Ακόμη δεν έχει πείσει…

Ο κ. Παπανδρέου, στην προσπάθειά του για ανάνηψη του Κινήματος έθεσε τον πολιτιστικό παράγοντα σε πρώτο πλάνο και επιδίωξε να συγκεράσει τον αμερικανικό πραγματισμό (σύστημα βασισμένο στην πολιτική και γραφειοκρατική ολιγαρχία) με την ευρωπαϊκή ευαισθησία, που συμποσούται στο Κράτος Κοινωνικής Πρόνοιας, την προστασία του αδυνάτου, την ανθρωπιστική παιδεία.

Το Κίνημα στην 34χρονη πορεία του διήλθε από την ταραχώδη βρεφική ηλικία του (1974-’77), στη διάρκεια της οποίας διασταυρώθηκαν και κονταροχτυπήθηκαν ο Γαλλικός Ουμανισμός με τον Γερμανικό ρεαλισμό και τον Ιταλικό ρομαντισμό. Στην ηγετική πυραμίδα του νεοπαγούς Κινήματος συναπαντώντο τα κυρίαρχα ευρωπαϊκά πολιτικά ρεύματα της δεκαετίας του ’70 στον απόηχο του Γαλλικού Μάη του ’68 με ισχυρή την ιδεολογική παρουσία των ιδεών της «Νέας Αριστεράς» (ευρωπαϊκής και αμερικανικής).

Την περίοδο της προσαρμογής (1977-1981). Στον προθάλαμο της Εξουσίας το ΠΑΣΟΚ, αρχίζει βαθμιαίως να προσαρμόζεται και εναρμονίζει τα βήματά του με τους διαχειριστές της de facto εξουσίας, αν και οι δυνάμεις αντίστασης (συνδικαλιστές κ.λπ.) δηλώνουν ισχυρά την παρουσία τους στην πολιτική πορεία του Κινήματος.

Την περίοδο της Αριστερής φρασεολογίας και Δεξιάς πρακτικής (1981-1990). Η «συμφωνία κυρίων» με τους διαχειριστές της de facto εξουσίας διαταράσσεται ενίοτε από τις παρασπονδίες της μίας ή της άλλης πλευράς, κυρίως κατά την περίοδο που ο ιδρυτής του Κινήματος Ανδρέας Παπανδρέου επιχειρεί να διαμορφώσει μία νέα επιχειρηματική τάξη («Νέα Τζάκια»). Γρήγορα, όμως, επανακάμπτει στην «κοινή πορεία», όταν η de facto εξουσία του υπενθυμίζει ότι «δεν πρέπει να απολησμονεί ότι μία αρκετά σταθερή πολιτική τάξη είναι αναγκαίο να μην αυτοϋπονομεύει το κύρος της, αλλά να μοιράζεται την κοινωνική της επιβολή με τις «καταξιωμένες» επιχειρηματικές, πνευματικές και κοινωνικές ελίτ!

Τη δεκαετία του 1990. Ο κατ’ επίφασιν εκσυγχρονισμός. Η απουσία του ιδρυτή του Κινήματος και η άνοδο στο «πιλοτήριο» του Κώστα Σημίτη, αν και δρομολογεί την κατ’ επίφασιν εκσυγχρονιστική περίοδο, το εύρος της κινητικότητας και οι «ανοιχτοί ορίζοντες» που διακηρύσσει η νέα ηγεσία του Κινήματος είναι συνεχώς υπό αίρεση, τόσο για τις προθέσεις των εκσυγχρονιστών όσο και για τα αποτελέσματα που παράγουν.

Την περίοδο της Μεταπολίτευσης 2004-σήμερα. Η «κληρονομική διαδοχή», βασικό χαρακτηριστικό της Μετα-Σημιτικής Εποχής, συντείνει, κατά μία έννοια, στην παρακμή της βασικής ελίτ του Κινήματος, που κινείται σε ραγδαίους ρυθμούς με επακόλουθο τις δύο συνεχόμενες εκλογικές ήττες και τη συρρίκνωση της επιρροής του Κινήματος στην ελληνική κοινωνία.

