Το λάθος του ελληνικού λαού στα 1920 δεν πρέπει να το επαναλάβουν οι Κύπριοι σήμερα
Το 2004 εις πείσμα των εντός και εκτός των τειχών εκφοβιστών του παρέκαμψε και προχώρησε όρθιος στο γενναίο «όχι». Ελλαδικές και κυπριακές Κασσάνδρες επιδόθηκαν τότε σε θρήνους και κοπετούς για επερχόμενες καταστροφές. Η «συντέλεια» της Μεγαλονήσου προς βαθείαν θλίψη τους δεν επήλθε. Αντίθετα, η αξιοπρέπεια και το κύρος της Κύπρου δυνάμωσαν. Οι μοιρολάτρες εξετέθησαν, η τόλμη και η αποφασιστικότητα νίκησαν. Το «όχι» είναι πολιτικής προέλασης. Το «ναι» στον Ανάν θα έδενε πισθάγκωνα το μέλλον του Νησιού.
ΗΠΑ και Βρετανία ταυτίζουν ως μη ώφειλαν τις επιδιώξεις τους με την κατοχική δύναμη. Τι ζητούν; Την επαναφορά του Ανάν από την πίσω πόρτα με τριτεύουσες αλλαγές στο απορριφθέν σχέδιο. Εμπόδιο που έχει πολλάκις κατονομασθεί είναι ο Πρόεδρος Παπαδόπουλος. Εφʼ ω και έχουν εξαπολυθεί λυτοί και δεμένοι να τον βγάλουν από τη μέση.
Η Άγκυρα δεν θέλει τώρα τη διπλωματική αναγνώριση του ψευδοκράτους, πρώτον διότι εξυπηρετείται απείρως καλύτερα από την ανανική εκδοχή της (συν)ομοσπονδίας «των δύο συνιστώντων κρατών», αφού μέσω του τουρκοκυπριακού θεσμικά και de facto μπορεί να έχει απόλυτο έλεγχο του ελληνοκυπριακού, και δεύτερον διότι με την προωθούμενη από ΗΠΑ-ΕΕ ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου δημιουργείται μοντέλο μονομερών εκτός Συμβουλίου Ασφαλείας αναγνωρίσεων. Επομένως, αν αύριο η Τουρκία προκρίνει ότι τη συμφέρει η λύση Κοσόβου θα την επιχειρήσει. Ως τότε θα «παίζει κρυφτό» με την ΕΕ δουλεύοντάς την και για τη συμφωνία της 8ης Ιουλίου καίτοι η τελευταία έγινε ήδη μέρος της αναθεωρημένης ευρωτουρκικής εταιρικής σχέσης.
Όμως η τρέχουσα πορεία της Τουρκίας προς την Ευρώπη γίνεται με συνεχείς εκπτώσεις των Βρυξελλών προς μία πεισματικά αμετάλλαχτη Άγκυρα.
Η νεκρανάσταση του τερατοσχεδίου Ανάν είναι στις μύχιες στοχεύσεις του αγγλοαμερικανικού παράγοντα, που δρα αδελφοποιητά με την Τουρκία. Και σ’ ό,τι αφορά τη σιαμαία συμπόρευση Λονδίνου -Άγκυρας, αυτό ξεκίνησε από το 1955 (Τριμερής Λονδίνου – Σεπτεμβριανά) και έκτοτε ουδέποτε απέκλιναν από την ταύτιση συμφερόντων τους απέναντι στην Κύπρο οι δύο χώρες.
