17 χρόνια ολιγωρίας έδωσαν το πλεονέκτημα στα Σκόπια

Είναι δυνατόν, την ώρα που βλέπουμε το νεόκοπο αυτό κρατίδιο, όπως αρέσκονται να το αποκαλούν κάποιοι σύγχρονοι και όψιμοι «Μακεδονομάχοι», να ενορχηστρώνει μια μεγάλη διεθνή εκστρατεία προκειμένου να πείσει την ανυποψίαστη διεθνή κοινή γνώμη για την «εθνική μακεδονική του ταυτότητα», εμείς, η ισχυρή Ελλάδα, το μέλος όλων των διεθνών οργανισμών, με το τεράστιο δυναμικό της διπλωματικής υπηρεσίας του υπουργείου Εξωτερικών, να εμφανιζόμαστε ως παθητικός θεατής των εξελίξεων; Είναι δυνατόν να υπολείπεται η χώρα μας σε δυνατότητες και ερείσματα μιας έως χθες ανύπαρκτης και σήμερα «αναιμικής» κρατικής οντότητας;
Η πρώτη αυτών των επιστολών φέρει την υπογραφή ενός διακεκριμένου καθηγητή της Κλασικής Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ, του κ. Στίβεν Τζ. Μίλερ, και έχει αποδέκτη τον διευθυντή της εφημερίδας «San Francisco Chronicle», με αφορμή τη δημοσίευση ενός άρθρου, το 1994, με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Η Ελλάδα βάζει φωτιά στον γείτονα». Επρόκειτο για ένα απίστευτο κείμενο, το οποίο έβριθε ανακριβειών, όπως π.χ. ότι το αρχαίο βασίλειο των Μακεδόνων εκτεινόταν στην εδαφική περιοχή της σημερινής ΠΓΔΜ και είχε πρωτεύουσά του την πόλη των Σκοπίων!
Αξίζει ένα «εύγε» στον κ. Μίλερ, ο οποίος, όπως θα διαπιστώσετε, με πολύ ψύχραιμο και επιστημονικό τρόπο δίνει αποστομωτική απάντηση στους εμπνευστές του προπαγανδιστικού άρθρου, βάζοντας «τα πράγματα στη θέση τους».
Από τη μια διδάσκει και από την άλλη προκαλεί μελαγχολικές σκέψεις για τις αυταπόδεικτες αδυναμίες και τις ανεξήγητες «αστοχίες» της ελληνικής διπλωματίας. Και τούτο, διότι όχι μόνο σε πολλές προκλήσεις ήταν απούσα, αλλά και διότι, έστω και εκ των υστέρων, δεν έσπευσε να αγκαλιάσει, να αναδείξει και να αξιοποιήσει με τον καλύτερο τρόπο τέτοιες σοβαρές φωνές με διεθνές και επιστημονικό κύρος.
Ακολουθεί αυτούσια η επιστολή του αμερικανού καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας, στην οποία, πέραν όλων των άλλων, στηλιτεύεται με σκληρό τρόπο η άγνοια της κυβέρνησης των ΗΠΑ ως προς τα ιστορικά δεδομένα της περιοχής, καθώς και η σπουδή της να αναγνωρίσει το κράτος της FYROM:
Αγαπητέ κύριε,
Στο άρθρο με τίτλο «Η Ελλάδα βάζει φωτιά στον γείτονα» (San Francisco Chronicle, 17/2/1994) δηλώνετε ότι «η Μακεδονία είναι η καρδιά του αρχαίου βασιλείου των Μακεδόνων, το οποίο ο Μέγας Αλέξανδρος επεξέτεινε…». Αυτό είναι αληθές, αλλά από τα συμφραζόμενα αυτής της δήλωσης υπαινίσσεστε ότι η «Μακεδονία» στην οποία αναφέρεστε είναι η εδαφική περιοχή που περικλείει την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, της οποίας πρωτεύουσα είναι τα Σκόπια, το αρχαίο Σκούπι (Scupi). Για άλλη μια φορά ο Τύπος -και μαζί μ’ αυτόν το κοινό το οποίο εξαρτάται από τον Τύπο- έπεσε θύμα της άγνοιάς του περί την ιστορική αλήθεια.
Ξεκινώντας πριν από περισσότερα από 2.500 χρόνια, Μακεδονία ονομαζόταν η περιοχή που περιτριγυριζόταν από το όρος Όλυμπος στα νότια και από ανατολικά προς τα δυτικά τις γραμμές (των βουνών) Μπαμπούνα και Όρβηλος στα βόρεια. Αυτά τα βουνά είναι ένα φυσικό φράγμα και σχηματίζουν σήμερα το ορόσημο μεταξύ της Ελλάδας και των Σκοπίων. Νοτίως αυτών των βουνών εκτείνεται η μοντέρνα ελληνική επαρχία της Μακεδονίας, η οποία είναι σχεδόν ακριβώς η ίδια περιοχή που ήταν γνωστή στην αρχαιότητα ως Μακεδονία – το βασίλειο του Φιλίππου και του γιου του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Βορείως αυτών των βουνών η περιοχή ήταν γνωστή ως Παιονία στην αρχαιότητα και το Σκούπι ήταν η κύρια πόλη της. Η Παιονία κατακτήθηκε από τον Φίλιππο και προσαρτήθηκε στο βασίλειό του, αλλά ποτέ δεν ονομάστηκε Μακεδονία, όπως ποτέ δεν ονομάστηκαν Μακεδονία η Περσία και η Αίγυπτος, που κι αυτές κατακτήθηκαν από τους μακεδόνες Έλληνες.
