Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΡΟΠΗΣ
Είναι πρόδηλο πως η Αθήνα, για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, για να μην πούμε δεκαετίες, ακολούθησε μια αυστηρά αποτρεπτική, δηλαδή πειστική, τακτική στο θέμα των Σκοπίων, μια πολιτική που έπεισε τους πάντες, φιλικά και μη φιλικά διακείμενους προς τις ελληνικές θέσεις, και τους υποχρέωσε να αποδεχθούν την ελληνική στάση, που αποτελούσε ακριβώς προϊόν μιας αξιόπιστης αποτρεπτικής απειλής. Έχουμε σ’αυτήν τη χώρα, δηλαδή στην Ελλάδα, και στον Ελληνισμό ευρύτερα, δυστυχώς, μια δυσάρεστη εμπειρία όλα τα τελευταία χρόνια αναφορικά προς τη σταθερότητα, τη σοβαρότητα, τον σχεδιασμό και την αξιοπιστία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Δηλαδή έχουμε φτάσει στο σημείο να χαιρόμαστε και να αισθανόμαστε υπερήφανοι για το αυτονόητο, ότι δηλαδή μια εξωτερική πολιτική εξυπηρετεί τα συμφέροντα της χώρας. Για πρώτη φορά ίσως μετά το 1987 του Ανδρέα Παπανδρέου έναντι της Τουρκίας στο Αιγαίο, η Ελλάδα προβάλλει σήμερα με σταθερότητα και πειστικότητα, δηλαδή καταφέρνει να πείσει όλους τους τρίτους ότι αυτό που λέει το εννοεί, ένα μείζον θέμα εθνικής σημασίας, όπως το Σκοπιανό, το οποίο κατέστη μείζον λόγω των παλινωδιών, της διγλωσσίας και της αδυναμίας χάραξης μιας ενιαίας και σταθερής πολιτικής τα τελευταία 17 έτη. Πρόκειται πραγματικά για μια στιγμή σημαντική για τη χώρα, ακριβώς γιατί η προβολή του ελληνικού βέτο έναντι της αμερικανικής υπεροψίας και αλαζονείας και η στήριξη αυτού του βέτο από συμμαχικές χώρες και δυνάμεις, όπως η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία, αποκαθιστά αφενός μεν την αξιοπιστία και την αξιοπρέπειά μας έναντι τρίτων και αφετέρου μας καθιερώνει ως μια χώρα που δεν υποχωρεί στις πιέσεις, αλλά υπερασπίζεται το εθνικό της συμφέρον και αυτό το επιτυγχάνει στο πλαίσιο ενός συμμαχικού ευρωπαϊκού μπλοκ.
Τουτέστιν, δεν είμαστε μόνοι, περίεργοι, παράλογοι ή φανατικοί εθνικιστές. Είναι προφανές πως αυτή η σημαντική στιγμή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στηρίχθηκε σε τρεις βασικούς παράγοντες.
Πρώτον, στην πειστικότητα του πρωθυπουργού και της υπουργού Εξωτερικών ότι αυτό που λέμε το εννοούμε, μια σταθερότητα ενιαίας γραμμής που ακολουθήθηκε από την πρώτη στιγμή της άρθρωσης της αποτρεπτικής απειλής, η σοβαρότητα και η εγκυρότητα της προβολής της απειλής άσκησης βέτο, εφόσον αρθρώθηκε και εντός Βουλής αποκτώντας την έννοια του θεσμού ο οποίος δεν μπορεί να παραβιαστεί.
Δεύτερον, η ομόθυμη στήριξη των ελληνικών θέσεων από το σύνολο του πολιτικού κόσμου της χώρας και ιδιαίτερα από την αξιωματική αντιπολίτευση ενίσχυσε τα μέγιστα την αποτροπή όχι μόνον γιατί εμφανιζόμαστε ενιαίοι έναντι πάντων, αλλά και γιατί δεν επιτρέψαμε στους τρίτους (βλέπε ΗΠΑ) να εφαρμόσουν το γνωστό σχέδιο του «διαίρει και βασίλευε», και τρίτον, η, όπως φαίνεται, άψογη λειτουργία των διπλωματικών υπηρεσιών του υπουργείου Εξωτερικών, οι οποίες κατάφεραν να δημιουργήσουν εκείνο το πλαίσιο ενός μη αρνητικού κλίματος στη διάσκεψη των ηγετών της Συμμαχίας που επέτρεψε στον Κωνσταντίνο Καραμανλή να κερδίσει συμμάχους, να αποδυναμώσει αντιθέσεις ή να ουδετεροποιήσει άλλους.
Σήμερα η αποκατάσταση της αξιοπιστίας μας επιτρέπει στη χώρα από θέση ισχύος να προχωρήσει σε νέες συζητήσεις, σε καινούργια διαπραγμάτευση και έναντι των Σκοπίων και βεβαίως έναντι των τρίτων που εμφανίζονται ως ενδιαφερόμενοι στην περιοχή, πάντοτε στο πλαίσιο του ΟΗΕ, ένα μείζον ζήτημα που δεν αφορά μόνον στο όνομα αλλά και στο σύνολο της αλυτρωτικής αντίληψης των Σκοπίων περί της Μακεδονίας και την ακολουθούμενη μέχρι σήμερα πολιτικής τους να παραχαράξουν την ιστορία και την εθνική ταυτότητα των Ελλήνων. Το όνομα και το αλυτρωτικό πακέτο συνδέονται άρρηκτα και δεν επιτρέπεται να γίνουν εκπτώσεις στο ένα χάριν του άλλου.
Τέλος, θα θέλαμε να υπενθυμίσουμε εν τάχει τις παλινωδίες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής όχι μόνον στο Σκοπιανό, αλλά κυρίως έναντι της Τουρκίας και στο Κυπριακό, όπου και δημιουργήσαμε παράδοση υποχωρητικότητας και εφεκτικότητας στις πιέσεις όπως συνέβη στη δεκαετία του ’90 με τα Ύμια, τη Μαδρίτη και την υπόθεση Οτσαλάν.
Οι τρίτοι δημιούργησαν συνείδηση ότι είμαστε δεδομένοι και ότι υποχωρούμε εύκολα. Κορύφωση όλων φυσικά των υποχωρήσεων και της τάσης να αποδεχόμαστε τις συμβουλές και τις υποδείξεις των Αμερικανών ήταν το Σχέδιο Αννάν. Ελπίζουμε και προσδοκούμε η σημερινή στάση του Κωνσταντίνου Καραμανλή και της Κυβέρνησής του να αποτελέσει αφετηρία δημιουργίας μιας παράδοσης χώρας που έχει σταθερή εξωτερική πολιτική, που ό,τι λέει το εννοεί, που είναι αξιόπιστη, ευέλικτη και σοβαρή στους σχεδιασμούς της.