O Γολγοθάς μιας δασκάλας που επιμένει ελληνικά

Η Χαρά Νικοπούλου –κόρη του προέδρου του Αρείου Πάγου– αποδείχθηκε θαρραλέα δασκάλα. Και ηρωική Ελληνίδα. Δούλεψε και πρόσφερε, με πάθος για την Ελλάδα. Άνοιξε την αγκαλιά της στα παιδιά. Και εκείνα, που δεν χρειάζονται πολλά για να καταλάβουν ποιος τους μιλάει ειλικρινά, την αγάπησαν. Και έγιναν ένα. Η δασκάλα μπήκε γρήγορα στο μάτι των πρακτόρων της Τουρκίας. Και άρχισε το κυνηγητό. Και οι πιέσεις ανάμεικτες με απειλές. Με στόχο να καμφθεί, να φοβηθεί, να τα μαζέψει η Χαρά και να φύγει.

Σε εκείνες τις δύσκολες στιγμές η ηρωική δασκάλα έμεινε μόνη. Από πουθενά συμπαράσταση. Ούτε καν από την πατρίδα. Προφανώς για να μη μας παρεξηγήσουν οι Τούρκοι. Ούτε δύο λόγια συμπαράστασης.

Μέχρι που δεν άντεξε. Κατέβηκε στην Αθήνα και σε συγκέντρωση στην κατάμεστη αίθουσα της Αρχαιολογικής Εταιρείας τα είπε έξω από τα δόντια. Με λόγια μπερδεμένα με δάκρυα τα είπε όλα. Την εγκατέλειψε το ελληνικό κράτος. Όμως ελπίζει. Δεν μπορεί να είναι έτσι, σου λέει. Δυσκολεύεται να το πιστέψει. Γιʼ αυτό και κλείνοντας την ομιλία της την περασμένη Παρασκευή στην εκδήλωση της Αρχαιολογικής Εταιρείας, ζήτησε από το υπουργείο Παιδείας να πάρει κάποια μέτρα, διαφορετικά θα πάρει το δισάκι της, θα αφήσει τα Πομακοχώρια και θα γυρίσει στην Αθήνα… Η δική της αποστολή διακόπηκε. Η Χαρά Νικοπούλου ζητάει από τον υπουργό Παιδείας να διώξει τον διευθυντή και τη Σχολική Εφορεία, που είναι όλοι τους φιλότουρκοι, διαφορετικά «αρνούμαι να επιστρέψω σʼ ένα ελληνικό σχολείο που η διεύθυνσή του είναι φιλότουρκη».

Μέχρι στιγμής ο υπουργός Παιδείας κ. Στυλιανίδης δεν έχει απαντήσει στην έκκληση – πρόκληση της θαρραλέας δασκάλας των συνόρων μας.

Ο καθηγητής κ. Ανδρεάκος, που παρακολούθησε την εκδήλωση στην Αρχαιολογική Εταιρεία, γράφει:

Κύριε Διευθυντά,

Την 29/2/2008 προσεκλήθην από την Ένωση Επιστημόνων Εκπαιδευτών Γυναικών στη βράβευση δύο ακριτών δασκάλων, του κ. Ρίζου Γ. και της κ. Νικοπούλου Χαράς, στην αίθουσα της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Ανύποπτος, μου έκανε εντύπωση το τεράστιο πλήθος που είχε κατακλύσει την αίθουσα.

Θα σας γνωρίσω τα εγκλήματα που διέπραξε η ελληνίδα δασκάλα όπως η ίδια μας ανέφερε, για να πληροφορηθείτε τον Γολγοθά της στο δημοτικό σχολείο του χωριού Μεγάλο Δέρειο του Έβρου, που όταν την άκουσα πάγωσα και είπα: «Τέρμα, δεν υπάρχει Ελλάδα».

Το σχολείο αυτό είναι βεβαίως ελληνικό και φοιτούν τα παιδιά των μουσουλμάνων Πομάκων του χωριού. Η κ. Νικοπούλου διορίστηκε δασκάλα σʼ αυτό και εγκαταστάθηκε με την οικογένειά της εκεί, με στόχο ζωής να μάθει στα παιδιά των πομάκων μουσουλμάνων, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία και το εγκεκριμένο πρόγραμμα του υπουργείου Παιδείας, την ελληνική γλώσσα και την ελληνική ιστορία. Τα άλλα μαθήματα διδάσκονται από μουσουλμάνους έλληνες δασκάλους.

