Κίνδυνοι για τις εξωστρεφείς ελληνικές επιχειρήσεις;

Και την πρόβλεψη αυτήν τη στηρίζουν στο γεγονός ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και οι χρηματοπιστωτικές εταιρείες δεν ξανοίχτηκαν σε αλόγιστες αφερέγγυες χορηγήσεις και ούτε στα χαρτοφυλάκιά τους υπάρχουν αμφιλεγόμενης αφερεγγυότητας πιστωτικοί τίτλοι ή μετέωρα παράγωγα προϊόντα υψηλού κινδύνου. Αν αυτά είναι εν μέρει σωστά για την εντός της Ελλάδας συμπεριφορά της αδηφάγου τοκογλυφικής χρηματοπιστωτικής αγοράς, τι μέλλει γενέσθαι με τις ελληνικές τράπεζες και τις παντοειδείς ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό και ειδικά στις γειτονικές μας χώρες; Το ερώτημα δεν είναι θεωρητικό (ποιητικό), αλλά, όπως θα δούμε, στηρίζεται σε απειλές που κυκλώνουν τις «ανερχόμενες» οικονομίες των γειτόνων μας.

Μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος και την κατάρρευση του μοντέλου της κρατικής οικονομίας, οι νεοφώτιστες στην οικονομία της αγοράς τέως κομμουνιστικές χώρες έπρεπε να αποκτήσουν καπιταλιστικές δομές και να χορτάσει ο κόσμος ψωμί, για να «αγαπήσει» τα νεοφιλελεύθερα οικονομικά μοντέλα. Αυτό όμως είχε ένα υψηλό κόστος και επιστρατεύτηκαν έτσι οι οικονομίες της παγκοσμιοποίησης να ρίξουν χρηματικούς πόρους και κεφάλαια για τη συγκρότηση της καπιταλιστικής οικονομίας των νεοφώτιστων στον καπιταλισμό χωρών, που προσφυώς βαφτίστηκαν «ανερχόμενες οικονομίες». Οι δικές μας κυβερνήσεις, του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, στάθηκαν στο ύψος των απαιτήσεων του διεθνούς οικονομικού κατεστημένου (ΗΠΑ, ΕΕ, χρηματοπιστωτικών αγορών και λοιπών οικονομικών δυνάμεων) και παρότρυναν τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα να στρέψουν το επενδυτικό τους ενδιαφέρον στις «ανερχόμενες οικονομίες» των προς βορρά γειτονικών μας χωρών. Και τη στιγμή μάλιστα που η ελληνική οικονομία έπασχε από επενδυτική ένδεια στην πραγματική οικονομία και υιοθετούσε φορολογικά και άλλα κίνητρα γα την προσέλκυση νέων επενδύσεων. Την ίδια πολιτική ενθάρρυνσης των επενδύσεων στα γειτονικά μας κράτη την ακολούθησε και η διοίκηση της Τράπεζας της Ελλάδος, χωρίς να υπολογίσει τους σχετικούς κινδύνους. Και το γεγονός ότι σε περίπτωση οικονομικής επιβράδυνσης οι ασταθείς ακόμη οικονομίες των γειτόνων μας θα ήταν οι πρώτες που θα υφίσταντο τους κλυδωνισμούς. Έτσι, οι ελληνικές ιδιωτικές τράπεζες επένδυσαν κεφάλαια σε χώρες υψηλού κινδύνου και το ίδιο έπραξαν και οι επιχειρήσεις μας. Και τα κεφάλαια αυτά ήσαν προϊόντα της άγριας εκμετάλλευσης των καταθετών και των δανειοληπτών (τράπεζες) και της μεγάλης καταλήστευσης των μικρών επενδυτών κατά το χρηματιστηριακό πανηγύρι του 1999 και των αρχών του 2000. Οι τράπεζες και οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιήθηκαν στις γειτονικές μας χώρες νόμισαν ότι ανακάλυψαν τη «γη της Επαγγελίας», όπου ρέει μέλι και γάλα σαν τους αρχαίους εβραίους. Και ιδίως οι τράπεζες που ίδρυσαν υποκαταστήματα στο εξωτερικό, στις χώρες της «Επαγγελίας» μέσα στα πλαίσια του ανταγωνισμού και του άγριου κυνηγητού του κέρδους ξανοίχτηκαν στη χορήγηση δανείων και σε αφερέγγυους δανειολήπτες. Οι ρυθμοί αύξησης της χορήγησης δανείων από τα υποκαταστήματα εξωτερικού των ελληνικών τραπεζών είναι πραγματικά ξέφρενοι, καθώς τα τελευταία χρόνια παρατηρείται άνοδος των χορηγήσεων και κατά 50%!

