Και μετά τον μεσαίο χώρο… τι;
Στη Νέα Δημοκρατία πιστεύουν ότι οι επιλογές στην κεντρική πολιτική σκηνή, ξεκινούν πλέον από τα αριστερά: Η περίπτωση Τσίπρα είναι χαρακτηριστική, όχι μόνον γιατί οδηγεί σταδιακά στην ανατροπή του πολιτικού σκηνικού, αλλά διότι επαναπροσδιορίζει τους πολιτικούς χώρους στους οποίους λειτουργεί το σημερινό πολιτικό σύστημα με τους εκπροσώπους του.
Oι ίδιες οι ανακατατάξεις του πολιτικού σκηνικού διαλύουν στην ουσία τον μεσαίο χώρο, καθώς διαμορφώνεται μια λογική αντιπαράθεσης κεντροδεξιάς με κεντροαριστερά. Τα άλλα «εικονικά» σχήματα είναι απλώς για θεωρητική αντιπαράθεση και δεν διαθέτουν την παραμικρή ουσία.
Οι πολιτικές που θα ακολουθήσουν τα κόμματα θα επανακαθορίσουν, όπως είναι φυσικό, τις σχέσεις τους με τον ελληνικό λαό και κομματικά με την εκλογική τους πελατεία. Πρόκειται για σχέση αυτοκαθορισμού, που διαμορφώνει πολιτικές δυναμικής ή αποδυνάμωσης των υφιστάμενων πολιτικών σχημάτων.
Ο επανακαθορισμός προς τα αριστερά του ΠΑΣΟΚ αφήνει ένα μεγάλο μέρος ψηφοφόρων εκτεθειμένο. Είναι οι ψηφοφόροι εκείνοι –όλο και λιγότεροι– που άλλοτε καθόριζαν τον κεντρώο χώρο. Και που με κανέναν τρόπο δεν θα ήθελαν κάτι από την Αριστερά να τους εκπροσωπεί. Αυτό σημαίνει ότι απομακρύνονται μεν από το ΠΑΣΟΚ, δεν επιθυμούν όμως συντηρητικές απόψεις και θέσεις.
Έτσι υπάρχει μια μετακίνηση, σχηματικά εντελώς, των πολιτικών κομμάτων προς τα αριστερά. Το βήμα αυτό προς τα αριστερά γίνεται περισσότερο ορατό στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ που επιθυμεί να σταματήσει τις διαρροές ψηφοφόρων προς τον Συνασπισμό. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι απολύτως εγκλωβισμένο για το επόμενο (μακρύ) χρονικό διάστημα στην προσπάθεια αυτή και αλληθωρίζει συνεχώς προς τα αριστερά.
Για να εκμεταλλευθεί το γεγονός αυτό η Νέα Δημοκρατία, θα πρέπει να καταλάβει ολοκληρωτικά τον φιλελεύθερο χώρο ώστε να μπορέσει να μειώσει κατά το δυνατόν τη φθορά προς τον ΛΑΟΣ. Τα περί μεσαίου χώρου στέκουν μόνον στην περίπτωση που ο άλλοτε κεντρώος χώρος βρίσκεται σε δίλημμα ιδεολογικό. Αντιθέτως, η αναγκαστική στροφή προς τα αριστερά του ΠΑΣΟΚ στην ουσία απεγκλωβίζει μάζες αστών ψηφοφόρων, πιθανότατα και μεγαλοαστών, που άλλοτε φιλοξενούνταν στο Κίνημα, και αυτές οι μάζες είναι σαφές ότι ψάχνουν μια φιλελεύθερη εκπροσώπηση που πιθανότατα να πλησιάζει με εκείνη τη «διαχειριστική αντίληψη περί φιλελευθερισμού» της κυβέρνησης Σημίτη.
Πράγματι, με βάση και τις μετρήσεις, ένα ποσοστό ψηφοφόρων που εγκαταλείπουν το ΠΑΣΟΚ και δεν μένουν μετέωροι και αναποφάσιστοι, αλλά πηγαίνουν στη Νέα Δημοκρατία, ακριβώς από αυτήν τη δεξαμενή των άλλοτε ψηφοφόρων του κ. Σημίτη προέρχονται, όσο κι αν αυτό φαντάζει εκ πρώτης όψεως απίθανο…
Η φιλελεύθερη δε τακτική που ορισμένοι εισηγούνται στον Κ. Καραμανλή είναι σαφές ότι πηγαίνει «γάντι» σε όλους εκείνους τους, επιθετικού περιεχομένου, σχεδιασμούς της κυβέρνησης που σχετίζονται κυρίως με τις μεταρρυθμίσεις. Και τους ονομάζουμε επιθετικούς, διότι αναγκαστικά είναι τέτοιου χαρακτήρα, αφού η κυβέρνηση παίζει το τελευταίο της χαρτί για να μπορέσει να διαμορφώσει ένα άλλο σκηνικό και να αλλάξει τα δυσμενή γιʼ αυτήν δεδομένα.
Σʼ αυτήν τη λογική της αναγκαιότητας να επιβληθούν ορισμένα μέτρα και να προωθηθούν οι μεταρρυθμίσεις, είναι ξεκάθαρο ότι η φιλελεύθερη ιδεολογία θα πρέπει να έχει τον πρώτο λόγο. Και κυρίως θα πρέπει να προβάλλεται ως βασική ιδεολογία της Νέας Δημοκρατίας, και γιατί περισσότερο… σαφής είναι από τα περί μεσαίου χώρου και διότι η επίκληση του τελευταίου ελάχιστη πλέον σημασία έχει μετά τη στροφή προς τα αριστερά, τη διαμόρφωση «κλίματος Τσίπρα» και την αναζήτηση ενός αριστερού χώρου που θα αποτελέσει εναλλακτική πρόταση στη φιλελεύθερη τακτική και πολιτική.
Με απλά λόγια, η Νέα Δημοκρατία θα πρέπει να διαφημίσει, να προβάλει και να διακηρύξει ότι η φιλελεύθερη ιδεολογία, είτε εφαρμόζεται από φιλελεύθερες είτε από «σοσιαλίζουσες» κυβερνήσεις, έχει κερδίσει όλο τον ευρωπαϊκό χώρο και αποτελεί μονόδρομο για την επίλυση των οξύτατων προβλημάτων. Δεν υπάρχει πια η Κεντροαριστερά που αποτελούσε την πλειοψηφική τάση στην ελληνική πραγματικότητα. Με την έννοια αυτή, καλό θα ήταν να υπάρξει μια πραγματική «επανατοποθέτηση» των πολιτικών πραγμάτων μακριά από μεσαίους χώρους και γενικώς από θέσεις παρελθόντων ετών και σκοπιμότητας: Σήμερα κανείς δεν αισθάνεται άσχημα απέναντι στην Αριστερά ούτε και νιώθει εκδικητικά. Απεναντίας, οι γνήσιοι φιλελεύθεροι οπαδοί βλέπουν με πολύ μεγάλη συμπάθεια τους ρομαντικούς της εποχής μας, άλλωστε χωρίς αυτούς δεν θα μπορούσαν οι ίδιοι να αυτοαποκαλούνται πραγματιστές…