Απεργία και κοινωνικά αγαθά
– Ποιος έχει «δίκιο» σʼ αυτήν την αντιπαράθεση; Κι αυτό το «δίκιο» με ποιους τρόπους το διεκδικεί; Με ποιες μεθόδους το επιβάλλει;
– Κατά δεύτερον, πώς μπορούμε να συγκρίνουμε και να αξιολογήσουμε δύο αξίες, δύο αγαθά, όταν αυτά φαίνεται να «αντιπαρατίθενται», όπως το δικαίωμα της απεργίας και της διασφάλισης των κοινωνικών δικαιωμάτων με την προστασία της δημόσιας υγείας και τη διασφάλιση της οικονομικής και κοινωνικής ζωής των πολιτών;
Ποια είναι όμως η φύση, το ουσιαστικό περιεχόμενο της σύγκρουσης για το Ασφαλιστικό;
Ο χαρακτήρας της κοινωνικής ασφάλισης, που συνεπάγεται την κατοχυρωμένη σε βάθος χρόνου και αξιοπρεπή στο οικονομικό της μέγεθος σύνταξη, αναφέρεται σʼ ένα αγαθό μείζονος σημασίας που δεν συνδέεται απλώς με το ατομικό συμφέρον του κάθε εργαζομένου, αλλά αφορά στην ίδια τη διαδικασία αναπαραγωγής της συνολικής κοινωνίας, στους όρους συνοχής της. Από την άποψη αυτή οι διεκδικήσεις αποκτούν ένα σύνθετο κοινωνικοπολιτικό περιεχόμενο, αφού αντικειμενικά θίγουν προβλήματα όπως αυτά της μη καταβολής της συμμετοχής του Δημοσίου, της φορολογικής ανισότητας κ.λπ.
Από αυτόν τον καθαρώς κοινωνικοπολιτικό χαρακτήρα των διεκδικήσεων των εργαζομένων θα πρέπει να διαχωρίσουμε τις κομματικές-πολιτικές σκοπιμότητες ή και τις ακρότητες που αναπτύσσονται από κομματικές ή συνδικαλιστικές «ελίτ» και πρόσωπα που επιδιώκουν, μέσα από τον καθολικό χαρακτήρα της σύγκρουσης, να αποκομίσουν «ψήφους» είτε να «νομιμοποιήσουν» τη συνδικαλιστική τους εξουσία.
Εάν αυτή είναι η μια πλευρά του «δίκιου», για το ένα αγαθό που επιδιώκεται μέσα από τους απεργιακούς αγώνες να προασπιστεί, υπάρχει ένα εξίσου σημαντικό αγαθό που πρέπει να διαφυλαχτεί. Δηλαδή η δημόσια υγεία, το δικαίωμα της οικονομικής δραστηριότητας των πολιτών, η ασφάλειά τους. Δεν χρειάζεται να υπογραμμίσουμε πόσο σημαντικές επιπτώσεις προκύπτουν από τη συσσώρευση των σκουπιδιών ή το «κατέβασμα του διακόπτη» στην καθημερινή ζωή των πολιτών ή ποιες θα είναι οι τραγικές επιπτώσεις στο άμεσο μέλλον (με την κατανάλωση π.χ. του υδάτινου αποθέματος των υδροηλεκτρικών σταθμών).
Πώς λύνεται αυτή η θεμελιώδης αντίθεση που αφορά στην αντιπαράθεση δύο δικαίων, στο πρόβλημα της αξιολόγησης μεταξύ δύο δημόσιων-κοινωνικών αγαθών, δύο αξιών;
Προφανώς δεν βρισκόμαστε στην εποχή της μετωπικής σύγκρουσης κεφαλαίου-εργασίας, που όπως αναφέρει ο Κ. Μαρξ για την περίπτωση της ρύθμισης της διάρκειας της εργάσιμης ημέρας «αυτή εκφράζεται ως σύγκρουση δύο δικαίων που είναι και τα δύο εξίσου κατοχυρωμένα από τους νόμους της ανταλλαγής εμπορευμάτων. Και ανάμεσα στα δύο ίσα δίκαια αποφασίζει η βία (Κεφάλαιο, τομ. Α, τμήμα Η, Εκδ. Μόρφωση, Αθήνα 1963, σελ. 244).
