ΝΕΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΑΓΝΩΣΤΗΣ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ
Εκφράζει σου λέει, τα μονοπώλια, το ΝΑΤΟ, την Ευρωπαϊκή Ένωση, την ολιγαρχία όλα όσα εμείς (το ΚΚΕ) θέλουμε να ανατρέψουμε. Άρα μπορούμε να την κρίνουμε για τη μια ή την άλλη απόφασή της για το Ασφαλιστικό, π.χ., ή την Ολυμπιακή, τον ΟΤΕ, αλλά έτσι δεν βγαίνει τίποτα. Πρέπει να ανατραπεί το σύστημα που εκφράζει και υπηρετεί η κυβέρνηση και της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ.
Ο Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς αντιθέτως προβαίνει σε έναν ακτιβίστικο μαξιμαλισμό εκμεταλλευόμενος τη δυαρχία στην κορυφή του: Ο Τσίπρας για την κοινωνία και ο Αλαβάνος για τη Βουλή, αν και μερικές φορές και οι δύο τα κάνουν όλα. Προτάσεις για δημοψηφίσματα, ελεύθερο «λουκ και στάιλινγκ», κάθε τι δηλαδή που κρατάει μακριά τις ζητούμενες απαντήσεις που πρέπει να δώσει ο διογκωμένος δημοσκοπικά Συνασπισμός: Αφού κοντεύει να φτάσει το 20% και άρα είναι δυνάμει κόμμα εξουσίας, πρέπει να μας πει τι θα κάνει και με την Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΝΑΤΟ, τους μισθούς των εργαζομένων, την αναδιανομή του εισοδήματος, πρέπει να πει ποια είναι η κοινωνική του πολιτική συγκεκριμένα, τι σκέφτεται να κάνει με την υγεία και το ΕΣΥ, με την Παιδεία και τις εξετάσεις, με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, με όλα τα ζητήματα που απασχολούν την καθημερινότητα αλλά και το αύριο των ανθρώπων.
Μέχρι τώρα δείχνει να τα πηγαίνει πολύ καλά στην ενασχόληση δημιουργίας προβλημάτων στο ΠΑΣΟΚ, μια και αυτός είναι ο τεράστιος πολιτικός χώρος-δεξαμενή που αντλεί τους (υποψήφιους ακόμα) ψηφοφόρους του. Θα έλεγε κανείς ότι είναι σειρά του να πάρει τη ρεβάνς μια και το ΠΑΣΟΚ από το 1977 και μετά «ρήμαξε» την ανανεωτική αριστερά με την αφαίρεση ψηφοφόρων της όσο ακόμα λειτουργούσε το σύνθημα ή εμείς ή η δεξιά. Βέβαια, δεν τον άφησε έτσι τον ΣΥΝ (ΚΚΕ εσωτερικού παλιότερα, ΕΑΡ λίγο μετά…) το ΠΑΣΟΚ. Ένα σωρό στελέχη του διόρισε στη δημόσια διοίκηση ως διοικητές, υποδιοικητές και μέλη ΔΣ κρατικών οργανισμών (ή ΑΕ του Δημοσίου) με αποτέλεσμα η ανανεωτική αριστερά όχι μόνο να διατηρεί, αλλά να αυξάνει την επιρροή της στα ευρύτερα λαϊκά στρώματα, που έρχονταν εκ των πραγμάτων σε επαφή με τους οργανισμούς αυτούς.
Πολλά από αυτά τα στελέχη έκαναν καριέρα μέσω ΠΑΣΟΚ ή και στο ΠΑΣΟΚ, ενώ άλλα μεταπήδησαν πολιτικά ευθέως στο μεγάλο κόμμα της «κεντροαριστεράς» και εδώ και αρκετά χρόνια εκτίθενται και ως υποψήφιοι βουλευτές ή στις διαδικασίες των οργάνων του ΠΑΣΟΚ. Σήμερα που το ΠΑΣΟΚ περνάει περίοδο σημαντικής πολιτικής κάμψης και μειωμένης κοινωνικής απήχησης, ο Συνασπισμός αναπτύσσεται αποσπώντας -δημοσκοπικά προς το παρόν- οριακούς ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ ή πολίτες που επέλεγαν για πολλά χρόνια συνειδητά το ΠΑΣΟΚ, αλλά σήμερα δεν αντέχουν την πολιτική του δυσκινησία και την έλλειψη σαφούς ιδεολογίας και εναλλακτικού κυβερνητικού προγράμματος. Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα αποτελέσουν πραγματικούς ψηφοφόρους του ΣΥΝ (όταν δηλαδή φθάσουν στην κάλπη θα ψηφίσουν Συνασπισμό και όχι ΠΑΣΟΚ ή κάτι άλλο – ή ότι δεν θα κάνουν αποχή), είναι όμως βέβαιο ότι μετακινούμενοι προσωρινά ή όχι από το ΠΑΣΟΚ προκαλούν σημαντικό πλήγμα στην εικόνα του ως ισχυρού κόμματος. Έτσι που το ΠΑΣΟΚ να μη θυμίζει εύκολα μεγάλο κόμμα το οποίο θα διαδεχθεί στην εξουσία (όπως συνήθως συμβαίνει στις αστικές δημοκρατίες) το άλλο μεγάλο κόμμα. Φυσικά, θα παρατηρήσει κανείς και σωστά, αυτό δεν είναι πρόβλημα του Συνασπισμού αλλά του ΠΑΣΟΚ.
Ο ΣΥΝ ή ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει να χάσει τίποτα στον βαθμό που μέχρι χθες ήταν ένα κόμμα που φυτοζωούσε περί το 3% και δεν ήξερε αν θα μπει ή δεν θα μπει στη Βουλή, αν θα πιάσει αυτό το όριο του 3%. Οι συγκυρίες (και η ακτιβίστικη πολιτική Αλαβάνου) το έφεραν όχι μόνο να περνάει το 5%, αλλά να αναδεικνύεται και σε ευρύτερο φορέα-υποδοχέα κοινωνικής διαμαρτυρίας, έτσι ώστε σήμερα καλείται να διαχειριστεί το 15%-18% που του δίνουν οι δημοσκοπήσεις. Είναι θέμα χρόνου να φανεί αν ξέρει τι να κάνει με αυτό το υπερμέγεθες ποσοστό ή θα «το ξοδέψει» εξαντλούμενος σε μια αλαζονική συμπεριφορά προς το αμήχανο και όχι εξαιρετικά ικανό ΠΑΣΟΚ των ημερών μας.