Το επόμενο ντόμινο στα Βαλκάνια…

Αν υπάρχει κάτι στο οποίο άπαντες σχεδόν συμφωνούν, μετά τη διακήρυξη ανεξαρτησίας του Κοσσυφοπεδίου (κατ’ ευθείαν παραβίαση του ψηφίσματος 1244 του Συμβουλίου Ασφαλείας του 1999) είναι ο φόβος για «ντόμινο αποσχίσεων» σε άλλα σημεία του κόσμου (στα Βαλκάνια και όχι μόνο).
Το πρώτο τέτοιο «ντόμινο» που κινδυνεύει να «πέσει» –το επόμενο αποσχιστικό κρούσμα που αναμένεται– είναι το Τέτοβο στη FYROM, δηλαδή στα Σκόπια, στην «πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας».
• Πρώτον διότι οι Αλβανοί του Τετόβου είναι δίπλα στο Κόσοβο, είναι (κυριολεκτικά) συγγενείς των Κοσοβάρων και αποτελούν«συγκοινωνούντα δοχεία» (και οι δύο είναι Αλβανοί της Γιουγκοσλαβίας με άλλο πολιτιστικό και κοινωνικό επίπεδο σε σχέση με ομοεθνείς τους της Αλβανίας).
• Δεύτερον διότι οι Αλβανοί του Τετόβου έχουν ήδη αναγνωριστεί (από το 2001 με τη Συμφωνία της Αχρίδας) ως «συστατική εθνότητα» της FYROM, δηλαδή ΔΕΝ έχουν πια το «στάτους» της μειονότητας – έχουν αναβαθμιστεί.
Όταν μια ομάδα αναγνωριστεί ως «συστατική εθνότητα» αυτό της δίνει το δικαίωμα είτε να διεκδικήσει για τον εαυτό της ομοσπονδιακό καθεστώς στα πλαίσια του κράτους στο οποίο ήδη βρίσκεται, είτε να διεκδικήσει την αυτοδιάθεσή της και ενδεχομένως την απόσχισή της (σύμφωνα με το προηγούμενο των εθνικών Ομόσπονδων Δημοκρατιών της πρώην ενιαίας Γιουγκοσλαβίας).
• Τρίτον, διότι η σλαβόφωνη πλειοψηφία της FYROM αρνείται στους Αλβανούς του Τετόβου ακόμα κι όσα έχουν ήδη συμφωνηθεί στην Αχρίδα το 2001 κι αυτή η παρασπονδία της κυβέρνησης των Σκοπίων σπρώχνει τους Αλβανούς στην απόσχιση (ακόμα και ανεξάρτητα από τις εξελίξεις στο γειτονικό Κόσοβο)…
• Τέταρτον, διότι ενδεχόμενη απόσχιση των Αλβανών των Σκοπίων (Τετόβου) δεν παραβιάζει ευθέως κάποια απόφαση του ΟΗΕ, ενώ αντίθετα η απόσχιση του Κοσόβου παραβιάζει πλήρως το ψήφισμα 1244 του Συμβουλίου Ασφαλείας. Κι αν μια απόσχιση που αποτελεί ευθεία παραβίαση γίνει αποδεκτή, πώς μπορεί να «απαγορευτεί» μια απόσχιση που ΔΕΝ παραβιάζει ευθέως τη διεθνή νομιμότητα;
• Πέμπτον, διότι μια προσάρτηση του Τετόβου στο αποσχισθέν Κόσοβο καθιστά το δεύτερο πιο βιώσιμο ως ξεχωριστό κράτος (αν και καθιστά την υπόλοιπη FYROM λιγότερο βιώσιμη, παρότι αυτό το τελευταίο δεν απασχολεί ιδιαίτερα τους Αλβανούς).
