Το διακομματικό σκάνδαλο της Αλλατίνη

Στην ιστορία, που χρόνια τώρα ταλανίζει τη Θεσσαλονίκη, δόθηκε νέα διάσταση ύστερα από παρέμβαση του προϊσταμένου της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Βασίλη Φλωρίδη, ο οποίος διέταξε να σταματήσει κάθε οικοδομική εργασία στον χώρο και να διεξαχθεί επείγουσα προκαταρκτική έρευνα για να διερευνηθεί το νόμιμο των διαδικασιών αποχαρακτηρισμού ορισμένων εκ των βιομηχανικών κτισμάτων, καθώς και του περιβάλλοντος χώρου.

Η ιστορία του εν λόγω οικοπέδου κρατά δεκαετίες, όταν η εταιρεία ΑΛΛΑΤΙΝΗ (γνωστή και από τη συμμετοχή του Στέφανου Μάνου στη μετοχική της σύνθεση) γονάτισε κάτω από το βάρος υπέρογκων χρεών. Τα δύο οικόπεδα – φιλέτα που είχε στην κατοχή της (αυτό του Ντεπό και ένα άλλο στη Χαριλάου) πωλήθηκαν εν μια νυκτί και σε τιμή πολύ κατώτερη της πραγματικής, με αποτέλεσμα τα μοναδικά περιουσιακά στοιχεία της ΑΛΛΑΤΙΝΗ να φύγουν από την κατοχή της εισηγμένης εταιρείας και να μεταφερθούν σε νέες εταιρείες που δημιούργησαν οι μεγαλομέτοχοί της.

Αφού τακτοποίησαν τα περιουσιακά, οι ιδιοκτήτες ξεκίνησαν από τις αρχές του 1990 (κυβέρνηση Μητσοτάκη με πρωταγωνιστικό ρόλο Μάνου) την προσπάθεια ανοικοδόμησης των οικοπέδων φιλέτων. Η προοπτική αυτή συνάντησε ισχυρά εμπόδια όταν οι υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού επί υπουργίας Άννας Ψαρούδα Μπενάκη αποφάσισαν να χαρακτηρίσουν τόσο τα κτίρια όσο και το σύνολο του οικοπέδου ως «ιστορικά διατηρητέο μνημείο».

Ένα χρόνο μετά, όμως, με ύστερες κυβερνητικές πράξεις (υπουργικές αποφάσεις και προεδρικά διατάγματα), η ιδιοκτήτρια εταιρεία του οικοπέδου γίνεται δικαιούχος ανοικοδόμησης κτισμάτων συνολικού εμβαδού περίπου 110.000 τ.μ., αριθμός ο οποίος κρίνεται τεράστιος και σκανδαλώδης. Αυτός προήλθε από πολλαπλασιασμό της όλης έκτασης με τον εξωφρενικό συντελεστή δόμησης που παραχωρήθηκε (ποσοστό 4,2%).

Πού να χτιστούν όμως 110.000 τ.μ. σε ένα οικόπεδο γεμάτο από παλιά κτίρια που έχουν χαρακτηριστεί μνημεία; Έτσι, η λύση βρίσκεται ύστερα από νέες διαπραγματεύσεις, από τις οποίες προκύπτει πως το δικαίωμα δόμησης για 70.000 τ.μ. οι ιδιοκτήτες μπορούν να το μεταφέρουν ή να το μεταπωλήσουν σε άλλες περιοχές της χώρας (π.χ. Κρήτη), ενώ επέμεναν να διεκδικούν να οικοδομήσουν και στον χώρο… των μνημείων τα υπόλοιπα 43.000 τ.μ.

Για μια δεκαετία οι άνθρωποι ασχολούνταν με το πώς θα εμπορευτούν ή θα αξιοποιήσουν τα 70.000 τετραγωνικά και έτσι το αίτημά τους για τα άλλα 43 χιλιάδες πάγωσε. (Ήταν και η περίοδος της «Θεσσαλονίκη Πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης » και δεν θέλησαν να μπλέξουν με τα σχέδια αξιοποίησης και ανάδειξης των μνημείων της πόλης, φοβούμενοι μη χάσουν τον στόχο της οικοδόμησης στον χώρο-φιλέτο).

Η μόνιμη επιδίωξή τους επανέρχεται στο προσκήνιο μετά το 2001 με διάφορες υπουργικές αποφάσεις μερικών αποχαρακτηρισμών εσωτερικών χώρων και νέων χαρακτηρισμών, οι οποίες ουσιαστικά προετοίμαζαν την ιστορία για την… τελική επίθεση.

Τον Φεβρουάριο του 2003, με απόφαση του τότε υπουργού Βαγγέλη Βενιζέλου, εγκρίθηκε με ασήμαντες τροποποιήσεις η οικοδομική μελέτη που υπέβαλε η ιδιοκτήτρια εταιρεία, στην οποία προβλεπόταν αφενός η εκμετάλλευση των υπαρχόντων κτισμάτων και η μετατροπή τους σε εμπορικό κέντρο και αφετέρου η ανέγερση πέντε εξαώροφων οικοδομών, μιας πενταώροφης, μιας τριώροφης, μιας μονοκατοικίας, καθώς και υπόγειου χώρου στάθμευσης 400 θέσεων. Εννοείται πως της απόφασης αυτής είχαν προηγηθεί η προέγκριση της οικοδομικής άδειας τόσο από την πολεοδομία Θεσσαλονίκης όσο και από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεοτέρων Μνημείων.

