Συνέδριο σε «οριακές συνθήκες»
Για πρώτη φορά στην ιστορία του το ΠΑΣΟΚ διεξάγει το Συνέδριό του υπό το κράτος μιας διπλής απειλής. Το ένα σκέλος της απειλής αυτής αφορά μία, σταδιακώς διαμορφωνόμενη, πεποίθηση ότι απομακρύνεται από την κυβερνητική εξουσία. Το δεύτερο –και ίσως περισσότερο επικίνδυνο– σκέλος συνδέεται με την προϊούσα αποδυνάμωση της ηγεμονικής του παρουσίας στον χώρο της Κεντροαριστεράς.
Αυτός ο διφυής –και αλληλοτροφοδοτούμενος– κίνδυνος εμφανίζεται για πρώτη φορά με τέτοια ενάργεια σʼ ολόκληρη την πολιτική «διαδρομή» του ΠΑΣΟΚ. Ακόμα και στη μεγάλη κρίση στα τέλη της δεκαετίας του 1980 το ΠΑΣΟΚ διέθετε ένα σημαντικό κοινωνικό «απόθεμα» και μια ισχυρότατη πολιτική παρουσία ώστε μπόρεσε να ξεπεράσει μια ιστορική κρίση που είχε κύριο και καίριο πολιτικό στόχο τον ίδιο τον ηγέτη του, τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Ασφαλώς μια ήττα που επέρχεται σε μια εκλογική αναμέτρηση δεν μπορεί να θεωρηθεί στρατηγικού τύπου ήττα. Ιδιαίτερα όταν αναφερόμεθα σʼ ένα πολιτικό σύστημα όπου ανταγωνίζονται δύο κόμματα εξουσίας με διαφορετικές πολιτικές στρατηγικές σε βασικά θέματα.
Όμως η πορεία ήττας του ΠΑΣΟΚ διαμορφώνεται αργόσυρτα εδώ και μια δεκαετία. Είναι ήττα κοινωνικού, πολιτικού και ιδεολογικού χαρακτήρα. Όχι μια ήττα που προκύπτει από την απώλεια της κυβερνητικής εξουσίας.
Το «καμπανάκι» του κινδύνου ηχούσε απειλητικά εδώ και πολλά χρόνια. Όμως οι ηγέτες και οι ηγετικές ομάδες άκουγαν μόνο τις «καμπάνες της εξουσίας». Κι όσο το κοινωνικο-εκλογικό «σώμα» του ΠΑΣΟΚ, παρά την απογοήτευσή του, στήριζε εκλογικά το Κίνημα, ελπίζοντας εν τη απελπισία του ό,τι όλα πήγαιναν καλά…
Τώρα που η απογοήτευση μετατρέπεται σε έμπρακτη διαμαρτυρία, όπου η πίστη και η προσδοκία δίνει τη θέση της στην αποδοκιμασία, ζητούνται «μαγικές» λύσεις, προτείνονται «πολιτικές συνταγές», ακυρώνονται πρόσωπα και πολιτικές στην εναγώνια αναζήτηση του «νέου»… Κάποιοι μάλιστα από την ηγετική πυραμίδα του ΠΑΣΟΚ προσβλέπουν σε συμμαχία με τον ΣΥΡΙΖΑ, επιδιώκοντας να αποκαταστήσουν τη γέφυρα πρόσβασης προς την κυβερνητική εξουσία… έστω κι αν ο νεόκοπος κ. Τσίπρας αρνήθηκε να τους παράσχει το πολιτικό διαβατήριο της «αριστερής ορθοφροσύνης»…
Δυστυχώς δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές. Η πολιτικοϊδεολογική «αποικοδόμηση» του ΠΑΣΟΚ επιτελείται με συστηματικό τρόπο εδώ και χρόνια, με αφετηρία την ιστορικής πράγματι σημασίας «τομή» που συντελέστηκε το 1996. Σήμερα το ΠΑΣΟΚ έχει οδηγηθεί σε αυτοακύρωση του πολιτικού του λόγου. Ακόμα και πολιτικές προτάσεις και θέσεις σωστές δεν γίνονται πειστικές. Τις «καταπίνει» η «μαύρη οπή» της αναξιοπιστίας, της έλλειψης εμπιστοσύνης.
Μέσα από τη διαδικασία αυτή το ΠΑΣΟΚ αρχίζει να μετατοπίζεται από τη θέση του κόμματος εξουσίας στη θέση του κόμματος διαμαρτυρίας. Σήμερα «πατάει» και στις δύο αυτές «βάρκες», κινούμενο σε συνθήκες ασταθούς πολιτικής «ισορροπίας».
