίγονται στην πρέζα τα νιάτα μας, δηλαδή το ίδιο το είναι μας.
Το τραγικό είναι πως όλα όσα περιγράφουν – καταγγέλλουν οι ευαισθητοποιημένοι πολίτες του Γυθείου είναι πέρα για πέρα αληθινά, ακόμα κι αν περιέχουν ορισμένες υπερβολές…
Τι απομένει λοιπόν;
Για να μη φθάσουμε να λέμε μελαγχολικά σε λίγο (ελάχιστο) χρόνο ότι «ήταν κάποτε μια πόλη- ευλογία που όμως έγινε πόλη-κατάρα εξαιτίας της εγκληματικής αδιαφορίας υπευθύνων, παραγόντων αλλά και των κατοίκων της».
Ίσως αυτό με το οποίο καταλήγουν την επιστολή-φωνή διαμαρτυρίας οι ενεργοί πολίτες του Γυθείου:
Ούτε δραχμή στον κλεφτομαγαζάτορα, ούτε καλημέρα στον πολιτικάντη που μας ρήμαξε, συνεχείς καταγγελίες όσο πιο πάνω γίνεται για τους κρατικούς παράγοντες που διαλύουν την ζωή μας. Να καταλάβουν πια ότι το μέρος δεν τους σηκώνει. Το Γύθειο έχει αγγίξει τον πάτο του βαρελιού, πιο χαμηλά δεν πάει. Ή τώρα ή ποτέ! Σε αυτά τα προσκλητήρια του τόπου μας εμείς οι Μανιάτες είμαστε διαχρονικά άξιοι και συνεπείς. Για να δούμε, κρατάμε κάτι από την παλιά, ηρωική μας φύτρα…
Γυθειάτες που θέλουν να σπάσει το πέπλο της άνομης σιωπής