Ο Τίτο ήταν εκείνος που χρησιμοποίησε τον μύθο της Μακεδονίας βόρεια των βουνών Μπαμπούνα και Όρβηλος, με σκοπό να δικαιολογήσει την «επανασύνδεση» της Μακεδονίας. Πριν από 50 χρόνια οι αμερικανοί ηγέτες μας ήταν καλύτερα μορφωμένοι και καλύτεροι γνώστες της ιστορίας από αυτούς που έχουμε σήμερα και κατανόησαν αυτό το γεγονός. Ως εκ τούτου, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Έντουαρντ Στετίνιους είπε το 1944: «Αυτή η κυβέρνηση θεωρεί τις συζητήσεις περί μακεδονικού “έθνους”, μακεδονικής “πατρώας γης” ή μακεδονικής “εθνικής συνείδησης” αδικαιολόγητη δημαγωγία που δεν εκφράζει ούτε εθνική ή πολιτική πραγματικότητα και βλέπει στην παρούσα αναβίωσή της μια πιθανή συγκάλυψη επιθετικών επιδιώξεων εναντίον της Ελλάδας». Αυτό ισχύει ακόμη και το 1994 και είναι με πολλούς τρόπους ολοφάνερη η απόδειξη αυτού -συμπεριλαμβανομένης και της επιμονής στη χρήση του ονόματος «Μακεδονία»- και το πολίτευμα των Σκοπίων έχει αρνηθεί σταθερά να αποκηρύξει τους στόχους που δίνονται στο Σύνταγμά τους για την οριστική «επανασύνδεση» της «Μακεδονίας». Αλλά το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ θεωρεί δεδομένο ότι η πτώση του κομμουνισμού έχει κατά κάποιον τρόπο αλλάξει τους στόχους της κυβέρνησης των Σκοπίων. Οι ίδιοι άνθρωποι, που μεγάλωσαν και εκπαιδεύτηκαν στο καθεστώς του Τίτο να πιστεύουν ότι η βόρεια Ελλάδα ήταν μέρος της μοίρας τους, επικρατούν ακόμη και τώρα και η κυβέρνησή μας τους αναγνώρισε. Αυτή η ενέργεια του υπουργείου Εξωτερικών μας θα εξυπηρετήσει στην ενθάρρυνση των φιλοδοξιών τους.
Πότε θα διδαχθούμε από την ιστορία; Και δεν εννοώ μόνο την αρχαία ιστορία, αν και είμαι ενοχλημένος ως Αμερικανός από την άγνοια των συμπατριωτών μου αυτής της ιστορίας. Αλλά μήπως η πρόωρη επίσημη αναγνώριση άλλων πρώην γιουγκοσλαβικών δημοκρατιών ενίσχυσε τη σταθερότητα στα Βαλκάνια; Δεν βλέπει ο καθένας μια σχέση αιτίας και αποτελέσματος μεταξύ μιας τέτοιας πρόωρης αναγνώρισης και της υπόθεσης της Βοσνίας; Μπορεί η αναγνώριση της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας να χαρακτηριστεί ως κάτι άλλο εκτός από ανοησία;
Η δεύτερη επιστολή, με αφορμή αντίστοιχο δημοσίευμα του γνωστού περιοδικού «Time», το οποίο υπέγραφε ο αρθρογράφος Στρομπ Τάλμποτ τον Ιούνιο του 1992, εστάλη από μια απλή ελληνίδα πατριώτισσα, την κ. Ντίνα Παπαθανασοπούλου. Χαρακτήριζε ανίδεο και επικίνδυνο τον αρθρογράφο, επειδή αποφάσισε να διαπραγματευτεί ένα ιστορικό θέμα που καταφανώς αγνοούσε, παραπλανώντας τους αναγνώστες με ανιστόρητες και αναπόδεικτες διαπιστώσεις ότι, π.χ., «η γενέτειρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου είναι η Μακεδονία των Σκοπίων αντί της Πέλλας και ότι η Ελλάδα τρέφει επεκτατικές βλέψεις για την περιοχή των Σκοπίων».
Το πιο ενδιαφέρον όμως στην περίπτωση αυτή βρίσκεται στην απάντηση των υπευθύνων του περιοδικού προς την κ. Παπαθανασοπούλου. Αφού «αδειάζουν» τον κ. Τάλμποτ λέγοντας ότι τα σχόλιά του «φαίνεται ότι οφείλονται σε μια ιστορική παρανόηση», ζητούν «συγγνώμη και δέχονται τις διευκρινίσεις ότι ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν Έλληνας και η γενέτειρά του ευρίσκεται εντός των συνόρων της σύγχρονης ελληνικής Μακεδονίας και όχι, όπως υπαινίχθηκε ο αρθρογράφος, στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Η απάντηση του «Time» κάνει μια εξίσου σοβαρή αποκάλυψη που αφορά την επίσημη ελληνική αντίδραση. Αυτή, τονίζεται, περιορίστηκε σ’ ένα γράμμα του συμβούλου Τύπου του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας στη Νέα Υόρκη, το οποίο και δημοσιεύτηκε. Το «μότο» στο ΥΠΕΞ φαίνεται ότι ήταν ένα: «Χαλαρά!».


Σχολιάστε εδώ