Αυτό το γεγονός έχει συνέπεια να μην μπορεί το ΠΑΣΟΚ να γίνεται, αυτονόητα, υποδοχέας της αρνητικής ψήφου προς το κυβερνητικό κόμμα, μια διαδικασία που λειτουργούσε στο παρελθόν, όταν υπήρχε σαφέστερη διάκριση μεταξύ των κομμάτων εξουσίας. Αυτή ακριβώς η περαίωση της δυνατότητας να εισπράξει το ΠΑΣΟΚ την αρνητική ψήφο, την ψήφο διαμαρτυρίας προς τη Νέα Δημοκρατία, οδήγησε στην ήττα του το 2007.
Η αδυναμία οργάνωσης και ενσωμάτωσης της διαμαρτυρίας από το ΠΑΣΟΚ οδηγεί σήμερα στο φαινόμενο διόγκωσης του ΣΥΡΙΖΑ. Ασφαλώς το φαινόμενο της διαμαρτυρίας δεν είναι επιφανειακό. Αντιθέτως, έχει ισχυρή κοινωνική και πολιτική βάση. Υπάρχει ένα σοβαρό τμήμα που πλήττεται άμεσα από τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις κι αυτό το τμήμα της κοινωνίας διαπιστώνει την κρίση και την αδυναμία των κομμάτων εξουσίας να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα.
Ασφαλώς ένα μέρος εκείνων που εκδηλώνουν την προτίμησή τους προς τον ΣΥΡΙΖΑ στις σφυγμομετρήσεις, επιλέγουν τον κ. Τσίπρα ως ένα νέο «πολιτικό προϊόν», ως ένα σύγχρονο «ιδεότυπο» πολιτικού που απευθύνεται προς τους νέους, που υπόσχεται το «νέο»… Εάν βέβαια αυτή η προτίμηση –που έχει σήμερα «φαινομενολογικά» χαρακτηριστικά– μετατραπεί σε έλλογη, πολιτικά θεμελιωμένη στήριξη, αυτό θα εξαρτηθεί από τη δυνατότητα του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ να αποδείξει ότι μπορεί να δώσει λύσεις και να απαντήσει στα προβλήματα… Κι αυτή είναι μια κρίσιμη εσωτερική δοκιμασία, που είτε θα οδηγήσει στη δυναμική του παρουσία στο πολιτικό σύστημα είτε, ενδεχομένως, στην ίδια του την αυτοαναίρεση.
Η ρευστότητα που επικρατεί στο πολιτικό σκηνικό παρέχει, ασφαλώς, αρκετά περιθώρια στην κυβερνώσα παράταξη να διατηρήσει την –έστω και τραυματισμένη– ηγεμονία της στο πεδίο της κεντρικής σύγκρουσης για την εξουσία. Όμως θα πρέπει να κατανοήσει η παράταξη αυτή ότι έχει εισέλθει και η ίδια στον κύκλο μιας κρίσης που δεν γνωρίζουμε πού θα οδηγήσει.
Όσο για το ΠΑΣΟΚ, πρώτο του μέλημα θα πρέπει να είναι η προσπάθεια διατήρησης της ηγεμονίας του στον χώρο της Κεντροαριστεράς, η πολιτική του ενότητα και η συντονισμένη και συλλογική του πορεία, ώστε να μπορέσει να ανακτήσει την εμπιστοσύνη όχι μόνο των κοινωνικών στρωμάτων που το στήριζαν, αλλά κυρίως των νέων ανθρώπων που βιώνουν ασφυκτικά ένα παρόν που ακυρώνει τις προσδοκίες τους για το μέλλον.
Το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ, όσο διατηρείται η πολιτική ρευστότητα, θα εξελιχθούν σε άκρως ανταγωνιστικά κόμματα στο προσεχές μέλλον. Όσοι οραματίζονται «συμμαχικά» σχήματα και κυβερνήσεις συνεργασίας ΠΑΣΟΚ – ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να προσγειωθούν στην πραγματικότητα. Ο σαφής πολιτικοκοινωνικός συσχετισμός μεταξύ ΠΑΣΟΚ – ΣΥΡΙΖΑ θα καταγραφεί στις επόμενες βουλευτικές εκλογές (και όχι στις ευρωεκλογές) και θα εξαρτηθεί τα μέγιστα από τη δυνατότητα του ΠΑΣΟΚ να κατανοήσει το μέγεθος της κρίσης και από την προσπάθειά του να απαντήσει σʼ αυτήν.
Τότε πράγματι θα μπορούμε να διαπιστώσουμε αν η σημερινή κρίση οδηγήσει σε κάποια διέξοδο που θα δώσει και πάλι την πολιτική αυτονομία στα κόμματα και την ελπίδα στην ελληνική κοινωνία ότι μπορεί να χαράξει ένα καλύτερο μέλλον.