Με το που έγιναν γνωστές οι νέες αποφάσεις, ξεσηκώθηκαν οι κάτοικοι της περιοχής. Μαζί τους και η «Ένωση Πολιτών για το Περιβάλλον και τον Πολιτισμό» (μετέχουν οι καθηγητές Μανιτάκης, Πανδής κ.ά.), που κατέθεσαν προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ζητώντας να ακυρωθεί η απόφαση Βενιζέλου. Πράγματι, δύο χρόνια μετά το Ε’ τμήμα του ακυρωτικού δικαστηρίου ακυρώνει αυτή την απόφαση.

Μεγάλη σημασία έχει να επισημανθεί ότι κατά την εκδίκαση της υπόθεσης στο ΣτΕ παρενέβησαν, υπερασπιζόμενοι την απόφαση Βενιζέλου, τόσο ο Δήμος Θεσσαλονίκης όσο και η νομαρχία! (Παπαγεωργόπουλος και Ψωμιάδης).

Η σπουδή των δύο «γαλάζιων» αφεντικών της πόλης (που προσέτρεξαν στο πλευρό της «πράσινης» κυβέρνησης χάρη φυσικά στην ευνοϊκή ρύθμιση για τα μεγάλα συμφέροντα που κρύβονται πίσω από την ιδιοκτησία) ήταν τέτοια που οδήγησαν τους δικηγόρους τους να καταθέσουν εγγράφως τον ισχυρισμό πως «με την εγκριθείσα μελέτη ανοικοδόμησης του οικοπέδου αναβαθμίζεται το διατηρητέο μνημείο και η πέριξ περιοχή»!

Έχοντας πανίσχυρες πλάτες, οι ιδιοκτήτες επανέρχονται υποβάλλοντας νέο σχέδιο ανοικοδόμησης, το οποίο ελάχιστα διέφερε από το προηγούμενο. Τροποποιούσε απλώς κάποια σημεία (γωνίες υπό οικοδόμηση πολυκατοικιών κ.λπ.), ώστε να αποφύγουν τα επιχειρήματα της κρίσης του ΣτΕ.

Είναι η περίοδος που στο υπουργείο Πολιτισμού λύνουν και δένουν ο Ζαχόπουλος με τον Βουλγαράκη. Το θέμα το αναλαμβάνει ο δεύτερος (γι’ αυτό και ο Ζαχόπουλος έλεγε δηκτικά ότι «ο ίδιος κάνει πολιτική, ενώ ο υπουργός ασχολείται με μπίζνες»), ο οποίος με απόφασή του (Απρίλιος 2006) εγκρίνει το σχέδιο αυτό, επιβάλλοντας ορισμένες μικρές τροποποιήσεις, με το σκεπτικό μάλιστα ότι «με την προτεινόμενη μελέτη το μνημείο δεν βλάπτεται, αλλά αντιθέτως προστατεύεται και αναδεικνύεται»!

Σύμφωνα με το νέο σχέδιο, στο οικόπεδο πρόκειται να κατασκευαστούν οικήματα συνολικής επιφάνειας περίπου 38.000 τ.μ. (εκτός των 12.750 τ.μ. του υπόγειου πάρκινγκ).

Συγκεκριμένα, σχεδιάζονται αφενός η αξιοποίηση των ήδη υπαρχόντων κτισμάτων (στα περισσότερα απλώς θα διατηρηθεί η εξωτερική τους όψη) και η κατασκευή οκτώ νέων οικοδομών κατοικιών, γραφείων και καταστημάτων.

Μετά την τελευταία εισαγγελική παραγγελία θα ελεγχθεί εκ νέου η νομιμότητα όλων των προαναφερόμενων υπουργικών αποφάσεων. Ειδικότερα για την απόφαση του Βουλγαράκη αναμένεται να αποφανθεί τον προσεχή Ιούνιο το ΣτΕ, ύστερα από νέα προσφυγή που κατέθεσαν εναντίον της 36 κάτοικοι της περιοχής, μαζί με την «Οικολογική Κίνηση Θεσσαλονίκης» και τη δημοτική παράταξη «Θεσσαλονίκη των Πολιτών και της Οικολογίας».

Στο μεταξύ, και ύστερα από τις αντιδράσεις των περιοίκων, το Ε’ τμήμα του ΣτΕ με προσωρινή διαταγή του προέδρου του Κωνσταντίνου Μενουδάκου απαγορεύει κάθε οικοδομική ή χωματουργική εργασία, με μόνη εξαίρεση εργασίες που αφορούν στη στήριξη των διατηρητέων κτισμάτων.

Παρά την απαγορευτική διαταγή, στον χώρο συνεχίζονταν εργασίες θεμελίωσης του υπόγειου πάρκιγκ. Μετά την εισαγγελική παραγγελία, στον χώρο έφτασαν αστυνομικοί, υποχρεώνοντας διακοπή κάθε εργασίας.


Σχολιάστε εδώ