HΤΤΑ ΤΗΣ ΔΕΞΙΑΣ ΣΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τα αποτελέσματα στο κρατίδιο της Έσσης (που με πληθυσμό 6 εκατ. αποτελεί το τέταρτο μεγαλύτερο κρατίδιο της Γερμανίας και με κριτήριο την οικονομική του ευρωστία είναι αναμφισβήτητα το πρώτο) αποτέλεσαν γροθιά στο στομάχι της Δεξιάς.

Ο βασικός της υποψήφιος, Ρόλαντ Κοχ, που κυβερνάει από το 1999 είδε το ποσοστό του να μειώνεται κατά 12 ολόκληρες ποσοστιαίες μονάδες, φθάνοντας το 36,8%.

Παρ’ όλα αυτά η υποψήφια των σοσιαλδημοκρατών, Ανδρέα Υψηλάντη (γερμανικής μεν καταγωγής που οφείλει το επίθετό της στον -πρώην- έλληνα άνδρα της), τερμάτισε δεύτερη χάνοντας την πρωτιά για 3.595 ψήφους ή ένα ποσοστό 0,1%. Στις επιτυχίες της προσμετράται το γεγονός ότι ανέσυρε το κόμμα της από την άβυσσο, καθώς στις εκλογές του 2003 το SPD είχε πάρει 29%. Σημαντικό μέρος της επιτυχίας της το οφείλει στη συστηματική προπαγάνδα της για τη θέσπιση κατώτατου ημερομισθίου – αίτημα που έχει αναδειχθεί στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης τα τελευταία δύο χρόνια.

Πολιτικά πτώματα
οι σοσιαλδημοκράτες

Την ίδια ημέρα πραγματοποιήθηκαν εκλογές και στην Κάτω Σαξονία, η οποία στερείται του πολιτικού βάρους της Έσσης, παρότι ποτέ δεν περνούσε απαρατήρητη λόγω του ότι ήταν η ιδιαίτερη πατρίδα του Σρέντερ. Η νίκη που κατέγραψε εκεί το CDU δεν ήταν πύρρειος, όπως στην Έσση, καθώς συγκεντρώνοντας το 42,5% των ψήφων ξεπέρασε το ποσοστό των σοσιαλδημοκρατών κατά 12 ολόκληρες ποσοστιαίες μονάδες. Δεν προσφερόταν ωστόσο και για διθυράμβους καθώς η Δεξιά, που θα συνεχίσει να κυβερνάει συμμαχώντας με το κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών, έχασε 6 μονάδες από τα αποτελέσματα του 2003. Από την άλλη, η ήττα των σοσιαλδημοκρατών γίνεται ακόμη μεγαλύτερη αν δούμε ότι το ποσοστό τους ήταν το χειρότερο που έχουν λάβει ποτέ.

Εύκολα λοιπόν συνάγεται ότι η αδιαμφισβήτητη φθορά της Δεξιάς δεν αναπληρώνεται από μια άνοδο των σοσιαλδημοκρατών, που εξακολουθούν να πληρώνουν την αντιλαϊκή πολιτική του Σρέντερ.

Η διαπίστωση αυτή ανατρέπει επί τα χείρω την εικόνα πολιτικού εκκρεμούς που δίνει η εκλογική συμπεριφορά των Ευρωπαίων πολιτών τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, με τη σταθερή εναλλαγή στην εξουσία δύο κομμάτων, ολοένα και πιο όμοιων μεταξύ τους και ολοένα και πιο αδιάφορων για την κοινωνία. Η (ανησυχητική) εικόνα που πλέον αρχίζει να διαμορφώνεται κυριαρχείται από τη συρρίκνωσή τους και την απώλεια των προνομιακών δεσμών που επί χρόνια διατηρούσαν με ορισμένα τμήματα της κοινωνίας, διασφαλίζοντας αυτοί οι δεσμοί αξιοπρεπείς και προβλέψιμες εκλογικές επιδόσεις.