Η ανασύνταξη της μετριοπαθούς Αριστεράς με το πολιτικό σχήμα του ΣΥΡΙΖΑ καθώς και η έντονη ταξική δραστηριότητα του ΚΚΕ σε συνδυασμό με την συνδυασμένη επίθεση της δεξιάς διακυβέρνησης στο Κράτος Κοινωνικής Πρόνοιας και την προς τα κάτω ισοπέδωση του Ασφαλιστικού Συστήματος θέτουν υπό αμφισβήτηση την κυρίαρχη, τουλάχιστον στον χώρο της αντιπολίτευσης, θέση του ΠΑΣΟΚ, το οποίο μετά μακρά περίοδο εσωστρέφειας επιδίδεται σε μία οργανωτική ανασύνταξη με επιδίωξη του Γιώργου Παπανδρέου να συγκεράσει τις διασταυρούμενες στους κόλπους του Κινήματος ιδεολογικές και μορφωτικές επιρροές, μεταξύ των «ρεαλιστών» (με σπουδές στις ΗΠΑ) και των υπέρμαχων της ευρωπαϊκής οπτικής (με σπουδές στις χώρες της Γηραιάς Ηπείρου).

Το πείραμα ευρίσκεται στα πρώτα στάδια εφαρμογής του και δεν είναι ακόμη εμφανή τα θετικά ή αρνητικά αποτελέσματα.

Όμως και πάλι η ηγετική πυραμίδα του ΠΑΣΟΚ κυριαρχείται από το σχήμα των «κλειστών ελίτ». Και είναι γνωστό ότι στις περιπτώσεις αυτές, όλα εξαρτώνται από ορισμένους μύθους και ψευδαισθήσεις σχετικά με τον τρόπο άσκησης της κομματικής εξουσίας.

Μάλιστα το σχήμα αυτών των ελίτ κινδυνεύει, όταν ευρέως και ανοικτά, διαμφισβητείται η ικανότητα, η ιδεολογική επάρκεια και το κύρος των βασικών φορέων των περί ου ο λόγος ελίτ.

Το δραματικό δίλημμα για το ΠΑΣΟΚ και μετά την τελευταία ανασύνταξή του παραμένει: Πώς θα αποτινάξει το «βάρος του παρελθόντος του» και πώς στη διεξαγόμενη μάχη των ιδεών, θα πείσει τους απλούς, καθημερινούς ανθρώπους ότι δεν αποτελεί έναν κομματικό στρατό που καραδοκεί να επιπέσει προς ίδιον όφελος στην Εξουσία και το Κράτος, αλλά ότι εργάζεται για το συνολικό συμφέρον και ειδικότερα των μη προνομιούχων. Και μάλιστα ότι αντιπαρατίθεται στην ανισότητα, που συνεχώς διευρύνεται στα πλαίσια της διακηρυσσόμενης παγκοσμιοποίησης.

Ο πολιτικός λόγος του υπό ανασύνταξη ΠΑΣΟΚ, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, στερείται ουμανιστικής χροιάς – κύριο χαρακτηριστικό ενός σοσιαλιστικού λόγου- και ουδέ καν θέτει στο προσκήνιο τη ζοφερή πραγματικότητα ότι στην Ελλάδα του 2008, οι δυνατότητες ζωής των εχόντων και κατεχόντων είναι κατά πολύ μεγαλύτερες από εκείνες των περιορισμένου εισοδήματος πολιτών, αναφορικά με την Υγεία, τον Μέσο Όρο Ζωής, τις δυνατότητες για μόρφωση και επαγγελματική σταδιοδρομία.

Στους οραματισμούς ενός σοσιαλιστικού Κινήματος, παραμένει ή όχι, η διαμόρφωση μιας δικαιότερης κοινωνίας;


Σχολιάστε εδώ