Το χρονικό των κρίσιμων τελευταίων ωρών

Ήταν τότε που, απευθυνόμενος στον θεράποντα γιατρό του Διονύση Βώρο, είχε πει επί λέξει, «δεν μπορώ, δεν αντέχω άλλο!»

Αργότερα, στις 7 μ.μ., ζήτησε μάλιστα ο ίδιος να τελεστεί το μυστήριο του ευχελαίου, όπως είχε κάνει και κατά την παραμονή του στο Μαϊάμι μόλις του είχε ανακοινωθεί από τον κ. Τζάκη ότι επιτέλους είχε βρεθεί το κατάλληλο μόσχευμα. Όπως όλα δείχνουν, σε σημαντικές κρίσιμες καμπές της πορείας της ασθενείας του, αρνητικές ή θετικές, ζητούσε από τους ανθρώπους του να του κάνουν ευχέλαιο.

Μετά το ευχέλαιο, όπως λένε άνθρωποι που βρίσκονταν κοντά του, ένιωσε λίγο καλύτερα και προς στιγμήν μάλιστα επανήλθε και η φωνή του. Μπόρεσε, κατόπιν αυτού, ν’ ανταλλάξει έστω και μερικές κουβέντες με συνεργάτες και διάκους που ήταν δίπλα του, οι οποίοι με τη σειρά τους προσπάθησαν να του δώσουν κουράγιο και να του τονώσουν το ηθικό λέγοντάς του ότι πάει κάπως καλύτερα.

Γύρω στα μεσάνυχτα της Κυριακής, όμως, όταν μετρήθηκε η πίεσή του και βρέθηκε να έχει μεγάλη 6 και μικρή 4, σήμανε συναγερμός. Ειδοποιήθηκαν άμεσα τα μέλη της ιατρικής ομάδας που τον παρακολουθούσε και η πρώτη συμβουλή του ιατρού Διονύση Βώρου ήταν να του αφαιρεθούν άμεσα τα επιθέματα κατά του πόνου, εκτιμώντας ότι η όλη εικόνα συνιστά προάγγελο του επερχόμενου ηπατικού κώματος.

Στη συνέχεια έκαναν την εμφάνισή τους ισχυροί πόνοι οι οποίοι οδήγησαν τον Μακαριστό Αρχιεπίσκοπο σε μια απελπισμένη έκκληση προς τον φύλακα-άγγελό του, πρωτοσύγκελλο Θωμά Συνοδινό: «Θωμά, πάρε τον πόνο από πάνω μου! Κουράστηκα!» Λίγα λεπτά μετά τις 5 το πρωί εκδηλώθηκε ο γνωστός επιθανάτιος ρόγχος. Την ίδια ώρα ο αείμνηστος ιεράρχης, σηκώνοντας τα δυο του χέρια σε στάση προσευχής προς τον Θεό, σαν να ικέτευε για κάτι, αποχαιρετούσε τα εγκόσμια. Ήταν 5.15 της 28ης Ιανουαρίου 2008.

«Kάναμε ό,τι καλύτερο»,
λένε οι γιατροί

Ικανοποιημένοι για τον τρόπο αντιμετώπισης, όλον αυτόν τον καιρό, του ασθενούντος Αρχιεπισκόπου εμφανίζονται οι θεράποντες ιατροί, θεωρώντας πως έκαναν ό,τι καλύτερο μπορούσαν και ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατόν να γίνει.

Όπως λένε, οδηγήθηκε στο τέλος της ζωής του με όση περισσότερη αξιοπρέπεια και ανθρωπιά γινόταν.

Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι τόσο ο κ. Διονύσης Βώρος όσο και ο παθολόγος κ. Γιάννης Νανάς βρέθηκαν από τις 2.30 το πρωί, της κρίσιμης βραδιάς που κατέληξε, στο προσκέφαλό του, δίνοντάς του κουράγιο και προσπαθώντας να κουβεντιάσουν μαζί του. Κατάφεραν, μάλιστα, να τον καθησυχάσουν, του χορήγησαν τα φάρμακα που έκριναν αναγκαία και σιγά σιγά τον είδαν να μισοκοιμάται.

Τέτοιες δύσκολες στιγμές έζησαν, όπως λένε, κι άλλες φορές μαζί του, εντυπωσιασμένοι κάθε φορά από τη νηφαλιότητα και το αξιοθαύμαστο θάρρος που επεδείκνυε.

Φαινόταν, προσθέτουν, να συνομιλούσε με τον θάνατο «αφ’ υψηλού»!

Επισημαίνουν, επίσης, με έμφαση ότι δεν του έβαλαν ποτέ ορό, ενώ διαψεύδουν την πληροφορία ότι είχαν εγκαταστήσει θάλαμο εντατικής θεραπείας με οξυγόνο κ.λπ. στην αρχιεπισκοπική κατοικία.

Οι τελευταίες του στιγμές, όπως συμφωνούν, υπήρξαν γαλήνιες, αφού σχεδόν κοιμώμενος κατέληξε…


Σχολιάστε εδώ