Τώρα η διοίκηση της ΤτΕ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τις ελληνικές τράπεζες που δραστηριοποιούνται στις χώρες της ΝΑ Ευρώπης και έχουν προχωρήσει σε πιστωτική επέκταση προς αφερέγγυους ή μειωμένης φερεγγυότητας δανειολήπτες. Στον πίνακα που παραθέτουμε εμφανίζεται ο ρυθμός αύξησης δανείων των ελληνικών τραπεζών σε μερικές χώρες υψηλού κινδύνου, στον ιδιωτικό τομέα την τριετία 2005-2007. Η ΤτΕ ανησυχεί για την πιστωτική επέκταση των ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό, λόγω της διαφαινόμενης επιβράδυνσης της διεθνούς οικονομίας και της μειωμένης ρευστότητας. Και ζητάει με εγκύκλιό της προς τις τράπεζες να ενημερώνεται για τους πάσης φύσεως πιστωτικούς κινδύνους που αναλαμβάνουν αυτές οι ίδιες και οι θυγατρικές τους στο εξωτερικό. Έτσι λοιπόν ο ισχυρισμός ότι το ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν ξανοίχτηκε σε αλόγιστες αφερέγγυες χορηγήσεις και συνεπώς δεν θίγεται από τις απειλές που αντιμετωπίζουν τραπεζικά συστήματα άλλων χωρών είναι καθαρά μύθος. Οι κίνδυνοι ελλοχεύουν από τις «ανερχόμενες οικονομίες» των γειτονικών μας χωρών.

Ποιοι είναι οι κίνδυνοι από την πιστωτική επέκταση των ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό; Οι ορατοί κίνδυνοι είναι:

α) Ο κίνδυνος υποτίμησης του τοπικού νομίσματος, που γίνεται ακόμη μεγαλύτερος για τις χορηγήσεις σε συνάλλαγμα. Η υποτίμηση του εθνικού (τοπικού) νομίσματος μειώνει δραστικά το διαθέσιμο εισόδημα των δανειοληπτών και καθιστά προβληματική την εξυπηρέτηση του χρέους τους προς τις τράπεζες. Για τις επιχειρήσεις η υποτίμηση ενέχει τον κίνδυνο περιορισμού της ζήτησης (και της κατανάλωσης) αγαθών και υπηρεσιών. Στην περίπτωση αυτήν τα καθαρά κέρδη των ελληνικών τραπεζών και επιχειρήσεων στο εξωτερικό θα μειωθούν δραστικά. Και ακόμη χειρότερη όταν μετατραπούν σε ευρώ. Το κόστος του κινδύνου της υποτίμησης θα είναι αρκετά υψηλό, ιδιαίτερα για τις τράπεζες.

β) Ο κίνδυνος από την ανεργία και τις επισφαλείς χορηγήσεις, που αυξάνεται σε περιπτώσεις επιβράδυνσης ή ύφεσης της τοπικής οικονομίας. Όπως είναι γνωστό, η ανεργία αυξάνει την αφερεγγυότητα και προκαλεί αδυναμία αποπληρωμής του χρέους. Και είναι γνωστό ότι η ανεργία στα γειτονικά μας κράτη είναι αρκετά υψηλή, που γίνεται αρκετά υψηλότερη σε περιόδους επιβράδυνσης ή ύφεσης. Ο κίνδυνος αυτός πλήττει περισσότερο τις τράπεζες και ανάλογα με την πιστωτική τους επέκταση. Αλλά η υψηλή ανεργία χτυπάει και τα κέρδη και των άλλων επιχειρήσεων.

γ) Ένας πρόσθετος κίνδυνος ειδικά για τις τράπεζες και τις θυγατρικές τους στο εξωτερικό είναι και η ποιότητα του χαρτοφυλακίου τους. Τι είδους χρηματοοικονομικά προϊόντα διαθέτει το χαρτοφυλάκιό τους; Πόσο είναι εκτεθειμένες οι τράπεζες και οι θυγατρικές τους στο εξωτερικό σε κερδοσκοπικούς τίτλους όπως π.χ. σε δομημένα ομόλογα, σε καλυμμένες ομολογίες, σε σύνθετες τιτλοποιήσεις, σε κάθε λογής πιστωτικά παράγωγα, σε χορηγήσεις σε hedge funds (κερδοσκοπικά κεφάλαια) και σε κάθε είδους τέτοιες απατεωνίστικες εφευρέσεις της χρηματοπιστωτικής αγοράς του νεοφιλελευθερισμού; Η ΤτΕ ζητάει από τις άλλες τράπεζες σχετική ενημέρωση ανά τρίμηνο με την παραπάνω πρόσφατη εγκύκλιό της. Έτσι θα φανερωθεί και το μέγεθος του κινδύνου από την επιβράδυνση της διεθνούς οικονομίας και την περιορισμένη ρευστότητα.

