Δύο εκθέσεις με τον ίδιο «εξάψαλμο»!
Δύο εκθέσεις που δόθηκαν στη δημοσιότητα αυτήν την εβδομάδα (η έκθεση αξιολόγησης του επικαιροποιημένου Προγράμματος Σταθερότητας 2007 – 2013 της Ελλάδος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και η ενδιάμεση έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική) καταδεικνύουν, με τις διαπιστώσεις τους και τις προτάσεις τους, τον αλληθωρισμό με τον οποίο αντιμετωπίζουμε καίρια προβλήματα της οικονομίας στη χώρα μας. Γιατί, όπως προκύπτει από τις δύο αυτές εκθέσεις, αλλά και όλες τις προηγούμενες των δύο αυτών οργανισμών, η μεταρρύθμιση του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος, για την οποία γίνεται μεγάλη συζήτηση τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα τους τελευταίους μήνες, αποτελεί απλώς σχήμα πρωθύστερον, αφού όχι μόνο δεν έχει εξασφαλιστεί η δημοσιονομική εξυγίανση, αλλά, όπως τονίζεται, η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών συνεχίζει να διατρέχει μεγάλο κίνδυνο. Και άνευ βιώσιμων δημοσιονομικών μεγεθών ουδέν εστί γενέσθαι των δεόντων, ανάμεσα στα οποία είναι και το ασφαλιστικό πρόβλημα, του οποίου οι δαπάνες, εξαιτίας της δραματικής γήρανσης του πληθυσμού, θα αυξάνονται και θα πληθύνονται.
Η βασική, λοιπόν, διαπίστωση που προκύπτει και από τις δύο εκθέσεις είναι ότι η αντιμετώπιση των ανισορροπιών της ελληνικής οικονομίας και ιδιαίτερα του επίμονου πληθωρισμού, που στη χώρα μας έχει πάρει διαστάσεις ενός αλλήθωρου λαϊκισμού με την παρουσίαση μόνο μιας πτυχής της ακρίβειας στα μπρόκολα και στα λαχανικά, της απώλειας της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, του τεράστιου ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και του δημόσιου χρέους, που παραμένει ένα από τα υψηλότερα στη ζώνη του ευρώ, εξαρτάται μόνο και μόνο από τη διασφάλιση μιας ισχυρής πορείας δημοσιονομικής εξυγίανσης. Κι ενώ επίμονες είναι τα τελευταία είκοσι χρόνια οι προτάσεις μέτρων και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Τράπεζας της Ελλάδος για τη διασφάλιση βιώσιμων δημόσιων οικονομικών, η ελληνική δημοσιονομική πολιτική, παρά τις σχετικές επιτυχίες της, αρκείται πεισμόνως σε προώθηση ευκαιριακών φορολογικών διαρρυθμίσεων, οι οποίες μόνο βραχυπρόθεσμα ανακουφίζουν τον κρατικό προϋπολογισμό και συμβάλλουν στην επίτευξη μερικών στόχων του και, κυρίως, εκείνου της μείωσης του δημόσιου ελλείμματος, το οποίο, ωστόσο, παρά τη συρρίκνωσή του τα τελευταία τρία χρόνια εξακολουθεί να είναι υψηλό και να ενισχύει τις δημοσιονομικές ανισορροπίες.
Για τη διασφάλιση βιώσιμης εξυγίανσης των δημόσιων οικονομικών και την αποφυγή νέων δυσάρεστων εξελίξεων, οι οποίες θα σήμαιναν νέα ανακύκλωση των προβλημάτων σε όλο τον κορμό της ελληνικής οικονομίας και, κυρίως, αδυναμία προώθησης των αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών σε τομείς που παρουσιάζουν σημαντικές στρεβλώσεις και ανισορροπίες, τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και η Τράπεζα της Ελλάδος απαριθμούν σειρά μέτρων από τα οποία τα σημαντικότερα είναι τα εξής:
Πρώτον, συγκράτηση των πρωτογενών δαπανών. Ιδιαίτερα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει τη χάραξη δημοσιονομικής στρατηγικής σε πιο μακροπρόθεσμη προοπτική και με την αποτελεσματική εφαρμογή μηχανισμών παρακολούθησης, ελέγχου και βελτίωσης της αποδοτικότητας των πρωτογενών δαπανών.
Δεύτερον, μείωση των δημόσιων δαπανών. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει μάλιστα ότι οι σχεδιαζόμενες περικοπές σε ορισμένα στοιχεία των δαπανών (ως ποσοστό του ΑΕΠ) δεν τεκμηριώνονται με ειδικά μέτρα και αναιρούνται εν μέρει από προγράμματα αύξησης των κοινωνικών παροχών.
Τρίτον, βελτίωση της διαδικασίας κατάρτισης του προϋπολογισμού με αύξηση της δημοσιονομικής διαφάνειας.
Τέταρτον, συνέχιση των προσπαθειών για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης και τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, ώστε να μειωθούν οι φορολογικοί συντελεστές και οι υψηλοί συντελεστές εισφορών κοινωνικής ασφάλισης. Η πρόταση αυτή της Τράπεζας της Ελλάδος ενισχύεται και από τη διαπίστωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι η εξυγίανση που στηρίζεται σε αύξηση των φορολογικών εσόδων υπόκειται σε κινδύνους, ενώ η εξάρτηση από τα αποτελέσματα της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής είναι σημαντική και υποστηρίζεται μόνο εν μέρει από μεταρρυθμίσεις στην είσπραξη των φόρων.
Πέμπτον, συνέχιση των μεταρρυθμίσεων στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και σε όλη την οικονομία με την επισήμανση μάλιστα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ότι πρέπει το συντομότερο δυνατόν να εκπονηθούν επικαιροποιημένες προβλέψεις για τις σχετικές με τη γήρανση του πληθυσμού δαπάνες.
Είναι, λοιπόν, προφανές ότι η πορεία προς τη δημοσιονομική εξυγίανση και τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών είναι δύσκολη και σκληρή και ότι χωρίς την επίτευξη του μέγιστου αυτού στόχου δεν μπορεί να διασφαλιστεί βιώσιμη ανάπτυξη, σταθερότητα των τιμών, κοινωνική συνοχή και πραγματική σύγκλιση προς την Ευρωπαϊκή Ένωση.