Η κ. Νικοπούλου, κόρη ανώτατου δικαστικού, γνωρίζοντας τη νομοθεσία και τις αρμοδιότητες ενός εκάστου στο σχολείο, κατόρθωσε μόνη, σαν άλλη Μπουμπουλίνα, να αντισταθεί στην τουρκοποίηση των Πομάκων. Με την ευγένειά της και την καλοσύνη της έγινε αμέσως αγαπητή από τα παιδιά των Πομάκων που καθημερινά της έγραφαν στα τετράδια-λευκώματά τους πόσο την αγαπούν. Εργαζόταν εντελώς δωρεάν όλα τα απογεύματα, πέραν των υποχρεώσεων της, βοηθώντας τα παιδιά που είχαν δυσκολία μάθησης. Μάθαινε στις πομάκες μουσουλμάνες που της το ζητούσαν τι να λένε στον έλληνα γιατρό της περιοχής στα ελληνικά για να καταλάβουν τι έχουν. Δημιούργησε μια μαθητική χορωδία μαθαίνοντας στα παιδιά ελληνικά τραγούδια. Πέτυχε εφαρμόζοντας την ελληνική νομοθεσία να γιορτάζουν στο σχολείο τις εθνικές μας γιορτές της 25ης Μαρτίου και της 28ης Οκτωβρίου με την παρέλαση των παιδιών του σχολείου που συναγωνίζονταν ποιο θα κρατούσε την ελληνική σημαία. Δημιούργησε δανειστική βιβλιοθήκη στο σχολείο με παιδικά διηγήματα στην ελληνική και τουρκική γλώσσα. Δυστυχώς γιʼ αυτήν, τα παιδιά δανείζονταν βιβλία μόνο στην ελληνική γλώσσα. Διοργάνωνε εκδρομές των μαθητών για να γνωρίσουν την Ελλάδα και την ιστορία της. Αποφάσισε να ανακαινίσει το σχολείο και να το βάψει, αναλαμβάνοντας τη βαφή του δωρεάν ο σύζυγός της, ώστε να μην εκμεταλλεύεται τα χάλια του η προπαγάνδα του τουρκικού προξενείου και του ψευτομουφτή. Τέλος, με τη μόνιμη παραμονή της στο χωριό χάλασε την πιάτσα των μουσουλμάνων συναδέλφων της που έμεναν δυο-τρεις ώρες την ημέρα στο σχολείο και έφευγαν, ενώ υποχρεούνται από τον νόμο να μένουν εκεί που ισχύει για όλους τους κρατικούς λειτουργούς, που παίρνουν γιʼ αυτό ειδικό επίδομα για την παραμονή τους σε δυσπρόσιτες περιοχές.

Αυτά ήταν τα εγκλήματά της, που φυσικά μείωσαν την «επιρροή» του τουρκικού προξενείου. Έτσι άρχισαν οι απειλές και η τρομοκράτηση της δασκάλας από τους πιο σκληρούς μουσουλμάνους που υποκινούνται από το προξενείο και τον ψευτομουφτή, όχι μόνο σʼ αυτήν αλλά και στους άλλους γονείς Πομάκους, απειλώντας τους, αν πάνε τα παιδιά τους εκδρομή στην Αθήνα, να μην ξαναπατήσουν στο χωριό. «Ούτε στο νεκροταφείο δεν θα σας θάψουμε», τους φοβέριζαν. Όμως η κ. Νικοπούλου δεν το έβαζε κάτω και ενεργώντας πάντα με τον νόμο, κατήγγειλε τους εκφοβισμούς, τους εκβιασμούς και τις παρανομίες που γίνονταν σε βάρος της ακόμη και από τον διευθυντή του σχολείου και τον προϊστάμενο της δημοτικής εκπαίδευσης, χωρίς από πουθενά να βρει συμπαράσταση στα δικαιώματά της, ούτε από τον νομάρχη, τον περιφερειάρχη και το υπουργείο Παιδείας, που όλοι της έλεγαν να πάψει να χώνει τη μύτη της.

Έτσι, αποθρασυνθέντες οι διώκτες της, ένα βράδυ την ξυλοκόπησαν και της έσπασαν και το χέρι, για να αποδειχθεί ότι η πραγματική εξουσία στην περιοχή είναι το τουρκικό προξενείο. Και εδώ πρέπει να αναφερθεί, όπως η ίδια τόνισε, ότι ο μόνος Έλληνας που της συμπαραστάθηκε είναι ο επιχειρηματίας Πρόδρομος Εμφιετζόγλου, που και αυτός δίνει μάχες και προσπαθεί χωρίς συμπαράσταση της κρατικής εξουσίας να αποτρέψει τον εκτουρκισμό των Πομάκων, που προφανώς δεν είναι Τούρκοι.

Κατόπιν όλων αυτών, κάνουμε έκκληση προς τον υπουργό Παιδείας, που είναι και από τη Θράκη, να πράξει τα αυτονόητα καθιστώντας σεβαστούς τους νόμους του ελληνικού κράτους στην εν λόγω περίπτωση της ηρωίδας δασκάλας, καθώς η μη εφαρμογή τους ανοίγει την όρεξη των Τούρκων που αποθρασύνονται από τις συνεχείς υποχωρήσεις μας.

Με εκτίμηση

Δρ. Θεόδωρος Ανδρεάκος

Ομότιμος καθηγητής


Σχολιάστε εδώ