δ) Ο κίνδυνος να εφαρμοστούν από ορισμένες χώρες έκτακτα μέτρα αυτοπροστασίας τους, που να αφορούν συναλλαγματικούς περιορισμούς (στη διακίνηση κεφαλαίων, δέσμευση επιχειρηματικών κερδών, ποσοστώσεις εισαγωγών κ.λπ.), γεγονός που θα πλήξει ιδιαίτερα τις ελληνικές τράπεζες και τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις χώρες που θα εφαρμόσουν τέτοιου είδους περιορισμούς. Ο κίνδυνος αυτός δεν ισχύει για τις χώρες που είναι μέλη της ΕΕ-25, οι οποίες φυσικά έχουν εκχωρήσει τα κυριαρχικά τους δικαιώματα στην άσκηση της οικονομικής και εμπορικής πολιτικής στα αρμόδια όργανα της ΕΕ, που είναι η μόνη που μπορεί να αποφασίσει για την εφαρμογή περιορισμών και τη διάρκειά τους.

Το γενικό συμπέρασμα από την ανάλυση που προηγήθηκε είναι ότι οι ελληνικές τράπεζες και οι επιχειρήσεις όπου αναπτύσσουν δραστηριότητα οι ξένες χώρες είναι εκτεθειμένες σε αυξημένο κίνδυνο, που είναι συνάρτηση και της ραγδαίας πιστωτικής επέκτασης, στην οποία τις έχει οδηγήσει ο μεταξύ τους ανταγωνισμός. Και αυτός ο ανταγωνισμός φαίνεται να έχει πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Ο κίνδυνος να υποστούν οι ελληνικές τράπεζες ζημίες στις χώρες της δυτικής Ευρώπης είναι πολύ περιορισμένος, καθώς η εκεί παρουσία ελληνικών τραπεζών και επιχειρήσεων είναι εντελώς ανεπαίσθητη. Γιʼ αυτό και το ενδιαφέρον μας περιορίστηκε στα ελληνικά ανοίγματα στις γειτονικές μας χώρες, όπου η παρουσία ελληνικών κεφαλαίων (επενδύσεων) είναι ισχυρότατη και με το πρόσθετο γεγονός ότι οι χώρες αυτές διαθέτουν ασθενείς ακόμη οικονομίες, ευάλωτες σε διεθνείς οικονομικές κρίσεις.

Όμως μια κατάσταση επιβράδυνσης ή πολύ περισσότερο ύφεσης, αν χτυπήσει και την ελληνική οικονομία, τότε το τραπεζικό σύστημα θα δεινοπαθήσει, καθώς και εδώ έχουμε τα τελευταία χρόνια μια ανεξέλεγκτη πορεία της πιστωτικής επέκτασης, κυρίως στον τομέα της λιανικής τραπεζικής. Για παράδειγμα, υπενθυμίζουμε ότι τα στεγαστικά δάνεια το 1995 έφταναν στα 3,6 δισ. ευρώ και σήμερα υπερβαίνουν τα 70 δισ., δηλαδή παρουσιάζουν αύξηση κατά 20 φορές περίπου! Και τα καταναλωτικά δάνεια έφτασαν να ξεπερνούν σήμερα τα 32 δισ. ευρώ. Απόδειξη της τρομερής ανεπάρκειας των εισοδημάτων να καλύψουν τις ανάγκες των χαμηλού εισοδήματος ελληνικών νοικοκυριών. Αυτή η πιστωτική επέκταση άρχισε να τρομάζει τις τράπεζες που την προκάλεσαν. Και τώρα που έχει τεθεί εκτός ελέγχου τρομάζουν για τους πιθανούς κινδύνους.

Αναμφισβήτητα δύσκολη χρονιά το 2008, καθώς η παγκόσμια οικονομία και κυρίως η οικονομία των δυτικών χωρών αντιμετωπίζει σοβαρές απειλές. Η παγκοσμιοποίηση, που έχει μετατρέψει τις τοπικές οικονομίες σε «συγκοινωνούντα δοχεία», γρήγορα μετατρέπει την ασθένεια μιας οικονομίας σε γενικευμένη επιδημία. Στο υπουργείο Οικονομίας έχουν συνειδητοποιήσει τον κίνδυνο ή επαναπαύονται με την ιδέα ότι η κρίση δεν θα ακουμπήσει την Ελλάδα;


Σχολιάστε εδώ