ΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ ΔΙΑΛΥΟΝΤΑΙ
• Είναι σαφές ότι από την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού (1989) και μετά έπαψαν να υπάρχουν στα Βαλκάνια συγκεκριμένες δυνάμεις με ρόλο και υπόσταση στην περιοχή. Το δημιούργημα του στρατάρχη Τίτο, η Γιουγκοσλαβία, έπαψε να υπάρχει αμέσως μόλις ανεξαρτητοποιήθηκε αναίμακτα και εντελώς φυσιολογικά (για τους άλλους εταίρους της στη γιουγκοσλαβική ομοσπονδία) η Σλοβενία.
• Από εκεί και ύστερα όλες οι άλλες δημοκρατίες που συνέθεταν τη Γιουγκοσλαβία εύκολα ή δύσκολα ακολούθησαν τον ίδιο δρόμο, δημιουργώντας όμως νέα σύνορα στην περιοχή, κάτι που σημαίνει νέες σχέσεις και άλλη αξιολόγηση των πραγμάτων απ’ αυτήν που μέχρι σήμερα υπήρχε.
• Για παράδειγμα, η Ελλάδα δεν συνόρευε με τη «Δημοκρατία της Μακεδονίας» (ή όπως ονομαστεί το σκοπιανό μόρφωμα), αλλά με τη Γιουγκοσλαβία. Όπως και η Βουλγαρία.
• Η Αλβανία δεν συνόρευε με το Μαυροβούνιο, όπως συμβαίνει σήμερα, αλλά με τη Γιουγκοσλαβία. Ούτε με το (ανεξάρτητο ήδη) Κόσοβο, αλλά με τη Γιουγκοσλαβία, μια και το Κόσοβο δεν ήταν καν ομόσπονδο κρατίδιο που σχημάτιζε την ομοσπονδία, αλλά σερβική επαρχία. Μια από τις περιφέρειες της σερβικής επικράτειας. ΄Έχουμε λοιπόν εδώ κάτι διαφορετικό: Αφαίρεση εδάφους από τη Σερβία και ανακήρυξη αυτού του εδάφους σε χώρα. Δεν ήταν δηλαδή το Κόσοβο μια από τις έξι δημοκρατίες (Σερβία, Μαυροβούνιο, Σλοβενία, Κροατία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, «Μακεδονία») που μετείχαν ισότιμα και σχημάτιζαν τη Γιουγκοσλαβική Ομοσπονδία, αλλά επαρχία μιας από αυτές, της Σερβίας.
• Πέραν αυτού και πέραν της απίσχνανσης της Σερβίας, είναι βέβαιο ότι χώρες που συνορεύουν πια με νέες χώρες που γεννήθηκαν από τη Γιουγκοσλαβία νιώθουν ισχυρότερες και με αυξημένο ρόλο. Πολύ περισσότερο όταν μία από αυτές, η Αλβανία, βρέθηκε να συνορεύει με «αδελφό κράτος» (Κόσοβο), ενώ στα ανατολικά της συνορεύει με την ΠΓΔΜ που κατοικείται κατά το ένα τρίτο από αλβανόφωνους που είναι πολύ πιθανό να αναπτύξουν (στη βάση και διεκδικήσεων συμφέροντος) αλβανική εθνική συνείδηση, όπως συνέβη με τους «αδελφούς Κοσοβάρους».
• Αυτό το ένα τρίτο κατοικεί στην ευρύτερη περιοχή του Τετόβου, που είναι τα βορειοδυτικά σύνορα της ΠΓΔΜ με την Αλβανία. Δεν είναι παράξενο ούτε εκτός λογικής να μπαίνουν στο μυαλό της Αλβανίας σκέψεις περί, εκ των πραγμάτων, ισχυροποίησής της στη βαλκανική, ισχυροποίηση που θα πρέπει να μορφοποιηθεί και να αποκτήσει πιο συγκεκριμένη ταυτότητα. Κάτι στο οποίο δεν αντιδρούν καθόλου (το αντίθετο μάλιστα) οι Αμερικανοί, που βρίσκουν στην περίπτωση της Αλβανίας και περισσότερο του Κοσόβου έναν πιστό σύμμαχο, φίλο και οπαδό (αφού τους απελευθέρωσαν από τη σερβική κυριαρχία και καταπίεση), αλλά ούτε και αρκετές ευρωπαϊκές χώρες με ρόλο και δύναμη. Όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Βρετανία.
• Λίγο πιο βόρεια και δυτικά έχουμε το πολυεθνικό κράτος της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, που είναι στην ουσία μια σερβο-κροατο-μουσουλμανική Ομοσπονδία (κάτι σαν μικρή Γιουγκοσλαβία) που ούτως ή άλλως ζει μια εύθραυστη ισορροπία συνύπαρξης. Η ισορροπία αυτή διαταράχτηκε επικίνδυνα με την ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου, αφού οι Σερβοβόσνιοι αισθάνθηκαν ότι (γιατί όχι;) μπορούν να κάνουν το ίδιο και είτε να κηρύξουν ένωση με τη «μητέρα Σερβία» (που έχασε το Κόσοβο) είτε την ανεξαρτησία τους, κι έτσι να έχουμε στην περιοχή ένα ακόμα σερβικό κράτος, όπως έχουμε ήδη ένα ακόμα αλβανικό κράτος πέραν της Αλβανίας. Μια τέτοια απόφαση θα καθιστούσε τη δημοκρατία της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης ακόμα πιο αδύναμη, ενώ συγχρόνως θα άνοιγε την όρεξη και άλλων στην περιοχή μας (και όχι μόνο) για ανάλογες επιλογές και δράση.
Άραγε είναι έτοιμος ο διεθνής παράγων να αντιμετωπίσει όλο αυτό το ντόμινο; Διότι κανείς δεν θα πιστέψει και δεν θα δεχθεί το επιχείρημα ότι δεν θα υπάρξει καμιά άλλη ανάλογη συνέχεια, επειδή «το Κόσοβο αποτελεί μοναδική και ξεχωριστή περίπτωση». Αδόκιμο και αφελές. Κατ’ αρχάς ποιος και πώς προσδιορίζει τη μοναδικότητα και το ξεχωριστό μιας περίπτωσης; Και, ύστερα, ας μην ξεχνάμε ότι κάθε λαός, κάθε εθνοτική ομάδα, βλέπει το δικό του πρόβλημα ως το πιο σημαντικό και θέλει τη λύση του. Και θα την επιδιώκει πάντα με κάθε τρόπο. Το μόνο βέβαιο είναι ότι στο επόμενο διάστημα θα πρέπει να είμαστε στο παιχνίδι της πρόβλεψης του τι θα συμβεί και πού. Και όσο πιο κοντά μας είναι αυτό που θα συμβεί (ήδη συμβαίνει και δεν αφορά μόνο στο όνομα των Σκοπίων, αλλά κυρίως στην ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου) τόσο η εμπλοκή της χώρας μας γίνεται μεγαλύτερη, με ό,τι και όσα αυτό σημαίνει.