• Έκτον, διότι τόσο η απόσχιση του Κοσόβου όσο και η ταυτόχρονη προοπτική ένταξης της FYROM στο ΝΑΤΟ αποτελούν τεράστιο «πειρασμό» για τη Ρωσία, που τελευταία έχει ανακτήσει την αυτοπεποίθησή της και μιαν αίσθηση ισχύος και θέλει να μπει ξανά στο βαλκανικό παιγνίδι. Ενθαρρύνοντας τη διάλυση των Σκοπίων, η Ρωσία μπορεί να φανεί ιδιαίτερα ευχάριστη και στη Σερβία και στη Βουλγαρία, αλλά και στους Αλβανούς της περιοχής. Και να αποδυναμώσει την τοπική επιρροή των ΗΠΑ, χωρίς η ίδια να διακινδυνεύσει το παραμικρό…
Το συμπέρασμα είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό:
Αν οι εξελίξεις στο Κόσοβο πράγματι δημιουργούν κινδύνους μιας χιονοστιβάδας άλλων αποσχίσεων, κι αν η πρώτη τέτοια πιθανή απόσχιση βρίσκεται ακριβώς δίπλα,στο Τέτοβο της FYROM, τότε εμείς τι ακριβώς πάμε να κάνουμε; Πάμε να διαπραγματευθούμε από θέση αδυναμίας μ’ ένα γειτονικό κρατίδιο που κινδυνεύει να διαλυθεί;
Η κυβέρνηση των Σκοπίων δικαιολογημένα δείχνει αδιαλλαξία. Διότι αδιαλλαξία δείχνουν πάντα είτε όσοι νιώθουν ιδιαίτερα ισχυροί (λόγω αλαζονείας) είτε όσοι νιώθουν ιδιαίτερα αδύναμοι (λόγω ανασφάλειας).Τα Σκόπια βρίσκονται προφανώς σε θέση μεγάλης –υπαρξιακής– ανασφάλειας. Δεν ξέρουν αν θα υπάρχουν αύριο ως ενιαίο κράτος. Δεν ξέρουν πώς θα υπάρχουν, αν διασωθούν από τον επερχόμενη κρίση τους. Συνεπώς δεν είναι σε θέση να διαπραγματευθούν τα σύμβολα της ενότητάς τους. Λογικό φαίνεται (από την πλευρά τους).
Εμείς όμως; Γιατί άραγε, πάμε να διαπραγματευθούμε μαζί τους μια «εκκρεμότητα» με την οποία ζήσαμε τόσα χρόνια, τη στιγμή που εκείνοι δεν είναι σε θέση να διαπραγματευθούν το παραμικρό; Και το σημαντικότερο: Γιατί πάμε να κάνουμε μια σειρά από κρίσιμες υποχωρήσεις απέναντί τους, όταν εκείνοι βρίσκονται σε θέση αληθινής απελπισίας;
Αν θέλουμε να είμαστε «αντίπαλοι των βαλκανικών εθνικισμών», θα έπρεπε να έχουμε αντιληφθεί ότι το εθνικιστικό παραλήρημα των γειτόνων μας δεν είναι κάτι με το οποίο πρέπει να διαπραγματευθούμε, αλλά κάτι που πρέπει να εξουδετερώσουμε. Αν προσπαθήσουμε να νομιμοποιήσουμε τον αλυτρωτισμό τους (που στρέφεται εναντίον μας) δεν «κατευνάζουμε» τις εθνικιστικές εντάσεις – τις πυροδοτούμε.
• Λέμε ψέματα –κοροϊδεύουμε τους ίδιους τους εαυτούς μας– όταν λέμε ότι η διεθνής κοινότητα «δεν μας καταλαβαίνει».