Η ελληνική εξωτερική πολιτική δεν δραστηριοποιήθηκε αποφασιστικά, συστηματικά και επίμονα να αποκόψει τις ΗΠΑ από αυτήν την ανίερη αγγλοτουρκική συμμαχία. Ορισμένοι φρονούν ότι θα ήταν ματαιοπονία να τα «βάλει» κανείς με την υπερδύναμη. Ουδέν τούτου αναληθέστερον. Εκείνοι που θα έκαναν τον κόπο να γνωρίσουν πώς λειτουργεί το αμερικάνικο πολιτικό σύστημα θα καταλάβαιναν ότι μπορούν να το επηρεάσουν και θα αναζητούσαν τον τρόπο να το επιτύχουν. Μοχλός αδιαπραγμάτευτης δύναμης του Ελληνισμού στην Ουάσινγκτον είναι η εκεί εκλογική δεξαμενή μας σε ψήφους και πολιτικό χρήμα. Ούτε σ’ αυτές τις αμερικανικές εκλογές κινούμεθα να τη συντονίσουμε και να την «πουλήσουμε». Την αφήνουμε να κινηθεί χύμα και παριστάμεθα απαθείς θεατές η Κλίντον να αποκαλεί τα Σκόπια Μακεδονία, ο Ομπάμα να λέει άνοστα γλυκόλογα, χωρίς κανείς τους ούτε άλλωστε και ο Μακ Kέιν να συγκεκριμενοποιούν πολιτικές για τα μείζονα θέματα ελληνικού ενδιαφέροντος, τα οποία φυσικά δεν τους έχουν τεθεί. Τώρα που τελειώνει η διαδικασία του χρίσματος πρέπει να αποσαφηνίσουμε τι θέλουμε και να «διαπραγματευτούμε» με τους υποψήφιους Προέδρους.
Αυτό και σχετικά και άσχετα με τις κυπριακές εκλογές. Τώρα οι εκλογές στην Κύπρο είναι, λένε, αμφίρροπες. Οι υποψήφιοι είναι τρεις. Ο ένας είναι ανανιστής ψυχή τε και σώματι. Ο άλλος ήταν υπέρ του ανανικού τερατουργήματος, αλλά υπακούοντας στις εσωκομματικές του διαδικασίες εψήφισε τότε κατά. Διά της εις άτοπον απαγωγής μένει ο τρίτος.
Μοιραία αν δεν εκλεγεί αυτός θα υπάρξουν εξελίξεις προς την αντίθετη κατεύθυνση. Και θα αποβεί τότε η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης.
Κανείς δεν πρόκειται να χαρίσει στην Κύπρο την ελευθερία της, αν ο Ελληνισμός δεν την ανακτήσει «με δικά του έξοδα». Κανείς δεν εκτιμά αυτόν που ενδίδει. Απλά και εύκολα τον εκμεταλλεύεται. Στη διεθνή σκακιέρα όποιος δεν διεκδικεί διεκδικείται. Το παλαιό δόγμα της εξωτερικής μας πολιτικής, «δεν διεκδικούμε τίποτε», απέπνεε πάντοτε εσωστρέφεια και παραίτηση. Δεν διεκδικούμε τίποτε από εκείνους που επίσης δεν διεκδικούν από εμάς τίποτε. Και φυσικά διεκδικούμε ανάλογα από εκείνους που διεκδικούν από μας. Το λιγότερο να μας αφήσουν ήσυχους.
Ο σύγχρονος κυπριακός ελληνισμός διεξήγαγε έναν ηρωικόν απελευθερωτικό αγώνα, εν μέρει δικαιωθέντα. Οι κύπριοι αδελφοί μας πρέπει να απορρίψουν με την εκλογική επιλογή τους αυτό που ο σώφρων και τίμιος Βάσος Λυσσαρίδης ονομάζει «κρυπτο-διχοτομικές και νεο-ανανικές προτάσεις». Η αντίσταση ενάντια στην τουρκοποίηση της Μεγαλονήσου έχει κόστος για όλον βεβαίως τον Ελληνισμό, αλλά πρωτίστως για τους ίδιους τους Κυπρίους. Γι’ αυτούς που αγωνίζονται δεν υπάρχουν χαμένες ευκαιρίες ούτε χαμένες υποθέσεις. Λάθη έχουν κάνει και ηγέτες και λαοί. Οι Κύπριοι ας θυμηθούν αυτές τις ώρες το λάθος των Ελλαδιτών στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920. Δεν εξέλεξαν ούτε βουλευτή τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Οι Τούρκοι δεν είχαν ηγέτη και βρήκαν τον Κεμάλ. Οι Έλληνες είχαν και τον έδιωξαν. Η πατρίδα πλήρωσε το λάθος εκείνο με τη μεγαλύτερη τραγωδία της στην ιστορία, τη Μικρασιατική Καταστροφή και το έκτοτε σύμπλεγμά της του εθνικού μας βίου.
Είναι η ώρα του Κυπριακού Ελληνισμού να αποτρέψει το ίδιο λάθος.