Αριστερά, η μεγάλη κερδισμένη

Μεγάλος κερδισμένος των εκλογών και στα δύο κρατίδια ήταν το κόμμα της Αριστεράς, που προήλθε από τη συνένωση των μεταλλαγμένων κομμουνιστών της πρώην Ανατολικής Γερμανίας με τους απογοητευμένους οπαδούς του SPD, των οποίων ηγείται ο Όσκαρ Λαφοντέν. Στο κρατίδιο της Έσσης συγκέντρωσαν 5,1% και 6 έδρες και στην Κάτω Σαξονία 7,1% και 11 έδρες. Το ποσοστό του αποτέλεσε έκπληξη, γιατί για πρώτη φορά στο έδαφος της δυτικής Γερμανίας μπόρεσε το Αριστερό κόμμα, που μέχρι πρότινος θεωρούνταν ανατολικογερμανικό φαινόμενο, να ξεπεράσει το απαγορευτικό όριο του 5% και να καταφέρει έτσι να εκπροσωπηθεί σε τοπική Βουλή.

Η επιτυχία του Αριστερού κόμματος έχει ιδιαίτερη σημασία, μια και επιτεύχθηκε με αντίπαλο όχι το SPD του Γκέρχαντ Σρέντερ, αλλά του Κουρτ Μπεκ. Ο νέος ηγέτης του αρχαιότερου σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Ευρώπης από την (ταραχώδη) ημέρα που εκλέχτηκε στη ηγεσία του αμφισβητεί συστηματικά και στην ουσία της την αντεργατική πολιτική που ακολούθησε ο Σρέντερ, χωρίς φυσικά να αμφισβητεί στο ελάχιστο τη σκοπιμότητα συμμετοχής του κόμματός του στον μεγάλο συνασπισμό ούτε μάλιστα να επιχειρεί να ψηφίσει ο κυβερνητικός συνασπισμός ορισμένα φιλεργατικά μέτρα που προπαγανδίζουν οι υποψήφιοί του, όπως η καθιέρωση κατώτατου μισθού και ημερομισθίου. Παρ’ όλα αυτά ο Μπεκ λειτουργεί ως ανάχωμα για τις διαρροές του κόμματός του προς την Αριστερά. Η επιτυχία συνεπώς του κόμματος των Λαφοντέν και Γκίζι έχει ξεχωριστή σημασία μια και δείχνει τη δυνατότητα επιρροής που διαθέτει μια αριστερή διάσπαση της σοσιαλδημοκρατίας.

Σημαντική μερίδα του γερμανικού Τύπου πίσω από την ήττα του δεξιού υποψηφίου στην Έσση δεν είδε τη φθορά της Δεξιάς από την άσκηση εξουσίας αλλά την ξενοφοβική, ρατσιστική και ακροδεξιά προπαγάνδα του καθώς για καλή του τύχη απέναντί του δεν είχε μόνο μια επικεφαλής των σοσιαλδημοκρατών με ελληνικό επίθετο, αλλά και έναν επικεφαλής των Πρασίνων με αραβικό όνομα (Αλ Βαζίρ), ο πατέρας του οποίου -διπλωμάτης το επάγγελμα όπως και η μητέρα του- καταγόταν από την Υεμένη. Το κεντρικό σύνθημα του δεξιού υποψηφίου ήταν έτσι «σταματήστε την Υψηλάντη, τον Αλ Βαζίρ και τους κομμουνιστές», λες και ήταν θέμα χρόνου όπως ευφυώς έγραψε το γερμανικό περιοδικό «Σπίγκελ» μια εισβολή ξένων, τρομοκρατών και σοβιετικών στρατιωτών… Η σε βαθμό αστειότητας υστερία που εξέπεμπε προφανώς λειτούργησε αρνητικά για την πολιτική του επιρροή, αλλά δεν ήταν μόνο αυτή…