Η διεθνής κοινότητα δεν συμμερίζεται τις δικές μας ευαισθησίες, αλλά καταλαβαίνει τις αιτιάσεις μας (όταν δεν τις υπονομεύουμε εμείς οι ίδιοι). Έτσι, το 1992 έβαλαν τα Σκόπια στον ΟΗΕ επιβάλλοντάς τους το προσωρινό όνομα FYROM και υποχρεώνοντάς τους να διαπραγματευθούν το τελικό τους όνομά με την γειτονική Ελλάδα. Πολύ λίγες φορές στο παρελθόν επιβλήθηκε όνομα σε μια χώρα. Και ποτέ στο παρελθόν δεν επιβλήθηκε σε μια χώρα η υποχρέωση να διαπραγματευθεί το τελικό όνομά της μ’ έναν γείτονά της. Αυτά όλα γιατί συνέβησαν; Διότι, απλούστατα, όταν διεκδικήσαμε αποφασιστικά το συμφέρον μας, κατάλαβαν όλοι ότι κάπου είχαμε δίκιο…
• Λέμε ψέματα όταν υποστηρίζουμε ότι υπήρξαν «χαμένες ευκαιρίες» να βρεθεί «καλύτερο όνομα» με τα Σκόπια. Όλοι οι διπλωμάτες μας που διαχειρίστηκαν το πρόβλημα ως τώρα (επισήμως και ατύπως) βεβαιώνουν ότι η ηγεσία των Σκοπίων επέδειξε αδιαλλαξία και κωλυσιεργία σε κάθε προσπάθεια επίλυσης, σε κάθε απόπειρα συμβιβασμού. Όσον αφορά το περιβόητο «Πακέτο Πινέιρο», ο ίδιος ο Πινέϊρο βεβαιώνει ότι ουδέποτε έγινε αποδεκτό από τα Σκόπια, ενώ ο ίδιος ο τότε Πρόεδρος των Σκοπίων, Κίρο Γκλιγκόροφ, αποκαλύπτει στα απομνημονεύματά του ότι ουδέποτε συζήτησαν «κάποιες ιδέες του κ. Πινέιρο». Φανταστείτε, εκείνοι ουδέποτε τις συζήτησαν, εμείς ακόμα θρηνούμε για τη… «χαμένη ευκαιρία». Αν σήμερα, που βρίσκονται σε αληθινά δεινή θέση, δεν μπορούν να κάνουν την παραμικρή υποχώρηση, τι μας κάνει να πιστεύουμε ότι πριν από 16 χρόνια, στην αρχή της σταδιοδρομίας τους ως ανεξάρτητο κράτος –όταν ήταν πολύ πιο αισιόδοξοι και πολύ λιγότερο ανασφαλείς – είχαν διάθεση να κάνουν μείζονες υποχωρήσεις; Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν μπορούσαν να διαπραγματευθούν τις βασικές προϋποθέσεις της ενότητάς τους ως «εθνικό κράτος Μακεδόνων».
• Λέμε ψέματα όταν «φορτώνουμε» την πάγια ελληνική άποψη που διαμορφώθηκε το 1992 στον τότε υπουργό Εξωτερικών Αντώνη Σαμαρά. Η αλήθεια είναι ότι η άποψη εκείνη ψηφίστηκε ομόφωνα από το τότε υπουργικό Συμβούλιο, την τότε Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ, υποστηρίχθηκε από σύσσωμο το ΠΑΣΟΚ και αποφασίστηκε με κάθε επισημότητα (ομόφωνα πλην ΚΚΕ) από το (δεύτερο) Συμβούλιο αρχηγών τον Απρίλιο του 1992, απόντος του Αντώνη Σαμαρά.
