Ξεπέρασμα της κρίσης ή διχοτόμηση;

Την «3η Σεπτέμβρη» του 1974, το νεογέννητο Κίνημα ανταποκρίθηκε στο προσκλητήριο των καιρών, ο λαός το περιέβαλε με την εμπιστοσύνη του και σε σύντομο χρονικό διάστημα το ανέδειξε σε ηγετική πολιτική δύναμη και του ανέθεσε την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας.

Το 1981 με τη νίκη στις εκλογές το ΠΑΣΟΚ προβάλλει ως πρωτοπόρος δύναμη οικονομικής και κοινωνικής αλλαγής, «όργανο ιστορικής αναγκαιότητας». Ενσωματώνει στις κινητήριες δυνάμεις του, τα περιθωριοποιημένα από τα υπολείμματα του πνεύματος του Εμφυλίου ΕΑΜογενούς προέλευσης μεγάλα τμήματα του πληθυσμού της χώρας. Και εν πολλοίς προσφέρει μιας μορφής δικαίωση στις δυνάμεις αυτές, τόσο με την σε σημαντικό βαθμό αναδιανομή του εθνικού εισοδήματος υπέρ των αδυνάτων, όσο και με την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης. Όραμα ζωής για τους οδεύοντας προς τη βιολογική δύση τους, εκείνους που στην «Κατοχή κράτησαν πιστόλι και αγωνίστηκαν κατά των κατακτητών της ελληνικής γης».

Στην πρώτη κυβερνητική θητεία του ΠΑΣΟΚ αναδιατάσσεται η έννοια «προοδευτικός» και μετακινείται από τους αυτοαποκαλούμενους με τον όρο αυτό, στις δυνάμεις «εκείνες που κατανοούν το ιστορικό γίγνεσθαι και το διευκολύνουν με την πολιτική και τη δράση τους».

Το νεογέννητο Κίνημα στην επταετή πορεία του προς την Εξουσία φλεγόμενο από το όραμα της «σοσιαλιστικής δημοκρατικής αλλαγής» κυριαρχείται από την ουτοπία ότι ο «σοσιαλιστικός μετασχηματισμός», διέρχεται από έναν άγνωστο «τρίτο δρόμο», τη χάραξη του οποίου είχε το σύνολο του Κινήματος αναθέσει στη μεγαλοφυΐα του «χαρισματικού» ηγέτη του!

Το ίδιο το Κίνημα, κατά μία έννοια, αυτοχειριάζεται και αλλοτριώνει χάρη αυτού του στόχου, την πεμπτουσία ενός Σοσιαλιστικού Κινήματος: τις εσωκομματικές δημοκρατικές διαδικασίες. Η «αρχή του ενός ανδρός» είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμά του. Ενώ ως κυβερνητική εξουσία, η «κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας» διεισδύει καταλυτικώς στη σκέψη και δράση των στελεχών του, τα οποία ανακαλύπτουν τα αγαθά της ενσωμάτωσης στο μέχρι πρότινος εξορκιζόμενο κατεστημένο.

Την περίοδο Σημίτη, τόσο ο ίδιος ο πρώην πρόεδρος του Κινήματος όσο και οι «εκσυγχρονιστές» συνεργάτες του «διαπίστωσαν ότι το καράβι, καθώς έπλεε σε φουρτουνιασμένη θάλασσα, έμπαζε νερά από παντού και έγερνε επικίνδυνα. Πιεζόμενοι από την πραγματικότητα, έπραξαν αυτό που η αδήριτη ανάγκη επέβαλε: Έριξαν στη θάλασσα την άχρηστη κι επικίνδυνη ιδεολογική και πολιτική ”πραμάτεια”. Πέταξαν στο καλάθι των αχρήστων τη διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη και από φλεγόμενοι οραματιστές και σκαπανείς μιας μεγαλειώδους και θριαμβευτικής πορείας προς τον σοσιαλισμό, κατέληξαν θλιβεροί ουραγοί της πορείας προς την Ενωμένη Ευρώπη, προς την καπιταλιστική δηλαδή ολοκλήρωση…» (Τάκης Λαζαρίδης: Απλά μαθήματα ιστορίας).

Το Κίνημα διχάζεται σε «Εκσυγχρονιστικό» και «Πατριωτικό» ΠΑΣΟΚ. Αυτή η εσωστρέφεια, αυτός ο σκληρός «εσωτερικός αγώνας», εξαντλεί και φθείρει το Κίνημα μηδενίζοντας κάθε πιθανότητα επιτυχίας.

Το «νέο ΠΑΣΟΚ», κυριαρχούμενο από μία «αριστοκρατία» στελεχών, μεγάλο μέρος των οποίων παρουσιάζει εμφανή τα σημεία της διαπλοκής με το κατεστημένο και τα οικονομικά συμφέροντα τα οποία το τελευταίο εκφράζει, αποκόπτεται από τις λαϊκές ρίζες του, βυθίζεται σε μία ιδεολογική ανομοιογένεια και η απουσία συνοχής το «καθιστά ανίκανο να ηγηθεί ανίκανο να ηγηθεί στον τραχύ αγώνα για έξοδο της χώρας από την κρίση και είσοδο σε μια τροχιά ανάπτυξης και προόδου».

Η ανορθόδοξη αλλαγή ηγεσίας, μικρό διάστημα πριν από τις εκλογές του 2004, επιβεβαιώνει απλώς τη διαπίστωση ότι το «Κίνημα» δέσμιο του συστήματος εξουσίας αδυνατεί να ηγηθεί στην εθνική εξόρμηση που επιτάσσουν οι καιροί και οδεύει προς την πλήρη χρεοκοπία και εισήλθε στην «ύστερη», με ό,τι ο όρος εκφράζει στην ιστορική αξιολόγηση των γεγονότων, περίοδο της παρουσίας και δράσης του.

Ο ρόλος του νυν προέδρου του Κινήματος καθίσταται τραγικός. Ηγείται ενός κομματικού σχηματισμού βαθύτατα διχασμένου και στο ιδεολογικό και στο πεδίο της πολιτικής πράξης. Ενώ ταυτοχρόνως στελέχη «πρώτης γραμμής» και της μιας πτέρυγας, εκείνης που στηρίζει τον Γιώργο Παπανδρέου, όσο και εκείνης που τον αντιμάχεται, στα πλαίσια των πελατειακών σχέσεων, συναλλάσσονται με τη νυν Νεοδημοκρατική Εξουσία και διασκελίζουν αδιάφορα τη συστηματική κομματικοποίηση του κρατικού μηχανισμού, που κατευθύνεται από τα υπόγεια της Ρηγίλλης και τις στοές του Μεγάρου Μαξίμου, με επακόλουθο ο λαός να αντιμετωπίζει τα δύο κόμματα εξουσίας, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, στη «συσκευασία του ενός», του συσσωματωμένου στις επιδιώξεις και τους στόχους του κατεστημένου.

Το συνέδριο θα οδηγήσει το ΠΑΣΟΚ στην υπερκέραση της κρίσης που το μαστίζει ή θα επισφραγίσει, τελεσιδίκως πλέον, τη διχοτόμησή του; Ίδωμεν.


Σχολιάστε εδώ