Η ρατσιστική επίθεση που εξαπέλυσε ο δεξιός υποψήφιος εναντίον του SPD οδήγησε την επικεφαλής του να αποκλείσει το ενδεχόμενο συγκρότησης μεγάλου συνασπισμού τουλάχιστον όσο στην ηγεσία της CDU παραμένει ο αμφιλεγόμενος Ρόλαντ Κοχ. Αν παραιτηθεί δεν αποκλείεται να δούμε τον μεγάλο συνασπισμό να κλωνοποιείται, προς απογοήτευση φυσικά των ψηφοφόρων της Υψηλάντη. Εξ ίσου πιθανό είναι οι Σοσιαλδημοκράτες να συγκροτήσουν μια αριστερή κυβέρνηση συμμαχώντας με τους Πράσινους και το κόμμα της Αριστεράς. Το πείραμα αυτό δεν είναι τόσο νέο, καθώς οι Σοσιαλδημοκράτες κυβερνούν ήδη στο Βερολίνο μαζί με την Αριστερά, ενώ μέχρι πρόσφατα κυβερνούσαν και στο κρατίδιο Μέκλενμπουργκ – Βόρπομερν. Ενώ ο Σρέντερ συμμαχούσε σε σταθερή βάση με τους Πράσινους, όσο ήταν υπό την ηγεσία του Γιόσκα Φίσερ, με αποτέλεσμα να φτάσουν ακόμη και στο σημείο να συναινέσουν στον βομβαρδισμό της Γιουγκοσλαβίας το 1999 και πιο πρόσφατα στην αποστολή εκστρατευτικού σώματος στο Αφγανιστάν. Μένει τώρα να δούμε τι θα επιλέξει το SPD παρέχοντας δείγματα γραφής και για όσα θα πράξει στις εθνικές εκλογές τον Σεπτέμβριο του 2009: μεγάλο συνασπισμό σε σμίκρυνση ή κυβέρνηση με Πράσινους και Αριστερούς…

Η Μέρκελ κόβει… ταχύτητα

Οι εκλογικές απώλειες που κατέγραψε η Δεξιά και η άνοδος της Αριστεράς στην Έσση και την Κάτω Σαξονία θα έχουν από τώρα σημαντικό αντίκτυπο στην πολιτική του Βερολίνου, καθώς θεωρείται βέβαιο ότι η ορμή της Μέρκελ στην υλοποίηση αντιλαϊκών πολιτικών θα μετριαστεί.

Στον βωμό των νέων πολιτικών συσχετισμών ενδέχεται να θυσιαστεί το αίτημα των Αμερικανών για αύξηση του αριθμού των γερμανών στρατιωτών στο Αφγανιστάν. Το αίτημα αυτό έχει προκαλέσει σημαντικές αντιπαραθέσεις στη Γερμανία, καθώς διαφαίνεται ότι η ενίσχυση των 3.500 γερμανών στρατιωτών, που ασχολούνται με την εκπαίδευση του αφγανικού στρατού και έργα ανοικοδόμησης, θα συνδυαστεί με την αλλαγή του χαρακτήρα της αποστολής: δηλαδή, την άμεση εμπλοκή του σε μάχες με τους Ταλιμπάν, που μέχρι στιγμής είναι σχεδόν αποκλειστικό έργο των Αμερικανών και Βρετανών.

Λάδι στη φωτιά της αντιπαράθεσης έριξε αξιωματικός του γερμανικού στρατού που δήλωσε σε μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα την προηγούμενη Κυριακή ότι αν συμβεί αυτό «θα πρέπει να προετοιμαστούμε να υποδεχτούμε συναδέλφούς μας να επιστρέφουν σε φέρετρα»! Μετά λοιπόν και από τα εκλογικά αποτελέσματα στην Έσση και την Κάτω Σαξονία δεν φαίνεται πολύ πιθανό να αναλάβει η Μέρκελ το βάρος τέτοιων αποφάσεων…


Σχολιάστε εδώ