ΝΕΑ ΡΕΥΜΑΤΑ, ΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΖΗΤΟΥΜΕΝΑ

Σήμερα υπάρχει αντίδραση, σύγκρουση, αλλά κίνημα δεν υπάρχει. Γιʼ αυτό και η κυβέρνηση έχει την ευχέρεια να διαλέγεται, να κάνει επιμέρους τροποποιήσεις, να δίνει κάτι και να παίρνει κάτι άλλο. Είναι σε φάση συζήτησης και συνδιαλλαγής όσο κι αν από τηλεοπτικά κανάλια παρουσιάζονται σκληροί και ανυποχώρητοι οι -επαγγελματίες άλλωστε- συνδικαλιστές του ενός ή του άλλου κλάδου. Έτσι πρέπει να κάνουν, γιατί αυτός είναι ο ρόλος τους και το «κοινό τους». Οι εργαζόμενοι που τους έχουν ψηφίσει και αναδείξει τέτοια σκληρή στάση επιθυμούν να βλέπουν για να αισθάνονται ασφαλείς πως οι εκπρόσωποί τους κάνουν τα πάντα για να μη θιγούν οι κύριες και επικουρικές συντάξεις (τους) και τα εφάπαξ. Στην εποχή της εικόνας οι συνδικαλιστές γνωρίζουν καλά ότι σημασία έχουν οι εντυπώσεις και όχι τι θα κερδηθεί το τέλος, όταν θα έχει λήξει ο διάλογος, όταν το νομοσχέδιο θα είναι νόμος, όταν όλοι θα έχουν πάει σπίτι τους. Η εικόνα μένει, πώς συμπεριφέρθηκε κάποιος απέναντι στην εξουσία, πόσο αντιστάθηκε, τι (και πώς το) διεκδίκησε. Και πιθανότατα, αρκετοί εξ αυτών θα βαδίσουν τον δρόμο της εισόδου στη Βουλή, όπως το έπραξαν ήδη πολλοί άλλοι συνάδελφοί τους με επιτυχία σε ό,τι αφορά στην εκλογή τους.

Γιατί όμως δεν υπάρχει κίνημα; Ο κόσμος έπαψε εδώ και καιρό να κινητοποιείται εύκολα ακόμα και με θέματα σοβαρότατα που θίγουν άμεσα το μέλλον και έμμεσα την τσέπη του. Αυτό σημαίνει ότι η πλειοψηφία των πολιτών κινείται μέσα σε έναν εξαιρετικά περιορισμένο χρονικό ορίζοντα που εκπροσωπείται από τη λογική «να τη βγάλω σήμερα και για αύριο βλέπουμε», κάτι που έχει αντιληφθεί η κυβέρνηση.

Έχει αντιληφθεί τη λογική της προσωρινότητας και της έλλειψης προοπτικής που εκφράζει το κοινωνικό σώμα, άρα γνωρίζει πως δεν θα συναντήσει μεγάλες αντιδράσεις, τέτοιες που ενδεχομένως θα έθεταν σε κίνδυνο την παραμονή της στην εξουσία.

Υπάρχουν εδώ δύο στοιχεία που συνηγορούν στην προηγούμενη κατάσταση.

• Το ένα έχει να κάνει με την επιθυμία συνεργασιών που εκφράζουν οι πολίτες μέσω των δημοσκοπήσεων, και

• το άλλο με τη μη παροχή των πολιτών στο ΠΑΣΟΚ της δυνατότητας να εκφράσει την άλλη κυβερνητική λύση.

Αναφορικά με το δεύτερο, μοιάζει σαν μην επιτρέπει ο κόσμος στο ΠΑΣΟΚ να πει και να πείσει γιʼ αυτό πως «τα πράγματα είναι χάλια, η κυβέρνηση δεν σας πονάει, εγώ είμαι εδώ, ψηφίστε με», κάτι που κάθε αξιωματική αντιπολίτευση το ισχυρίζεται και το προβάλλει με κάθε δυνατό τρόπο ανά τον κόσμο. Το ΠΑΣΟΚ δεν το κάνει όχι μόνο διότι δεν μπορεί (εσωτερικά προβλήματα ομοιογένειας κ.λπ.), αλλά διότι δεν του επιτρέπεται από τον κόσμο να το κάνει. Εισπράττει την απάντηση «ξέρουμε πώς, με τι τρόπο, κυβερνήσατε» και φυσικά αναφέρονται στην τελευταία πενταετία της διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ (1999-2004), με αποτέλεσμα ο άτυπος διάλογος μεταξύ ψηφοφόρων και κόμματος να σταματάει εκεί.

Ως προς το πρώτο, τις συνεργασίες δηλαδή μεταξύ των κομμάτων, υπάρχει διάχυτη στην κοινωνία η τάση αποδοχής της προσέγγισης μεταξύ διαφορετικών πολιτικών δυνάμεων με συγγενή όμως χαρακτηριστικά. Δεν είναι πως ερωτεύτηκε ξαφνικά ο κόσμος τον Συνασπισμό, είναι ότι δεν θα είχε καμιά αντίρρηση να τον δει σε κυβέρνηση με το ΠΑΣΟΚ, επειδή ξέρει ότι ο ΣΥΝ (λογικά…) θα συγκρατεί το ΠΑΣΟΚ από τον κατήφορο της αλαζονείας και του ασύδοτου κυβερνητισμού, ενώ συγχρόνως θα σπρώχνει σε κατεύθυνση επιλογών με χαρακτήρα κοινωνικής αλληλεγγύης. Δεν ισχυριζόμαστε ότι έτσι θα γίνει, λέμε ότι έτσι το βλέπει ο κόσμος να γίνεται. Και στο κάτω κάτω αν πέσει έξω και αυτή η επιλογή του μπορεί να την καταδικάσει, να την αλλάξει, να την αντικαταστήσει με άλλη.

Κάπως έτσι κυλάνε τα πράγματα σε μια νέα κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα, με τα κόμματα να μην μπορούν να αντιληφθούν σε ικανοποιητικό βαθμό τι στην πραγματικότητα τους ζητείται και τι συμβαίνει. Ή, αν καταλαβαίνουν τι συμβαίνει, να μην το αποδέχονται επειδή το μορφωτικό τους υπόβαθρο δεν είναι επαρκές για τις αλλαγές που η κοινωνία ζητάει.


Σχολιάστε εδώ