ΕΛΛΗΝΕΣ ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΤΕ ΤΑ ΣΚΟΠΙΑ ΤΩΡΑ ΑΧ, ΔΕΝ ΜΕ ΑΚΟΥΣΑΤΕ ΚΑΙ ΠΕΡΑΣΕ Η ΩΡΑ

Η ευκαιρία χάθηκε
καί ο εχθρός σιμώνει.
Τό κλέος τό ελληνικό
ποτίστηκε μ’ αφιόνι.

Καψώνι πού οριοθετεί
καί τρέφει τή βλακεία,
μέ δουλικά χαμόγελα
καί πλείστη κολακεία.

Τό πηγαινέλα έφτασε
νά ‘ναι επάγγελμά μας
κλαυσίγελως τών ποταπών
καί χάδι τής μαμάς μας.

Γλυκά προσφέρουμε πολλά
μέχρι καί σοκολάτες
μήπως καί χάσουμε, θαρρείς,
τέτοιους καλούς πελάτες.

Καί γίναμε ρεντίκολο
πάσης τής οικουμένης
εντολοδόχοι στό μηδέν
καί άριστοι στό τένις.

Αρχαιοκάπηλοι, θρασείς
μιάς κάποιας Ιστορίας
(τό πώς εφτάσαμε ώς εδώ,
άξιον απορίας).

Ότε ο θεός εμοίραζε
στούς πάντες αγροικίας
σέ μάς εχάρισε γελών
έν είδος μαλακίας.

Έν είδος σπανιότατο
-τής χούφτας λέω όχι-
αλλά τής νόησης βαθύ
σ’ αυτήν εδώ τήν κόγχη.

Θά περιγράψω τάχιστα
τ’ αυνανισμού τό είδος
πού καταράστηκε ο Πάν
κι ο γυναικείος πήδος.

Όπως τό κάθε χάρισμα
έτσι κι η μαλακία
πρέπει νά είναι Εθνική
νά φαίνεται οικεία.
Νά έχει καί τήν ένδυση
ανάλογη καί μόνη
(μιά φουστανέλα δηλαδή
μέ δυνατό στημόνι).

Νά έχει, δέ, γιά υπόδηση
έν είδος τσαρουχίου
καί οι μαλάκες νά μασούν
πάντα μαστίχα Χίου.

Νά έχει εις τήν κεφαλή
Τουρκολατρίας φέσι
κι ευγνωμονούσα νά δηλοί
σέ όποιον θά τή χέσει.

Η μαλακία τού νοός
έχει κι άλλα τερτίπια,
όπως καί τή συνείδηση
πάντα αισχρή καί τρύπια.

Όλα καλά καί άριστα,
μάς μένει τώρα η φάτσα.
Αυτή πρέπει τό μέγιστο
νά μοιάζει μέ λινάτσα.

Καί τούτο διά νά μπορεί
ο κάθε σύμμαχός μας
νά μάς πηδά ασύστολα
καί νά ‘ναι καί θεός μας.

Τό είδος ανθρωποειδούς
πού επαρήχθη ούτως
δέν είναι Έλλην «έλληνες»
αλλά τό τέκνον Βρούτος.

Δέν είν’ ο Καίσαρ πού θά πεί
«Ήσυχα, ρέ τσογλάνια»,
ούτε κι οι κυβερνήτες μας
κι άλλα τινά κοπάνια.

Έτσι δημιουργήθηκε
τό τών «ελλήνων» έθνος
πού ουδόλως παραλλάσσεται
απ’ τό βαρύ τό πένθος.
Γέννημα Άγνωστου Θεού
καί Άγνωστου Στρατιώτη.
Τώρα τί μού γυρεύετε
τό πώς καί τό διότι.

Γιά όλα φταίει ο θεός
ουδείς έτερος, άλλος.
Ίσως μικρός νά ‘ναι ο θεός
κι ο «έλληνας» μεγάλος.
……………………………………….
………………………………………
«Αυτόν το λόγο θα σας πω
δεν έχω άλλον κανένα:
Μεθύστε με τ’ αθάνατο
κρασί του Εικοσιένα.»
Κ. Παλαμάς

Τού λόγου μου λέγω:
Ό,τι κι άν είχα νά σάς πώ
τό είπα ένα-ένα,
γιατί Γραικοί δέν πνίγεστε
όλοι σέ μία στέρνα;


Σχολιάστε εδώ