Ασφαλώς δεν μπορούμε να αναφερθούμε στην περίπτωση μιας καθαρής σύγκρουσης κεφαλαίου – εργασίας προκειμένου να αξιολογήσουμε το «δίκαιο» κάθε πλευράς. Στην περίπτωση των διεκδικήσεων για το Ασφαλιστικό έχουμε τη σύγκρουση αγαθών και δικαιωμάτων που θα πρέπει να τα προασπίσουμε και να τα διαφυλάξουμε στο σύνολό τους.
Γιʼ αυτό και -πριν απʼ όλα- θα πρέπει να αποκλείσουμε τη βίαιη επιβολή του δικαίου, του ισχυρού, να απορρίψουμε την αυθαίρετη βούληση που δεν γνωρίζει όρια σε ό,τι αυτή θεωρεί σωστό, καταστρέφοντας άλλα αγαθά, οδηγώντας σε απόγνωση εκατομμύρια πολίτες.
Κάποιοι από τις ηγεσίες των συνδικαλιστικών φορέων ας κατανοήσουν ότι πρέπει, πριν απʼ όλα, οι ίδιοι να σεβαστούν τα κοινωνικά αγαθά και τα δικαιώματα των πολιτών που θίγονται από κάποιες ακραίες ενέργειές τους. Γιατί μόνο τότε και οι πολίτες θα επιδείξουν τον αμοιβαίο σεβασμό, θα θέσουν τα αιτήματα των απεργών σε πρώτη προτεραιότητα, θα συμπαρασταθούν, θα αναγνωρίσουν την αξία του αγώνα τους.
Γιʼ αυτό και στις δημοσκοπήσεις που διενεργήθηκαν οι πολίτες εμφανίζονται διχασμένοι: Γιατί πρόκειται για ένα δίλημμα που δεν επιλύεται με μια «προτίμηση» που αφορά το ατομικό συμφέρον του καθενός… αλλά για δημόσια-κοινωνικά αγαθά και δικαιώματα που η αποδυνάμωσή τους θα πλήξει όλους τους πολίτες.
Οι σύγχρονες κοινωνίες αντιμετωπίζουν κρίσιμα διλήμματα, πολυσύνθετα προβλήματα, που δεν επιτρέπουν μονοσήμαντες απαντήσεις. Ιδιαίτερα σε μια εποχή όπου αποδυναμώνονται οι θεσμοί, όπου εκπίπτουν αξίες και ιδανικά, έρχεται η επιβολή της ισχύος, του «ντεσιζιονισμού», της κυρίαρχης βούλησης, να διαμορφώσει τις νέες, σύμφωνα με το συμφέρον της, «ισορροπίες». Κι αυτό γίνεται σήμερα μέσα από την πλειοψηφία του Κοινοβουλίου. Η αντίθεση «λύνεται», όπως συμπυκνώνει το γεγονός ο Κ. Μαρξ, «κάτω από την πίεση μιας γενικής πράξης της Βουλής», μιας πράξης που μπορεί να επικαλεστεί μόνο την τυπική νομιμότητά της.
Ασφαλώς οι πολίτες, οι άνθρωποι της καθημερινής δραστηριότητας, διαθέτουν καθαρότερη κρίση, μεγαλύτερη σωφροσύνη και μετριοπάθεια τόσο από κάποιους κυβερνητικούς παράγοντες που θέλουν, στον πανικό τους, να απαλλαγούν το γρηγορότερο από το «πρόβλημα» όσο και από κάποιους συνδικαλιστές που αυτοαναγορεύονται σε λαϊκούς ήρωες και αυτόκλητους προστάτες του δημόσιου συμφέροντος. Αυτή ακριβώς η αξιολογικά κρίνουσα και σοφά εκτιμούσα λαϊκή πλειοψηφία είναι εκείνη που διασφαλίζει την ομαλότητα και τη συνοχή.
Γιατί αλίμονο αν προσδοκούσαμε κάτι καλύτερο από τους «υπεύθυνους»…