Αναμονή για την κρατική διαφήμιση
Στο επίκεντρο η διαχείριση της κρατικής διαφήμισης. Τα αλλεπάλληλα δημοσιεύματα της «Καθημερινής», του «Π», εκείνο του «Ελεύθερου Τύπου» και η εκπομπή του Κώστα Βαξεβάνη στον Alpha δημιούργησαν αίσθηση, καθώς εφημερίδες με ιδιαίτερα χαμηλές κυκλοφορίες πρωταγωνιστούν στην απορρόφηση της κρατικής δαπάνης, την ίδια ώρα που οι δύο από τις τρεις δωρεάν εφημερίδες είναι στην κορυφή τα τελευταία χρόνια. Η «Καθημερινή της Κυριακής» επανήλθε την περασμένη Κυριακή με έναν συγκριτικό πίνακα από το 2003 ως το 2007, από τον οποίο προέκυπταν περίπου τα ίδια στοιχεία με αυτά που παρουσίασε το «Π» στην τελευταία του έκδοση. Ύστερα από την επερώτηση που κατέθεσαν 18 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, όλοι περιμένουν με ενδιαφέρον τα στοιχεία που θα προσκομίσει ο υπουργός Επικρατείας, ο οποίος στο παρελθόν με εγκύκλιο προσπάθησε να αλλάξει τον τρόπο κατανομής της διαφήμισης. Οι βουλευτές στην επερώτησή τους αναφέρουν πως «η κατανομή της κρατικής διαφήμισης στις εφημερίδες ή στα περιοδικά που περιλαμβάνονται στο Μητρώο του Τμήματος Διαφάνειας του ΕΣΡ πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 του π.δ. 261/1997». Και εξειδικεύουν σημειώνοντας πως «ειδικότερα, η επιλογή του συγκεκριμένου μέσου, στο οποίο καταχωρούνται διαφημιστικά ή άλλα συναφή μηνύματα έχει ως γνώμονα τη συνεκτίμηση των ακόλουθων στοιχείων: α) κόστος καταχώρισης, β) απήχηση του μέσου στο ευρύ κοινό και γ) απήχηση του μέσου σε συγκεκριμένες κατηγορίες κοινού, εφόσον πρόκειται για καταχώριση δραστηριοτήτων εξειδικευμένου χαρακτήρα. Για την εκτίμηση της απήχησης λαμβάνεται υπόψη η μέση μηνιαία κυκλοφορία του εντύπου, όπως αυτή βεβαιώνεται από τις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Επικρατείας». Οι βουλευτές ρωτούν για την «καταστρατήγηση της αρχής της ισοπολιτείας και της ισότητας κατά την κατανομή της κρατικής διαφήμισης στις εφημερίδες και τα περιοδικά» και για την «αποφυγή δημιουργίας ενός αντικειμενικού και αμερόληπτου ελεγκτικού μηχανισμού προκειμένου να αντιμετωπισθεί αυτό το νοσηρό φαινόμενο που διαβρώνει το πολιτικό μας σύστημα και προσβάλλει τη δημοκρατία».