Ο Σαμαράς την υποστήριξε ως άτομο και την υπερασπίστηκε ως υπουργός Εξωτερικών, αλλά δεν ήταν δική του. Ήταν ολόκληρου του ελληνικού λαού και ολόκληρου του τότε πολιτικού κόσμου. Μέχρι σήμερα η μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού –όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις– επιμένει στην άποψη εκείνη. Μη χρεώνουμε λοιπόν ένα πρόσωπο με μιαν άποψη που ήταν τότε πάνδημη και παραμένει πλειοψηφική. Καταντά τραγικά γελοίο. Και ανυπόφορα υποκριτικό…
Το μόνο ξεχωριστό που υποστήριξε τότε ο Αντώνης Σαμαράς ήταν ότι η εσωτερική ενότητα των Σκοπίων δεν αντέχει. Συνεπώς, δεν έχει νόημα να ανησυχούμε για το πώς θα ονομάζεται ένα κράτος που δεν θα υπάρχει αύριο. Και δεν χρειάζεται να κάνουμε μείζονες και οδυνηρές υποχωρήσεις –που θα κινδυνεύσουν να αποσταθεροποιήσουν την ελληνική κοινωνία– απέναντι σε ένα κράτος που είτε θα μετεξελιχθεί σε κάτι εντελώς διαφορετικό (Ομοσπονδία) είτε θα διαλυθεί. Επισήμαινε, μάλιστα, ήδη από τότε, ότι μια μελλοντική κρίση στο Κόσοβο είναι πιθανό να πυροδοτήσει την αποδιάρθρωση του σκοπιανού μορφώματος…
Αυτή η πρόβλεψη Σαμαρά δεν εισακούστηκε τότε, στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Μετά τον εμφύλιο των Σκοπίων του 2001 (μεταξύ Αλβανών και Σλαβοφώνων) άρχισε να επαληθεύεται. Αλλά ούτε τότε την έλαβαν σοβαρά υπ’ όψιν. Σήμερα όλοι μιλάνε για επικείμενο «ντόμινο αποσχίσεων» μετά το Κόσοβο, όλοι βλέπουν ως πιθανότερο επόμενο ντόμινο το Τέτοβο στα Σκόπια, αλλά εμείς εξακολουθούμε να μην καταλαβαίνουμε.
Στην πολιτική η έννοια του timing έχει τεράστια σημασία. Χρόνο χρειαζόμαστε σήμερα. Όχι μια λύση «εδώ και τώρα». Χρόνο χρειαζόμαστε, μέχρι τα Σκόπια να διαλυθούν – ή να μετεξελιχθούν σε Ομοσπονδία για να μη διαλυθούν. Και στο μεταξύ, να αποφεύγουμε είτε να επιτείνουμε την κρίση τους ή –ακόμα χειρότερα– να εμπλακούμε κι εμείς στην κρίση τους.
Τη στιγμή που θα ξεσπάει η κρίση στα Σκόπια, η κυβέρνησή τους θα είναι υποχρεωμένη να διαπραγματευθεί τα πάντα. Πολύ περισσότερα από ένα «σύνθετο» ή τριπλό όνομα. Μέχρι τότε δεν είναι σε θέση να διαπραγματευθεί τίποτε. Η κρίση τους μπορεί να πλησιάζει, αλλά εμείς δεν ετοιμαζόμαστε να εκμεταλλευτούμε την αδυναμία τους. Εμείς εκλαμβάνουμε ως δεδομένη την… «ισχύ» τους!
Ο διπλωμάτης πρέπει να είναι και… ανοικτομάτης. Πρέπει να γνωρίζει πότε παρουσιάζονται ευκαιρίες (για να τις αξιοποιεί) και πότε να περιμένει (για να κερδίσει χρόνο). Πρέπει να διακρίνει πότε και πού πρέπει να παρεμβαίνει και πότε να μένει μακριά. Πότε να υποχωρεί και πότε να τα «στυλώνει». Τι μπορεί να επηρεάσει και τι όχι. Τι εξαρτάται απ’ αυτόν και τι όχι.
Ο διπλωμάτης πρέπει να είναι ανοικτομάτης, όχι μόνιμος… «χασοδίκης». Πρέπει να κερδίζει και καμιάν υπόθεση πού και πού. Αν δεν κερδίζει τίποτε και πουθενά, χάνει και τη δυνατότητα να προτείνει υποχωρήσεις όπου είναι απαραίτητες.
Αν σοβαρά θέλουμε να κερδίσουμε μιαν εθνική υπόθεση δεν υποχωρούμε απέναντι σ’ έναν αντίπαλο που διαλύεται.
Κι αν επιμένουμε να έλθουμε σε συμβιβασμό με ένα ετοιμόρροπο καθεστώς, δεν λύνουμε κανένα πρόβλημα, απλώς δημιουργούμε χειρότερα προβλήματα για το μέλλον. Αποσταθεροποιούμε τα Σκόπια, αποσταθεροποιούμε την ίδια την Ελλάδα και δυναμιτίζουμε ολόκληρη την περιοχή.
Διπλωμάτης


Σχολιάστε εδώ