Χωρίς πυξίδα, στον αστερισμό «μικρών ηγεσιών»
Η χώρα διανύει την εποχή των «μικρών ηγεσιών»… «Ηγεσιών» σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας, που αδυνατούν, στην επιεικέστερη των περιπτώσεων, να αντιληφθούν τη σύγχρονη πραγματικότητα και να υπερασπισθούν την αξιοπρέπεια του λαού. «Ηγεσιών», που στη δυσμενέστερη των περιπτώσεων καθυποτάσσουν την αξιοπρέπεια του λαού στον βωμό της εξυπηρέτησης των ιδιοτελών στόχων τους.
Στο σημερινό πεδίο «πολιτική ηγεσία» αντικαθρεπτίζεται το «αξίωμα» που διαμορφώθηκε την εποχή των «μεγάλων ηγεσιών» και προσδιορίζει τα δύο «είδη» αυτών των ηγεσιών: «Υπάρχουν δύο είδη πολιτικών ηγεσιών: Οι κομματάρχες και οι κυβερνήτες. Οι κομματάρχες εκμεταλλεύονται τις αδυναμίες των λαών, γίνονται ουραγοί των προλήψεών τους και τελικώς αποσυνθέτουν, αντί να υπηρετούν την πατρίδα. Οι κυβερνήτες είναι οι οδηγοί, γίνονται συνήθως δυσάρεστοι, αλλά τελικώς σώζουν και τα έθνη και τους λαούς».
Επακόλουθο των «μικρών ηγεσιών», αντί η πολιτική να αποτελεί αποστολή και πεδίο τιμής, μεταπίπτει σε βιοποριστικό επάγγελμα και κληρονομική ενασχόληση! Έχει ευτελιστεί η πολιτική ως πράξη δημιουργική και επιβράβευση των ενασχολούμενων μ’ αυτήν στην κατάταξή τους στην ανώτατη βαθμίδα κοινωνικών αξιών. «Δυναστείες», συντηρητικής και «σοσιαλιστικής» κοπής, ταλανίζουν τον τόπο, ενώ ο επαγωγός λόγος της Αριστεράς ακόμη παραμένει μετέωρος και αναποτελεσματικός.
Την εποχή των «μικρών ηγεσιών» -συνταυτίζονται πάντοτε στη διαδρομή της Ιστορίας με περιόδους B κυριαρχεί η μεταπρατική ληστρική οικονομία, η οποία ως υπηρέτης ξένων συμφερόντων προκαλεί στρέβλωση στους υγιείς κανόνες οικονομικής ανάπτυξης της χώρας.
Τις περιόδους των «μικρών ηγεσιών» μόνο ο ενοραματικός λόγος του Μεγάλου Αλεξανδρινού, με έντονη τη χροιά της μελαγχολίας, διαγράφει τον «δρόμο προς τα Σούσα, για σατραπείες και άλλα τέτοια», που επιλέγουν αυτές οι «ηγεσίες» και εξαρτούν την παρουσία τους από την εύνοια εξω-ελλαδικών κέντρων εξουσίας!
Είναι χαρακτηριστικό αυτών των περιόδων παρακμής η άνθιση της χρηματικής βουλιμίας στον χώρο της πολιτικής και η πληθώρα των οικονομικών σκανδάλων, σε συνδυασμό με την οσφυοκαμψία και το «τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι» των «ηγετών» μας!
Η εξωτερική πολιτική της χώρας εμφανίζεται αιφνιδιασμένη, μετά την προσχεδιασμένη, δυστυχώς και από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αναδιάταξη των συνόρων στα ταραγμένα Βαλκάνια με την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου. Η τακτική του «ναι σε όλα», είτε στα πλαίσια του Συμβουλίου Υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ, είτε στις επιθυμίες της Ουάσινγκτον, απογύμνωσε τη χώρα από τις δυνατότητες συμμαχιών και προώθησης των εθνικών μας συμφερόντων.
Είναι χαρακτηριστική στην περίπτωση αυτή η διαπίστωση -μέσα από τις λεπτές διατυπώσεις της διπλωματικής ορολογίας- ενός από τους εγκυρότερους εμπειρογνώμονες της εξωτερικής μας πολιτικής, του Ευάγγελου Κωφού:
– «Η Ελλάδα για λόγους γενικότερης στρατηγικής ασφάλειας, κινουμένη, ως ένα σημείο, και από υπολογισμούς καλλιέργειας ενός συγχρόνου ”image”», λειτούργησε, εξ αρχής, ως δυναμικό λόμπι υπέρ της ένταξης όλων των βαλκάνιων συνοίκων στους οργανισμούς αυτούς (ΕΕ και ΝΑΤΟ). Ίσως γι’ αυτό απέφυγε ή και αδράνησε, ως ένα σημείο, να εκμεταλλευτεί τις διαδικασίες ένταξής τους για την προώθηση καθαρά ελληνικών αιτημάτων διμερούς φύσης με τις υποψήφιες χώρες…»
Ήδη στην πολύπαθη Βαλκανική διασταυρώνονται η παραδοσιακή αυτοκρατορική γερμανική πολιτική, «Πορεία προς Ανατολάς», και η γραμμή της δημιουργίας προτεκτοράτων από τις ΗΠΑ με όχημα τον αλβανικό μεγαλοϊδεατισμό, όπως αυτός εκφράζεται με την πέραν των αρχών του διεθνούς δικαίου ανεξαρτητοποίηση του Κοσσυφοπεδίου και τον υφέρποντα αλυτρωτισμό των Σκοπίων και την, σχεδόν, άμεση υποκίνηση, εκ μέρους των ΗΠΑ και για τα δικά τους αυτοκρατορικά συμφέροντα, αυτονομιστικών τάσεων σε μειονότητες που διαβιούν διάσπαρτες στη Χερσόνησο των Βαλκανίων.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική χωρίς πυξίδα και στον αστερισμό των «μικρών ηγεσιών», παραμένει αυτοσχεδιαστική και διακινείται στον διαγκωνισμό της διαρχίας των οικογενειών Καραμανλή και Μητσοτάκη. Η αξιωματική αντιπολίτευση δεν εκφεύγει αυτού του κανόνα και ο εθνικο-πατριωτικός ρόλος εκχωρείται στις ακροδεξιές αποφύσεις του πολιτικού φάσματος της χώρας.
Οι «Φιλέλληνες» του υπουργείου Εξωτερικών ουδέ καν έχουν εκπονήσει σχέδιο για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της χώρας (εμπορικά σήματα κ.λπ.), που συνδέονται άμεσα με την επίλυση ή όχι της ονομασίας της FYROM, παρά τις επισημάνσεις-προειδοποιήσεις του σοφού εμπειρογνώμονα Ευάγγελου Κωφού:
– «Υπό αυτό το πρίσμα είναι προφανές ότι η εισδοχή της ΠΓΔΜ στην ΕΕ (σ.σ.: αλλά και στο ΝΑΤΟ) δεν νοείται πριν από την κατοχύρωση των ελληνικών μακεδονικών συμφερόντων στη βάση σαφών διεθνών και διμερών δεσμεύσεων της υποψήφιας χώρας. Αυτό σαφώς οφείλει να περιλαμβάνει α) ρητή αποδοχή της ονομασίας ”Ελληνική Μακεδονία” και των παραγώγων της – ως τόπου προέλευσης των ελληνικών μακεδονικών προϊόντων, εμπορικών ονομασιών, β) νομικές δεσμεύσεις για τον σεβασμό σημάτων με ονομασίες ή απεικονίσεις της ελληνικής μακεδονικής κληρονομιάς και γ) σεβασμό των σημερινών ελληνικών τοπωνυμιών, μεταξύ άλλων, και στο διεθνές εμπόριο…».
Η αυτοσχεδιαστική εξωτερική πολιτική της «κυβερνητικής διαρχίας», σε χρονιά εκλογών στις ΗΠΑ και εν όψει των ασφυκτικών πιέσεων της Ουάσινγκτον που κατατείνουν στην καταβαράθρωση των εθνικών μας συμφερόντων, αποφεύγει – γιατί άραγε;- να αξιοποιήσει τον ομογενειακό παράγοντα στην υπερατλαντική δημοκρατία. Αυτός ο εφησυχασμός προϊδεάζει μήπως για ατολμία, φόβο, ή προδίδει εξυπηρέτηση ιδιοτελών συμφερόντων;